Επίκαιρα  – Ανεπίκαιρα  

Του Χρύσανθου Λαζαρίδη

Τι είναι προπαγάνδα και τι ενημέρωση; Το ερώτημα μοιάζει θεωρητικό και διαχρονικό. Όμως, όπως θα δούμε, είναι εξαιρετικά επίκαιρο και εξόχως πολιτικό σήμερα…

 

* Η ενημέρωση αφορά την ειδησιογραφική επικαιρότητα. Είναι τρία πράγματα. Πρώτον καταγραφή των πρόσφατων γεγονότων. Δεύτερον, ιεράρχησή τους. Τρίτον, μια πρώτη απόπειρα ερμηνείας τους, συνδέοντας τα με προηγούμενα γεγονότα και με προεκτάσεις σε πιθανές μελλοντικές εξελίξεις. Ενημέρωση δεν είναι μόνο ένα σύνολο από επίκαιρες πληροφοριες. Είναι και το story, που τις συνδέει, χωρίς το οποίο οι σκόρπιες πληροφορίες είναι ακατανόητες για τους περισσότερους. Με άλλα λόγια, η ειδησιογραφική ενημέρωση εμπεριέχει ήδη μια πρώτη επεξεργασία της επικαιρότητας: ιεράρχηση-αξιολόγηση και ερμηνεία πληροφοριών, σύνδεση με αντίστοιχες εξελίξεις του παρελθόντος και ενδεχόμενες εξελίξεις του μέλλοντος, ώστε το κοινο  να καταλάβει τη σημασία των πληροφοριών που του παρουσιάζονται. Η «είδηση» είναι καταγραφή τρεχόντων γεγονότων με ένα ιδιαίτερο ερμηνευτικό τρόπο, από μια ιδιαίτερη ερμηνευτική οπτική.

* Η προπαγάνδα, από την άλλη πλευρά, είναι η συστηματική προβολή μιας ιδεολογίας μέσα από την επικαιρότητα. Είναι ο «φωτισμός» της επικαιρότητας μέσα από τους (παραμορφωτικούς) φακούς μιας επεξεργασμένης και «κλειστής» ιδεολογίας.  

Την εποχή της Κομμουνιστικής Τρίτης Διεθνούς, χρησιμοποιήθηκε ο όρος «αγκιτ-προπ», κατά συγκοπή των λέξεων, αγκιτάτσια-προπαγάνδα. Η αγκιτάτσια (ρητορική διέγερση των μαζών θα λέγαμε ή επαναστατική ρητορία ξεσηκωμού) απευθυνόταν στην ψυχολογική φόρτιση του πλήθους. Η προπαγάνδα («διαφώτιση» μεταφράστηκε, κάποτε, στα ελληνικά) αρχικά σήμαινε «διάδοση επαναστατικών (κομμουνιστικών) ιδεών». Αργοτερα, σήμαινε διάδοση ειδήσεων ιδεολογικά φορτισμένων. Ο καλύτερος τρόπος να διαδώσεις μιαν ιδεολογία στο ευρύ κοινό είναι να την προβάλεις συστηματικά – και καθημερινά – μέσα από την επικαιρότητα. Να «φιλτράρεις» καθημερινά την επικαιροτητα, ώστε να «επαληθεύει» την ιδεολογία.

Η αγκιτάτσια απευθυνόταν στην εφήμερη ψυχολογία του πλήθους. Η προπαγάνδα στο μυαλό των ανθρώπων. Η αγκιτάτσια διαμόρφωνε επαναστατικές διαθέσεις της στιγμής. Η προπαγάνδα «επαναστατική συνείδηση» διαρκείας. Η αγκιτάτσια δημιουργούσε συλλογική έξαψη, που ζητούσε στιγμιαία εκτόνωση. Η προπαγάνδα κατακαθόταν σε μορφές συνείδησης, που καθοριζαν πιο μόνιμες συμπεριφορές (και εξαρτημένα ανακλαστικά) των ανθρώπων.

Η αγκιτάτσια είχε σημασία σε επαναστατικές στιγμές. Η προπαγάνδα, αντίθετα, είναι σημαντική πάντα. Η Κομμουνιστική Διεθνής διαλύθηκε, τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού κατέρρευσαν, αλλά η προπαγάνδα ζεί και βασιλεύει, και οι μέθοδοί της χρησιμοποιούνται από πολλούς, ακόμα κι από ιδελογικούς εχθρούς του Κομμουνισμού. Έτσι «προπαγάνδα» κατέληξε να σημαίνει τη συστηματική προβολή μιας πλήρως επεξαργασμένης και «κλειστής ιδεολογίας» (όχι αναγκαστικά, πλέον, της κομμουνιστικής) μέσα απο τη ροή της επικαιρότητας.

Που διαφέρει η ειδησιογραφία από την προπαγάνδα…

 

Από μια άποψη έχουν κοινά στοιχεια. Αφού τόσο η ειδησιογραφία όσο και η προπαγάνδα «επεξεργάζονται» τα γεγονότα της επικαιρότητας, ώστε να τα εντάξουν σε ένα ερμηνευτικό σχήμα, κάποιοι υποστήριξαν ότι η ειδησιογραφία είναι πάντα μορφή προπαγάνδας. Οι πληροφορίες μπορούν να είναι ιδεολογικά ουδέτερες και άχρωμες. Αλλά η «είδηση», δηλαδή η επιλογή – ιεράρχηση – καταγραφή – συνδεση – πρώτη ερμηνεία των πληροφοριών είναι πάντα «ιδεολογικά φορτισμένη» ή «διαμεσολαβημένη» από το ιδιαίτερο ιδεολογικό πρίσμα του δημοσιογραφικού επιτελείου που την επεξαργάζεται και την παρουσιάζει.

Προσοχή, όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι η ειδησιογραφία είναι προπαγάνδα.

Η προπαγάνδα, δεν ειναι απλώς ιδεολογική επεξεργασία ειδήσεων. Είναι συστηματική προβολή μιας ιδεολογίας, μέσα απο τη μονομερή και «φιλτραρισμένη» επικαιρότητα.

Στην ειδησιογραφία «πρώτη ύλη» είναι, πάντα, τα γεγονότα. Στην προπαγάνδα «πρώτη ύλη» είναι πάντα η ιδεολογία.

Στην ειδησιογραφία η ιδεολογική σκοπιά είναι το «εργαλείο» με το οποίο σμιλεύουμε τα γεγονότα για να τα παρουσιάσουμε στο κοινό. Στην προπαγάνδα, τα (φιλτραρισμένα) γεγονότα είναι το «όχημα» που χρησιμοποιούμε για να περάσουμε την ιδεολογία στο κοινο.

Στην ειδησιογραφία «σημείο αναφοράς» μας είναι το κοινό και η διαμόρφωση ενημερωμένης κοινής γνώμης. Στην προπαγάνδα σημείο αναφοράς μας είναι η ιδεολογία και η διάδοσή της.

Στην ειδησιογραφία το ιδεολογικό φίλτρο που διαμεσολαβεί στην επεξεργασία των πληροφοριών είναι συχνά υποκειμενικό, χαλαρό, ευμετάβλητο και «ανοικτό». Στην προπαγάνδα, η ιδεολογική σκοπιά είναι άκαμπτη, συμπαγής, πλήρως επεξεργασμένη και «κλειστή», δηλαδή ανεξέλικτη.

Η ειδησιογραφία είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την προπαγάνδα. Ωστόσο, η διαφορά τους είναι πολλές φορές δυσδιάκριτη. Σε εποχές έντονα φορτισμένες και σε ζητήματα «φλέγοντα», η πλουραλιστική ειδησιογραφία μπορεί (έστω και άθελα) να καταλήξει ωμή προπαγάνδα. (Το αντίθετο βέβαιο είναι αδύνατο: Η προπαγάνδα δεν μπορεί ποτέ να «αναβαθμιστεί» σε πλουραλιστική ειδησιογραφία).

Η ειδησιογραφία ξεφτίζει και ακυρώνεται όταν αρχίζει να μοιάζει με προπαγάνδα. Η μετατροπή της ειδησιογραφίας σε προπαγάνδα είναι νοσηρό φαινόμενο: Νοσηρό για την ίδια τη δημιοσιογραφία, αλλά και για την κοινωνία που «διαφωτίζει», τελικά και για το δημοκρατικό πολίτευμα (αντίθετα σε περιπτώσεις Ολοκληρωτισμού, η προπαγάνδα είναι η μόνη νοητή μορφή «ειδησιογραφίας»). 

Κριτήρια διαφοροποίησης

Έτσι, δημιουργήθηκαν κάποια κριτήρια που, κατά κάποιο τρόπο «μετράνε», πόσο η ειδησιογραφία διατηρεί τις «αποστάσεις» της από την προπαγάνδα, ή αντίστοιχα πόσο την «πλησιάζει». Τα κριτήρια αυτά είναι εξωτερικα και ανεπαρκή, αλλά είναι χρήσιμα ως «πρώτη προσέγγιση». Κάτι σαν το θερμόμετρο ή το πιεσόμετρο που καταγράφουν τη θερμοκρασία ή την αρτηριακή πίεση ενός ατόμου και αποτελούν τις πρώτες ενδείξεις ενός προβλήματος υγείας.

Η προπαγάνδα, λοιπόν, έχει κάποια εξωτερικά χαρακτηριστικά, που καλό είναι να τα αποφεύγει η ειδησιογραφία: Αποσιωπά κρίσιμα γεγονότα, στρεβλώνει πραγματικά γεγονότα, καταφεύγει σε τετριμμένα ερμηνευτικά «κλισέ»,  αποκρύπτει κάποιες οπτικές και υπερτονίζει άλλες, κάνει κατάχρηση συμβολισμών και συνθηματολογίας, θέτει ψεύτικα διλήμματα και αποσιωπά πραγματικά προβλήματα, βγάζει εύκολα συμπεράσματα και δημιουργεί ισχυρές βεβαιότητες, ομογενοποιεί αντιφατικά φαινόμενα και εξαπλουστεύει σύνθετες καταστάσεις.

Το σημαντικότερο απ' όλα: χρησιμοποιεί διαφορετικά (ή και αντίθετα) κριτήρια όταν εκφράζει (ή υποβάλλει) αξιολογικες κρίσεις. Το ίδιο περιστατικό ωμής βίας είναι «έγκλημα» ή «ατύχημα», σκόπιμη «μαζική δολοφονία» ή αθέλητη «παράπλευρη απώλεια» μιας σύγκρουσης, ανάλογα με το ποιός το διαπράττει.

Μια ειδησιογραφία που ρέπει προς την προπαγανδιστική μονομέρεια, είναι απολύτως προβλεπτή. Γνωρίζουμε από πρίν πως θα παρουσιάσει ένα γεγονός. Μια ειδησιογραφία, που είναι αληθινά πλουραλιστική, είναι απρόβλεπτη: Παρά τον αναπόφευκτο υποκειμενισμό του γράφοντος ή της εφημερίδας του, μπορούμε πάντα να αλιεύσουμε στοιχεία ή οπτικές που δημιουργούν την υποψία μιας άλλης ερμηνείας, διαφορετικής απ' εκείνη που υιοθετείται.

Ένας δημοσιογράφος που ασκεί πλουραλιστική ειδησιογραφία, καταγράφει και γεγονότα που δεν τον βολεύουν, αναφέρεται και σε διαφορετικές οπτικές (ακόμα και προκειμένου να τις καταρρίψει), τολμά συχνά να κάνει το «συνήγορο του διαβόλου», δεν διστάζει να δώσει στον αναγνώστη, τον ακροατή ή τον τηλεθεατή στοιχεία για να αμφισβητήσει την ερμηνεία που του προσφέρει ο ίδιος.

Μια τέτοια πλουραλιστική ειδησιογραφία δεν είναι «απονομή δικαιοσύνης», δεν είναι «ιστορική καταγραφή», δεν είναι «προφητεία» για το μέλλον. Και ο δημοσιογράφος που συνειδητά παίρνει αποστάσεις από την προπαγάνδα, χωρίς να κρύβει τη δική του οπτική και τον αναπόφευκτο υποκειμενισμό του, γνωρίζει κάθε στιγμή ότι ο δικός του ρόλος δεν είναι ρόλος «δικαστή» (ακόμα κι αν τον πνίγει το δίκιο του), δεν είναι ρόλος «Ιστορικού» (ακόμα κι αν καταγράφει ιστορικά γεγονότα), δεν είναι ρόλος «προφήτη» (ακόμα κι αν είναι απολύτως βέβαιος, για το που οδηγούν οι εξελίξεις).

Δουλειά του δημοσιογράφου είναι να βλέπει καθαρά και να τα βλέπει όλα.  Να κρίνει λιγότερο ο ίδιος και να αφήνει το κοινό του να κρίνει. Αλλά για να κρίνει το κοινό, πρέπει να του δίνει αυτή την επιλογή. Να του προσφέρει τις διαφορετικές οπτικές και τα στοιχεία που τις θεμελιώνουν. Να αμφιβάλει ο ίδιος και να δημιουργεί αμφιβολία στον αναγνώστη του. Η πιο λαμπρή λειτουργία της δημοσιογραφίας είναι ότι αμφιβάλλει για την σοφία της εξουσίας. Αυτό ισχύει για τη σοφία κάθε εξουσίας. Ακόμα και της εξουσίας του Τύπου. Δουλειά του δημοσιογράφου είναι να αμφισβητεί και τον ίδιο τον εαυτό του, να δημιουργεί στο κοινό του αμφιβολίες και για τον ίδιο. Αντίθετα, ο προπαγανδιστής δημιουργεί στο κοινό του απόλυτη πίστη στον ίδιο και καχυποψία για όλους τους άλλους, ιδιαίτερα εκείνους που καταγγέλει.

Ένας προπαγανδιστής οικοδομεί στα μυαλά του κοινού του χρυσελεφάντινους πύργους της «μοναδικης αλήθειας». Ένας δημοσιογράφος, ανοίγει τα μυαλά των αναγνωστών του στις πολλαπλές ερμηνείες μιας πολύπλοκης και αντιφατικής πραγματικότητας.

Λίβανος και Νταρφούρ

Το περασμένο καλοκαίρι παρακολουθήσαμε το δράμα του Λιβάνου. Επί ένα μήνα περίπου το Ισραήλ βομβάρδιζε περιοχές του Νοτίου Λιβάνου, στις οποίες έχει το ορμητήριό της η Χεζμπολάχ, η οποία επίσης βομβάρδιζε – αν και με πολύ μικρότερη «αποτελεσματικότητα» – κατοικημένες περιοχές του Βορείου Ισραήλ. Από τα γεγονότα αυτά έχασαν τη ζωή του περίπου 1000 πολίτες του Λιβάνου και μία-δύο εκατοντάδες πολίτες του Ισραήλ. Τα γεγονότα τα ξεκίνησε η Χεζμπολάχ, αλλά την κατακραυγή την εισέπραξε το Ιραήλ, αφού τα ισραηλινά πυρά προκάλεσαν τα περισσότερα ανθρώπινα θυματα. Τα γεγονότα τα κάλυπταν δεκάδες ειδησιογραφικά πρακτορεία και τηλεοπτικά δίκτυα. Η φρίκη μπήκε σε εκατομμύρια σπίτια της Δύσης. Η εικόνα εύγλωττη: Οι «κακοί Ισραηλινοί» φόνευαν γυναικόπεδα Αράβων. Η Δύση – και κυρίως η Αμερική – «κοφεύει» στο έγκλημα του Ισραήλ, προκαλώνας έκρηξη αντιδυτικης οργής στον αραβικό κόσμο. Ο ΟΗΕ επεμβαίνει μετά απο ένα ολόκληρο μήνα, «πολύ αργά». Την εικόνα την είδαμε, όλοι, το μήνυμα το εμπεδώσαμε πλήρως.

Τα τρία τελευταία χρόνια, σε μια περιοχή όχι πολύ μακρύτερα, στο Νταρφούρ του Σουδάν, εκτυλίσσεται ένα άλλο δράμα: Άραβες παραστριωτικοί, σκοτώνουν Χριστιανούς. Για την ακρίβεια λευκοί Άραβες παραστρατιωτικοί σκοτώνουν, επί τρία χρόνια, διακόσιες χιλιάδες μαύρους Χριστιανούς. Κι έχουν ήδη εκτοπίσει περίπου δύο εκατομμύρια γυναικόπεδα.

Εδώ ο ΟΗΕ δεν επεμβαίνει, διότι ένα μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, η Κίνα, ασκεί βέτο. Εδώ δεν μιλάμε, οπως στο Λίβανο, για εκατοντάδες νεκρούς μέσα σε ένα μήνα. Μιλάμε για εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς μέσα σε τρία χρόνια. Δεν μιλάμε, όπως στο Λιβανο, για χιλιάδες προσωρινά εκτοπισμένους (που ήδη έχουν επιστρέψει, οι περισσότεροι). Μιλάμε για εθνοκάθαρση εκατομμυρίων που συνεχίζεται. Δεν μιλάμε, οπως στο Λίβανο, για καθυστέρηση του ΟΗΕ, επί ένα μήνα. Μιλάμε για αδράνεια του ΟΗΕ, επί τρία χρόνια και πλέον. Δεν μιλάμε, όπως στο Λίβανο, για τα δυτικά κράτη που «μπλοκάρουν» τον ΟΗΕ (ο οποίος τελικά παρενέβη). Μιλάμε για την Κίνα, που έχει ακυρώσει κάθε δυνατότητα του ΟΗΕ, ακόμα και να συζητήσει σοβαρά το ζήτημα

Κι όμως, τις τραγικές εικόνες απο το Νταρφούρ του Σουδάν δεν τις είδαμε ποτέ! Αυτή η υπερπροβολή ενός δραματικού γεγονότος, και η απόλυτη αποσιώπηση ενός άλλου, παράλληλου και πολύ πιο ανατριχιαστικού, δεν είναι απλή μεροληψία. Είναι ωμή προπαγάνδα…

Όταν οι ακραίοι μουσουλμάνοι φανατικοί σκοτώνουν αδιακρίτως γυναικόπεδα στο Ισραήλ «εκδικούνται» τους Ισραηλινούς εχθρούς τους. Όταν σκοτώνουν γυναικόπεδα σε αραβικές πρωτεύουσες (όπως συνέβη πέρσι το Νοέμβριο στο Αμάν της Ιορδανίας) εκδικούνται «πουλημένους» συμπατριώτες τους. Οταν σκοτώνουν γυναικόπεδα σε δυτικές πρωτεύουσες, εκδικούνται τη «μεροληψία της Δύσης κατά του Ισλάμ», ήδη απο την εποχή των…Σταυροφοριών μέχρι σήμερα. Έστω. Όταν κηρύσσουν «τζιχάντ» (Ιερό Πόλεμο) κατά μαύρων γηγενών Χριστιανών στο νότιο Σουδάν και τους ξεκληρίζουν κατά χιλιάδες, ποιόν ακριβώς «εκδικούνται»;

Απάντηση δεν υπάρχει. Γι' αυτό και η γενοκτονία του Νταρφούρ αποσιωπάται πλήρως. Ότι δεν χωράει στο «ερμηνευτικό σχήμα» της προπαγάνδας, απλώς αποκρύβεται