Είναι αλήθεια τονίζει ο Α' Αντιπρόεδρος της Βουλής με αφορμή το καινούργιο του βιβλίο, πως ο σύγχρονος κόσμος χρειάζεται μια ριζοσπαστική μεταρρύθμιση, μια «επαναστατική» αλλαγή

Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη

Την ερχόμενη Τετάρτη 13 Ιουνίου θα πραγματοποιηθεί σε αίθουσα της Παλαιάς Βουλής η παρουσίαση του νέου βιβλίου του Α΄ Αντιπροέδρου της Βουλής και βουλευτή Τρικάλων κ. Σωτήρη Χατζηγάκη, που φέρει τον τίτλο «Ευρώπη και παγκοσμιοποίηση».

Στο νέο δίτομο έργο του ο Τρικαλινός πολιτικός διερευνά και ανατέμνει το πολιτικό, οικονομικό, πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο εγγράφεται ο σημερινός κόσμος, ενώ ταυτόχρονα αναπροσδιορίζει τον σημαντικό ρόλο της Ευρώπης στην εποχή των παγκόσμιων ανατροπών.

 

Η συνέντευξη

Οι ισχυρές δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης αναφέρετε, έχουν ως στόχο τη δημιουργία ενός κόσμου «πολύ-πολιτισμικού», που στην πραγματικότητα οδηγεί, όπως εξηγείται, αναπόδραστα στην επιβολή ενός και μοναδικού πολιτισμού και η οφειλόμενη και αναγκαία αντίσταση απέναντι σ΄ αυτή τη νέα κατάσταση… Ποια πρέπει να είναι η άμυνα των λαών σε αυτή την ισοπέδωση ποια πρέπει να είναι; Ειδικότερα για τη χώρα μας πώς πρέπει να αντιδράσουμε; Υπάρχουν περιθώρια για θετικά αποτελέσματα; Εκτιμάτε πως ο λαός μας πρέπει να επιστρέψει στις ρίζες του;

 

«Οι σημερινές δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης κατασκευάζουν μία ιδεολογία, η οποία οικοδομείται στη βάση ότι δήθεν δεν υπάρχουν  εναλλακτικές πολιτικές ιδεολογικές προτάσεις πλην εκείνες που προτείνονται από τις ίδιες. Η «νέα αυτή ιδεολογία» των «μονοδρόμων», κατασκευάζεται μέσα στα «ισχυρά εργαστήρια» -όπως τα χαρακτηρίζει και ο Νόαμ Τσόμσκι- των πιο δυνατών παγκόσμιων κέντρων εξουσίας, τα οποία την προωθούν και επιχειρούν να την επιβάλουν διεθνώς.

Οι κοινωνίες ωστόσο σήμερα έχουν ανάγκη στηριγμάτων. Εδώ πέφτει το βάρος ιδιαίτερα στους διανοουμένους και στους πολιτικούς, οι οποίοι καλούνται να αναδείξουν μία διαφορετική φιλοσοφική και πολιτική θεώρηση του κόσμου. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να προσεγγίσουν τα πράγματα με θάρρος, τόλμη και χωρίς συμβιβασμούς. Η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη επιδίωξη των σκοπών πρέπει να αποτελούν τη βασική τους πλατφόρμα. Χρειάζεται επίσης ενίσχυση των συλλογικών φορέων και μία πιο ορθολογική λειτουργία τους. Τέτοιοι κοινωνικοί φορείς -που χρειάζονται αναβάθμιση και ανασυγκρότηση- είναι οι ποικίλες «ενώσεις πολιτών» (κοινωνία των πολιτών), και κυρίως τα κόμματα, μέσα στα εθνικά και στα υπερεθνικά σύνολα, όπως είναι και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι φορείς αυτοί και τα κόμματα θα μπορούσαν να αποτελέσουν όλες εκείνες τις δυνάμεις αντίστασης, που θα είναι σε θέση να ελέγξουν και να φρενάρουν τις ισχυρές -και ανεξέλεγκτες συχνά- παγκόσμιες δυνάμεις.

Οι λαοί λοιπόν έχουν ανάγκη από πνευματική καθοδήγηση. Ειδικότερα εμείς οι Έλληνες, οφείλουμε να διατηρήσουμε τις παραδόσεις μας, τη γλώσσα μας, τον πολιτισμό μας και την ταυτότητά μας, αν θέλουμε να επιβιώσουμε στο νέο παγκόσμιο ‘‘γίγνεσθαι''. Γιατί άλλωστε χωρίς την ταυτότητά του, τη γλώσσα του, το φρόνημά του, την ομοψυχία του, την πίστη του στις αρχές και τις παραδόσεις του, δεν μπορεί να επιβιώσει ένα έθνος. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν αυτό είναι μικρό, όπως η Ελλάδα».

 

 

Μήπως όμως κ. Χατζηγάκη στην προσπάθειά μας να πετύχουμε τους στόχους μας μείνουμε πίσω σε ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης που προσφέρουν οι ραγδαία εξελισσόμενες τεχνολογίες; Ποια η άποψή σας;

«Η διατήρηση και διαφύλαξη των παραδόσεών μας, δεν σημαίνει «σκοταδισμό» και οπισθοδρόμηση. Αλίμονο! Η προσπάθεια άλλωστε αναδρομής στις ρίζες μας δεν μπαίνει σε καμία περίπτωση εμπόδιο σε οποιαδήποτε αναπτυξιακή ή εκσυγχρονιστική διαδικασία. Αντίθετα συνήθως λειτουργεί, ως ένα «δίχτυ προστασίας», το οποίο μας βοηθάει ν' αποκομίσουμε όλα τα οφέλη, που προκύπτουν από τη σημερινή αναπόδραστη εισβολή της παγκοσμιοποίησης. Συγχρόνως συμβάλει στο να αποφύγουμε τους όποιους τυχόν κινδύνους συνεπάγονται από αυτή.

Στη σημερινή κοινωνία της πληροφορίας και των νέων τεχνολογιών, είναι φυσικό να αποκτά ιδιαίτερη αξία ο μορφωμένος άνθρωπος, ο άνθρωπος της γνώσης, ο ειδικός. Όμως, ένα τέτοιο είδος ανθρώπου διαμορφώνεται μόνο μέσα από ένα ανάλογο σύστημα μάθησης, που εκπαιδεύει τους ανθρώπους, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να πληρούν τις προϋποθέσεις και τις απαιτήσεις των σύγχρονων κοινωνιών.

Γι' αυτό και η χώρα μας προχωράει σ' όλες εκείνες τις μεταρρυθμίσεις, που θα καταστήσουν την παιδεία μας συμβατή απέναντι στις οικουμενικές αλλαγές, οι οποίες συντελούνται στον σημερινό «μεταβιομηχανικό» κόσμο.

Η Ελλάδα -όπως και όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης – οφείλει να προχωρήσει σε άμεσες μεταρρυθμίσεις στο τομέα της παιδείας, ώστε οι κάτοχοι πτυχίων και γνώσεων να μπορούν να διεκδικήσουν με επιτυχία θέσεις εργασίας και στον δημόσιο, αλλά και στον καθημερινά διευρυνόμενο ιδιωτικό τομέα, σ' οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη.  Το «σχολείο» λοιπόν -με τη γενική του έννοια- θα πρέπει να ανοιχτεί» στη ζωή και να προσαρμοσθεί στη σημερινή «μετα – εθνική» εκπαίδευση, η οποία οφείλει ν' αντιστοιχεί στις πραγματικότητες, στα αποδεκτά πρότυπα και στις αναγκαιότητες των σύγχρονων παγκόσμιων ρευμάτων».

Είναι χρήσιμος σήμερα ο διαχωρισμός ‘‘Σοσιαλισμού'' και ‘‘Καπιταλισμού''; Ή θα πρέπει να δούμε σε ποιες χώρες και κυρίως σε ποια  σημεία έχει εφαρμογή το καθένα από τα παραπάνω μοντέλα; Υπάρχει για σας κάποιος «τρίτος», «μεσαίος», χώρος;

«Είναι αλήθεια πως ο σύγχρονος κόσμος χρειάζεται μια ριζοσπαστική μεταρρύθμιση, μια «επαναστατική» αλλαγή, που θα μεταβάλει εκ βάθρων στις στάσεις της ζωής μας και τους τρόπους της σκέψης μας. «Επανάσταση», όπως λέει χαρακτηριστικά και ο Σιμόν Πέρες, είναι «οτιδήποτε μπορεί να σου ανοίξει τα μάτια, ώστε να βλέπεις περισσότερα πράγματα». Μια τέτοια «επανάσταση» χρειάζεται ο κόσμος μας σήμερα, γιατί οι λαοί κουράστηκαν πια από τον χωρίς κανόνες υπερβολικό «υπερφιλελεύθερισμό». Έχουν αποκάμει επίσης από τον άγριο και ανοριοθέτητο ανταγωνισμό. Έχουν αρχίσει πλέον να φοβούνται από το εκτός κάθε ελέγχου χρηματιστηριακό κεφάλαιο. Συγχρόνως έχουν διαψευσθεί από τα κάθε είδους κατασκευασμένα ψευτο-σοσιαλιστικά οράματα. Κάθε ιδέα, άλλωστε, επιστροφής στον Σοσιαλισμό έχει ήδη απορριφθεί ακόμη και από τους ίδιους τους σοσιαλιστές.

Στις μέρες μας συνεπώς το ερώτημα δεν μπαίνει μεταξύ ‘‘Αριστερού Σοσιαλισμού'' και ‘‘Δεξιού Φιλελευθερισμού''.

Στο νέο μου βιβλίο λοιπόν, επαναφέρεται -φρεσκαρισμένη και εκσυγχρονισμένη- μια παλιά μου πρόταση περί ενός «τρίτου δρόμου». Ο «δρόμος» αυτός δεν αγνοεί ασφαλώς, και δεν υποβαθμίζει, τη δύναμη της παγκοσμιοποίησης και των νέων τεχνολογιών. Δεν θεωρεί επίσης έγκλημα την οικονομική πρόοδο, την ανάπτυξη, τον πλουτισμό και το κέρδος. Ωστόσο, όμως προτείνει παράλληλα τη θέσπιση και μιας προστατευτικής ομπρέλας για τους αδύναμους και ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες.

Ο σημερινός «τρίτος δρόμος», είναι ο δρόμος του «μεσαίου κοινωνικού χώρου, όπως διαμορφώνεται στην εποχή μας κάτω από τις νέες τεχνολογικές συνθήκες και την ιστορική συγκυρία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως καταργείται η διάκριση «Δεξιάς» και «Αριστεράς». Ούτε σημαίνει πως το συνολικό γραμμικό φάσμα της πολιτικής διαπάλης ιδεών και συμφερόντων, μετατρέπεται ξαφνικά σε ένα «ουδέτερο χώρο» ή σ' ένα «πλαδαρό» και απροσδιόριστο «Δημοκρατικό Κέντρο», όπου «όλα και όλοι χωρούν». Ο «Μεσαίος Χώρος» είναι ένας καινούργιος χώρος, που αξιώνει διαφορετικές πολιτικές, οι οποίες οφείλουν να συμπορεύονται με τα σύγχρονα δεδομένα. Με βάση τις θέσεις αυτές θα πρέπει να καθορισθούν και οι νέες ιδεολογικές και πολιτικές «ετικέτες» των σημερινών -ή μελλοντικών- κομμάτων της «Αριστεράς» και της «Δεξιάς».

Ο «μεσαίος χώρος», συνεπώς αντικατοπτρίζει τη νέα πολιτική και πολιτισμική εξέλιξη του αιώνα μας και συνεπώς μόνο με καινούργια μέσα μπορεί ν' αντιμετωπισθεί. Το γενικό πάντως συμπέρασμα, που προκύπτει, είναι πως σήμερα δεν υπάρχουν «καθαροί καπιταλισμοί» ή «σοσιαλισμοί». (Ίσως και να μην υπήρχαν και ποτέ!!). Αντικαταστάθηκαν από «τρίτες» οδούς, που αντανακλούν το σημερινό «μεσαίο κοινωνικό χώρο». Ο χώρος αυτός είναι ο «τρίτος δρόμος» μεταξύ των πολλών μορφών μέσα σε ένα φιλελεύθερο πλαίσιο. Ο δρόμος αυτός, παράλληλα με την παραγωγή πλούτου -που είναι το πρώτο μέλημα της οικονομικής επιστήμης- στοχεύει επίσης και στην εισαγωγή θεσμών, που θα εισάγουν μέτρα κοινωνικής προστασίας, δικαιοσύνης και συμμετοχικής δημοκρατίας».

Εκτός από τα παραπάνω μήπως θα πρέπει να πάμε και σε ένα καινούργιο σύστημα ιδεολογικής φιλοσοφίας και πρακτικής, καθώς με αργά, αλλά μεθοδικά και σταθερά, βήματα δημιουργείται ένας αλληλοεξαρτώμενος κόσμος; Έννοιες ελευθερία και ισότητα ποια θέση θα έχουν σε αυτό το κάτι νέο;

«Ο «μεσαίος χώρος» συνιστά μία καινούργια και σύγχρονη ιδεολογία, που απαντά στις μεγάλες κοινωνικές και τεχνολογικές αλλαγές του καιρού μας. Επομένως, είναι φυσικό ο χώρος αυτός να μην αντιστοιχεί στην παλαιά πολιτική διάκριση «Δεξιά-Κέντρο-Αριστερά», η οποία αντικατόπ­τριζε την κοινωνική διάρθρωση της περασμένης νεωτερικής ‘‘βιομηχανικής περιόδου''.

Οι νέες λοιπόν στάσεις ζωής επιτάσσουν και καινούργιες πολιτικές, οι οποίες και αποδίδουν τη διάσταση του «μεσαίου χώρου». Ο έντονος ατομικισμός, φέρ' ειπείν, επιβάλλει μία πολιτική φιλελεύθερη, ώστε τα άτομα να μπορούν να δρουν ελεύθερα και ανεξάρτητα. Όμως, αυτός ο φιλελευθερισμός θα πρέπει να είναι ‘‘ήπιος'' και ‘‘κοινωνικός'', αφού στην εποχή μας η αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων -παρ' όλη την αύξηση των ΑΕΠ των κρατών και των ατομικών εισοδημάτων- αποτελεί μία σκληρή και αδυσώπητη πραγματικότητα. Χρειάζεται συνεπώς να πραγματοποιηθεί μία στροφή στην κοινωνία. Να εφαρμοστούν, δηλαδή, πολιτικές που θα αγκαλιάζουν τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα και θα καταπολεμούν τις σημερινές κοινωνικές αδικίες (ανεργία, φτώχια, περιθωριοποίηση κτλ.).

Από την άλλη πλευρά, η αύξηση της εγκληματικότητας, η ροπή (των νέων κυρίως) στα ναρκωτικά, ο κίνδυνος απώλειας της εθνικής μας ταυτότητας -λόγω της παγκοσμιοποίησης και της υποχώρησης του εθνικού κράτους- η αλλοίωση και συχνά η κατάργηση ορισμένων βασικών αξιών, ηθών, εθίμων κτλ. της φυλής μας, μας επιβάλλουν σε μια συντηρητική, «δεξιά» στροφή προς τον άνθρωπο και προς τον καλώς εννοούμενο εθνικισμό. Εξάλλου η επιβαλλόμενη απέξω -λόγω παγκοσμιοποίησης και υποχώρησης των εθνικών συνόρων- μαζική κουλτούρα, που συχνά είναι ξένη προς τα εθνικά μας πρότυπα, καθώς και η εμπορευματοποίηση του πνεύματος, των γραμμάτων και των τεχνών, μάς οδηγούν στην ανάγκη μιας ποιοτικής και πολιτιστικής στροφής, η οποία θα μπορεί να θωρακίσει την εθνική μας παιδεία, την ταυτότητά μας και τον πολιτισμό μας».

 

Και πως βλέπετε τη σύγχρονη ελληνική πολιτική σκέψη σε σχέση μ' όλες τις παραπάνω εξελίξεις; Μπορεί να ανταπεξέλθει στις καινούργιες συνθήκες και απαιτήσεις;

«Η μεγάλη επιτυχία της ‘‘Νέας Δημοκρατίας'', ήταν πως κατάφερε να καταστήσει κατανοητό στους πολίτες, ότι ο «Μεσαίος χώρος» -που υιοθέτησε ως επίσημη ιδεολογία της- συνιστά μία καινούργια και σύγχρονη ιδεολογία, που απαντάει στις μεγάλες κοινωνικές, τεχνολογικές, αλλά και εθνικές και πολιτισμικές αλλαγές του καιρού μας. Εκφράζει επίσης τις νέες κοινωνικές ομάδες της μετασχηματιζόμενης Ελληνικής κοινωνίας.

Χρειάστηκε βεβαίως θάρρος και τόλμη ώστε να κατορθώσει η ‘‘Νέα Δημοκρατία'' ν' αποκολληθεί από τις ιδεολογικές καθηλώσεις του παρελθόντος. Τόλμησε ωστόσο να πει τα πράγματα με τ' όνομά τους, ενώ τοποθετήθηκε με σαφήνεια απέναντι στα κυρίαρχα προβλήματα, που προκύπτουν σήμερα από την παγκοσμιοποίηση, καθώς και τις πάσης φύσεως απορυθμίσεις, τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής και κυρίως από την αποδυνάμωση του εθνικού κράτους.

Υπάρχουν βέβαια ορισμένα βήματα, που πρέπει να ακολουθηθούν, ώστε να μπορέσει η χώρα μας να αντεπεξέλθει στις σημερινές νέες προκλήσεις.

Κατ' αρχήν, η Ελληνική πολιτεία θα πρέπει να προσέξει, ώστε να μη ριζώσουν ορισμένα δυσπλασιακά φαινόμενα -γνωστά σήμερα σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες- όπως είναι η κοινωνία των τριών τετάρτων (3/4), της εξαθλίωσης, της φτώχιας, της ανεργίας και του περιθωρίου. Συνεπώς θα πρέπει να αναληφθούν οι κατάλληλες πρωτοβουλίες, κυρίως προς την κατεύθυνση της στήριξης των μικρών και μεσαίων (μισθωτών, αγροτών, εργαζομένων κτλ.) στρωμάτων της Ελληνικής κοινωνίας. Παράλληλα, για την αντιμετώπιση της μάστιγας της ανεργίας, χρειάζονται τολμηρά και ρηξικέλευθα μέτρα, που είναι πιθανόν να ζημιώσουν κατεστημένες και ισχυρές οικονομικές ομάδες. Γι' αυτό άλλωστε οι δυσκολίες είναι μεγάλες.

Η χώρα όμως έχει ανάγκη και από ένα σοβαρό πολιτικό και θεσμικό εκσυγχρονισμό, που θα καταστήσει την Ελληνική μηχανή και τη Δημόσια Διοίκηση ελαστική και αποτελεσματική. Χρειάζεται επίσης ν' αναμορφωθεί ο ρόλος των κομμάτων και των βουλευτών, με κυρίαρχη αλλαγή εκείνη του εκλογικού συστήματος (προτείνεται ως λύση το Γερμανικό σύστημα). Αποφασιστική ακόμη θα πρέπει να είναι και η προσπάθεια εκσυγχρονισμού της Ελληνικής παιδείας, με τη νομιμοποίηση των μη κρατικών πανεπιστημίων και τη βελτίωση των δημοσίων ιδρυμάτων της, καθώς και με την κατάργηση του άδικου και υπέρ των οικονομικά ισχυρών συστήματος της δωρεάν παιδείας. Το ξεκίνημα πάντως προς τις μεταρρυθμίσεις ήδη έχει συντελεσθεί. Φαίνεται Μάλιστα πως η Κυβέρνηση της ΝΔ είναι αποφασισμένη να προχωρήσει μ' επιτυχία στο μεγάλο αυτό τόλμημά της».

Ποια πιστεύετε ότι θα πρέπει να είναι η προτεραιότητα σήμερα της Ελληνικής πολιτικής;  

«Κυρίαρχη και πάγια επιδίωξη της Ελληνικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η εξυγίανση και η διαφάνεια του συστήματος μας. Είναι γεγονός ότι οι λαοί σήμερα κυβερνιούνται από αφανείς μηχανισμούς: έξω δηλαδή από το επίσημο σύστημα των φανερών και συντεταγμένων αρχών και έξω από τους υφιστάμενους "δημοκρατικούς θεσμούς". Απέναντι στη διαπλοκή η σημερινή κυβέρνηση έχει αποδυθεί σ' έναν αγώνα, ώστε να μπορεί το σύστημα να λειτουργεί απρόσωπα, αδιάβλητα και ανεπηρέαστα από τα διάφορα συμφέροντα (για παράδειγμα, εισαγωγή συστήματος διαφάνειας για τις δημόσιες προμήθειες, αλλαγή στο τρόπο δημοπρασιών κλπ).

Εξάλλου, η πολιτική θα πρέπει να επιχειρήσει να κάνει τον έλληνα ευτυχέστερο και πιο αισιόδοξο και να δώσει ελπίδα για το μέλλον του. Γιατί είναι γεγονός πως η μεγάλη πλειοψηφία των σημερινών ανθρώπων περνούν μία φάση έντονης απαισιοδοξίας.

Αυτό συμβαίνει, γιατί η πολιτική εμφανίζεται συχνά ανίσχυρη απέναντι στις εξελίξεις, ενώ αποδεικνύεται ανίκανη να εκπληρώσει το «κοινωνικό συμβόλαιο» με τους πολίτες: το «συμβόλαιο» δηλαδή εκείνο το οποίο επιτάσσει τη συγκρότηση μίας συμπαγούς κοινωνίας, τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής, την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, την ανάπτυξη, την παροχή σωστής εκπαίδευσης και εργασίας σ' όλους κλπ. Είναι αλήθεια πως η αναξιοπιστία της πολιτικής σ' όλα τα κράτη τα τελευταία χρόνια, επέφερε απαισιοδοξία στους πολίτες και δημιούργησε «κρίση της κοινωνίας». Το ξεπέρασμα αυτής της «κρίσης», θα πρέπει να αποτελεί σε παγκόσμιο επίπεδο ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα και μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις κάθε κυβέρνησης».