Του Μιχάλη Ιγνατίου 

Εκτακτη συνάντηση με τη Χίλαρι Κλίντον θα έχει σήμερα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Δημήτριος, ενώ την ίδια στιγμή η ηγεσία της ομογένειας διαμαρτυρήθηκε με επιστολή προς τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα και τον αντιπρόεδρο Τζόζεφ Μπάιντεν για την πρόθεση της Αμερικανίδας υπουργού Εξωτερικών να συναντηθεί με τον κατοχικό ηγέτη Μεχμέτ Αλί Ταλάτ.

 

Με τον Αρχιεπίσκοπο Δημήτριο θα συναντηθεί η ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Χ. Κλίντον μετά τις θυελλώδεις διαμαρτυρίες για την πρόσκληση του Ταλάτ στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ
Η συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο καθορίστηκε μετά τις θυελλώδεις διαμαρτυρίες που προκάλεσε η εισήγηση της αμερικανικής πρεσβείας της Λευκωσίας να γίνει δεκτός ο κ. Ταλάτ από την κ. Κλίντον, για να ενισχυθεί εν όψει των εκλογών στα Κατεχόμενα και να επαναδιατυπωθεί το αίτημα της κυβέρνησης Μπους για τερματισμό της δήθεν «απομόνωσης» των Τουρκοκυπρίων.
Στη συνάντηση θα τεθεί και το θέμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Η κ. Κλίντον αναμένεται να ρίξει στάχτη στα μάτια των Ελληνοαμερικανών, αφού θα τονίσει ότι η Ουάσιγκτον υποστηρίζει την επαναλειτουργία της Σχολής.
Στην επιστολή τους, οι ομογενείς καλούν τους κ. Ομπάμα και Μπάιντεν να ανατρέψουν αποφάσεις αξιωματούχων της κυβέρνησής τους που «υιοθετούν και επεκτείνουν ακόμη περισσότερο» το απαράδεκτο και αντιδημοκρατικό δόγμα Μπους για την Κύπρο, το οποίο είναι «αντίθετο στις διακηρυγμένες θέσεις» τους. Προειδοποιούν δε ότι θα δημιουργηθούν προβλήματα, τα οποία «θα χρειαστούν χρόνια για να επανορθωθούν».
Συγκεκριμένα τονίζεται: «Με σοκ πληροφορηθήκαμε από δήλωση του Τουρκοκύπριου «εκπροσώπου» ότι η κυβέρνηση βρίσκεται κοντά στα όρια της εγκαθίδρυσης ντε φάκτο αναγνώρισης της παράνομης οντότητας στην Κύπρο, ενώ αγνοείται η διεθνώς αναγνωρισμένη κυπριακή κυβέρνηση. Κι όπως αντιλαμβανόμαστε, σχεδιάζουν να το πραγματοποιήσουν μέσω υψηλού επιπέδου συναντήσεων αξιωματούχων της κυβέρνησης με τον ηγέτη του ψευδοκράτους, πριν να υπάρξουν συναντήσεις με τον πρόεδρο ή τον υπουργό Εξωτερικών της Κύπρου».

Βολές
Στην ίδια επιστολή υπογραμμίζεται ότι «η κατάσταση στην κατεχόμενη περιοχή της Κύπρου, με την οποία σας ευθυγραμμίζουν οι συνεργάτες σας, επιβλήθηκε από τα τουρκικά στρατεύματα που βρίσκονται παράνομα στο νησί, τα οποία είναι περισσότερα απ όσα διατηρούν οι ΗΠΑ στο Αφγανιστάν».
Και προσθέτουν: «Μία τέτοια ντε φάκτο αναγνώριση θα μονιμοποιήσει περισσότερο την τουρκική εμμονή σε παράλογους όρους για τη λύση του Κυπριακού, στους οποίους όλοι οι Δημοκρατικοί της υποεπιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Γερουσίας αντετίθεντο και τους οποίους ακόμη και η ρεπουμπλικανική μειοψηφία χαρακτήριζε απαράδεκτους για δυτικές δημοκρατίες».
Την επιστολή υπογράφουν οι Αντριου Αθενς, Φίλιπ Κρίστοφερ, Αντι Μάνατος, Πανίκος Παπανικολάου, Νίκος Μούγιαρης, Γιώργος Τσούνης, Τάσος Ζαμπάς, Αντι Ζεμενίδης, Ζήνων Χριστοδούλου, Γιώργος Ντόβελος και Μιχάλης Γαλανάκης.