Οσα συμβαίνουν σήμερα στο Ιράκ παραπέμπουν στην επίθεση του Τετ. Η επίθεση του Τετ ήταν στην πραγματικότητα μια σειρά επιθέσεων που πραγματοποίησαν οι Βιετκόνγκ και οι Βορειοβιετναμέζοι από τις 30 Ιανουαρίου του 1968, την Πρωτοχρονιά του νέου έτους, μέχρι τον Ιούνιο του 1969. Παρότι οι Βιετκόνγκ υπέστησαν μεγάλες απώλειες κατά τη διάρκεια των επιθέσεων, κατάφεραν ένα πελώριο ψυχολογικό πλήγμα στις ελπίδες των αμερικανικών στρατευμάτων για νίκη στο Βιετνάμ, ώστε η επίθεση Τετ να είναι σήμερα συνυφασμένη με την πτώση της δημοτικότητας του προέδρου Λίντον Τζόνσον και την απόσυρσή του από την εκλογική κούρσα.
Ο συνολικός αριθμός των Αμερικανών στρατιωτών που έχασαν τη ζωή τους στο Ιράκ αυτόν τον μήνα έφτασε τους 73, αυξάνοντας τις πιθανότητες ανάδειξης του Οκτωβρίου στον τρίτο πιο θανατηφόρο μήνα για τον αμερικανικό στρατό από την έναρξη του πολέμου στο Ιράκ. Ο αριθμός των Ιρακινών που σκοτώνονται καθημερινά ανέρχεται στους 100. Η κατάσταση στη χώρα είναι τόσο δραματική που ακόμα και ο Σαντάμ Χουσεΐν κάλεσε από το κελί του τους Ιρακινούς να πάψουν να αλληλοσκοτώνονται. «Θυμηθείτε ότι είστε στρατιώτες του Θεού και πρέπει να ξεπερνάτε την επιθυμία εκδίκησης για το χυμένο αίμα των παιδιών και των αδελφών σας και να συγχωρείτε». Οταν ο Σαντάμ ζητεί ψυχραιμία, ξέρεις ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά.
Η βία στο Ιράκ δεν είναι τόσο συντονισμένη όσο στο Βιετνάμ. Υπάρχουν μικρές ομάδες σουνιτών και σιιτών που αλληλοσκοτώνονται, οι πιο συντονισμένες, οπαδοί του κόμματος Μπάαθ και αντάρτες επιτίθενται κατά αμερικανικών και ιρακινών στρατευμάτων, σουνίτες μάχονται με τους Κούρδους στο βόρειο Ιράκ και πάνω από όλα η εγκληματικότητα καλπάζει. Συνεπώς, δεν υπάρχει μια κεντρική στρατιωτική διοίκηση, που να συντονίζει τις επιθέσεις στο Ιράκ.
Οι Αραβες μαχητές επιζητούν την επιδείνωση της κατάστασης, ώστε να προκαλέσουν την ήττα του Μπους στις εκλογές του Κογκρέσου και την έντονη αντίδραση των μελών του κόμματός του και των Δημοκρατικών σε περίπτωση που δεν αποσύρει τα στρατεύματα από το Ιράκ. Οι μαχητές παρακολουθούν από κοντά την αμερικανική πολιτική. Ενας φίλος από το Πεντάγωνο μου έστειλε ένα μήνυμα του «Παγκόσμιου Ισλαμικού Μετώπου στα ΜΜΕ», το οποίο αρχίζει ως εξής: «Οι αντίπαλοι πολεμιστές πρέπει να διεξαγάγουν έναν πόλεμο των ΜΜΕ παράλληλα με τον στρατιωτικό πόλεμο, καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια για την ευόδωσή του. Κι αυτό διότι από την επιρροή των ΜΜΕ στα έθνη εξαρτάται η υποστήριξη ή η απόρριψη ενός ζητήματος». Επίσης, σημειώνει ότι οι υπέρμαχοι της Τζιχάντ κατακλύζουν με e-mails και βίντεο των στρατιωτικών τους επιχειρήσεων τα chat rooms και τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις φημισμένων Αμερικανών συγγραφέων όπως ο Φρίντμαν, ο Τσόμσκι, ο Φουκουγιάμα, ο Χάντικτον και άλλοι.
Θα ήταν ιδιαίτερα απογοητευτικό εάν οι μαχητές της Τζιχάντ κατόρθωναν να επηρεάσουν την αμερικανική πολιτική με έναν «ηλεκτρονικό» πόλεμο τύπου Τετ. Ωστόσο, ενδεχόμενη αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων θα είχε ολέθριες συνέπειες. Το Ιράκ θρυμματίζεται σε τόσο μικρά κομμάτια που καθιστά ανέφικτη κάθε πολιτική λύση, καθώς κανένας Ιρακινός ηγέτης δεν είναι πλέον σε θέση να επηρεάσει τη φράξιά του υπέρ των Αμερικανών, ενώ δεν υπάρχει και καμία κεντρική εξουσία ικανή να συσπειρώσει τους Ιρακινούς. Παρότι η αποχώρηση θα εντείνει την εμφύλια σύγκρουση, ενδεχόμενη παραμονή για την αποτροπή της θα προκαλέσει την αντίδραση της αμερικανικής κοινής γνώμης.
Λέχθηκε ότι ο Τζορτζ Μπους είπε πως δεν πρόκειται να αποχωρήσει από το Ιράκ ακόμα κι αν η γυναίκα του Λόρα και ο σκύλος του Μπάρνι απομείνουν οι τελευταίοι του υποστηρικτές. Αν όμως η επίθεση των μαχητών της Τζιχάντ συνεχιστεί, ο Μπους θα μείνει οπωσδήποτε μόνος με τον Μπάρνι.