ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΣΤΑΝΑΣ:  

” Έχω κάνει πολλά λάθη… ζητώ συγνώμη από την Ομογένεια…”

Μια  εκ βαθέων συνέντευξη-εξομολόγηση που θα προκαλέσει και θα συζητηθεί! 

Μιλά για πρώτη φορά και εξομολογείται για τη ζωή του.  


Η πολυσχιδής δραστηριότητα του,  τα τελευταία 30 χρόνια έχει σφραγίσει με τη παρουσία του την ζωή της Ομογένειας των ΗΠΑ. Αποκαλύπτει για πρώτη φορά άγνωστες  πτυχές από τη ζωή,  το έργο και τη δράση του. 

 

Του  Αλέξανδρου Στεφανόπουλου

Στην  επαγγελματική μου πορεία ειδικά, στις συνεντεύξεις επέλεγα πάντα πρόσωπα που καταρχήν θα έβγαζαν την είδηση αλλά  ακόμα και αν δεν είχαν κάτι να πουν ο συντευξιαζόμενος έπρεπε να πληρούσε κάποιο άλλο επίσης ουσιαστικό κριτήριο.  Θα  έπρεπε να είναι  είδηση το γεγονός και μόνο ότι έδωσε συνέντευξη.   

Σήμερα  λοιπόν στο  Greek American News Agency φιλοξενούμε μια ιδιαίτερη προσωπικότητα που πληρή κάθε προϋπόθεση από τις παραπάνω. Φιλοξενούμε  ένα ξεχωριστό  άνθρωπο. Έναν άνθρωπο των media.  Επαγγελματία και εν πολλοίς καταξιωμένο -είτε το θέλουμε είτε όχι- στη συνείδηση της Ομογένειας και ειδικά της Ελληνικής Κοινότητας στη πολιτεία της ΝΥ. Ένα πρόσωπο που όσο και αν η λάμψη και το glamour που εκπέμπει ο φακός της τηλεόρασης του προσδίδουν μια ιδιαίτερη αίγλη, εδώ στην μικρή, τοπική μικρή και κλειστή κοινωνία της Αστόριας δεν παύει να είναι ένας απλός άνθρωπος.  Με τη δική του ξεχωριστή παρουσία και ιστορία. Τους αγώνες και τις προσωπικές  του μάχες.   

d_kastanas_2.jpgΈνα άνθρωπο για τον οποίο όλοι κάτι έχουν να πουν. Να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν στο μύθο που προκαλεί το  άκουσμα και μόνο του ονόματος  του.   Και μόνο η δημοσίευση μιας συνέντευξης που ελήφθη πριν από ένα χρόνο(22 Μαϊου 2006) και με όσα έχουν μεσολαβήσει είναι πράγματι  είδηση από μόνο του ως γεγονός. Αν και δεν θα την συμπεριλάμβανα ποτέ στις επιτυχίες, εν τούτοις έχει όλα τα παραπάνω κριτήρια που προανέφερα. Στην Ελλάδα ας πούμε δεν πουλάει ως θέμα μια τέτοια συνέντευξη, παρόλο  που μιλάμε για μια ισχυρή προσωπικότητα πασίγνωστη απ’ άκρη των ΗΠΑ, η οποία με τη δράση και την παρουσία της σφράγισε τη ζωή της Ομογένειας των τελευταίων 30 ετών,  γι αυτό και σε λίγες ώρες δικαίως θα κάνει το γύρω της Αμερικής  και της Ελλάδας μέσω διαδικτύου και μέσω email.  Ακριβώς γιατί μιλάμε για πολυσχιδή προσωπικότητα. Ένα πρόσωπο που έχει γράψει τη δική του ιστορία.

Το δικό του μύθο στους κόλπους της Ομογένειας των ΗΠΑ. Έναν άνθρωπο για τον οποίο ωστόσο όμως ευχαρίστως θα έγραφα ένα μυθιστόρημα. Ένα βιβλίο για τη ζωή του όχι για να καλύψω την υστεροφημία του αλλά για να ανακαλύψω όλες τις πτυχές τις ζωής του που μοιραία είναι συνδεδεμένες με τη ζωή και την πορεία της Ελληνικής Κοινότητας στην ΝΥ.  Έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, τις πτώσεις και τις μεταπτώσεις αλλά και τα σκαμπανεβάσματα που χρειάζεται να έχει ο «πρωταγωνιστής» ενός καλογραμμένου και εμπορικού μυθιστορήματος. Η ζωή του τα έχει όλα μέσα. Δράση. Έρωτα. Πάθη. Μίση. Εντάσεις και ενστάσεις. Δίκες και δικαστικές διαμάχες. Αντιπαλότητες. Αμφίρροπες και αμφίδρομες διαδρομές που προκαλούν.  Πτώσεις και μεταπτώσεις που συνοδεύονται από  εναλλαγές σε ρόλους και σενάρια. Ρόλους που εναλλάσσονται από τον ίδιο πρωταγωνιστή. «Ερμηνείες» που προκαλούν το συναίσθημα. Την οργή. Το πόνο και τη θλίψη. Τη χαρά και τη λύπη.  Συγκεχυμένα και αντιφατικά συναισθήματα που προέρχονται από τον ίδιο άνθρωπο. Τον ίδιο πρωταγωνιστή.

Απογοητεύσεις. Ίντριγκες. Διαμάχες και μάχες για την επιβίωση. Την καταξίωση. Την αναγνώριση. Τη λάμψη και τη δόξα που επιζητά το ματαιόδοξο της ανθρώπινης υπόστασης.  Πολέμους και  εκρήξεις μια ολόκληρη ζωή εντάσεις.  Μια προσωπικότητα από  τα πρώτα του βήματα στη ζωή γνωρίζει τον πόνο που προκαλεί η απώλεια του πατέρα… Τον άνθρωπο που έκανε  τον πόνο δύναμη και έφυγε μακριά από την πατρίδα.  Εκείνα τα πέτρινα χρόνια όχι γιατί  όπως η πλειοψηφία των Ελληνοαμερικανών αναζητούσαν την τύχη. Την επιβίωση.  Το American dream. Αντιθέτως. Είχε μια μητέρα που από τις διηγήσεις του βλέπεις ότι δεν άφηνε να του λείψει τίποτα. Τον μεγάλωνε αρχοντικά.  Όμως εκείνος αναζητώντας την περιπέτεια ως γνήσιος Οδυσσέας που αποζητά την Ιθάκη του ακολούθησε το ένστικτο του. Το μονοπάτι της ζωής τον οδήγησε αλλού.  Ενώ για αλλού ξεκίνησε τελικά η γοητεία του άγνωστου τον οδήγησε στη Νέα Υόρκη. Πάλεψε. Πολέμησε. Δημιούργησε ώστε σήμερα να λέει με αυταρέσκεια και  ικανοποίηση «έχω τόσα ώστε να ζήσουν και τα εγγόνια μου άνετα». Πάλεψε όμως. Δούλεψε  και τελικά ανδρώθηκε μέσα από τη σκληρή κοινωνία της Ομογένειας τη δεκαετία του 1970. Έναν άνθρωπο που οι απόψεις και οι γνώμες για το πρόσωπο του  διίστανται σε Ελλάδα και Αμερική. Έχει φανατικούς φίλους και ορκισμένους εχθρούς. Περιέργως στην Ελλάδα με τέχνη και μαεστρία καλού manager έχει φιλοτεχνήσει πολύ καλά το profile του με αριστοτεχνικές κινήσεις. Αποτέλεσμα της εμπειρίας του στα media; ίσως… Πρόσφατα μάλιστα ο Alpha έκανε αφιέρωμα μια τηλεοπτική εκπομπή σε εκείνον. Στην Αθήνα παρόλο που τον ακολουθούν ακόμα κάποιοι ψίθυροι για την γνωστή υπόθεση των οικοπέδων στην Φλόριδα που επιχειρούσε να πουλήσει σε Έλληνες και Ομογενείς, εν τούτοις αυτή η γκρίζα σκιά παρόλο που τον ακολουθεί  σιωπηρά, δε φαίνεται να έχει επηρεάσει καθόλου την πορεία, την ανέλιξη  και μετεξέλιξη του.

d_kastanas_3.jpgΜια υπόθεση ανεξερεύνητη και θολή  για την οποία πρόσφατα (Φεβρουάριος 2007) σε μια από τις πολλές συναντήσεις μας στο Μ. Βρετάνια στην Αθήνα μου εξομολογήθηκε με στοιχεία και ντοκουμέντα πως τον ενέπλεξε ο γνωστός με την πείρα 30 ετών Γιώργος Λυκομήτρος (…), ο οποίος μάλιστα του είχε αφαιρέσει και ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσό για  εκείνη την εποχή (1987).  Περίπου 7000 $ την περίοδο που εργάζονταν σε εκείνον ο τελευταίος. Χρήματα τα οποία ποτέ δεν κατάλαβα αν του τα επέστεψε ή όχι από τις διηγήσεις του. Ωστόσο μέσα από  αυτή τη θολή εικόνα εξακολουθεί να εκπέμπεται μια λάμψη που τον  ακολουθεί και το κάνει ένα πρόσωπο κοινώς αποδεκτό από όλους τους χώρους.  Σε  πράσινους και γαλάζιους είναι αγαπητός,  αν και δηλώνει μέλος της ΝΔ. Ωστόσο οι τελευταίες προεκλογικές δημόσιες δηλώσεις του, εναντίον του κυβερνώντος κόμματος και προσωπικά κατά του Πρωθυπουργού φαίνεται να έχουν επισκιάσει την αμφίδρομη σχέση.  Έχοντας   κλονίσει τη σχέση του με το κυβερνών κόμμα στην Ελλάδα όσο και αν ο ίδιος το αρνείται.  Ίσως γιατί κάποιοι στην Αθήνα δεν μπορούν να ξέρουν όλα όσα μπορούν να γνωρίζουν  οι απλοί άνθρωποι εδώ στην Ομογένεια που συναναστρέφονται τον σημερινό «πρωταγωνιστή» μας. Γιατί στο κράτος των Αθηνών δεν είναι γνώστες των όσων διαδραματίζονται στο ελληνικό χωρίο (the Greek Village). Δεν ξέρουν την νοοτροπία. Τα ήθη και έθιμα. Τους άγραφους νόμους…

Τα σχόλια  που γίνονται. Τις αλλαγές και τις μεταπτώσεις. Τις ανατροπές που μπορεί να συμβούν ανά πάσα ώρα και στιγμή. Εκεί που ανταλλάσσουν ύβρεις, χυδαιότητες και βγάζουν τα μαχαίρια,  εκεί μπορεί ξαφνικά να τους δεις να πίνουν αμέριμνοι καφεδάκι στο Λευκό Πύργο και να τα σβήνουν όλα με ένα ταβλάκι… Αιώνια αθάνατη Ελληνική  φυλή που ακόμα και με τον εαυτό της δεν μπορεί να φιλιώσει. Να ειρηνεύσει. Να γαληνεύσει ακόμα και με το είναι της, παρά μόνο όταν πέσει το χώμα και σκεπάσει το χωμάτινο πρόσωπο μας. «Χους ην,  και εις Χούν απελεύσαται»… Μια πραγματικότητα που δύσκολα συνειδητοποιείς παρά μόνο όταν φτάνεις στα δυσμάς του βίου σου και αρχίζεις να κλείνεις βιαστικά ανοιχτούς λογαριασμούς και μέτωπα… Αν και ο Θεός μας έχει κάνει ένα ανεκτίμητο δώρο. Τον ύπνο, που είναι ο μόνιμος καθημερινός μας θάνατος ακριβώς για να  έχουμε γνώση και επίγνωση του τελικού προορισμού μας δίνοντας μας μνήμη και πρόγευση θανάτου κάθε μέρα που περνά.  Από την πρώτη ημέρα που θα έρθουμε σε τούτο το μάταιο κόσμο, εν τούτοις πάντα το ξεχνάμε και χανόμαστε μέσα στη ματαιότητα και τη διαπάλη του (ποιος είμαι) Εγώ με το (ποιος) Είναι (αυτός). Ο «πρωταγωνιστής» μας είναι μια τέτοια περίπτωση ανθρώπου που από μικρό παιδί είναι στον αγώνα της ζωής. Εργάστηκε σκληρά. Πέρασε από πολλές δουλειές.

Έκανε στα εστιατόρια -και ποιος δεν έκανε εκείνη την χρυσή περίοδο που το χρήμα έτρεχε στη  ΝΥ(;)- αλλά και σε άλλες δουλειές που πολλές φορές απαιτείται να κάνεις για να επιβιώσει.  Έκανε φίλους αλλά και πολλούς ορκισμένους εχθρούς! Την περίοδο που ήρθε στην ΝΥ υπήρχαν περίπου άλλα δέκα -ίσως και περισσότερα – ελληνικά τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά προγράμματα. Η Σαντοριναίου, ο Ηλίας Νεοφώτιστος, ο Τάκης Παραλύκας η αείμνηστη Μαρουλέτη (μητέρα της Έλενας) και δεκάδες άλλοι σημαντικοί άνθρωποι που ασχολούνταν με τα λεγόμενα Ομογενειακά ΜΜΕ. Τότε που ανθούσαν και είχαν μεγάλη  δύναμη και επιρροή. Σήμερα  ο «πρωταγωνιστής» μας είναι ο μόνος που έχει απομείνει στην φθίνουσα αγορά των ΟΜΜΕ των ΗΠΑ.  Το όνομα του κάποτε -στην Ελλάδα – ήταν συνώνυμο και ταυτισμένο με την έννοια Ομογένεια.  Πρόσφατα τον τίμησε -για την ακρίβεια τιμήθηκε τον περιοδικό του- ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας.  

Κοιτώντας το άλμπουμ με τις φωτογραφίες  30  ετών αγώνων και δράσης και ποιους δεν είδα να φωτογραφίζονται μαζί του! Από προέδρους των ΗΠΑ, και πρωθυπουργούς της Ελλάδος {τον Εθνάρχη Κ. Καραμανλή αλλά και τον Νεότερο, τον Ανδρέα αλλά και τον Γιώργο Παπανδρέου} Αρχιεπισκόπους και ανώτερους κληρικούς μέχρι  Έλληνες καλλιτέχνες αλλά και απλούς ανθρώπους.

Λάμψη. Δύναμη και χρήμα. Δόξα και glamour.   Μιλάμε για  έναν  άνθρωπο που αγαπήθηκε πολύ ειδικά την περίοδο της δεκαετίας του 1970 και του 1980, όταν  η Ελληνική τηλεόραση δεν είχε φτάσει ακόμα στα σπίτια των Ομογενών και εκείνος έστελνε στα σπίτια των Ομογενών την Ελλάδα.  Τους καλλιτέχνες της. Τους επιστήμονες της.  Και ποιος δεν έχει περάσει από τα studio του.   Η προσφορά του -όσο και αν κανείς μπορεί να του ασκήσει κριτική για το χαρακτήρα και τις εκρήξεις του- είναι πράγματι μεγάλη σε δυο ίσως και τρεις γενιές. Είναι κάτι σαν την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Ένας Star της Ομογένειας.  Κράτησε την Ελληνικότητα στα σπίτια των Ομογενών όταν η ίδια η Εκκλησία δεν μπόρεσε να το καταφέρει. Μετέφερε τα ελληνικά στα σπίτια των Ομογενών σε όλη την Αμερική και συνεχίζει να το κάνει παρόλο που ο σκληρός και αδυσώπητος ανταγωνισμός της σημερινής πραγματικότητας έχουν περιορίσει στο ελάχιστο αυτή τη δυναμική που εξέπεμπε τη δεκαετία του ‘80 και στα τέλη της δεκαετίας του ‘90. Μόνο γι αυτό του το έργο, αξίζει κάθε τιμής! Οι διηγήσεις για τη δράση, το χαρακτήρα  αλλά και την προσφορά του αντιφατικές. Αντικρουόμενες. Έχουμε να κάνουμε σαφώς με μια προσωπικότητα που έχει προκαλέσει ποικίλα σχόλια με τη στάση, τις απόψεις και τις “μάχες” που κατά καιρούς έχει δώσει όχι μόνο για τα μεγάλα θέματα της ομογένειας αλλά κυρίως με τους εκάστοτε αντιπάλους του και τις περισσότερες φορές επειδή θίχθηκε το “Εγώ” δια “ασήμαντον αφορμή”. Μάχες και διαμάχες για τις οποίες έχει περάσει και στο πάνθεον των διακεκριμένων ομογενών. 

Μάχες και αγώνες επιβίωσης, επικράτησης αλλά και αλληλοεξόντωσης ειδικά στον πολύπαθο χώρο των Ομογενειακών ΜΜΕ. Ποιος δεν θυμάται τις παροιμιώδεις σκληρές δημόσιες  ανακοινώσεις (του)  εναντίον του εκδότη τυ Εθνικού Κήρυκα Αντώνη Διαματάρη; Τις «έκτακτες» εμφανίσεις με πολεμικές δηλώσεις  εναντίον του μέχρι πρότινος εχθρού και αντιπάλου του; Σήμερα όμως τα πράγματα άλλαξαν.  Είναι οι καλύτεροι φίλοι και συνεργάζονται. Ανταλλάσσουν διαφημίσεις και σαν από παλιά φίλοι τα λένε. Μάλιστα πρόσφατα σε μια από τις πολλές  συναντήσεις μας, μου έλεγε χαρακτηριστικά ότι πολύ συχνά του τηλεφωνεί «ο Αντώνης και μου ζητά τη γνώμη μου για διάφορα θέματα… έχουμε καθιερώσει να τα λέμε μια φορά το μήνα». Μια διαμάχη που τελικά  έφτασε στα αμερικανικά δικαστήρια λόγω της έντασης και του πάθους που τη χαρακτήρισε. Ποιος κέρδισε και ποιος έχασε είναι ένα άλλο θέμα που δεν είναι του παρόντος… Και να ήταν η μοναδική στην ιστορία του ανθρώπου μας; Ποιος δε θυμάται τον αδυσώπητο υπερ-δεκαετή  πόλεμο με τον εκδότη και παραγωγό της Ομογένειας Θανάση Κουρτέση; Ολόκληρη τη δεκαετία του 1990 οι μάχες και ο πόλεμος καλά κρατούσε. Μια μάχη και ένας πόλεμος που  έμελλε να κλείσει άδοξα.  Χωρίς νικητές και ηττημένους  – και μάλλον οριστικά εκτός απροόπτου πάντα- στις δικαστικές αίθουσες της Ελλάδας το 2007.   Ένας πόλεμος που κράτησε σχεδόν δυο δεκαετίες. 20 χρόνια  σχέσεις μίσους και οργής. Πάθους και έντασης. Ανακοινώσεις και δηλώσεις εκατέρωθεν. Δημοσιεύσεις, έκτακτες δηλώσεις και πολεμικά ανακοινωθέντα και από τις δυο πλευρές. Ύβρεις και χλεύη. Απαξίωση σε όλο της μεγαλείο. Ορκισμένοι εχθροί και οι δυο. Λάβαρα και μπαϊράκια. Μια περίοδο μάλιστα η τοπική (κλειστή) κοινωνία της Αστόρια στο χωριό (the Greek Village)  είχε χωριστεί σε δυο στρατόπεδα. « Ή αυτός ή εγώ» έλεγαν και οι δυο! Τελικά το σκορ έληξε 0-0.

Ένα άλλο παράδειγμα που εξηγεί κάπως τη κατάσταση και αν μη τι άλλο δείχνει, και λέει ακόμα περισσότερα όχι μόνο για το «προσκεκλημένο» και φιλοξενούμενο μας αλλά και για την επικρατούσα νοοτροπία εις τους κλειστούς κύκλους της λεγόμενης Ομογένειας και δει της «οργανωμένης» ομογένειας …  

Εδώ και τέσσερα χρόνια η σχέση του με την Ομοσπονδία Ελληνικών Σωματείων Μείζονος ΝΥ, παρόλο που πράγματι την έχει στηρίξει με telethon και δεκάδες άλλες ενέργειες που τώρα κάποιοι τις ξεχνούν, εν τούτοις μέχρι προ ολίγων ημερών επικρατούσε πολεμικό κλίμα. Οι επικριτές και οι εχθροί του ανταπαντούν ότι η στήριξη που παρείχε όχι μόνο στην Ομοσπονδία αλλά και όπου αλλού,  είναι πάντα  με το αζημίωτο…  Ο λόγος της έντασης με την Ομοσπονδία; Όσες φορές και αν προτάθηκε-και από διαφορετικά πρόσωπα-  για τελετάρχης στην παρέλαση της 5ης λεωφόρου- η ύψιστη καταξίωση για τα δρώμενα της Ομογένειας αλλά και για όσους εναγωνίως την επιζητούν ή τη μεθοδεύουν-  πάντα η πρόταση έβρισκε εμπόδια από όπου και αν προέρχονταν.  Η κατάσταση χειροτέρεψε όταν η Ομοσπονδία αποφάσισε να τιμήσει τον Εθνικό Κήρυκα -προσέξετε όχι τον Αντώνη Διαματάρη, αλλά εκείνος μετά της συζύγου του φόρεσαν την κορδέλα-  τα πράγματα έφτασαν στα άκρα!  Ανακοινώσεις και δημόσιες δηλώσεις απαξίωσης για τον πρόεδρο  και  την Ομοσπονδία Ελληνικών Σωματείων. Ύβρεις και χλεύη πάλι. Έκτακτες δημόσιες ανακοινώσεις εναντίον του θεσμού. Αντιπαραθέσεις δημοσίως και υπογείως.  Το μεγάλο εμπόδιο στην υπόθεση αυτή -της ανάδειξης σε τελετάρχη – ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας.  Βασικός του αντίπαλος και μεγάλος του  εχθρός ο πρόεδρος Νικόλαος Διαμαντίδης για τον οποίο ότι και αν γράψουμε εμείς θα είναι λίγα μπροστά σε αυτά που δημοσίως -και όχι μόνο από τηλεοπτικού βήματος – αλλά και κοινωνικά σε δημόσιους χώρους του έχει καταλογίσει ο «πρωταγωνιστής» μας. Το σκηνικό και εδώ σε τούτη τη νέα μάχη το ίδιο και απαράλλαχτο. Ανταλλαγές ύβρεων. Χλευασμοί. Απαξίωση. Σχέσεις μίσους, έντασης  και πάθους. Με τον Νίκο Διαμαντίδη η κατάσταση  ήταν όχι απλά εχθρική αλλά κάτι χειρότερο. Πολεμική. Δεν αντάλλασσαν ούτε καλημέρα! Ο ένας εκτόξευε μύδρους και απειλές για τον άλλο. Λόγια του πεζοδρομίου εκατέρωθεν  και από τις δυο πλευρές. Σήμερα σα φιλαράκια από παλιά πίνουν τα καφεδάκια τους στο Λευκό Πύργο και παίζουν τάβλι.  Άφησαν πίσω τα παλιά (προς το παρόν). Λησμόνησαν -για λίγο – εκείνα που τους χώριζαν και στέκονται τώρα πια σε όλα εκείνα που τους ενώνουν…

d_kastanas_4.jpgΑπό το «στόχαστρο» του πρωταγωνιστή και φιλοξενούμενου μας δε ξέφυγε ούτε ο υπογράφων  τη συνέντευξη αυτή. Δεν πάει πολύς καιρός που δημοσίως βγήκε και εκτόξευσε -για άλλη μια φορά μέσα στη 5ετια-  με τον ίδιο “χαριτωμένο” γνώριμο πάθος και ακόμα μεγαλύτερη ένταση,  ύβρεις και απειλές κατά του υποφαινόμενου. Απαξίωση. Αμφισβήτηση. Λάσπη και μια από τα ίδια. Το ίδιο έπραξε και προ δυο ετών  όταν πάλι χωρίς αφορμή και αιτία θέλησε να διαφωτίσει την ομογένεια για τις δραστηριότητες μου.  Παρ’ αυτά στη μεγάλη και χρόνια διαμάχη  του με τον Θανάση Κουρτέση δε δίστασε να (μου) τηλεφωνήσει και πράγματι ανταποκρίθηκα στη πρόσκληση του ασχέτως αν μετά οι φήμες και τα σχόλια πικραίνουν…  Ωστόσο η δουλειά έγινε. Ο σκοπός επετεύχθη…  

Το ίδιο συνέβη  και στην υπόθεση του συνεδρίου της Ομοσπονδίας. Αρχικά είχε βγει ενάντιος. Όταν όμως τον επισκέφθηκα μαζί με τον κ. Δημητρίου και αφού μας εξέφρασε δια μακρόν το μεγάλο του παράπονο για τη συμπεριφορά της Ομοσπονδίας στο θέμα της παρέλασης και της ανάδειξης του σε τελετάρχη, εξαπολύοντας για άλλη μια φορά με πάθος και ένταση μύδρους και ακατανόμαστες εκφράσεις για τον πρόεδρο της Νίκο Διαμαντίδη, μετά από δυο συναντήσεις και αφού εν τω μεταξύ  είχε κλειστεί και συμφωνία για εκατέρωθεν υποστήριξη με το αζημίωτο βέβαια (γιατί ήμουν παρών και ξέρω…) εν τούτοις για κακή τους τύχη κάποιοι στην Ομοσπονδία, εξ όσων έμαθα εκ των υστέρων, καθυστέρησαν να του προ-πληρώσουν τις καταχωρίσεις που θα έβαζε στο περιοδικό. Ποιος είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε. Μέχρι και ολοσέλιδη καταχώριση στον Εθνικό Κήρυκα έβαλε  με την οποία με δήλωση του διαχώριζε τη θέση του εναντίον της σύγκλησης του συνεδρίου που οργάνωνε η ομοσπονδία! Η συνέντευξη {με τον υπογράφων και τον κ. Δημητρίου} που μεταδόθηκε  από το NGTV  ήταν προσφορά και ένδειξη καλής θέλησης εκ μέρους του στην προσπάθεια μας να τον πείσουμε,  για  το ατελέσφορο στον  πόλεμο που είχε κηρύξει στον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Νίκο Διαμαντίδη για τον οποίο τότε μιλούσε με τέτοια οργή και πάθος και έμπρακτη συνεισφορά του στην επιτυχία του ενχειρηματος του συνεδρίου της Ομοσπονδίας. Σχεδόν  μονολογώντας και απευθυνόμενος προς τον Δημητρίου  έλεγα πως «κάποτε αυτοί οι δυο  θα έχουν πολύ  σοβαρό πρόβλημα». Και με το γνωστό χαμόγελο του ο κ. Δημητρίου -παλιά καραβάνα στα ομογενειακά ξέροντας πράγματα και θάματα από τα εσώτερα της κοινότητας και έχοντας ιδίαν πείρα από τις διακυμάνσεις του «πρωταγωνιστή» μας – γυρίζει και με μια βεβαιότητα μου λέει « δεν είναι τίποτα… κάποτε θα τα βρουν… έτσι είναι εδώ…». Η συνέχεια λίγους μήνες έμελλε να τον επιβεβαιώσει.

Υπάρχουν άνθρωποι που πίνουν νερό στο όνομα του αλλά υπάρχουν και εκείνοι που έχουν μαζί του (ακόμα)  ανοιχτούς λογαριασμούς που κανείς ποτέ δεν ξέρει αν θα κλείσουν και πώς… Το 2006 γιόρτασε τα 30 χρόνια  προσφοράς και δράσης στην Ομογένεια. Οι προσκεκλημένοι που ήρθναν  για να τον τιμήσουν δεκάδες και από παντού. Πολλοί  θα πουν ότι «ο Δημήτρης είναι  παντός καιρού…  στο τέλος τα βρίσκει με όλους…».  Ένας φίλος, και εκ των στενών συνεργατών του,  διαρκώς μου επαναλαμβάνει και φαίνεται να το πιστεύει «ο Δημήτρης κατά βάθος είναι ένα καλοκάγαθο  παιδί… ένα μικρό παιδί… ». Αν δεν είχα την τύχη να τον γνωρίσω αρκετά καλά ίσως να έλεγα ότι ο φίλος υπερβάλει. Κι όμως ξέρω ότι  είναι αλήθεια. Είναι ένα πρόσωπο που εν πολλοίς κυριαρχείται από το θυμικό αλλά αργότερα όταν ξανά δουλέψει τις σκέψεις μέσα του μπορεί σε δευτερόλεπτα  να έρθει και να σου ζητήσει συγνώμη. Το έζησα και έχω ιδίαν αντίληψη για αυτό και το καταθέτω ως μαρτυρία.  Είναι επίσης από τους ανθρώπους που κυριολεκτικά μπορεί να σου δώσει ότι έχει και δεν έχει αλλά ταυτόχρονα είναι ικανός να σου κηρύξει το πόλεμο «διά ασήμαντον αφορμήν». Όπως επίσης εκ των προτέρων γνωρίζω τι θα προκαλέσει η δημοσιοποίηση αυτής της συνέντευξης μετά από ένα ολόκληρο χρόνο αλλά και οι αποκαλύψεις που τη συνοδεύουν.

Όμως για όλα χρειάζεται το κατάλληλο timing. Το πλήρωμα του χρόνου λοιπόν  έφτασε και σήμερα σας παρουσιάζουμε  μια εκ βαθέων βαθιά ανθρώπινη συνέντευξη. Μια εξομολόγηση καρδιάς. Ένα από τα πράγματα που  τόνισε καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης μας είναι η μεγάλη του Αγάπη στη Γυναίκα του τη  Νομική, τη κόρη  και το μικρό υιό του. Μιλά με ζεστασιά και τρυφερότητα που αφοπλίζει. Όποιος  τον γνωρίζει μόνο ως δημόσιο πρόσωπο δύσκολα πιστεύει ότι αυτός ο άνθρωπος κρύβει τόση αγάπη και τρυφερότητα  μέσα του. Είναι  τέτοια τα αποθέματα  Αγάπης που εκφράζει  που σε εκπλήσσουν.   Μια αγάπη γεμάτη ζέση και πάθος που θα νόμιζε κανείς ότι μόλις τώρα γνώρισε τη Γυναίκα του  και έτσι δικαιολογείται αυτός ο μεγάλος έρωτας της ζωής του. Τα αποσπάσματα αυτά τα  αφήσαμε εκτός για μια άλλη φορά… Τότε που ο χρόνος και η ιστορία θα καταγράφει την πορεία αυτής της μεγάλης πράγματι προσωπικότητας που σφράγισε τη ζωή της Ομογένειας των ΗΠΑ και ειδικότερα της Νέας Υόρκης. Της ΝΥ που αποτελεί το κέντρο και το σημείο αναφοράς  του Ελληνισμού  της Αμερικής.   Ένα πρόσωπο που η πορεία της ζωής του είναι  γεμάτη αντιφάσεις. Επιτυχίες. Προκλήσεις  αλλά και  ήττες…

Φίλες και φίλοι,  σήμερα φιλοξενούμε  ένα άνθρωπο που δε διστάζει μετά από 30 χρόνια, αγώνες, μίση και πάθη, εντάσεις και ενστάσεις,   με δάκρυα στα μάτια, δημοσίως σε μια συνέντευξη ποταμό, και με έντονο το προσωπικό στοιχείο.  Γεμάτη ανθρωπιά  και  συναισθηματική φόρτιση να δηλώσει απλά και ανθρώπινα «έσφαλα! Έκανα λάθη! Ζητώ συγνώμη από την ομογένεια και από όποιον αδίκησα!» Χαρακτηριστικό σπάνιο για τη σημερινή εποχή που όλα βασίζονται και κυριαρχούνται από τον άκρατο εγωκεντρισμό. Υγιές χαρακτηριστικό  που εν τούτοις χαρακτηρίζει ηγέτες. Ηγέτες στο τομέα του καθενός  αλλά και στη ζωή…


Κυρίες και Κύριοι,  ο Δημήτρης Καστανάς σε μια από τις σπάνιες εξομολογήσεις – συνεντεύξεις του {ίσως τη μοναδική όπως ο ίδιος είπε}  ανοίγει τη καρδιά του και μακριά από ίντριγκες, δολοπλοκίες, μάχες, ανακοινώσεις και έκτακτα ανακοινωθέντα  μιλά για τον Δημήτρη Καστανά.  Για τον εαυτό του και μόνον γι αυτόν!  Εδώ και 30 χρόνια τον έχετε συνηθίσει εσείς εκεί έξω να παίρνει συνεντεύξεις.  Να είναι δίπλα του διάσημοι από όλους τους χώρους. Της πολιτικής, της διπλωματίας, των τεχνών και των γραμμάτων, της Εκκλησίας, επιστήμονες αλλά και διεθνείς προσωπικότητες της Αμερικής.

Σήμερα ο Δημήτρης  Καστανάς είναι  απέναντι μου και -ομολογώ ότι παρά τις ενστάσεις και τις όποιες μικρές ή μεγάλες  διαφορές μας και τη διαφορετική νοοτροπία μας- πως αισθάνομαι σεβασμό για το πρόσωπο του.  Για το έργο και την προσφορά του. Προσφορά που σίγουρα δεν θα τη κρίνουμε εμείς ούτε και μπορεί κανείς να αποτιμήσει ένα ολόκληρο έργο ζωής, μέσα από κάποιες δυσάρεστες, έστω ανθρώπινες  στιγμές που  σίγουρα δεν μπορούν να καθορίζουν  και να χαρακτηρίζουν συνολικά έναν  άνθρωπο.  

Μαζί σήμερα εδώ θα ξετυλίξουμε κάποιες από τις μεγάλες στιγμές της  ζωής του. Μακριά από τα γνωστά πολιτικά και ομογενειακά δρώμενα.  Θα γνωρίσουμε  άγνωστες  πτυχές για τον άνθρωπο. Τον Δημήτρη και όχι τον κύριο Καστανά. 

  

Είμαι στο γραφείο του και πολύ απλά χωρίς μεγάλη προετοιμασία ξεκινώ  να υποβάλω ερωτήσεις. Δε με ρωτά όπως συνήθως συμβαίνει «τι θα με ρωτήσεις πάνω κάτω» μου λέει «είσαι έτοιμος;  πάμε»:

-Κύριε Καστανά να ξεκινήσουμε λίγο από τα παιδικά σας χρόνια από τα χρόνια που ξεκινήσατε τα πρώτα σας βήματα ως παιδί. Για τους γονείς σας, πού μεγαλώσατε…


d_kastanas_5.jpgΚαταρχάς θα ήθελα να αρχίσω με την ερώτηση που σπάνια μου κάνουν, για τον πατέρα μου και τη μητέρα μου. Πιστεύω ότι η οικογένεια είναι κάτι ιερό για τον άνθρωπο. Εγώ δυστυχώς δεν γνώρισα πατέρα, ήμουν 10 μηνών όταν τον έχασα. Ο πατέρας μου ήταν γιατρός στο επάγγελμα και χάθηκε σε ηληκία 36 ετών. Με μεγάλωσε η μητέρα μου που ήταν δασκάλα. Είχα ωραίες παιδικές αναμνήσεις. Από την μια πλευρά ήταν άσχημο που μεγάλωνα ορφανός, αλλά από την άλλη η μητέρα μου έπαιξε αυτό το διπλό ρόλο, στην οποία και οφείλω πολλά.

-Πώς λέγεται;

Ματίνα και ο πατέρας μου Γεώργιος. Τα ονόματα των παιδιών μου. Η κόρη μου συμπτωματικά είναι και δασκάλα σαν τη μάνα μου. Και ο γιος μου Γιώργος μου πετάει που και που ότι θέλει να γίνει γιατρός.

-Τα πρώτα σας παιδικά χρόνια που τα περάσατε;

Γεννήθηκα σε ένα χωριό που λέγεται Μόλος. Είναι μετά τα Καμμένα Βούρλα, κοντά στη Λαμία. Γεννήθηκα εκεί, αλλά μεγάλωσα από 4 χρονών στην Αθήνα γιατί είχε πάρει μετάθεση εκεί η μητέρα μου. Καλοκαίρια, Πάσχα, και Χριστούγεννα πηγαίναμε πάντα στο χωριό και έτσι έχω ανάμικτες αναμνήσεις και από το χωριό και από την Αθήνα. Όταν πήγαινα στο χωριό επειδή δεν μιλούσα με τη βαριά τη ρουμελιώτικη προφορά οι φίλοι μου με λέγανε πρωτευουσιάνο. Όταν επέστρεφα μετά το καλοκαίρι αφού συνήθιζα στην ομιλία του χωριού, τα παιδιά στο σχολείο με λέγανε βλάχο. (γέλια)

Σπούδασα νομικά. Όσο καιρό ήμουν φοιτητής αυτά τα πέντε χρόνια μέχρις ότου ήρθα στην Αμερική το 1968 δούλευα στην Ιονική Λαίκή Τράπεζα. Ήρθα εδώ στις 18 Φεβρουαρίου του 1968, ήτοι έχω συμπληρώσει 38 χρόνια.

-Να μείνουμε λίγο στην Ελλάδα. Ο κόσμος δεν γνωρίζει τα πρώτα χρόνια του Δημήτρη Καστανά στην Ελλάδα.Δώστε μας μερικές εικόνες από το προσωπικό σας άλμπουμ στην Ελλάδα. Γιατί είστε από τους ανθρώπους που αγαπάνε την Ελλάδα.

-Ασφαλώς όταν αγαπάς την οικογένειά σου με τη στενή της έννοια, αγαπάς και την πατρίδα σου, που είναι οικογένεια με την ευρεία έννοια. Και μάλιστα τέτοια πατρίδα που εμείς οι Έλληνες έχουμε την καταγωγή μας από την Ελλάδα. Που αισθανόμαστε περήφανοι.


-Πάμε λοιπόν πίσω. Δώστε μου μερικές εικόνες από Χριστούγεννα, γιορτές με τη μάνα σας…

d_kastanas_6.jpg-Τότε οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες. Ίσως τα παιδιά που έχουν γεννηθεί εδώ, οι καινούργιες γενιές, να είναι δύσκολο να καταλάβουν αυτά που θα πω τώρα. Τότε δεν είχαμε τις ανέσεις που έχουμε σήμερα. Θυμάμαι όταν πήγαμε στην Αθήνα μέναμε σε ένα δωμάτιο και είχαμε κοινή κουζίνα και κοινή τουαλέτα με άλλες οικογένειες. Θυμάμαι όταν αποκτήσαμε το πρώτο ψυγείο με πάγο και τρέχαμε έξω όταν ερχόταν ο παγοπώλης να πάρουμε λίγο πάγο, γιατί δεν υπήρχαν λεφτά για παγωτό. Όταν τύχαινε και φιλοξενούσαμε κόσμο, πχ συγγενείς από το χωριό, κοιμόμασταν 6-8 άτομα σε ένα δωμάτιο. Ήταν άλλες τότε οι καταστάσεις. Θυμάμαι τότε για θέρμανση είχαμε το μαγκάλι με κάρβουνα. Θυμάμαι επίσης τις μεγάλες που καίγανε στη γκαζιέρα, δεν υπήρχαν κουζίνες τότε, κεραμίδα για να κρατά τη θερμότητα του δωματίου. Υπάρχουν τέτοιες εμπειρίες που αν τις πούμε στα νεότερα παιδιά θα νομίζουν ότι μιλάμε κινέζικα. Πάντως έχω τις πιο όμορφες αναμνήσεις από τότε. Πιτσιρικάδες που λέγαμε τα κάλαντα, όταν μοιράζαμε τα κερδη. Θα έλεγα για μένα οι αναμνήσεις με κάνανε να έχω γρανιτένια θέληση, να έχω πιστεύω, να έχω ανθρώπινες αξίες μέσα μου να σέβομαι τον άνθρωπο και για να φτάσω σε σημείο να συγκρουστώ με έναν άνθρωπο θα πρέπει να έχω ξεχειλίσει. Πολλές φορές παρεξηγούμαι από ανθρώπους, αλλά θέλω να τονίσω ότι δεν είμαι εριστικός, δεν τσακώνομαι. Εξαντλώ πρώτα κάθε συναίσθημα αγάπης και εκτίμησης και για να τσακωθώ θα πρέπει να έχει ξεχειλίσει το ποτήρι.

-Τι σας έφερε στην Αμερική; Και γιατί στην Αμερική και όχι στη Γερμανία; Εκείνη την περίοδο που ήρθατε οι περισσότεροι έλληνες πηγαίναν στην Γερμανία και την Αυστραλία.

-Φίλε Αλέξανδρε θα σου πω το εξής περιορίστηκα πριν να σου πω ότι σαν φοιτητής δούλευα στην τράπεζα. Θα σου πω τώρα πέρνοντας το δικαίωμα ότι είχα άλλες δύο δουλειές δικές μου. Είχα ένα γραφείο ενοικιάσεων αυτοκινήτων με περίπου 20 αυτοκίνητα. Διευθυντής στο γραφείο μου είχα βάλει ένα αστυνομικό εν ενεργεία που δούλευε στη μπάντα της αστυνομίας. Του είχα πει να έχει πάντα τη στολή για να φοβούνται οι πιτσιρικάδες και να προσέχουν τα αυτοκίνητα. Παράλληλα πούλαγα και οικόπεδα στο Τατώι, στους Θρακομακεδόνες και στο Μενίδι. Για να καταλάβεις θα σου πω ότι στην τράπεζα ό μηνιαίος μου μισθός ήταν 2.500 δρχ και με τις άλλες δραστηριότητές μου οι μηνιαίες μου αποδοχές φτάναν τις 50.000. Τη στιμή που ο διευθυντής μου στην τράπεζα, με 25 χρόνια προϋπηρεσία, έπαιρνε μισθό 16.000 δρχ. Είχα ένα σπορ αυτοκίνητο και με αυτό προκαλούσα το θαυμασό στα κοριτσόπουλα, αλλά το αυτοκίνητο δεν μου το είχε πάρει η μάνα μου, το είχα πάρει μόνος μου. Όπου πέρναγα λέγανε «ο κύριος έχει τροχό». Είχα αρκετά ερωτικά αισθήματα. Μου άρεσε πολύ το ασθενές φύλο και ήμουν διαρκώς ερωτευμένος. Τώρα ποιός ήταν ο λόγος που με έφερε εδώ. Γίνεται η δικτατορία στην Ελλάδα, προς Θεού δεν θέλω να το παίξω όπως οι περισσότεροι ότι έφυγα λόγω αντίσταση κτλ. Το θεωρώ τετριμμένο σενάριο και επαναλαμβανόμενο. Εγώ έφυγα διότι μόλις ανέλαβε ο Παπαδόπουλος ξαφνικά σταμάτησα να πουλάω οικόπεδα. Τότε, αν θυμάσαι, είχαν σταματήσει όλες οι αγοραπωλησίες διαμερισμάτων, οικοπέδων, ενοικιάσεις αυτοκινήτων κτλ. Έτσι ξαφνικά από το να θεωρούμαι ένα από τα πλουσιόπαιδα της Αθήνας, κάθε βράδυ στα μπουζούκια, βρέθηκα να συντηρούμαι με το μισθό της τράπεζας. Πριν έκανα μια ζωή πλούσια και αναγκάστηκα να προσγειωθώ ανώμαλα στην πραγματικότητα. Ξαφνικά μια μέρα, 1η Φεβρουαρίου 1968, ημέρα πληρωμής, βρέθηκα με 150 δρχ στην τσέπη. Επανάστησα λοιπόν και λέω στη μάνα μου ότι πρέπει να φύγω από την τράπεζα, πράγμα που ούτε να ακούσει δεν ήθελε ως τότε, και να κάνω κάτι άλλο. Την έπεισα λοιπόν και μου λέει εντάξει που θα πας; Μου ήρθε εκείνη την ώρα η λέξη Αμερική. Η μάνα μου επειδή με είδε στεναχωρημένο συμφώνησε. Την επόμενη μέρα έβαλα αγγελία στα Νέα και πούλησα το αυτοκίνητο. Παώ στο Διευθυντή και του λέω ότι φεύγω για πάντα στην Αμερική. Εκείνος μου είπε να πάρω πρώτα την άδεια που δικαιόμουν για το χρόνο γιατί κάτι μπορεί να συνέβαινε στην Αμερική και να μη μου αρέσει. Η πόρτα μου είπε θα ήταν ανοιχτή για έξι μήνες. Συν ότι έτσι θα έπαιρνα και ποιό εύκολα τη βίζα. Και έτσι έγινε και έρχομαι στην Αμερική.

-Η πρώτη εντύπωση;

d_kastanas_7.jpg-Η πρώτη εντύπωση την πήρα στο αεροδρόμιο με κάποιους μακρινούς συγγενείς, πολύ ωραίοι άνθρωποι. Μου πρόσφεραν φιλοξενία για ένα-δυο μήνες. Εγώ άρχιζα να γυρνάω την Αμερική και έψαχνα να δω που θα μείνω. Τελικά είδα ότι η Νέα Υόρκη είναι ο ομφαλός του κόσμου, η πρωτεύουσα του κόσμου και λέω εδώ θα καθήσω. Άρχισα πλέον να αναζητώ δουλειές και δεν υπάρχει δουλειά από τις νόμιμες και μη νόμιμες που να μην έχω κάνει. Ανθοπώλης ήμουν, μπας μπόυ, ηλεκτρολόγος, σε βενζινάδικο, στο χρηματιστήριο, σε ένα εργοστάσιο που έκανε σακάκια. Κάθε εβδομάδα άλλαζα δουλειά. Αρχές του 1970 δούλεψα ασφαλιστής και ήμουν από τους πρώτους. Κατάφερα σε ένα χρόνο μέσα να βάλω στη μπάντα 60.000 δολ, πολλά λεφτά εκείνη την εποχή. Με αυτά τα λεφτά πήρα το πρώτο εστιατόριο χωρίς να έχω ιδεά πως να βράσω νερό με ένα συναίτερο. Παράλληλα αγόρασα και δύο σπίτια στο Μπρούκλυν. Από εκεί και πέρα προχώραγε η ζωή μου. Ανοίχτηκα στα εστιατόρια, αγόραζα, πούλαγα. Τον καιρό που ξεκίνησα την τηλεόραση το Σεπτέμβρη του 1975 είχα δύο εστιατόρια εδώ στην Αστόρια. Βέβαια ήμουν πιτσιρικάς και έβγαζα πολλά λεφτά για την εποχή εκείνη. Και φαντάσου χωρίς να ξέρω τη δουλειά των εστιατορίων αλλά επειδή πιστεύω ότι έχω διοικητικά προσόντα κατάφερα να μπορώ να επιβάλλομαι στο εργατικό προσωπικό δίνοντας μια ανθρώπινη διάσταση στις σχέσεις μας. Έχω συνεργάτες εδώ στην τηλεόραση 15 και 20 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι με αγαπούν και έχουμε μια πολύ καλή σχέση.


-Πάμε τώρα λοιπόν στην τηλεόραση. Έχω ακούσει ιστορίες, τρέχατε συνέχεια με την κάμερα, έχω δει παλιές σας εκπομπές και από ότι ξέρω είστε από τους μοναδικούς που επιβιώσατε ως πρόγραμμα.

-Τότε, το 1975 που ξεκίνησα ήταν 10 προγράμματα. Κατάφερα και επέζησα και επεκτάθηκα κιόλας. Πρωταρχικά είχα επεκταθεί σε άλλες πολιτείες. Στη Βοστώνη, στο Σικάγο, σε εβδομαδιαίες εκπομπές. Γύρω στις 13 πολιτείες. Υπήρχε μια δίψα για τηλεόραση

-Πριν μου πείτε για αυτά, πώς σας ήρθε να κάνετε τηλεόραση; Από ότι μου είπατε ως τώρα δεν είχατε ιδιαίτερη σχέση με αυτά. Είχατε το επικοινωνιακό χάρισμα δουλέψατε σε όλες αυτές τις δουλειές αλλά δεν είχατε καμία ειδική σχέση με την τηλεόραση. Πώς σας ήρθε να κάνετε τηλεόραση;

-Προϋπήρχε θα έλεγα μια σχέση με την έγγραφη δημοσιογραφία με την εφημερίδα την Αθηναϊκή του Γιάννη Παπαγεωργίου. Τον καιρό που ήρθα εδώ είχα πάρει και ένα χαρτί από τον εκδότη της ότι ήμουν ανταποκριτής της εδώ. Ερχόμενος εδώ του έστελνα κομμάτια. Ξέδινα κιόλας γιατί από τα εστιατόρια, χωρίς να θέλω να παρεξηγηθώ από τους εκλεκτούς παλιούς μου συναδέλφους, δεν με γέμιζαν ψυχικά. Γέμιζαν μόνο τη τσέπη μου. Κάπου ενοχλούμουν και έλεγα ότι κάθησα και σπούδασα τόσα χρόνια για να συζητάω πόσα χάμπουργκερς κάνω την εβδομάδα; Και πάλι ζητώ συγγνώμη, δεν θέλω να θίξω τους εστιάτορες που έχουν δουλέψει πολύ σκληρά και έχουν βγάλει παιδιά επιστήμονες. Αλλά δεν είχαν άλλες επιλογές. Εγώ λοιπόν ήθελα να ανοιχτώ και κάπου αλλού. Μου δόθηκε μια ευκαιρία με την Αφροδίτη Άθα που πήγαινε να ξεκινήσει κάποιο πρόγραμμα και δεν έπιασε. Αυτή με παρακίνησε. Η συνεργασία μας δεν προχώρησε αλλά είχα πάρει την ώθηση. Τα πρώτα τρία χρόνια η τηλεόραση με έβαζε πολύ μέσα. Χωρίς υπερβολή έχανα περίπου 250.000 δολ το χρόνο. Ευτυχώς είχα τα εστιατόρια και έπαιρνα τα λεφτά από εκεί και τα έβαζα στην τρέλα μου στην τηλεόραση. Το περιέργο που μου έδινε θάρρος να συνεχίσω ήταν ότι επέμενα σε κάτι που με ήθελε. Τι εννοώ; Ο κόσμος έκανε σαν τρελός για τον Καστανά, για την τηλερόραση. Δεν είναι εγωισμός αυτό που λέω. Μετά από 31 χρόνια δεν λένε να δούνε NGTV λένε «να δούμε τον Καστανά». Μολονότι εγώ δεν θέλω συνδέεται με το όνομά μου. Όπου και να πήγαινα γινόταν χαμός. Έκανα μια χοροεσπερίδα το χρόνο και ερχόταν η πυροσβεστική να βγάλει τον κόσμο. Οι αντιδράσεις λοιπόν του κόσμου δείχναν ότι τους αρέσει το πρόγραμμα, αυτό το εβδομαδιαίο που είχα στο 47. Αλλά ακόμα δεν είχε γίνει συνήθεια στους έλληνες επιχειρηματίες ότι έπρεπε να διαφημιστούν στην τηλεόραση. Τι θεωρούσαν ακριβή. Ήταν της μόδας το ραδιόφωνο. Εγώ προσπάθησα να φέρω κάτι καινούργιο στην αγορά. Κάποια στιγμή, αφού είχα πουλήσει όλα τα εστιατόρια, είχα βάλει υποθήκη και το σπίτι μου. Γύρναγα το βράδυ από τη δουλειά και έβλεπα την κόρη μου να κοιμάται και δάκρυζα. Γιατί έλεγα άραγε τον επόμενο μήνα θα έχει σπίτι να κοιμηθεί; Έχω περάσει πολύ μεγάλο αγώνα. Τα χειροκροτήματα, οι βραβεύσεις από Προέδρους Δημοκρατίας, οι προσκλήσεις στο Λευκό Οίκο, δεν γίνονται σε μια βραδιά. Για αυτό και όποιος ερμηνεύσει λάθος αυτή τη χώρα, ότι μπορείς να υπερσκελίσεις άτομα που έχουν δουλέψει, είδαμε τα αποτελέσματα. Όπως σε ένα κύριο πριν από μερικά χρόνια που μας ήρθε αλεξιπτωτιστής στη Νέα Υόρκη, τον διώξανε, έφυγε άρον άρον, ξαναγύρισε και ήθελε σε μια βραδυά να μας περάσει όλους. Δεν γίνεται! Υπάρχει μια ιεραρχία. Θέλησε με διάφορα πονηρά τεχνάσματα και κατάφερε να ξεγελάσει 50-100 άτομα, αλλά η ομογένεια τον έδιωξε. Τον έδιωξε η ίδια η Αμερική και τώρα βρίσκεται στην Ελλάδα. Και πέρσι είχε έρθει λαθραίος εδώ, τον είδα αλλά δεν ήθελα να ασχοληθώ μαζί του.

d_kastanas_8.jpgΠρέπει να δουλέψεις σε αυτή τη χώρα, πρέπει να κάνεις υπομονή, πρέπει να κάνεις ποιοτική δουλειά. Εδώ είμαστε ένα χωριό. Ξέρει ο καθένας τα πάντα για τον άλλο. Δεν μπορείς να επιζήσεις στην ελληνική παροικία εάν δεν έχεις ήθος, αν δεν τιμάς τις ανθρώπινες αξίες. Άνθρωποι είμαστε όλοι έχουμε κάνει λάθη. Και εγώ έχω κάνει πολλά. Και καμιά φορά εκούσια. Και ζητάω δημόσια συγγνώμη από όλους.


-Μεγάλη κουβέντα αυτή από τον Δημήτρη Καστανά. Έξω δείχνεις ένα πρόσωπο ότι είσαι ένας επετυχημένος επιχειρηματίας, ότι δεν μπορεί κανείς εύκολα να σε πλησιάσει και πολύ δύσκολα θα πεις αυτό που δεν το λέει κάποιος που είναι και ηγέτης. Για αυτό και στέκομαι σε αυτό. Σε ακούω τόση ώρα, με έχει συνεπάρει η διήγησή σου, αλλά στέκομαι όταν βγαίνεις και ζητάς συγγνώμη σε αυτούς που αδίκησες. Δεν το λένε πολλοί. Τους έχει κυριεύσει το πράσιμο δολλάριο. Κάνω μια ανθρώπινη συνέντευξη μαζί σου, θέλω να βγάλω ένα άλλο πρόσωπο.

-Μα και εγώ αυτή τη στιγμή θα σου έλεγα Αλέξανδρε, και τονίζω το  φίλε χωρίς εισαγωγικά, δεν θα έλεγα ότι αισθάνομαι ότι δίνω συνέντευξη αλλά ότι κάνω σε έναν λαϊκό μια εξομολόγηση καρδιάς.

Στο σημείο αυτό χρειάστηκε να κάνουμε ένα διάλειμμα. Ο  Δημήτρης Καστανάς δακρύζει.  Ξεσπά σε λυγμούς. Ξεπηδά από μέσα του ο άνθρωπος. Οι ευαισθησίες αναμοχλεύουν τα πάθη. Τις θύμησες. Οι μνήμες έρχονται στο μυαλό. Σκύβει. Σταματά να μιλά. Κάνει να αρχίσει. Η φωνή σπάει. Τα δάκρυα δεν κρατούν τη ροή τους.  Ο χρόνος γυρίζει πίσω σε στιγμές σκληρές και τα δάκρυα ενώ μιλάμε εξακολουθούν. Κλείνω το κασετόφωνο για να βοηθήσω. Να αποφορτίσω την ατμόσφαιρα. Μέσα μου ομολογώ ότι μονολογούσα «γιατί να μην έχω πάρει κάμερα μαζί μου…; γιατί να μην απαθανατίσω  αυτές τις στιγμές… Ύστερα από λίγα λεπτά και αφού τον άφησα να ηρεμήσει  προσπαθώ να αλλάξω το κλίμα με μια άλλη ερώτηση. 

-Πόσο σκληρή είναι η Αμερική;

Κοίταξε είναι πάρα πολύ σκληρή η Αμερική και το λάθος είναι αυτοί που δοκιμάζουν την σκληράδα της Αμερικής είναι άτομα που δεν μαθαίνουν. Γιατί πολλές φορές η σκληράδα αυτή είναι για να μάθεις να είσαι σωστός. Δυστυχώς υπάρχει ένα μικρό ποσοστό 5-10 τουλάχιστον στη ράτσα τη δική μας, που η σκληράδα αυτή τους κάνει κακούς. Τους κάνει τυχοδιώκτες, ο θάνατός σου η ζωή μου. Είναι πώς θα ερμηνεύσεις αυτή τη σκληράδα. Θέλω να πιστεύω ότι ανήκω στο 90% των ανθρώπων που έχουν ερμηνεύσει σωστά, που πήραμε μαθήματα, που γίναμε πιο αισθηματίες, που συμπονάμε τον συνάνθρωπό μας και πιστεύουμε στην ανθρώπινη αξία. 31 χρόνια είναι πολλά για να σε δέχεται και να σε αποδέχεται ένας συγκεκριμένος χώρος, μια ομογένεια. Και ένα από τα καλά της είναι ότι δεν σου επιτρέπει να τη δουλέψεις πολλές φορές, σε παίρνει μυρωδιά. Επομένως αν συνέβαινε η σκληράδα αυτή να με είχε κάνει απάνρθωπο, θα με είχε κυνηγήσει η ομογένεια. Θα έκανα κάτι άλλο. Λυπάμαι για συναδέλφους που επιμένουν χρόνια σε κάτι που δεν τους πάει. Ρίχνουν το επάγγελμα. Και αισθάνομαι ντροπή που έρχονται από Ελλάδα σημαίνοντα πρόσωπα και γίνονται διάφορες εκδηλώσεις και πετάγονται και αραδιάζουν τέτοιες κουταμάρες που έπαψα πια να πηγαίνω.

Σε αυτές τις κουβέντες διακρίνω μια σοφία, μια σοφία που δεν την έχει ένας άνθρωπος 65-70 χρονών. Πριν μιλήσατε για ιεραρχία, για τάξη, για υπομονή. Αυτά είναι αποθευγματα ανθρώπου που έχει πονέσει. Πόσο έχετε πονέσει στη ζωή σας;


-Θα έλεγα πάρα πολύ αλλά αυτός ο πόνος μου έδωσε τα γυαλιά για να διακρίνω την ευτυχία. Αν δεν είχα πονέσει δεν θα μπορούσα ποτέ να αισθανθώ ευτυχισμένος. Είναι ένας πόνος που φέρνει μετά τη χαρά. Πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος πρέπει να πονέσει στη ζωή του για να γίνει άνθρωπος.

Κι εδώ σε αυτό το σημείο ο Δημήτρης σπάει. Τα δάκρυα πια κυλούν πιο εύκολα. Νιώθει ότι απέναντι του υπάρχει κάποιος οικείος και αφήνεται… κλαίει σα μικρό παιδί. Ουδείς γνωρίζει ποιες εικόνες  ξεπήδησαν από τα βάθη της ψυχής. Από τα  τρίσβαθα του μυαλού και της καρδιάς. Ποιες θύμησες ήρθαν στην επιφάνεια; Σταματώ… περιμένω να σκουπίσει τα δάκρυα του. Πίνει λίγο καφέ και επιχειρεί να αρθρώσει λόγο… αδυνατεί… ξεροκαταπίνει… αφήνω το χρόνο να κάνει τη δουλειά του… Σε λίγα λεπτά   φαίνεται να έχει επιστρέψει από τις μνήμες και τις θύμησες και μου κάνει νόημα να συνεχίσω… 

Ποιά ήταν η στιγμή που είπες Δημήτρη, σήκω στα πόδια σου και συνέχισε;

-Υπάρχουν στην αλυσίδα του πόνου, ο οποίος αποτελεί ένα κρίκο στην αλυσίδα της ζωής μας. Όταν σε κάνει ένας συνάνθρωπός σου να πονέσεις, γιατί δεν πονάς από μόνος σου, κάποιος άλλος σε κάνει και πονάς. Για μένα έπαιξε ένα θετικό ρόλο για αυτό όταν λέγοντας πόνο σου μιλάω 100% με το συναίσθημα. Αυτός ο πόνος με γέμισε με πείσμα να αποδείξω ότι και στη δουλειά μου θα πετύχω και κοινωνικά. Λέγανε διάφορα για μένα τα πρώτα χρόνια. Όταν ο πεθερός μου είναι ζάμπλουτος και του τρώω τα λεφτά, ότι είμαι καταπράσινος ακόμα και στα εσώρουχά μου Πασοκτζής, ότι είμαι φασίστας. Πώς μπορώ να είμαι φασίστας όταν το 1968 έφυγα από την Ελλάδα, όταν ο Παπαδόπουλος έψαχνε δικούς του ανθρώπους; Λέγονται αβασάνιστα πράγματα που βγάζουν πόνο. Αλλά αυτός ο πόνος βγάζει και πείσμα. Και το πείσμα σε κάνει να προχωράς μπροστά στη ζωή. Το δημιουργικό πείσμα, να αποδείξω ότι δεν είμαι αυτό που εσύ λες αλλά κάποιος άλλος. Και μετά από 31 χρόνια νομίζω ότι έχω αφήσει μια εποχή πίσω μου.

-Ο δρόμος προς την επιτυχία πόσο κοστίζει; Φτάσατε να σας βραβεύει ο Πρόεδρος της χώρας, ο Ύπατος. Αυτά τα 30 χρόνια περάσατε από όλη αυτή τη διαδρομή μέσα από όλες αυτές τις ανθρώπινες στιγμές, πόσο κοστίζει στο Δημήτρη το Καστανά;

-Το κόστος είναι διπλό. Η αρνητική του πλευρά είναι ότι το έχω πληρώσει με την υγεία μου. Η θετική του πλευρά είναι όλη αυτή η εκτίμηση. Όπου και να πάω με αναγνωρίζουν οι πάντες. Με τον τρόπο που έρχονται και με χαιρετούν είναι κάτι που δεν εξαγοράζεται. Η παρουσία μας στη ζωή δεν έχει καμία σημασία αν δεν έχεις δύο άτομα όταν πεθάνεις να έρθουν να σε κλάψουν και να ανάψουν ένα κερί, το οποίο είναι δείγμα της απουσίας σου. Επίσης όσο είσαι εν ζωή να σου λένε μια καλημέρα, μια καλησπέρα. Αν είσαι μόνος σου είτε ζεις είτε δεν ζεις είναι το ίδιο.

-Σας φόβισε ποτέ η μοναξιά;

Πάρα πολύ. Είμαι από τους ανθρώπους που δεν μπορούν να κάνουν μόνοι τους. Έτσι γεννήθηκα και έτσι πορεύτηκα. Με φοβίζει και με τρομάζει και δεν θα ήθελα ποτέ να μείνω μόνος, ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια της ζωής μου.

Κι εδώ είναι η στιγμή που ο δημοσιογράφος οφείλει κάποια στιγμή να σταματά τις ερωτήσεις. Να κλείνει το κασετόφωνο και να αφήνει το συναίσθημα να εξωτερικεύεται για άλλη μια φορά.  Κάνεις save το κείμενο  και αφήνεις  τον αναγνώστη να βγάζει τα δικά του συμπεράσματα.