Γράφει ο Γιώργος Δελαστίκ

Βεβαίως και είναι σοβαρότατο ζήτημα το περιεχόμενο των συζητήσεων για τη λύση του Κυπριακού που διεξάγει ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δημήτρης Χριστόφιας, με τον εκπρόσωπο των Τουρκοκυπρίων. Πόσω μάλλον που από τον τρόπο που διεξάγονται αυτές οι διαπραγματεύσεις είναι βάσιμοι οι φόβοι ότι ή θα προκύψει κάποια απαράδεκτη λύση νοοτροπίας σχεδίου Ανάν ή θα κατοχυρωθούν νέες ελληνοκυπριακές υποχωρήσεις, οι οποίες θα δεσμεύουν εξαρχής οποιεσδήποτε μελλοντικές συνομιλίες. Πέρα από αυτό, όμως, το μείζον πολιτικό ζήτημα στην Κύπρο σήμερα είναι ότι ουσιαστικά δεν υφίσταται πλέον το μέτωπο που οδήγησε στη θριαμβευτική επικράτηση με 76% του «Οχι» των Ελληνοκυπρίων στο σχέδιο Ανάν. Δεν υπάρχει ηγέτης που να ενσαρκώνει και να προσωποποιεί σε πολιτικό επίπεδο τη γραμμή του «Οχι» των Ελληνοκυπρίων, μετά την ήττα του Τάσσου Παπαδόπουλου στις προεδρικές εκλογές – πόσω μάλλον και μετά τον θάνατό του.

Ο Τάσσος Παπαδόπουλος, λόγω του προεδρικού του αξιώματος, λειτούργησε ως καταλύτης, που ενεργοποίησε τις δυνάμεις του «Οχι» μέσα στο αριστερό ΑΚΕΛ και στον δεξιό ΔΗΣΥ, σε βαθμό που πήραν την πλειοψηφία μέσα στα κόμματά τους εναντίον της θέλησης των ηγεσιών τους. Οι πλειοψηφίες αυτές προστιθέμενες στις δυνάμεις του κεντροδεξιού ΔΗΚΟ και της κεντροαριστερής ΕΔΕΚ διαμόρφωσαν το επιβλητικό μέτωπο του 76%. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Το ΑΚΕΛ κατέχει την προεδρική εξουσία, άρα είναι πολύ πιο δύσκολο να επικρατήσει στους κόλπους του απορριπτική τάση για ένα σχέδιο επίλυσης του Κυπριακού που θα έχει συνδιαμορφώσει και αποδεχθεί ο μέχρι προ εβδομάδων γραμματέας του κόμματος, Δ. Χριστόφιας.

Ο δεξιός ΔΗΣΥ είναι εξ ορισμού υπέρ οποιουδήποτε σχεδίου προτείνουν ή εγκρίνουν οι Αμερικανοί. Η απόσπαση τμήματος των οπαδών του μπορεί να συντελεστεί μόνο μέσα σε ένα κλίμα γενικής αντιστασιακής ανάτασης των Ελληνοκυπρίων, το οποίο θα συμπαρασύρει και θα ενθουσιάσει και κάποιους ψηφοφόρους, μέλη ή και στελέχη του ΔΗΣΥ.

Πώς θα δημιουργηθεί, όμως, αυτήν τη φορά τέτοιο κλίμα; Ποιος θα το δημιουργήσει; Ποιο πολιτικό πρόσωπο θα το εκφράσει;

Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά δεν υπάρχουν για την ώρα. Τα κόμματα που ενστερνίζονται το «Οχι» ως επίσημη γραμμή τους, το ΔΗΚΟ και η ΕΔΕΚ, βρίσκονται σε φάση συρρίκνωσης. Ζήτημα είναι αν τα ποσοστά τους θα φτάνουν το 20% αθροιζόμενα στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Αν απομείνουν μόνο αυτά να εκφράζουν πολιτικά το «Οχι», η υπόθεση είναι χαμένη. Αλίμονο αν το 76% τελικά εκφυλιστεί τεχνηέντως με κατάλληλους πολιτικούς χειρισμούς σε ένα 20%.

Θα μπορούσε να διασωθεί η πολιτική κληρονομιά του «Οχι» με στενότερη συνεργασία αυτών των δύο κομμάτων;

Εδώ έχουμε μια εντελώς ιδιόμορφη κατάσταση. Το κεντροδεξιό ΔΗΚΟ εξέφρασε προ δεκαετίας και πλέον την επιθυμία να ενταχθεί στη… σοσιαλιστική ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου, σε αυτό που αποκαλείται σήμερα Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα! Καθώς όμως η ΕΔΕΚ ανήκει ήδη στο ΕΣΚ, το οποίο απάντησε στο ΔΗΚΟ ότι στην Κύπρο η ΕΔΕΚ είναι το κόμμα-μέλος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, η ηγεσία της ΕΔΕΚ έκανε μια ακόμη πιο παράδοξη πρόταση στην ηγεσία του ΔΗΚΟ: να συνενωθούν τα δύο κόμματα και να φτιάξουν ένα νέο, ενιαίο κόμμα, στη βάση της σοσιαλιστικής ιδεολογίας!

Με δεδομένο ότι το ΔΗΚΟ παίρνει διπλάσιο και κάποτε τριπλάσιο ποσοστό από αυτό της ΕΔΕΚ, η πρόταση της τελευταίας αποσκοπεί μάλλον στη διάσωση της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης των Κυπρίων σοσιαλιστών με ικανοποιητικό αριθμό βουλευτών και σίγουρη συμμετοχή στις κυβερνήσεις, παρά στη ρεαλιστική κατοχύρωση ενός μετώπου αντίστασης στο Κυπριακό.

ΒΕΒΑΙΗ ΑΠΟΤΥΧΙΑ
Δεν γίνεται ένωση μέσω εκβιασμού

Ωραία είναι τα λόγια – ιδίως για εμάς που ζούμε στην Ελλάδα και ενδιαφερόμαστε μόνο για μια δίκαιη λύση του Κυπριακού και όχι για το εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι στο νησί. «Πιστεύουμε ότι η συνένωση των δύο κομμάτων, με την προσχώρηση και άλλων οργανωμένων φορέων, θα μπορούσε να φέρει ποσοστά του 30%», υποστήριξε προ δεκαημέρου σε συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο» ο πρώτος αντιπρόεδρος της ΕΔΕΚ, Μαρίνος Σιζόπουλος. Μα είναι δυνατόν να πετύχει πολιτικά και να έχει ανταπόκριση από τον λαό η συνένωση ενός κεντροδεξιού κόμματος και ενός κεντροαριστερού «στη βάση της σοσιαλιστικής ιδεολογίας» όπως απαιτεί ο Μ. Σιζόπουλος; Πολύ βαρύ είναι για το ΔΗΚΟ ένα τέτοιο τίμημα.

Πηγή: εφημερίδα «Έθνος»