γράφει ο  Δρ Ευστάθιος Αβρααμίδης

Ο Δ. Χριστόφιας με ξαφνιάζει συνεχώς. Είναι η πολλοστή φορά που κάνει δηλώσεις οι οποίες δεν ταιριάζουν στην θέση του.  

Πρέπει να πω ότι δεν θεωρώ τόσο σημαντικό το ζήτημα της ακύρωσης της άσκησης «Νικηφόρος», ούτε πιστεύω ότι έχει επιπτώσεις σε οτιδήποτε η διεξαγωγή ή όχι της άσκησης. Να πω επίσης ότι είμαι θαυμαστής του Μαχάτμα Γκαντι, επομένως της χωρίς βία ανυποχώρητης αντίστασης απέναντι στο άδικο. Θεωρώ όμως εντελώς άτοπο να γίνονται δηλώσεις όπως αυτές που έκανε ο Πρόεδρος για να δικαιολογήσει την απόφαση του για ακύρωση της άσκησης. Μίλησε, όπως συνήθως, με ένα υπεραπλουστευμένο τρόπο που παρουσιάζει ως φυσιολογικά και τα πιο απίθανα πράγματα. Μας είπε λοιπόν ότι αφού η επιδίωξη της λύσης είναι ειρηνική – και είναι πράγματι – γιατί να έχουμε δυνατό στρατό και «να κορδώνουμε;». Αυτή η άποψη μπορεί κατά την άποψή μου να λεχθεί από πολίτες, να συζητηθεί σε παρέες, ακόμα και ως ευρύτερος προβληματισμός σχετικά με την ειρήνη και τον αφοπλισμό στο κόσμο. Μπορεί ακόμα να λεχθεί και από τον ίδιο τον Πρόεδρο, όταν μιλά με τους συνεργάτες του ιδιαιτέρως. Δεν μπορεί όμως ο πρόεδρος μιας ημικατεχόμενης και απειλούμενης χώρας να κάνει επίσημες δηλώσεις στέλλοντας το μήνυμα ότι δεν δίνει καμία σημασία στην άμυνα και διαλαλώντας την αδυναμία μας. Κυρίως για λόγους πολιτικής διαπραγμάτευσης και επειδή δημιουργεί ηττοπάθεια στο λαό.

Συνέχισε μετά ο Πρόεδρος, λέγοντας ότι αν έχουμε καλό στρατό θα είναι σαν να αποδεχόμαστε τα δύο κράτη («δηλαδή έχουμε δυο κράτη και αμυνόμεθα στα σύνορα των κρατών») και δεν θέλουμε επανένωση!!!  (Άντε πάλι αυτό το τροπάρι). Δηλαδή, αν καταλάβαμε καλά η άμυνα είναι υποστήριξη της διχοτόμησης και των δύο κρατών; Μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει αυτή την λογική; Συνδεόμενες αυτές οι δηλώσεις με εκείνες του Υπουργού Άμυνας που χλεύαζαν το ενιαίο αμυντικό δόγμα, βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο Πρόεδρος (και οι περί αυτόν), όχι μόνο θεωρεί περιττή την άμυνα του τόπου ως πολιτικό και διαπραγματευτικό χαρτί, αλλά στοχεύει κυρίως στην αποδόμηση των ψυχικών αντιστάσεων του κυπριακού ελληνισμού. Μεταφέρεται δηλαδή στο λαό το μήνυμα ότι δεν έχουμε άμυνα – άρα κινδυνεύουμε – και ότι, συνεπώς, πρέπει κατεπειγόντως να δεχτούμε μια λύση (τύπου Ανάν), δηλαδή να παραδοθούμε. Ο εξωραϊσμός της κατοχής και της Τουρκίας μέσω της παραποίησης της ιστορίας με το πρόσχημα της αυτοκριτικής και της συμφιλίωσης, είναι ένας άλλος παράλληλος δρόμος προς τον ίδιο στόχο.

Η πανηγυρική δήλωση απαξίωσης της άμυνας, είναι ένα (ακόμα) διαπραγματευτικό λάθος του Δ. Χριστόφια, αφού δίνει στους τούρκους το μήνυμα ότι ελεύθερα θα προελάσουν όποτε θέλουν. Αυτό δεν κάμπτει, αλλά αντίθετα ενθαρρύνει την αδιαλλαξία τους και τους κάνει να χαμογελάνε. Ενθαρρύνει επίσης την επιθετικότητα τους και θέτει σε κίνδυνο την ειρήνη. Τι χρειάζεται και σε τι αποσκοπεί αλήθεια η πανηγυρική διακήρυξη της γύμνιας μας; Ποιον ωφελεί και τι αισθήματα προκαλεί στον λαό; Πως ακούγεται στ’αυτιά ελλήνων και τούρκων; Απάντηση: Ακούγεται ως πρόθεση να διαπραγματευθούμε όχι ένα συμβιβασμό, αλλά όρους συνθηκολόγησης.  Αυτό τον στόχο επικροτεί με περισσό πάθος και η ηγεσία του ΔΗΣΥ.(Άσχετη ερώτηση: φαντάζεστε τι θα άκουγε ο Τάσσος Παπαδόπουλος αν επί Προεδρίας του η Τουρκία γινόταν μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας;)