Οι ΗΠΑ επιθυμούν μια ειρηνική λύση στη ”διένεξη” στην Κύπρο, καθώς και μια συμφωνία η οποία θα είναι αποδεκτή από τις δύο κοινότητες, δήλωσε ο Αναπληρωτής Εκπρόσωπος του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών Τομ Κάσεϊ.

Οπως ξέρετε, συνέχισε, η πολιτική των ΗΠΑ στο Κυπριακό είναι ξεκάθαρη. «Επιθυμούμε να δούμε μια ειρηνική λύση των διενέξεων και να επιτευχθεί μια συμφωνία, η οποία θα είναι αποδεκτή και από τις δύο κοινότητες».

Σε ερώτηση πώς καθορίζει τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία, ο κ. Κάσεϊ είπε πως οι ΗΠΑ διατηρούν «άριστες σχέσεις με την Τουρκία. Η Τουρκία είναι για μας σημαντικός σύμμαχος στο ΝΑΤΟ. Είναι επίσης ένας σημαντικός εταίρος τόσο στην περιοχή όσο και σε σχέση με την αντιμετώπιση θεμάτων όπως οι κοινές προσπάθειες για εξόντωση του ΠΚΚ και της τρομοκρατίας», συμπλήρωσε.

Εν τω μεταξύ, την πεποίθηση ότι για να επέλθει λύση στο Κυπριακό πρέπει να υπάρξει μια ισχυρή στήριξη από τη διεθνή κοινότητα εξέφρασε ο Αμερικανός Γερουσιαστής Τζόζεφ Μπίντεν σε ομιλία του την οποία κατέθεσε ενώπιον της αμερικανικής Γερουσίας.

Αναφερόμενος στη συμφωνία της 8ης Ιουλίου, ο κ. Μπίντεν επεσήμανε πως οι ηγέτες της ε/κ και τ/ κοινότητας πρέπει να εκμεταλλευτούν αυτό το παράθυρο ευκαιρίας και να ξεκινήσουν τις συνομιλίες σε τεχνικό επίπεδο για τις οποίες έχουν δεσμευθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας της 8ης Ιουλίου μεταξύ του Προέδρου της Δημοκρατίας και του Τ/Κ ηγέτη Μεχμέτ Αλί Ταλάτ.

«Εφόσον το πράξουν αυτό η διεθνής κοινότητα πρέπει να είναι έτοιμη να τους στηρίξει. Είμαι πεπεισμένος, ότι με στις σωστές συνθήκες και την επαρκή διεθνή στήριξη, μια λύση του Κυπριακού είναι δυνατή και εφικτή», επεσήμανε.

«Μια ενωμένη Κύπρος θα αποτελεί παράδειγμα για τον κόσμο για το πώς διαφορετικές εθνικές ομάδες μπορούν να υπερβούν παλιά λάθη, να γεφυρώσουν διαφορές και να ζήσουν μαζί ως γείτονες», ανέφερε ο κ. Μπίντεν.

«Εάν οι ΗΠΑ και άλλα μέλη της διεθνής κοινότητας θέλουν να ενεργήσουν ως καταλύτες για μια πολιτική διευθέτηση, έχω την πεποίθηση ότι οι μελλοντικές γενιές των Κυπρίων μπορούν να απολαμβάνουν την ειρήνη που ορθά τους αξίζει», ανέφερε ο κ. Μπίντεν.