του Ανδρέα Ανδριανόπουλου

Ξεκίνησαν και πάλι οι Κασσάνδρες να προβλέπουν καταστροφές για τα εθνικά μας συμφέροντα μετά την ανακοίνωση πως ο αμερικανός Πρόεδρος θα επισκεφθεί την Τουρκία κι όχι την δική μας χώρα. Επικεντρωμένοι στον δικό μας μικρόκοσμο δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε πως στον κόσμο υπάρχουν κι' άλλα ζητήματα εκτός από το Κυπριακό και το Αιγαίο. Και πως για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών η Τουρκία παίζει έναν κρίσιμο ρόλο. Αναπόφευκτα οι αμερικανοί, όπως και άλλες χώρες με συμφέροντα στηνπεριοχή, θα επιζητήσουν στενή συνεργασία μαζί της για τα θέματα αυτά.

Μια τέτοια συνεργασία δεν οδηγεί σε παράκαμψη των ζητημάτων ελληνικού ενδιαφέροντος. Μας υποχρεώνει όμως να σκεφθούμε σοβαρά και νηφάλια για τις γενικότερες διπλωματικές μας δυνατότητες, για την μεθοδολογία των μελλοντικών μας κινήσεων και για τα προβλήματα που πιθανότατα αργότερα θα αντιμετωπίσουμε. Αντί να ριχνόμαστε ο ένας στον λαιμό του άλλου αναζητώντας ενόχους για υποτιθέμενες αποτυχίες καλό θα είναι να εξετάσουμε με ψυχραιμία την πραγματικότητα. Και να αξιολογήσουμε τις κινήσεις μας αλλά και την γενικότερη πολιτική μας στάση.

Οι ΗΠΑ Εχουν Τα Δικά Τους Συμφέροντα

Ας ξεκινήσουμε από ορισμένες βασικές πολιτικές παραδοχές. Οι ΗΠΑ δεν είναι συγγενής η διορισμένος προστάτης της Ελλάδας. Είναι μια μεγάλη τρίτη χώρα με τα δικά της συμφέροντα και στόχους. Επειδή είναι παγκόσμια δύναμη τα συμφέροντά της ακουμπούν στις περισσότερες περιοχές της γής. Για τον λόγο αυτό ενδιαφέρεται και για την περιοχή μας. Και έχει χτίσει συμμαχίες με χώρες των νοτίων Βαλκανίων. Σύμμαχός της είναι η χώρας μας. Όπως όμως σύμμαχός της είναι και η Τουρκία. Δεν είναι απόλυτα κατανοητό να επιζητούμε αμερικανικές παρεμβάσεις για την επίλυση προβλημάτων που έχουμε με την Τουρκία – πάνω στην λογική της δικαίωσης των δικών μας επιδιώξεων. Οι ΗΠΑ προφανέστατα δεν επιθυμούν να χαλάσουν τις σχέσεις τους με κανένα σύμμαχό τους. Στόχος τους είναι η διατήρηση ισορροπιών. Δεν πρόκειται λοιπόν ποτέ να δυσαρεστήσουν ανοιχτά ούτε την Ελλάδα ούτε και την Τουρκία. Το μήνυμα λοιπόν που οφείλουμε να κατανοήσουμε είναι πως τα προβλήματά μας δεν πρόκειται να μας τα λύσει κανένας τρίτος. Είναι δικό μας ζήτημα με τις πράξεις και τις κινήσεις μας να φέρουμε κοντά τις λύσεις που επιθυμούμε.

Από εκεί και πέρα καλό είναι να κατανοήσουμε τις τρέχουσες διεθνείς εξελίξεις ώστε κατάλληλα να τοποθετήσουμε τις επιδιώξεις μας μέσα σε αυτές. Πολλοί πίστεψαν, σε όλο τον κόσμο, πως η εκλογή Ομπάμα θα έφερνε τα πάνω κάτω στους προσανατολισμούς της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Οσοι όμως αγαπούσαν να λειτουργούν με βάση την λογική περίμεναν πως ελάχιστα πράγματα ουσίας θα άλλαζαν. Και έτσι περίπου έγινε. Κάθε μεγάλη δύναμη έχει συμφέροντα και στόχους στηριγμένους σε εκτιμήσεις δεκαετιών. Υπάρχουν οικοδομημένες στρατηγικές και μεσο-μακροπρόθεσμοι στόχοι, τους οποίους εξυπηρετούν εξελισσόμενες τακτικές κινήσεις. Αυτά δύσκολα αλλάζουν. Μπορεί να μεταβάλλεται η ρητορική και οι επικοινωνιακές προτεραιότητες. Η ουσία όμως παραμένει σχεδόν πάντα η ίδια.

Η κυβέρνηση Ομπάμα έχει να αντιμετωπίσει συγκεκριμένα προβλήματα και να υλοποιήσει στρατηγικές ιεραρχήσεις. Μέσα εκεί δεν χωρούν συναισθηματισμοί ούτε και προσωπικές αξιολογήσεις. Σαν συνέπεια οφείλουμε κι εμείς να εγκαταλείψουμε τις χίμαιρες (λ.χ. φιλελληνισμός του κ. Μπάιντεν, σχέσεις του Ομπάμα με την ελληνική κοινότητα στο Σικάγο κλπ) και εκτιμώντας τα πραγματικά δεδομένα να διαμορφώσουμε ανάλογες πολιτικές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αναζητούν τρόπους απεγκλωβισμού από το Ιράκ. Αλλά και πρόθυμους συμμάχους για αύξηση της έντασης στον εξελισσόμενο πόλεμο στο Αφγανιστάν. Και για τις δύο περιπτώσεις απαραίτητη είναι κάποια προσέγγιση με το Ιράν αλλά και βελτίωση των σχέσεων με την Ρωσία.

Κρίσιμος Ο Ρόλος Της Τουρκίας

Δίχως συνεννόηση με το Ιράν, ειρήνευση στο Ιράκ και ουσιαστική αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από την χώρα αυτή είναι πρακτικά αδύνατη. Διότι διαφορετικά μια γενική σύρραξη ανάμεσα σε Σιίτες και Σουνίτες είναι αναπόφευκτη. Με τους Σιίτες τελικά να κυριαρχούν και το Ιράν να εξαπλώνεται πολιτικά στην Μέση Ανατολή. Και Ισραήλ και Σαουδική Αραβία να αντιδρούν πιέζοντας τις Ηνωμένες Πολιτείες για καινούργιες παρεμβάσεις. Καμία αμερικανική κυβέρνηση δεν άντεξε ποτέ πολιτικά την συντονισμένη πίεση των δύο αυτών παραδοσιακών της συμμάχων. Ο ρόλος της Τουρκίας στις εξελίξεις αυτές είναι κρίσιμος. Δίχως την δική της ενεργητικά θετική στάση λύση στο Ιράκ δεν μπορεί να βρεθεί. Πρώτον, διότι η επιρροή που ασκεί στους Τουρκομένους αλλά και η όποια προσέγγισή της με τους Κούρδους είναι δυνατόν να εξασφαλίσει την ειρήνευση του βορρά διευκολύνοντας έτσι και τις όποιες διευθετήσεις στον νότο.
Παράλληλα όμως η Τουρκία είναι σε θέση να επηρεάσει και την στάση των Σουνιτών των περιοχών γύρω από την Βαγδάτη και το κέντρο της χώρας. Σαν η μεγαλύτερη χώρα των Βαλκανίων, η ισχυρότερη οικονομικά μουσουλμανική χώρα της Μέσης Ανατολής (παράλληλα με το Ιράν βέβαια) και η μοναδική ισχυρή Σουνιτική χώρα που ακουμπάει στην Μεσοποταμία, η Τουρκία φαντάζει σαν ισχυρός γείτονας και προστάτης για τους γέροντες φύλαρχους, κι' αντιπάλους της Αλ Καέντα, των Σουνιτικών επαρχιών του Ιράκ. Παράλληλα η Τουρκία συνομιλεί τακτικά με το Ιράν ενώ διατηρεί αποτελεσματικούς διαύλους επικοινωνίας με το Ισραήλ. Πρόσφατα είχε μεσολαβήσει με επιτυχία για την προσέγγιση του Τελ Αβίβ με την Συρία. Μια προσπάθεια που σταμάτησε μετά την επίθεση στην Γάζα.

Αλλά και για τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν ο ρόλος της Αγκυρας είναι σημαντικός. Μετά τις μεγάλες αναστατώσεις στο Πακιστάν, και ιδιαίτερα στις περιοχές των αυτόνομων φυλών στα σύνορα με το Αφγανιστάν, ο εφοδιασμός των δυν.αμεων του ΝΑΤΟ έχει γίνει εξαιρετικά δύσκολος. Μοναδικής διέξοδος είναι η αξιοποίηση εδαφών χωρών της Κεντρικής Ασίας, και ιδιαίτερα του Κιργκιστάν και του Ουζμπεκιστάν. Εκεί όμως σήμερα τον πρώτο λόγο έχει η Μόσχα. Οι ΗΠΑ λοιπόν αναγκαστικά θα προσεγγίσουν την Ρωσία. Σ' αυτή την επαναπροσέγγιση ο ρόλος της Τουρκίας δεν είναι μικρός. Από την θέση της στο υπογάστριο του Καυκάσου η Αγκυρα διατηρεί στενές σχέσεις με το Κρεμλίνο το οποίο συχνά φροντίζει να τονίζει την Ρωσο-Τουρκική φιλία. Ακόμη και με πράξεις. Όπως η πρόσφατη στρατιωτική άσκηση στο …Αιγαίο (!) Την ίδια ώρα η Τουρκία, σαν πετυχημένο μοντέλο δημοκρατικής μουσουλμανικής χώρας, έχει προσβάσεις απ ευθείας στην Τασκένδη και το Μπισκέκ ενώ οι ΗΠΑ την αξιοποιούν και στις υπόλοιπες σχέσεις τους με τον κόσμο του Ισλάμ. Αυτονόητα, για την Ουάσιγκτον η Τουρκία αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την προώθηση σχεδίων ειρήνευσης με τον μετριοπαθή κυρίως μουσουλμανικό κόσμο.

Είναι αυτονόητη λοιπόν η σημασία της Τουρκίας για την διεκπεραίωση μακροπρόθεσμων και ζωτικών στόχων της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Εξ' ού και η επιλογή Ομπάμα να την επισκεφθεί ώστε να μπορεί και να την αξιοποιήσει. Για την Ελλάδα το πρόβλημα κυρίως συνίσταται στην αναγνώριση κάποιων ρεαλιστικών γεω-στρατηγικών δεδομένων. Και στην αντίστοιχη υιοθέτηση επιλογών και πολιτικής στάσης που θα διευκολύνει, αντί να εμποδίζει, την προώθηση των εθνικών μας στόχων.

Στρατηγικός Σχεδιασμός Και Σταθερή Στάση

Πρώτο ζήτημα θα πρέπει να είναι η αποσαφήνιση των διαθέσεών μας απέναντι στις ΗΠΑ. Η Ελλάδα είναι ίσως η χώρα με τον μεγαλύτερο αντι-αμερικανισμό στην Ευρώπη. Αυτό δεν είναι κάτι που αφορά νεαρούς διαδηλωτές και πολιτικές κινήσεις των άκρων. Κάθε κόμμα η πολιτικός που εκφράζει αντι-αμερικανικές κορώνες κερδίζει πόντους στις εκτιμήσεις της κοινής γνώμης. Και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ακόμη δεν δίστασε, δίχως προφανώς κυβερνητική έγκριση, να ειρωνευθεί τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ. Και στην Τουρκία, και σε άλλες χώρες, υπάρχει στα λαικά στρώματα αντι-αμερικανισμός. Αλλά αυτό δεν αντανακλάται στις πολιτικές ηγεσίες και στην πολιτική των χωρών αυτών. Είναι αυτονόητο πως δεν μπορεί μια χώρα να ελπίζει σε αποτελεσματική συνεργασία με μια άλλη όταν σε πολλά επίπεδα στρέφεται εναντίον της.

Για την προώθηση των εθνικών μας στόχων είναι λοιπόν αυτονόητο πως οι θέσεις μας θα πρέπει να είναι σαφείς και οριοθετημένες. Όταν διεκδικούμε για δεκαετίες από τον ΟΗΕ την επίλυση του Κυπριακού και φροντίζουμε να απορρίψουμε την τελική του πρόταση (αρνούμενοι να διευκρινίσουμε – στην τελική διαπραγμάτευση στην Ελβετία – που ακριβώς διαφωνούμε) εύλογα οδηγούμε τους Τούρκους στην θέση του θύματος και άλλες χώρες να ομιλούν για «έξοδο των Τουρκοκυπρίων (που ενέκριναν την πρόταση των Ηνωμένων Εθνών) από την απομόνωση». Όταν επίσης αναγνωρίζουν οι αμερικανοί τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα κι εμείς αντιδρούμε υποτονικά και καθυστερημένα εύλογα προκαλούμε μη αναμενόμενη έκπληξη όταν μπλοκάρουμε την ένταξή της χώρας αυτής στο ΝΑΤΟ. Κοντολογής, με σπασμωδικές αντιδράσεις και δίχως σχεδιασμό και συνέπεια καλλιεργούμε συγχύσεις που καταλήγουν σε βάρος μας.

Καθ' όσον αφορά τέλος τα γενικότερα γεω-στρατηγικά δεδομένα είναι απαραίτητο να χαράξουμε στρατηγικές που θα μας οδηγήσουν σε πρωτοβουλίες που θα ξεπερνούν τις στενές εθνικές μας επιδιώξεις. Οι σχέσεις μας με την Ρωσία λ.χ. στηρίζονται σε κάποιου είδους σχεδιασμό η αποτελούν απλά ανταπόκριση – με κριτήρια καθαρά οικονομικά – στις διάφορες πρωτοβουλίες της άλλης πλευράς; Είμαστε σε θέση να συζητήσουμε – επηρεάζοντας βέβαια – με το Κρεμλίνο για κρίσιμα διεθνή ζητήματα καθιστώντας τον ρόλο μας σημαντικό για τα συμφέροντα κι' άλλων δυνάμεων; Πως μπορούμε να εξασφαλίσουμε πως η Μόσχα σε περίπτωση λ.χ. διαφορών μας με Σλαύους γείτονές μας θα σταθεί δίπλα μας κι' όχι απέναντί μας. Τι κινήσεις κάνουμε προς την Συρία, το Ισραήλ, το Ιράν και άλλους παράγοντες της περιοχής μας; Aν παραμείνουμε περιθώριο σε κρίσιμα διεθνή ζητήματα θαμπές θα είναι και οι προοπτικές των θεμάτων του στενού εθνικού μας ενδιαφέροντος.
Ο Ομπάμα λοιπόν δεν αγνοεί την Ελλάδα. Απλά επιλέγει συνομιλητές που μπορούν να τον διευκολύνουν σε δικές του κρίσιμες επιδιώξεις.