Στην Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης μίλησε σήμερα ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, με αναφορές στο Κυπριακό, στο ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, του Κοσόβου και στο θεσμό του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

«Η μεταμόρφωση της Ηπείρου μας θα παραμένει ατελής όσο το τελευταίο τείχος που διαιρεί την Ευρώπη στέκεται στην Κύπρο. Η Κύπρος αποτελεί πρωταρχικά ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ζήτημα που αφορά το Συμβούλιο της Ευρώπης Περιουσίες δημεύτηκαν. Πρόσφυγες δεν μπορούν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Βασικά ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάστηκαν σε ευρωπαϊκό έδαφος», τόνισε ο κ. Καραμανλής στην αναφορά του στο Κυπριακό, επαναλαμβάνοντας ότι η Ελλάδα παραμένει σταθερά προσηλωμένη στην επίτευξη μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης με σκοπό την επανένωση της Κύπρου, με βάση τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και σύμφωνα με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως είπε, η ιδιότητα της Κύπρου ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία έχουν δημιουργήσει ένα νέο πλαίσιο, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί αποφασιστικό στην επίτευξη μιας συνολικής λύσης.

Αυστηρό μήνυμα στην ηγεσία της ΠΓΔΜ

Αυστηρό μήνυμα απηύθυνε ο Ελληνας πρωθυπουργός στην ηγεσία της ΠΓΔΜ, τονίζοντας ότι στη διαδικασία για την εξεύρεση αμοιβαίας αποδεκτής λύσης στο ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, δεν έχουν θέση μονομερείς προκλητικές ενέργειες (αναφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς στην μετονομασία του αεροδρομίου των Σκοπίων σε «Αλέξανδρος ο Μακεδών»).

Όπως επίσης είπε ο κ. Καραμανλής, στα πλαίσια της επιδίωξης ισχυρών διμερών σχέσεων με όλες τις γειτονικές χώρες, αλλά και της σταθερότητας στην περιοχή, η Ελλάδα υποστήριξε την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αποδώσει καθεστώς υποψήφιας χώρας στη FYROM, όμως όπως επεσήμανε, αυτή η υποστήριξη δεν είναι ανεπιφύλακτη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει συγκεκριμένα προαπαιτούμενα, μεταξύ των οποίων η περιφερειακή συνεργασία και οι σχέσεις καλής γειτονίας. Σε αυτά τα προαπαιτούμενα, η Ελλάδα, ως γειτονική χώρα, δίνει ιδιαίτερη σημασία, τόνισε.

Σε ερώτηση βουλευτή της ΠΓΔΜ, ο κ. Καραμανλής απάντησε  «Εγώ ο ίδιος είμαι Μακεδόνας, καθώς και 2,5 εκατομμύρια Έλληνες… Η Ελλάδα και ειδικότερα η κυβέρνησή μου έχει κάνει σημαντικές προσπάθειες προκειμένου να βρεθεί η χρυσή τομή για μια αμοιβαίως αποδεκτή λύση (στο όνομα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, καλώντας την ηγεσία της βαλκανικής χώρας να ανταποκριθεί σε αυτή την πολιτική, κάτι το οποίο -όπως σημείωσε- δυστυχώς δεν έχει ακόμα πράξει.
 
Ο κ. Καραμανλής υπενθύμισε ότι η Ελλάδα και η ΠΓΔΜ έχουν αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, μία από τις οποίες είναι η Ενδιάμεση Συμφωνία, που υπεγράφη πριν από δέκα χρόνια, ενώ όπως επεσήμανε, οι «σχέσεις καλής γειτονίας» είναι μια σημαντική δέσμευση που έχει αναλάβει η ΠΓΔΜ έναντι της Ε.Ε..

Ο πρωθυπουργός δεν παρέλειψε να αναφερθεί στην άψογη συνεργασία που έχει η Ελλάδα με την ΠΓΔΜ σε πολλούς τομείς, υπενθυμίζοντας ότι η Ελλάδα αποτελεί πρωταρχικό εμπορικό εταίρο και επενδυτή στη γειτονική χώρα.

Τουρκική Μειονότητα

Σε ερώτηση για τον προσδιορισμό της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, που δέχθηκε ο Ελληνας πρωθυπουργός στο Συμβούλιο της Ευρώπης από την Τουρκάλα βουλευτή κ. Ιντσεκάρα (EΛK), η οποία παρατήρησε οτι απαγορεύεται η χρήση της λέξης «τουρκική» για τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και ρώτησε τον πρωθυπουργό εάν σκοπεύει να αλλάξει την πολιτική του σχετικά.

Στην απάντηση του ο κ. Καραμανλής σημείωσε ότι «τη δεκεατία του '80 ο Αρειος Πάγος είχε ζητήσει να μην γίνεται χρήση του όρου "τουρκική ένωση" ή "τουρκικός σύλλογος", γιατί αυτό σήμαινε οτι υπήρχε τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τη Συνθήκη της Λωζάνης, που μιλάει για μουσουλμανική μειονότητα». «Το δε άρθρο 8 του καταστατικού της εν λόγω Ένωσης, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι ο στόχος της δημιουργίας της ήταν η διάδοση των πολιτιστικών και θρησκευτικών μεταρρυθμίσεων που είχαν προκύψει από την τουρκική επανάσταση. Τούτο σημαίνει την προώθηση των πολιτικών στόχων μιάς άλλης χώρας. Ο Αρειος Πάγος αποφάνθηκε υπέρ της διάλυσης αυτής της Ενωσης», πρόσθεσε.

«Η Ελλάδα είναι μία δημοκρατική κοινωνία που σέβεται απόλυτα όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και βεβαίως τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Ταυτόχρονα είναι μία χώρα που συμμορφώνεται με το κράτος δικαίου και σέβεται και τιμά το διεθνές δίκαιο και όλες τις διεθνείς υποχρεώσεις και δεσμεύσεις, συμπεριλαμβανομένης και της συνθήκης της Λωζάνης», τόνισε ο πρωθυπουργός απαντώντας στην κ. Ιντσεκάρα .

Oι αποφάσεις του ΕΔΑΔ δεν πρέπει να γίνονται αντικείμενο διαπραγματεύσεων

Iδιαίτερη αναφορά έκανε ο πρωθυπουργός στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Όπως τόνισε, πρόκειται για ένα μοναδικό θεσμικό όργανο στην ιστορία της σύγχρονης ευρωπαϊκής δημοκρατίας – ένα θεσμικό όργανο που εξελίχθηκε αξιοσημείωτα, από έναν οργανισμό ο οποίος ήταν κατά κύριο λόγο επιφορτισμένος με την εξέταση ενός μικρού αριθμού διακρατικών προσφυγών, σε ένα αποτελεσματικό και ευρείας κλίμακας όργανο Δικαιοσύνης. «Σήμερα», πρόσθεσε ο κ. Καραμανλής, «πάνω από 50.000 ατομικές προσφυγές -αριθμός, ο οποίος φαίνεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται θεαματικά- έχουν δημιουργήσει έναν απίστευτο φόρτο εργασίας, που έχει φυσικά προκαλέσει μεγάλη πίεση στα όργανα του θεσμού.Αυτό -τόνισε- πρέπει να θεωρηθεί πρωτίστως ως ένδειξη επιτυχίας, παρά ως πρόβλημα». «Ωστόσο, είναι εξαιρετικά επείγον να δρομολογηθεί μία καλά οργανωμένη διαδικασία μεταρρύθμισης, η οποία θα εξασφαλίσει την αποτελεσματική λειτουργία και την επιτυχία του Δικαστηρίου στον 21ο αιώνα. Αυτός είναι ο λόγος που είναι αναγκαίο να ολοκληρώσουμε τις διαδικασίες επικύρωσης του Πρωτοκόλλου 14», επεσήμανε ο Ελληνας πρωθυπουργός.

Επιπρόσθετα όπως υπογράμμισε, για να λειτουργήσει αποτελεσματικά το Δικαστήριο, πρέπει να γίνεται πλήρης εφαρμογή των αποφάσεών του στις χώρες-μέλη του Συμβουλίου. Για αυτό, τόνισε ο κ. Καραμανλής, η Επιτροπή Υπουργών οφείλει να συνεχίσει να παρακολουθεί συστηματικά την εκτέλεση των αποφάσεων του Δικαστηρίου, οι οποίες -όπως σημείωσε- δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση και υπό οιεσδήποτε συνθήκες, να γίνονται αντικείμενο διαπραγματεύσεων, ούτε να συνοδεύονται από επιφυλάξεις, οιασδήποτε μορφής και με οιοδήποτε πρόσχημα.

Παράλληλα ο κ. Καραμανλής δήλωσε πως η Ελλάδα θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να εξασφαλίσει την επιτυχία του θεσμού του Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Κόσοβο

Αναφορικά με το θέμα του Κοσόβου, ο Κώστας Καραμανλής ερωτηθείς σχετικά, τόνισε ότι αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον οι προτάσεις του Μάρτι Αχτισάαρι. Όπως είπε, το ζητούμενο είναι η σταθερότητα της περιοχής και επισήμανε πως η θέση της Ελλάδας είναι ότι καμία λύση δεν μπορεί να επιβληθεί αν δεν είναι αμοιβαίως αποδεκτή και από τις δύο πλευρές, Σερβία και Κόσοβο.

Μια τέτοια λύση θα πρέπει να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων και των δύο πλευρών και να εγγυάται την ευρωπαϊκή προοπτική της ευρύτερης περιοχής, παρατήρησε ο πρωθυπουργός.

Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Ευρώπης καλωσορίζοντας στην Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, τόσο τον πρωθυπουργό, όσο και την υπουργό Εξωτερικών, Ντόρα Μπακογιάννη, αναγνώρισε μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα αποτελεί έναν πολύτιμο εταίρο για το Συμβούλιο της Ευρώπης σε όλα τα θέματα, είτε αυτά αφορούν τη μελλοντική διεύρυνση της Ε.Ε., είτε την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε., είτε τις προσπάθειες που γίνονται σε διεθνές επίπεδο, για να βρεθεί μία λύση στο θέμα της Κύπρου -θέματα που όπως είπε, απαιτούν τη συνεργασία της Ε.Ε. με το Συμβούλιο της Ευρώπης.

Για Ευρωσύνταγμα

Απαντώντας εξάλλου σε ερωτήσεις των βουλευτών της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη Συνταγματική Συνθήκη και με ποιό τρόπο θα υποστηρίξει την καγκελάριο της Γερμανίας, Αγγελα Μέρκελ στην προσπάθειά της να προχωρήσει γιά «ένα καλό Σύνταγμα», ο Κώστας Καραμανλής τόνισε:

«Γνωρίζουμε όλη την κατάσταση που ισχύει μετά τα δύο αρνητικά δημοψηφίσματα για τη Συνταγματική Συνθήκη. Υποστηρίζουμε σθεναρά οτι ήλθε η στιγμή να αναζωπυρώσουμε τις προσπάθειές μας και θέλουμε να είμαστε οσο πιό εποικοδομητικοί και να συμβάλλουμε στις προσπάθειες της Καγκελαρίου Μέρκελ γιά την ανανέωση των προσπαθειών. Είναι μία αναγκαιότητα. Είναι αυτονόητο οτι σεβόμαστε τις διαφορετικές απόψεις, αλλά μία Ενωση των "27" δεν μπορεί να λειτουργήσει καλά και να ατενίσει το μέλλον με τους κανόνες της Ευρώπης των "6". Ειναι, επομένως, κατεπείγουσα ανάγκη να προχωρήσουμε».

Σε ερώτημα κατά πόσο συμφωνεί με τις τελευταίες δηλώσεις του Βέλγου πρωθυπουργού για την εξασφάλιση, μέσω του Συντάγματος, της ενισχυμένης πλειοψηφίας ώστε να υπάρξουν οι «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», ο κ. Καραμανλής απάντησε :

«Είμαστε μία μεγάλη οικογένεια. Συμμεριζόμαστε τους βασικούς στόχους, αυτό, όμως, δεν σημαίνει οτι όλοι συμφωνούμε για ένα θέμα. Υπάρχουν και διϊστάμενες απόψεις, ακόμα και για το μέλλον της Ευρώπης. Εμείς, από τη δική μας πλευρά, είμαστε κοντά στην άποψη που αναφέρατε. Πιστεύουμε ότι η διαδικασία για μία πολιτική ολοκλήρωση είναι θετική, είναι ευνοϊκή και την υποστηρίζουμε. Κατανοούμε οτι η Ευρώπη εξ ορισμού είναι ένας χώρος για συναίνεση και συμβιβασμό. Εδώ και πενήντα χρόνια από την ίδρυσή της είναι μία πετυχημένη ιστορία, γι αυτό και πρέπει να συνεχίσουμε τις προσπάθειες. Σχετικά με την πλειοψηφία, υπάρχουν πολλές ευαισθησίες, είναι ένα περίπλοκο θέμα, που αντιμετωπίζουμε με πάρα πολύ μεγάλη προσοχή, κατανοούμε, όμως, όλοι μας οτι μία οικογένεια των "27" ή περισσοτέρων στα επόμενα έτη, δεν μπορεί να λειτουργήσει μόνο με πλήρη συναίνεση».

Ολόκληρη η Ομιλία του Πρωθυπουργού έχει ως εξής:

κ. Πρόεδρε της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης,

κ. Γενικέ Γραμματέα,

Εξοχώτατε Martti Ahtisaari, Α

ξιότιμα μέλη της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης,

Κυρίες και Κύριοι, 

Θα ήθελα να ευχαριστήσω την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης και ιδιαίτερα τον Πρόεδρο René van der Linden για την πρόσκληση να σας μιλήσω σήμερα.   Πολλές δεκαετίες έχουν περάσει από τότε που ιδρύθηκε το Συμβούλιο της Ευρώπης, το Μάιο του 1949, και από τότε που η Ελλάδα προσχώρησε σε αυτόν τον Οργανισμό, τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Δεκαετίες που ήταν αποφασιστικές για την ιστορία της Ευρώπης, αλλά και ολόκληρου του κόσμου. Σχεδόν μισός αιώνας πέρασε από τότε που ο Paul Henri Spaak εξελέγη πρώτος Πρόεδρος της τότε Συμβουλευτικής Συνέλευσης. Έκτοτε, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση έχει διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη του Συμβουλίου της Ευρώπης.  Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο René van der Linden για τις ακατάπαυστες προσπάθειές του για την προώθηση του έργου της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης προσθέτοντας τη φωνή 800 εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών στη φωνή των κυβερνήσεων τους. Δράττομαι δε της ευκαιρίας για να εκφράσω τη βαθύτατη εκτίμησή μου προς τα μέλη της Συνέλευσης για το έργο το οποίο ακαταπόνητα επιτελείτε βοηθώντας στο να επέλθει αλλαγή για ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας. Μια διαδικασία που σαφέστατα συνεισφέρει στην περαιτέρω εμπέδωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στην ήπειρό μας.  Αυτό επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους.  Ίσως, όμως, ο πιο αξιοσημείωτος ήταν η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Πρόκειται για ένα μοναδικό θεσμικό όργανο στην ιστορία της σύγχρονης ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Ένα θεσμικό όργανο που εξελίχθηκε αξιοσημείωτα, από έναν οργανισμό ο οποίος ήταν κατά κύριο λόγο επιφορτισμένος με την εξέταση ενός μικρού αριθμού διακρατικών προσφυγών, σε ένα αποτελεσματικό και ευρείας κλίμακας όργανο Δικαιοσύνης. Σήμερα, πάνω από 50.000 ατομικές προσφυγές –αριθμός, ο οποίος φαίνεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται θεαματικά- έχουν δημιουργήσει έναν απίστευτο φόρτο εργασίας, που έχει φυσικά προκαλέσει μεγάλη πίεση στα όργανα του θεσμού. Φυσικά, αυτό πρέπει να θεωρηθεί πρωτίστως ως ένδειξη επιτυχίας, παρά ως πρόβλημα. Ωστόσο, είναι εξαιρετικά επείγον να δρομολογηθεί μία καλά οργανωμένη διαδικασία μεταρρύθμισης, η οποία θα εξασφαλίσει την αποτελεσματική λειτουργία και την επιτυχία του Δικαστηρίου στον 21ο αιώνα. Αυτός είναι ο λόγος που είναι αναγκαίο να ολοκληρώσουμε τις διαδικασίες επικύρωσης του Πρωτοκόλλου 14. Μία άλλη πολύ σημαντική πτυχή της διαδικασίας είναι οι δικαστικές μεταρρυθμίσεις και η βελτίωση των μηχανισμών απονομής δικαιοσύνης σε εθνικό επίπεδο. Για να λειτουργήσει αποτελεσματικά το Δικαστήριο, πρέπει να γίνεται πλήρης εφαρμογή των αποφάσεών του στις χώρες μας. Αυτό μπορεί να είναι κάποιες φορές δύσκολο για οιαδήποτε κυβέρνηση, αλλά αποτελεί και τη μόνη οδό για την αποτελεσματική προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Ευρώπη. Αυτός είναι ο λόγος, που η Επιτροπή Υπουργών οφείλει να συνεχίσει να παρακολουθεί συστηματικά την εκτέλεση των αποφάσεων του Δικαστηρίου, οι οποίες δεν πρέπει, σε καμμία περίπτωση και υπό οιεσδήποτε συνθήκες, να γίνονται αντικείμενο διαπραγματεύσεων, ούτε να συνοδεύονται από επιφυλάξεις, οιασδήποτε μορφής και με οιοδήποτε πρόσχημα.  Σε ό,τι αφορά την προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το Κράτος Δικαίου, αποτελεί υπέρτατο καθήκον μας να φροντίσουμε να εφαρμοστούν, απ’ άκρου εις άκρον στην ήπειρό μας, οι ίδιες αξίες και τα ίδια πρότυπα. Μόνον έτσι θα εξασφαλίσουμε την ακλόνητη αξιοπιστία του Οργανισμού μας τα επόμενα χρόνια.  Ο Επίτροπος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι ένας θεσμός, εξίσου σημαντικός με αυτόν του Δικαστηρίου, όσο κι αν λειτουργεί διαφορετικά. Πιστεύουμε ότι τα περιορισμένα οικονομικά μέσα και προσωπικό στη διάθεσή του πρέπει να ενισχυθούν ουσιαστικά, ιδιαίτερα εν’ όψει της εφαρμογής του  Πρωτοκόλλου 14. Υποστηρίξαμε ανέκαθεν σθεναρά αυτόν τον θεσμό και θα συνεχίσουμε να παρέχουμε στον Επίτροπο Thomas Hammarberg την ίδια αδιάλειπτη στήριξη που παρείχαμε στον προκάτοχό του. Η χώρα μου θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να εξασφαλίσει την επιτυχία του θεσμού τα προσεχή έτη.  Εν προκειμένω, πιστεύω ότι οι προτάσεις που περιέχονται στην Έκθεση του Πρωθυπουργού Jean-Claude Junker είναι εξαιρετικά εύστοχες. Πράγμα το οποίο με οδηγεί στην ίδια την Έκθεση και την πρόταση σχεδίου Μνημονίου Κατανόησης μεταξύ Συμβουλίου της Ευρώπης και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιδιώξαμε και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε, ώστε οι προτάσεις της Έκθεσης να γίνουν ευρύτερα κατανοητές στην Ένωση. Ίσως να μην καταφέρουμε να συμφωνήσουμε σε όλα, σίγουρα όμως μπορούμε να πετύχουμε περισσότερα απ’ όσα έχουμε πετύχει ως τώρα.  Το γεγονός ότι η διαδικασία σύνταξης του Μνημονίου έχει περιέλθει σε τέλμα είναι λυπηρό, καθ’ όσον η προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών είναι επείγουσα προτεραιότητα.   Θα ήθελα σ’ αυτό το σημείο να θίξω δύο ακόμη θέματα μεγάλης σημασίας για τον Οργανισμό μας και για τον κόσμο σήμερα:  την προσπάθεια καθιέρωσης και περαιτέρω διεύρυνσης του διαπολιτισμικού διαλόγου και του διαλόγου μεταξύ θρησκειών, καθώς και τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας. Η καταπολέμηση της τρομοκρατίας αποτελεί, περισσότερο από ποτέ, αναπόδραστη προτεραιότητα.  Συνταχθήκαμε, συνεπώς, με τις προσπάθειες κατά της τρομοκρατίας σε διεθνές επίπεδο υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Εθνών και συμβάλαμε στη σύνταξη της πρόσφατης Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταστολή της τρομοκρατίας. Είναι σημαντικό να αντιμετωπισθεί το θέμα με συντονισμένη δράση και, προπαντός, με τρόπο, ο οποίος διασφαλίζει το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών. Αυτό είναι κρίσιμης σημασίας για την επιτυχία μας. Σε αυτό το πλαίσιο, ο σεβασμός και η προώθηση του διαπολιτισμικού διαλόγου και του διαλόγου μεταξύ θρησκειών έχει προφανή σημασία, δεδομένου ότι πολλές άκριτες ενέργειες οφείλονται σε άγνοια και έλλειψη γνώσης για τους άλλους πολιτισμούς και θρησκείες. Συνεπώς, συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε και να ενισχύουμε τα προγράμματα του Συμβουλίου της Ευρώπης, που αντιμετωπίζουν αυτά τα ζητήματα, και καλούμε όλα τα κράτη μέλη να πράξουν ενεργώς το ίδιο.   Κυρίες και κύριοι, Η μεταμόρφωση της Ηπείρου μας θα παραμένει ατελής όσο το τελευταίο τείχος που διαιρεί την Ευρώπη στέκεται στην Κύπρο. Η Κύπρος αποτελεί πρωταρχικά ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ζήτημα που αφορά το Συμβούλιο της Ευρώπης. Περιουσίες δημεύτηκαν. Πρόσφυγες δεν μπορούν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Βασικά ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάστηκαν σε ευρωπαϊκό έδαφος. Η Ελλάδα παραμένει σταθερά προσηλωμένη στην επίτευξη μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης με σκοπό την επανένωση της Κύπρου, με βάση τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και σύμφωνα με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ιδιότητα της Κύπρου ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία έχουν δημιουργήσει ένα νέο πλαίσιο, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί αποφασιστικό στην επίτευξη μιας συνολικής λύσης. Από κάθε άποψη, αυτό αποτελεί το πλαίσιο, όπου οι Ευρωπαϊκές αξίες πρέπει να είναι απόλυτα σεβαστές, όπου οι σχέσεις καλής γειτονίας και η αποκήρυξη της βίας είναι αναπόσπαστες. Μερικά λόγια για τις εξελίξεις στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Μετά από μία δεκαετία εθνοτικών συγκρούσεων και κρίσεων, η πολιτική και οικονομική κατάσταση έχει βελτιωθεί ουσιαστικά. Η ένταξη στο Συμβούλιο της Ευρώπης συνέβαλε σημαντικά στην επίτευξη της επιθυμητής προόδου. Στην εξουσία βρίσκονται δημοκρατικές κυβερνήσεις και ελεύθερες και αδιάβλητες εκλογές διεξάγονται σε όλην την περιοχή.  Οι χώρες αυτές προχωρούν τώρα προς τα εμπρός, η κάθε μία με το δικό της ρυθμό, και περνούν από τη φάση της ανοικοδόμησης στη βιώσιμη ανάπτυξη. Όλες έχουν δείξει ότι θεωρούν την ευρωπαϊκή τους προοπτική ως ύψιστη προτεραιότητα. Δύο από αυτές τις χώρες, η Βουλγαρία και η Ρουμανία, έγιναν μέλη της Ένωσης, την 1η Ιανουαρίου.  Και εδώ, ο Οργανισμός μας διαδραμάτισε ρόλο κλειδί στην πραγμάτωση της ευρωπαϊκής προοπτικής των χωρών αυτών. Οι δύο χώρες είναι πλήρη μέλη του ΝΑΤΟ από το 2004.  Τρεις άλλες χώρες των δυτικών Βαλκανίων, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο και η Σερβία, θεσμοθέτησαν σχέσεις με το πρόγραμμα Σύμπραξη για την Ειρήνη στη Σύνοδο Κορυφής της Ρίγας.  Εν τω μεταξύ, το Συμβούλιο της Ευρώπης συνεχίζει να διαδραματίζει ζωτικής σημασίας ρόλο στην ευρωπαϊκή προοπτική των χωρών αυτών, καθώς και της Αλβανίας, της Κροατίας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας.   Μένουν, παρ’ όλα αυτά, πολλά να γίνουν, ενώ πολλά προβλήματα που είτε ελλοχεύουν, ή εκκρεμούν, περιμένουν λύση. Όπως όλοι γνωρίζουμε, ένα μείζον πολιτικό πρόβλημα, το οποίο επηρεάζει σημαντικά τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην περιοχή, είναι ο καθορισμός του μελλοντικού καθεστώτος του Κοσσυφοπεδίου.  Από το Φεβρουάριο του 2006, ο Ειδικός Απεσταλμένος των ΗΕ Martti Ahtisaari ηγείται της πολιτικής διαδικασίας, με την οποία επιδιώκεται να εξευρεθεί μία αμοιβαίως αποδεκτή λύση στο πρόβλημα. Και οι δύο πλευρές πρέπει να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις εποικοδομητικά. Όμως, είναι μεγάλης σημασίας, πραγματικά αναγκαίο για την ειρήνη στην περιοχή, η λύση να είναι αποδεκτή και από τις δύο πλευρές.   Η Ελλάδα έχει συστηματικά υποστηρίξει ότι μία τέτοια λύση μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω διαπραγματεύσεων και με σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, με σεβασμό για τον πολυεθνικό και πολυπολιτισμικό χαρακτήρα του Κοσσυφοπεδίου, με υποστήριξη για την ευρωπαϊκή και ευρω-ατλαντική προοπτική της Σερβίας, καθώς και με σεβασμό και διαφύλαξη της Ορθόδοξης πολιτιστικής κληρονομιάς στο Κοσσυφοπέδιο. Σε πολυμερές επίπεδο, η Ελλάδα συνέβαλε ενεργώς στην προώθηση της περιφερειακής σταθερότητας και ασφάλειας στο Κοσσυφοπέδιο, κατά τη διάρκεια της προεδρίας της τής Διαδικασίας Συνεργασίας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (SEECP), ως μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών το 2005 και 2006 και ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα έλαβε μέρος στην επιχείρηση «Joint Enterprise» με 560 άνδρες και σχετικό εξοπλισμό. Οικονομικά, συνεισφέραμε 77,6 εκατομμύρια ευρώ, κατά την περίοδο 2002-2004, και 450.000 ευρώ  -καθώς και ένα ειδικό κονδύλι 100.000 ευρώ μέσω της UNESCO-  το 2005 για τη χρηματοδότηση διαφόρων προγραμμάτων και δράσεων στην περιοχή.   Η Ελλάδα επιδιώκει να έχει ενεργό, πολυδιάστατη και εποικοδομητική παρουσία σε ολόκληρη την νοτιοανατολική Ευρώπη. Στόχος μας είναι να διασφαλίσουμε την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Για το λόγο αυτό, υποστηρίζουμε την Ευρω-Ατλαντική προοπτική των γειτονικών χωρών και, επίσης, ενισχύουμε τη διμερή συνεργασία με τους γείτονές μας σε όλα τα επίπεδα. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε την εφαρμογή όλων των κριτηρίων και των προαπαιτουμένων υψίστης σημασίας, με ιδιαίτερη έμφαση στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την οικοδόμηση δημοκρατικών θεσμών, το κράτος δικαίου, την ανοχή και τη συμφιλίωση, καθώς και, βεβαίως, τις σχέσεις καλής γειτονίας και την ειρηνική επίλυση των διαφορών.   Στα πλαίσια της επιδίωξης ισχυρών διμερών σχέσεων με όλες τις γειτονικές χώρες, αλλά και της σταθερότητας στην περιοχή, η Ελλάδα υποστήριξε την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αποδώσει καθεστώς υποψήφιας χώρας στη FYROM. Αυτή η υποστήριξη δεν είναι ανεπιφύλακτη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει συγκεκριμένα προαπαιτούμενα, μεταξύ των οποίων η περιφερειακή συνεργασία και οι σχέσεις καλής γειτονίας. Σε αυτά τα προαπαιτούμενα, η Ελλάδα, ως γειτονική χώρα, δίνει ιδιαίτερη σημασία. Συνεπάγονται, ακόμη, την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης στο ζήτημα της ονομασίας, μέσω των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Σ’ αυτήν τη διαδικασία δεν έχουν θέση μονομερείς προκλητικές ενέργειες.   Η γενικότερη οικονομική διάσταση της εμπλοκής μας στην περιοχή έχει επίσης μεγάλη σημασία. Πριν από τέσσερα χρόνια, η Αθήνα εξήγγειλε ένα Οικονομικό Πρόγραμμα για την ανασυγκρότηση της περιοχής που στοχεύει στη δημιουργία επενδυτικών ευκαιριών και την ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ της Ελλάδας και των χωρών της νοτιοανατολικής Ευρώπης.  Τα πρώτα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά. Επιπλέον, οι ελληνικές επενδύσεις συμβάλλουν στην ανάπτυξη των οικονομιών των χωρών της περιοχής. Συνολικά τρεις χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις επένδυσαν 14 δισεκατομμύρια ευρώ στην νοτιοανατολική Ευρώπη τα τελευταία 15 χρόνια δημιουργώντας πάνω από 200.000 θέσεις εργασίας.  Στον τραπεζικό τομέα, παραδείγματος χάρη, ο αριθμός των καταστημάτων ελληνικών τραπεζών που λειτουργούν αυτήν τη στιγμή στην περιοχή ξεπερνάει τα 1.000.  Ως προς το εμπόριο, ο όγκος των συναλλαγών μεταξύ Ελλάδας και χωρών της νοτιοανατολικής Ευρώπης  -συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας-  υπερβαίνει τα 6 δισεκατομμύρια δολάρια και η τάση είναι ανοδική.   Κυρίες και Κύριοι, Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ιδιαίτερα υπό την ευρεία της έννοια, είναι μία διαδικασία, η οποία χαρακτηρίζεται από λεπτές ισορροπίες, μία διαδικασία πολύπλοκη, που απαιτεί πολλή και σκληρή δουλειά και συντονισμένη προσπάθεια. Πάνω απ’ όλα, όμως, απαιτεί πολιτική βούληση, όραμα και χρόνο.  Δεν είναι μόνο το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Ένωση που πρέπει να εστιάσουν όλες τους τις προσπάθειές στον κοινό στόχο.  Είναι και κάθε κράτος μέλος τους ξεχωριστά που πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια. Το εγχείρημα μπορεί να φαντάζει δύσκολο.  Όμως, από το τέλος του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, από τα ερείπια του οποίου αναδύθηκε το Συμβούλιο της Ευρώπης, αυτή ήταν η μόνη επιλογή. Μία πραγματικά ολοκληρωμένη Ευρώπη αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την άνευ όρων κατίσχυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στην ήπειρό μας και ίσως ένα από τα κλειδιά για την τελική επικράτησή τους και σε ολόκληρο τον κόσμο.  Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.