Αγαπητή σύνταξη,

πραγματικά έχω εκπλαγεί με το περιεχόμενο καθώς και το ύφος του κύριου άρθρου της «Σ» (10/8/2008), το οποίο κατά την άποψή μου, είναι μονόπλευρο, δεν λαμβάνει υπ'όψη όλα τα δεδομένα και αποπροσανατολίζει τον αναγνώστη ως προς την ουσία του ζητήματος της σύγκρουσης στη Ν. Οσετία.

Η ένοπλη σύγκρουση στη Ν. Οσετία, δεν αποτελεί τίποτε άλλο από μια προσπάθεια προβοκάτσιας εναντίον της Ρωσίας. Επί της ουσίας πρόκειται για μονομερή επίθεση των δυνάμεων της Γεωργίας εναντίον των ειρηνευτικών δυνάμεων της Ρωσίας που μετά τη συμφωνία του Σότσι το καλοκαίρι του 1992 εδρεύουν στη Ν. Οσετία.. Πρόσφατα και με δεδομένη την εκλογή του φιλοαμερικανού προέδρου Σαακασβίλι στη Γεωργία, καθώς και την ανερυθρίαστη στήριξή του από Αμερική, ΝΑΤΟ και Ισραήλ, άρχισε να ξεδιπλώνεται ένα διπλωματικό παιχνίδι ουσιαστικού «ελέγχου» της Γεωργίας, η οποία παρεμβάλλεται γεωγραφικά μεταξύ Αρμενίας και Ιράν και του κυριότερου διπλωματικού του σύμμαχου έναντι Αμερικής και του Ισραήλ, δηλαδή τη Ρωσία.

Αυτό που επί της ουσίας παίζεται είναι η προσπάθεια της Αμερικής και του Ισραήλ να «εκβιάσουν» τη Ρωσία έτσι ώστε να αποκτήσουν τον πλήρη έλεγχο της υπερπολύτιμης στρατηγικά Γεωργίας .Η αλήθεια είναι ότι κατά τη διάρκεια της Σοβιετικής περιόδου, η Οσετία εθεωρείτο αυτόνομη δημοκρατία, η οποία  υπάγετο διοικητικά στη στη Γεωργία. Οι Οσέτιοι, ουδέποτε θεώρησαν τους εαυτούς γεωργιανούς. Και ούτε στην πραγματικότητα είναι. Διαφέρουν φυλετικά και θρησκευτικά. Μολονότι χριστιανοί, «ευλογούνται» από τη ρωσική Εκκλησία και όχι από τη γεωργιανή. Είναι ενδεικτικό ότι στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οι στρατιώτες της Νέας Οσετίας δεν υπηρετούσαν σε συντάγματα Γεωργιανών αλλά Ρώσων, ακόμη και Ουζμπέκων. Ακόμη και σήμερα το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος από τις 70,000 πληθυσμού της περιοχής αυτής έχουν ρωσικά και όχι γεωργιανά διαβατήρια. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ο μισός περίπου πληθυσμός τρέχει κυνηγημένος για να βρεί προστασία, στη Ρωσία και όχι στη Γεωργία. Ο αντιπρόσωπος της Μόσχας στο ΝΑΤΟ χθες μίλησε ξεκάθαρα για γενοκτονία. Η οποία επιχειρείται από τη Γεωργία και όχι από τη Ρωσία.

Και εμείς φυσικά σε κάθε περίπτωση, την πολύτιμη σύμμαχο Ρωσία θα στηρίξουμε, μια χώρα που αποτελεί, μετά την Ελλάδα, το πολυτιμότερο και διαχρονικότερο στήριγμα του κυπριακού λαού στον αγώνα του (καμιά φορά και περισσότερο από την Ελλάδα). Απορώ και εξίσταμαι κυριολεκτικά με την προτροπή της «Σ» προς τον Πρόεδρο Χριστόφια να βγεί ανοιχτά και να επιδοκιμάσει επί της ουσίας την προκλητική σε κάθε περίπτωση και αδικαιολόγητη ενέργεια του προέδρου Σαακασβίλι, ο οποίος βαρύνεται και με τον απηνή διωγμό κάθε αντιπολίτευσης, να επιτεθεί μονομερώς και απρόκλητα εναντίον του λαού της Οσετίας καθώς και των ειρηνευτικών δυνάμεων της Ρωσίας, με μόνο κίνητρο να παρασύρει τη Δύση και το ΝΑΤΟ σε ενεργό υποστήριξή του. Μια καθαρά εκβιαστική, τυχοδιωκτική πρωτοβουλία θα έλεγε κανείς. Με αυτό βεβαίως δεν υποστηρίζω ότι θα στηρίξουμε τη Ρωσία θέτοντας σε αμφισβήτηση την εδαφική ακεραιότητα της Γεωργίας. Είναι ξεκάθαρο όμως  ότι η σύγκρουση στην Οσετία είναι πρωτίστως γεωπολιτική και την ευθύνη για τη σύγκρουση φέρει η γεωργιανή κυβέρνηση. Είναι προφανές ότι ο πρόεδρος Σαακασβίλι ενθαρρύνθηκε από τους Ισραηλινούς και Αμερικανούς συμβούλους του, για σκοπούς πολύ διαφορετικούς και ευρύτερους από ότι νομίζει ο ίδιος, όπως ακριβώς ο δικτάτορας Δημήτριος Ιωαννίδης το 1974!. Για όλους αυτούς τους λόγους πιστεύω ότι η Ρωσία δικαιούται και θα πρέπει να έχει τη στήριξή μας. Το ζήτημα της αυτονομίας της Οσετίας είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να συζητηθεί και να διευθετηθεί με διάλογο και όχι με ένοπλη σύγκρουση. Αποτελεί γεγονός όμως ότι το δικαίωμα στην απόσχιση των αυτόνομων  δημοκρατιών, στο μέτρο που οι ομόσπονδες δημοκρατίες στις οποίες υπάγοντο αποχωρούσαν από την Σοβιετική ομοσπονδία, το παρείχε αν δεν απατώμαι, σύμφωνα με διάταξη του, το Σοβιετικό σύνταγμα. Δεν αντιλαμβάνομαι εξάλλου, το γιατί να έχουν δικαίωμα μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, στην ανεξαρτησία  η Ουκρανία, η Γεωργία, η Μολδαβία και όχι η Οσετία, ή

 η Αμπχαζία! Και βεβαίως καμία σχέση δεν έχουν τα δεδομένα αυτά με το Κυπριακό. Και είναι μέγιστο λάθος να παραλληλίζουμε τα δύο αυτά προβλήματα.

Και το σημαντικότερο: αλήθεια, τι προτείνει η «Σ», εγκαταλείποντας εναντιωνόμενοι τη Ρωσία, που να στραφούμε για στήριξη στο Κυπριακό, στην Αγγλία ή την Αμερική;

Με εκτίμηση, Έλενα Μηλιώτη