Του Στέφανου Κωνσταντινίδη*

 

Στον Γεώργιο Παπανδρέου αποδίδεται η ρήση, σε επικήδειο του για τον στρατηγό Νικόλαο Πλαστήρα, στις αρχές της δεκαετίας του ‘50, πως ο θάνατος είναι μοίρα κοινή αλλά είναι προνόμιον η δικαίωση της ζωής. Η ρήση αυτή του Παπανδρέου ισχύει χωρίς καμιά αμφιβολία και στην περίπτωση του Τάσσου Παπαδόπουλου. Δεν είναι η ώρα βεβαίως για την αποτίμηση του δημόσιου βίου ενός πολιτικού που δραστηριοποιήθηκε για περισσότερο από μισό αιώνα,ούτε και για αναφορά στα λάθη του που σίγουρα είναι επίσης υπαρκτά. Εντούτοις και μόνον η απόρριψη από μέρους του του σχεδίου Ανάν, η θαρραλέα ταύτισή του με το Όχι της αντίστασης ενός λαού, θα του εξασφαλίσει σίγουρα μια θέση όχι μόνο στην κυπριακή ιστορία, αλλά και σε αυτή του ελληνισμού γενικότερα.

Γιατί με τη στάση του στο δημοψήφισμα ενσάρκωσε τη μακραίωνη παράδοση αντίστασης του ελληνισμού και δεν έσωσε μόνο την Κυπριακή Δημοκρατία από τη διάλυση αλλά και την τιμή ολόκληρου του ελληνισμού. Χρειαζόταν πολιτική οξυδέρκεια αλλά και δύναμη χαρακτήρα για την απόρριψη του σχεδίου Ανάν παρά τις αφόρητες πιέσεις και τις απειλές που δέκτηκε από τον ξένο παράγοντα όπως και τις πιέσεις από συγκεκριμένους ελλαδικούς χώρους για τον ίδιο σκοπό. Χωρίς τον Τάσσο Παπαδόπουλο στην προεδρία της κυπριακής Πολιτείας στις δύσκολες εκείνες ώρες, ενδεχομένως θα είχεν επιτευχθεί η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας,μόνιμη επιδίωξη των Αγγλοαμερικανών από το 1964. Ιστορική θα μείνει η φράση του διαγγέλματός του, "Παρέλαβα Κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «Κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα". Προσπάθησαν να τον ειρωνευτούν γι'αυτό κάποιοι στα πολιτικο-δημοσιογραφικά σαλόνια της Αθήνας και κάποιοι εδώ στην Κύπρο. Επί της ουσίας όμως δεν του συγχώρεσαν ποτέ γιατί δεν συντάκτηκε με το ελλαδικό και το κυπριακό κατεστημένο που ήθελαν να κλείσουν όπως όπως το Κυπριακό έστω και αν η Κύπρος θα μετατρεπόταν σε προτεκτοράτο της Άγκυρας υπό την υψηλή αγγλοαμερικανική επικυριαρχία.

Αλλά ακόμη και η διαχείριση του Κυπριακού μετά το δημοψήφισμα, παρά τα όποια ελλείμματα και αδυναμίες θα μπορούσε κανείς να επισημάνει, υπήρξε σταθερή και αποφασιστική, μέσα σε ένα κλίμα κατακραυγής εναντίον του και εναντίον του κυπριακού λαού που τόλμησε το Όχι. Η συνάντηση του Παρισιού με τον Κόφι Ανάν και η συμφωνία της 8ης Ιουλίου μέσα σε αυτό το κλίμα, υπήρξε ένα επίτευγμα. Και ενώ θα έπρεπε να κατηγορείται η Άγκυρα και ο εντολοδόχος της στην Κύπρο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ που έκαναν ότι μπορούσαν για να σαμποτάρουν τη συμφωνία αυτή, τόσο το ελλαδικό κατεστημένο όσο και το αντίστοιχο κυπριακό κατέκριναν για αδιαλλαξία τον Τάσσο Παπαδόπουλο και πέτυχαν ως ένα σημείο να μεταφέρουν μια τέτοια εικόνα  και στην ευρωπαϊκή και διεθνή σκηνή,αποενοχοποιώντας την Τουρκία. Σήμερα που βλέπουμε τις μεθοδεύσεις της Άγκυρας και τον τρόπο με τον οποίο διαπραγματεύεται ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, ένας υποτίθεται «αριστερός» με τον σύντροφό του Γενικό Γραμματέα του ΑΚΕΛ και πρόεδρο της Δημοκρατίας Δημήτρη Χριστόφια, συνειδητοποιούμε ακόμη καλύτερα πόσο άδικες ήταν οι κατηγορίες αυτές εναντίον του Τάσσου Παπαδόπουλου. 

Δεν θα ήθελα να κλείσω το σημείωμα αυτό χωρίς  μια σύντομη αναφορά στην πολιτική οξυδέρκεια που έδειξε ο Τάσσος Παπαδόπουλος όταν το 1959 βρέθηκε στο Λονδίνο με τους άλλους αντιπροσώπους από την Κύπρο που κλήθηκαν εκεί για να εκφέρουν γνώμη για τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου. Σε ηλικία 25 ετών ήταν ο νεότερος από τα 35 μέλη της κυπριακής αντιπροσωπείας που συγκεντρώθηκαν τότε στο Λονδίνο. Είχε την πολιτική οξυδέρκεια να αναλύσει σωστά τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου και να τις απορρίψει μαζί με τους 5 αντιπροσώπους του ΑΚΕΛ, το Βάσο Λυσσαρίδη και το Σάββα Χρίστη. Η καταγραφή που έκανε τότε για τις υποσχέσεις που πήραν για αξιώματα οι διάφοροι αντιπρόσωποι του κυπριακού κατεστημένου καθώς και για τις κολακείες που ακούστηκαν για μερικούς από αυτούς είτε από τους Εγγλέζους είτε από κύκλους της τότε ελληνικής κυβέρνησης δείχνουν τον ισχυρό χαρακτήρα ενός νεαρού τότε δικηγόρου που δεν παρασύρθηκε ο ίδιος από τις σειρήνες της ματαιοδοξίας και της κολακείας.

Ο Τάσσος Παπαδόπουλος είναι και θα παραμείνει φωτεινό σύμβολο αντίστασης για τον κυπριακό λαό και για τον ελληνισμό γενικότερα.

Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης.