Μακρόθεν   

Μόντρεαλ, 22 Σεπτεμβρίου 2007

Αγαπημένη μου μικρή αδελφή,

Κλείνουν κιόλας τρία χρόνια απο τη ζοφερή μέρα που έφυγες για τη γειτονιά της αιωνιότητας, αφήνοντας πίσω σου όλους εμάς να ακροβατούμε ανάμεσα στο άχρωμο παρόν και το γεμάτο χρωματιστές αναμνήσεις απο σένα παρελθόν.

Εσύ κατέβηκες στα άδυτα της γής για να αναδυθείς σε πεταλούδα με πλουμιστά φτερά, που μπορείς να πετάς παντού όλες τις ώρες της μέρας και της νύχτας. Εσύ απαλλάχτηκες απο το βάρος του σώματός σου για να με συντροφεύεις στις βόλτες της άνοιξης, του καλοκαιριού, του φθινοπώρου στροβιλιζόμενη γύρω απο την ύπαρξή μου.

Φέτος σε αναζήτησα περισσότερο απο ποτέ. Φέτος ένιωσα μέχρι τα κόκκαλα τον πόνο της εγκατάλειψής σου κι ας με παρηγορούσες με τα πετάγματά σου πέρα δώθε στις γειτονιές του Ουτρεμόντ, στο σπίτι πάνω απο τη λίμνη, στο δρόμο καθ οδόν προς τη Λευκάδα.

Σε έψαχνα αρχές Μαγιού στην Αθήνα, να δώ το κεφαλάκι σου να ξεφυτρώνει μέσα απο το πλήθος του κόσμου την ημέρα της παρουσίασης στους Ελευθερουδάκη. Περίμενα να ξεπροβάλεις όμορφη, δροσερή, χαμογελαστή για να κρατήσεις συντροφιά στους καλεσμένους της γιορτής. Κι όμως εσύ δε φάνηκες πουθενά, ούτε πετώντας με πολύχρωμα φτερά.

Μα πιό πολύ σε γύρευα στις γειτονιές του Μόντρεαλ, όπου καθηλώθηκα ολάκερο το καλοκαίρι επειδή το αυτί μου έπαιξε περίεργο παιχνίδι. Περπατούσα στους δρόμους κάτω απο τις λεύκες και γυρνούσα ξαφνικά να σε βρώ πλάι μου να συνεχίσω το διάλογο που κουβαλούσα στο μυαλό μου. Οι περαστικοί θα πίστεψαν πως παραλογιζόμουν καθώς έτρεχα πίσω απο κάθε πεταλούδα, μιλώντας και ρωτώντας την : Πού είσαι; Πότε θα σε ξαναδώ; Πότε θα μου μιλήσεις;

Ενα πρωινό πίναμε καφέ με τον Τέντ στο ηλιόλουστο καφενείο του Ουτρεμόν, όπου συνηθίζαμε να πηγαίνουμε μαζί οι δυό μας, τα κορίτσια, όταν ερχόσουν τα καλοκαίρια στο λατρεμένο σου Μόντρεαλ. Εσύ κατέφθασες ανέμελη με τα πολύχρωμα φτερά της πεταλούδας και πέταγες γύρω μας και μας ζάλιζες με τα παιχνιδίσματά σου. Ξαφνικά προσγειώθηκες στη μπλούζα του γαμπρού σου, προφανώς προτιμώντας την δική του ήρεμη κουβέντα απο τη δική μου παραπονεμένη ερώτηση; Γιατί;

Λένε πως ο χρόνος θεραπεύει την πληγή της απώλειας. Λένε πως η λήθη λειτουργεί σαν ισχυρό αναλγητικό στον πόνο του θανάτου. Λένε πως ο καιρός επουλώνει την οξύτατη αίσθηση του κενού.

Κι όμως όλα αυτά είναι απάτη. Είναι μια καλοπροαίρετη προσπάθεια των ανθρώπων να βάλουν σε λόγια την παρηγοριά: πως όλα περνούν, πως οι θύμησες σβήνουν, πως οι νεκροί περνάνε στο απυρόβλητο της αναπόφευκτης λησμονιάς.

Αγαπημένη μου,

Κι αυτό το καλοκαίρι κύλησε μέσα στις επώδυνες αναμνήσεις των ημερών της αρρώστειας σου. Ξεπρόβαλε συνέχεια απο τα αποθέματα του νού το υπέροχο προσωπάκι σου, που υπέφερε απο τα δεινά της ασθένειας καθώς ρωτούσε με λαχτάρα : Θα γίνω καλά; Το κεφαλάκι σου χωρίς μαλλιά, τα πράσινα μεγάλα μάτια σου μέσα στην απορία, το στήθος σου αγαλματένιο και θαλερό: Πότε θα ξαναφυτρώσουν τα μαλλιά; Μισώ τις περούκες.

Κάθε στιγμή κι αυτού του χρόνου σε κουβαλούσα μαζί μου: στις βόλτες , στα ψώνια, στις συναναστροφές, στο σινεμά. Ξεπρόβαλες απρόσκλητη στα πιό αναπάντεχα σημεία. Γυρνούσα το κεφάλι κι είχες εξαφανισθεί. Μόνο μια πεταλούδα πετούσε στον τόπο της ύπαρξής σου.

Ο Αλέξανδρος σε αποζητάει συνέχεια, σιωπηλά για να μην ξύνει τη δική μου πληγή. Πλένει με θρησκευτική προσήλωση τα εφηβικά χεράκια του πριν και μετα το φαγητό, όπως του είχες διδάξει να κάνει απαρέγκλητα. Και όλο μου θυμίζει χαϊδεύοντάς μου παρηγορητικά το μάγουλο: Η θεία μούχει μάθει αυτό το κόλπο.

Η μαμά καταθέτει ποταμούς δακρύων στο κατάλευκο μνήμα σου, στη νιότη σου που έσβησε ξαφνικά. Ολο απλώνει τα χέρια της να σε αγκαλιάσει κι όλο δε σε βρίσκει ποτέ. Κι ο πατέρας μας είναι καταδικασμένος να σου ψάλει το Τρισάγιο κάθε φορά που έρχεται στο νεκροταφείο, ελπίζοντας σε μια άλλη συνάντηση κάπου αλλού.

Εγώ πάλι κλαίω γοερά για τη φυγή σου. Και σου ανάβω καθημερινά ένα αρωματικό κερί, όπως μου είχες ζητήσει σε ανύποπτο χρόνο. Διαλέγω τις μυρωδιές ανάλογα με την εποχή. Αρωμα Πασχαλιάς την άνοιξη, κάστανο το χειμώνα, μήλο το φθινόπωρο, μανόλια για το καλοκαίρι!

Και σ' αγαπώ το ίδιο δυνατά, ζωντανά, εξελισσόμενα. Τ΄ακούς;

Ιουστίνη