Με την συμπλήρωση ενός έτους από την ανάληψη της Προεδρίας από τον κ. Χριστόφια μπορεί να γίνει μια πρώτη αποτίμηση του έργου που έχει παραχθεί σχετικά με την διαχείριση του κυπριακού. Όπως έχει ήδη παραδεχθεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν έχει παρουσιαστεί οποιαδήποτε πρόοδος στο πλαίσιο των απευθείας συνομιλιών με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη. Αναμφίβολα, η αποτίμηση της διαχείρισης του Κυπριακού από την παρούσα διακυβέρνηση μπορεί να γίνει μόνο στο πλαίσιο των προσδοκιών που εκφράστηκαν στην αρχή της διακυβέρνησης, των πολιτικών πραγματικοτήτων που ισχύουν σήμερα, καθώς επίσης και των προκλήσεων για το μέλλον.

Το νέο κλίμα

Το περιβάλλον μέσα στο οποίο αναλαμβάνονται οι πρωτοβουλίες για επίλυση του κυπριακού έχει αλλάξει. Στην διεθνή κοινότητα έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η εκλογή του κ. Χριστόφια δημιούργησε το καλύτερο μομέντουμ των τελευταίων δεκαετιών. Αυτή η εντύπωση βασίστηκε στην πεποίθηση ότι η προσωπική σχέση των δύο ηγετών, όπως και η μετριοπαθής τους πολιτική σταδιοδρομία, θα συμβάλει στην προώθηση ενός συμβιβασμού το συντομότερο δυνατό. Η ίδια αισιοδοξία επικράτησε και στο εσωτερικό. Οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι πίστεψαν ότι «αυτή την φορά κάτι μπορεί να γίνει». Λίγους μήνες αργότερα, όμως, η διάθεση και το κλίμα εμπιστοσύνης, όπως και η αισιοδοξία, ξεθώριασαν σε μεγάλο βαθμό. Φαίνεται ότι, στην ουσία, ο Ελληνοκύπριος ηγέτης προσπαθεί να διασώσει μια μάλλον επίπλαστη εικόνα καλών σχέσεων με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη. Ίσως και ο ίδιος να έχει διαπιστώσει ότι ο αρχικός του ιδεαλισμός για τον κ. Ταλάτ έχει διαψευστεί.

Ο διεθνής παράγοντας

Οι διεθνείς μεσολαβητές που είναι παραδοσιακά αναμειγμένοι στο Κυπριακό βρίσκονται σε μια περίοδο αναμονής. Τόσο σε επίπεδο κυβερνήσεων όσο και σε επίπεδο διεθνών οργανισμών, τα εμπλεκόμενα μέρη αποφάσισαν να δώσουν πίστωση χρόνου στους δύο ηγέτες, όπως επίσης αποφάσισαν να συμπλεύσουν με την διαδικασία των ενδοκυπριακών συνομιλιών. Αυτή η περίοδος, όμως, φαίνεται να φτάνει σιγά-σιγά στο τέλος της. Ήδη η τουρκοκυπριακή πλευρά άρχισε να θέτει στο τραπέζι των συνομιλιών ζήτημα παρέμβασης τρίτων με στόχο να βοηθήσουν τις δύο πλευρές να γεφυρώσουν τις διαφορές τους. Η τουρκοκυπριακή πλευρά θέτει ζητήματα χρονοδιαγραμμάτων και επιδιαιτησίας, δύο ζητήματα που δεν μπορούν να γίνουν αποδεχτά από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Το ζητούμενο είναι ίσως αυτονόητο: Πώς θα αντιδράσει ο Ελληνοκύπριος ηγέτης στο ενδεχόμενο εκδήλωσης διάθεσης τρίτων μερών να παρέμβουν, έμμεσα ή άμεσα, στην διαδικασία; Πώς θα αντιδράσει στην περίπτωση που η τουρκική πλευρά ευνοεί μια τέτοια παρέμβαση; Πώς θα αποφύγει την κατηγορία του αδιάλλακτου όταν οι συνομιλίες τελματωθούν και κάποια τρίτα μέρη εκδηλώσουν ενδιαφέρον να παρέμβουν, με την σύμφωνη γνώμη των Τουρκοκυπρίων;

Η οργάνωση των διαπραγματεύσεων

Με την ανάληψη της Προεδρίας, ο κ. Χριστόφιας έθεσε ως στόχο να προωθήσει την έναρξη απευθείας συνομιλιών το συντομότερο δυνατόν. Η συμφωνία της 21ης Μαρτίου 2008, έθεσε τις βάσεις για την επίτευξη αυτού του στόχου. Ο κ. Χριστόφιας δεν έδωσε τόση έμφαση στην προετοιμασία της διαδικασίας για απευθείας διαπραγματεύσεις όσο στη δημιουργία καλού κλίματος. Στην ουσία επεδίωξε να εκφράσει με έμπρακτο τρόπο τις καλές του προθέσεις, καθώς πίστευε ότι πρώτιστος στόχος της ελληνοκυπριακής πλευράς θα έπρεπε να είναι η ανασκευή του αρνητικού κλίματος των τελευταίων ετών. Ο κ. Χριστόφιας ήταν πεπεισμένος ότι αν άρχιζαν συνομιλίες τότε θα είχε την ευκαιρία να αποδείξει στη διεθνή κοινότητα ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά έχει θετικές προθέσεις και καλή βούληση για επίλυση του Κυπριακού προβλήματος το συντομότερο δυνατό.

Με τη συγκατάθεσή του στην έναρξη απευθείας διαπραγματεύσεων, έστω και αν οι τεχνικές επιτροπές δεν παρήγαγαν ικανοποιητικό έργο, ο κ. Χριστόφιας πέτυχε τον σκοπό του. Η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε τις καλές του προθέσεις και αποδέχθηκε την θέση του για μια ενδοκυπριακή διαδικασία, η οποία θα έφερνε μια λύση «από τους Κύπριους για τους Κύπριους». Λίγους μήνες μετά την έναρξη των απευθείας διαπραγματεύσεων, όμως, άρχισε να διαφαίνεται το χάσμα ανάμεσα στις θέσεις των δύο κοινοτήτων. Επί της ουσίας το Κυπριακό βρίσκεται στο σημείο όπου βρισκόταν το 2006, όταν τα Ηνωμένα Έθνη διαπίστωσαν ότι ανάμεσα στις δύο κοινότητες επικρατεί χάσμα απόψεων και, με δεδομένο αυτό το χάσμα, εισηγήθηκαν μια διαδικασία γεφύρωσης των διαφορών. Τότε επικράτησε η άποψη ότι η γεφύρωση του χάσματος ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη απευθείας διαπραγματεύσεων. Σήμερα, η ύπαρξη αυτού του χάσματος διαπιστώνεται, για ακόμα μια φορά, μεσούσης της διαδικασίας των απευθείας διαπραγματεύσεων.

Ο κ. Χριστόφιας, παρόλο που γνώριζε την μεγάλη απόσταση που χωρίζει τις δύο πλευρές, θεώρησε τις απευθείας συνομιλίες μέσο αποκλιμάκωσης της πίεσης πάνω στην ελληνοκυπριακή πλευρά και τις επεδίωξε. Όπως τόνισαν πολλές φορές στο παρελθόν κομματικοί και κυβερνητικοί αξιω-ματούχοι, στόχος της ελληνοκυπριακής πλευράς θα πρέπει να είναι να αποκαλυφθεί η τουρκική αδιαλλαξία. Είναι όμως αυτό αρκετό; Προκειμένου να επιλυθεί το κυπριακό πρέπει απαραίτητα να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στις απόψεις των δύο κοινοτήτων. Πώς θα γίνει αυτό; Ποια είναι η στρατηγική του κ. Χριστόφια για την επίτευξη του στόχου αυτού; Ή μήπως η ανάδειξη της τουρκικής αδιαλλαξίας θεωρείται ικανοποιητικό αποτέλεσμα;

Η διάθεση για διαλλακτικές θέσεις και προτάσεις

Στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών του, ο κ. Χριστόφιας εκφράστηκε με ήπιο τρόπο και έδειξε να έχει διάθεση για διαλλακτικές θέσεις. Η ομιλία του στο European Policy Center στις Βρυξέλλες, τον Ιούνιο του 2008, μπορεί να θεωρηθεί ως το πιο αντιπροσωπευτικό στιγμιότυπο της διάθεσής του αυτής: Μερικές από τις πρόνοιες του κοινού ανακοινωθέντος της 28ης Μαΐου (π.χ. η αναφορά σε συνιστώντα κράτη), υποστήριξε, συμπεριλήφθηκαν με στόχο να στηριχθεί ο «φίλος» του Μ. Α. Ταλάτ.

Όταν μιλούσε στις Βρυξέλλες, ο κ. Χριστόφιας ίσως να μην συνειδητοποιούσε ότι αυτή η διάθεση μεγαλοθυμίας δημιουργούσε προβλήματα στον κ. Ταλάτ και τον ανάγκαζε να εκφράζεται με πιο σκληρές θέσεις. Ο κ. Ταλάτ είναι αναγκασμένος να πείσει τους Τουρκοκύπριους, τους έποικους και την Τουρκία ότι δεν έχει ξεφύγει από την «εθνική γραμμή», ότι ο κ. Χιρστόφιας δεν έχει το πάνω χέρι. Η διάθεση του συνομιλητή του να τον παρουσιάσει ως φίλο ή σύντροφο μάλλον φόρτισε την ατμόσφαιρα και την επιβάρυνε με σειρά δηλώσεων και αντιδηλώσεων.

Επί της ουσίας οι θέσεις του κ. Χριστόφια για «ανανέωση του συνεταιρισμού στην Κύπρο», σύσταση «δύο συνιστώντων κρατών» και «παραμονή 50.000 εποίκων» θεωρούνται κεκτημένα για την τουρκοκυπριακή πλευρά, χωρίς κανένα ουσιαστικό αντάλλαγμα προς την ελληνοκυπριακή πλευρά, ούτε καν σε συμβολικό επίπεδο. Επομένως, δεν μπορεί να υποστηρίξει κάποιος ότι η διάθεση για διαλλακτικές θέσεις έφερε κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Σε τελική ανάλυση, ο πρώτος χρόνος της διακυβέρνησης Χριστόφια αναλώθηκε σε μια διαδικασία προσαρμογής στα δεδομένα και σε αναζήτηση καλού κλίματος. Ο δεύτερος χρόνος θα είναι σίγουρα πιο δύσκολος, αφού η διαδικασία απομυθοποίησης «φίλων» και «συντρόφων» θα συνεχιστεί, ενώ το 2009 θα σημάνει την έναρξη εξωτερικού παρεμβατισμού και πιέσεων.

ΠΗΓΗ:ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΠΟΨΗ