Μιλά σήμερα για όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στην Ελληνική κοινωνία, η συγγραφέας Ειρήνη Σαρίογλου

Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη

 

Πού οδηγείται σήμερα η Ελληνική κοινωνία μετά τα όσα συμβαίνουν στο χώρο της πολιτικής και δημοσιογραφίας; Σε αυτό όπως και σε μια σειρά από άλλα ερωτήματα απαντά η συγγραφέας Ειρήνη Σαρίογλου, η οποία  γεννήθηκε το 1972 στην Πόλη. Απόφοιτη Ζαππείου Παρθεναγωγείου σπούδασε Γαλλική Γλώσσα και Λογοτεχνία στα Πανεπιστήμια Μαρμαρά και Γκρενόμπλ. Ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές με υποτροφία που της χορηγήθηκε αρχικά από το ΙΚΥ και αργότερα από το Κοινωφελές Ίδρυμα Ωνάση. Σήμερα είναι κάτοχος δυο μεταπτυχιακών και ενός διδακτορικού διπλώματος – το οποίο ολοκλήρωσε στο Πανεπιστήμιο του Μπίρμινχαμ της Μεγάλης Βρετανίας (Τομέας Τουρκολογίας) – και διδάσκει Σύγχρονη Τουρκική Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μελέτες και άρθρα της που αφορούν στην Καθ'ημάς Ανατολή   έχουν δημοσιευθεί κατά καιρούς σε επιστημονικά περιοδικά. Το 2004 εκδόθηκε στα αγγλικά μέρος της διδακτορικής της διατριβής με θέμα «Η επιρροή της τουρκικής πολιτικής επί της ελληνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Πόλη».

Η συνέντευξη

Πού βαδίζει σήμερα η Ελληνική κοινωνία; Σκάνδαλα, κυκλώματα πάσης φύσεως, και απόψεις ακόμα και από νέους σε ηλικία ανθρώπους "εμείς δεν θα φάμε;" Αυτή η κοινωνία μπορεί να πάει ακόμα… πιο κάτω;

«Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας σήμερα είναι η αδράνεια. Αμέτοχοι των ευθυνών μας παρακολουθούμε τη ραγδαία κατάπτωση που μας περικυκλώνει χωρίς να θέλουμε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Μας αρκεί το ότι ανήκουμε στο ένα κόμμα ή στο άλλο και από κει και πέρα μπαίνουμε ‘στη σειρά' για να ζητήσουμε κι εμείς το ρουσφέτι που μας αναλογεί… Έχουμε -πολιτικοί και πολίτες- σταματήσει να σκεφτόμαστε το κοινό καλό. Μας αρκεί  να διοριστούμε στον Δημόσιο. Μέχρι εκεί.

Πραγματικά δεν αρκεί να διαπιστώνουμε τα σκάνδαλα, τα κυκλώματα κ.ο.κ Πρέπει να αλλάξουμε ίσως τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε και λειτουργούμε. Έχω την εντύπωση ότι τα ΜΜΕ έχουν να παίξουν έναν ιδιαίτερο ρόλο, πρωταρχικό θα έλεγα. Διότι καθοδηγούν και διαμορφώνουν την κοινή γνώμη. Δεν είναι δυνατόν να προβάλλονται συνεχώς τα ανούσια, τα εφήμερα και να παραμερίζονται οι αξιόλογες προσπάθειες. Σχεδόν κάθε αξιόλογη προσπάθεια σ αυτό τον τόπο δεν λαμβάνει καμία σχεδόν δημοσιότητα.

Και βέβαια αυτή η κοινωνία, και κάθε κοινωνία, μπορεί να πάει ακόμη πιο κάτω αλλά θέλω να πιστεύω ότι αυτό δεν θα συμβεί. Πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα σταματήσουμε να λειτουργούμε με τόσο εγωκεντρικό τρόπο».

Ποιος ο ρόλος κυρίως των μεγάλων τηλεοπτικών ΜΜΕ στην διαμόρφωση και δημιουργία όλων των παραπάνω; Αυτά  που ακούμε και βλέπουμε μερικές φορές στην τηλεόραση έχουν σχέση με το δημοσιογραφικό λειτούργημα;

«Όπως ήδη σας ανέφερα ο ρόλος  όλων – μεγάλων και μικρών – τηλεοπτικών και έντυπων ΜΜΕ είναι πολύ σημαντικός. Αυτά που ακούμε και βλέπουμε στην τηλεόραση τις περισσότερες φορές βεβαίως και δεν έχουν σχέση με το δημοσιογραφικό λειτούργημα. Το ερώτημα όμως είναι ποιος τους ελέγχει;

Κανείς.

Άρα πρέπει εμείς να πούμε το μεγάλο ΟΧΙ στα σκουπίδια που μας προφέρουν καθημερινά.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στο λειτούργημα του εκπαιδευτικού. Πρόσφατα πήγαμε μαζί με τη Βιβλιοθήκη Λασκαρίδη στις πυρόπληκτες περιοχές και είχα τη χαρά να διδάξω ιστορία σε μαθητές Λυκείου και Γυμνασίου. Ήταν, ας πούμε, το ‘δώρο' του Ομίλου Π. Λασκαρίδη στις πυρόπληκτες περιοχές (βέβαια πρόκειται να συνεχιστεί για αρκετούς μήνες ακόμη μέχρι να καλύψουμε όλη την Πελοπόννησο) και πραγματικά το πρόγραμμα πήγε καλά γιατί εργαστήκαμε ομαδικά. Η εικόνα όμως των σχολείων στην επαρχία δεν είναι καθόλου ενθαρρυντική. Αναρωτιέμαι λοιπόν ποιος ελέγχει τους καθηγητές στα σχολεία, και όχι μόνο της επαρχίας.

Ποιος ελέγχει τα πανεπιστήμια; Τους καθηγητές πανεπιστημίου που έχουν τους μεγάλους τίτλους και τις περγαμηνές' αλλά δεν παράγουν κανένα απολύτως διδακτικό έργο, ποιος τους ελέγχει; Τι παράδοση κάνουν; Κανείς δεν τους ελέγχει.

Άρα θα έλεγα ότι σήμερα στην ελληνική κοινωνία υπάρχει ένα ευρύτερο πρόβλημα. Καθένας σ' αυτή τη χώρα έχει την εντύπωση ότι είναι ‘υπεράνω'.  Επειδή όμως αυτή η παρακμή βολεύει κάποιους ο λαός δεν αντιδράει. Η στην καλύτερη περίπτωση η αντίδραση σε όλα αυτά τα σκουπίδια που μας προσφέρει καθημερινά η τηλεόραση περιορίζεται στην παρακολούθηση του Λαζόπουλου. Ο Λαζόπουλος μας εκφράζει σε θεωρητικό επίπεδο. Στην πράξη επιστρέφουμε στα μικροκομματικά και τα ρουσφετολογικά μας».

Και οι πολιτικοί υπάρχουν για να λύνουν προβλήματα ή για να δημιουργούν; Γιατί ο κόσμος απομακρύνεται από την έννοια της πολιτικής και τους εκπροσώπους της;

«Μέχρι και τη δεκαετία του 30' οι άνθρωποι που ήθελαν να πολιτευτούν είχαν γνώσεις, είχαν ένα επίπεδο και κυρίως κατέθεταν τις περιουσίες τους στην πολιτική ζωή της χώρας. Υπήρχε ένα όραμα.  Σήμερα και αυτό έχει αντιστραφεί.

Το να πολιτευτείς σήμερα σημαίνει να γίνεις ξαφνικά «ευκατάστατος». Οι καταξιωμένοι άνθρωποι παραμένουν στο περιθώριο. Αυτοί που έχουν το θράσος και το ταλέντο της συναλλαγής επιβιώνουν και προοδεύουν.  Για αυτό και στις πιο σημαντικές θέσεις του δημόσιου βίου θα βρείτε άτομα που έκαναν καριέρα στο κόμμα και όχι ανθρώπους του πνεύματος.

Φυσικό αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης αυτά τα άτομα με μακρόχρονη «καριέρα» στο κόμμα να μην πείθουν τον λαό και ο κόσμος να απομακρύνεται από την έννοια της πολιτικής».

Η Πόλη σίγουρα θα έπρεπε να αποτελεί σημείο αναφοράς για όλο τον ελληνισμό και όχι μόνον. Ισχύει αυτό σήμερα; Αν η Ελλάδα είχε εκμεταλλευθεί πολιτικά τα Σεπτεμβριανά την περίοδο εκείνη θα ήταν καλύτερα τα πράγματα; Γιατί αυτό δεν κατέστη δυνατό;

«Η Πόλη και βέβαια θα έπρεπε να αποτελεί σημείο αναφοράς για όλο τον ελληνισμό αλλά αυτό δεν ισχύει σήμερα. Υπάρχει άγνοια. Τρομερή άγνοια. ΟΙ πολιτικοί δεν γνωρίζουν την ιστορία αυτού του τόπου.  Πως θέλετε να τη γνωρίζει ο φοιτητής; Για αυτό η προσπάθεια της Βιβλιοθήκης Λασκαρίδη είναι σπουδαία και θα έπρεπε να γίνει γνωστή και ευρύτερα. Δεν μου αρέσει να συζητώ πάνω σε υποθετικές ερωτήσεις. Ένα είναι το βέβαιο. Ότι ακόμη και σήμερα η ιστορία της  Πόλης, του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης δεν αποτελεί μέρος της επίσημης ελληνικής ιστοριογραφίας. Με το ζόρι φτάνουμε μέχρι το 1922 και μετά τίποτα. Αυτό κάποια στιγμή πρέπει να αλλάξει. Το θεωρώ απαράδεκτο».

Η συνεργασία και η ειρηνική συνύπαρξη αποτελεί μονόδρομο για τους δύο λαούς;

«Η συνεργασία δεν είναι υποχρεωτική για κανέναν. Η ειρηνική συνύπαρξη όμως θα έλεγα ότι επιβάλλεται. Δεν είναι δυνατόν να αναβιώνουμε συνεχώς τα μίση και τα πάθη  και να θέλουμε να πάμε μπροστά. Χωρίς να ξεχνάμε την ιστορία μας, χωρίς να την παραποιούμε πρέπει να αναζητήσουμε δίαυλους επικοινωνίας και εποικοδομητικών συνεργασιών για την επίτευξη της ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή».