Η Τουρκία αναβιώνει την πολύ- αναβεβλημένη αναζήτησή της για πυρηνική ενέργεια, πιεζόμενη από τα σοβαρά ενεργειακά ελλείμματα μέσα στα σύνορά της και από τις πυρηνικές φιλοδοξίες του γειτονικού Ιράν που απειλούν να ανατρέψουν την περιφερειακή ισορροπία ισχύος της περιοχής. Από την ημέρα της επανεκλογής της νέας κυβέρνησης του Tayip Erdogan μπήκε σε εφαρμογή ξανά το πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας. Είναι, όμως, γνωστό ότι το πρώτο και δυσκολότερο βήμα για την παραγωγή πυρηνικών όπλων είναι η κατασκευή πυρηνικού αντιδραστήρα. Τι επιπτώσεις θα έχει αυτό στην ασφάλεια της περιοχής, με την ευρύτερη έννοια του όρου;

 

Το Πυρηνικό Πρόγραμμα της Τουρκίας

Από την ημέρα της επανεκλογής της νέας κυβέρνησης του Tayip Erdogan μπήκε σε εφαρμογή ξανά το πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας. Το συγκεκριμένο σχέδιο σηματοδοτεί την είσοδο της χώρας στην πυρηνική διάσταση με όλα τα συνεπακόλουθα οφέλη. Κύριος στόχος, σύμφωνα με τις λεγόμενα της πολιτικής ηγεσίας, είναι η κάλυψη των ενεργειακών αναγκών αλλά και η παραγωγή πυρηνικών «καυσίμων», ώστε η Τουρκία να γίνει κέντρο παραγωγής τέτοιου καυσίμου. 

Είναι, όμως, γνωστό ότι το πρώτο και δυσκολότερο βήμα για την παραγωγή πυρηνικών όπλων είναι η κατασκευή πυρηνικού αντιδραστήρα. Τι επιπτώσεις θα έχει αυτό στην ασφάλεια, με την ευρύτερη έννοια του όρου; Πως μπορεί να επηρεαστεί η ισορροπία ισχύος με την Ελλάδα; Στόχος μας σε αυτό το άρθρο είναι να παρουσιάσουμε τα δεδομένα και να απαντήσουμε τα παραπάνω ερωτήματα.

Σύντομο ιστορικό

Μέχρι σήμερα η Τουρκία έκανε προσπάθειες να κατασκευάσει εργοστάσιο παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Όλες, όμως, απέτυχαν για διάφορους λόγους. Η πρώτη ξεκινάει στα μέσα της δεκαετίας του '50, όταν υπογράφηκε με τις ΗΠΑ η συμφωνία κατασκευής ερευνητικού αντιδραστήρα για «ειρηνικές χρήσεις της πυρηνικής ενέργειας». Η λειτουργία του ξεκίνησε στις αρχές του '60.

Το 1965 αποφασίστηκε η κατασκευή πυρηνικού αντιδραστήρα που θα ξεκινούσε την πλήρη λειτουργία και παραγωγή το 1977. Όμως, το πραξικόπημα του 1971 σταμάτησε αυτά τα σχέδια. Την περίοδο 1972-1974 συνεχίστηκε η προσπάθεια κατασκευής ενός πυρηνικού εργοστασίου. Ο χώρος που επιλέχθηκε ήταν το Αkkuyu. Τότε εκκίνησαν οι συνομιλίες με δύο σουηδικές εταιρείες για την αγορά του πυρηνικού αντιδραστήρα, οι οποίες και πάλι σταμάτησαν μετά το πραξικόπημα στα μέσα του ΄80. Το 1982 που συστάθηκε η Τουρκική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, έγινε πρόσκληση για την εκδήλωση ενδιαφέροντος σε εταιρείες. Τρεις εταιρείες ενδιαφέρθηκαν για το πρόγραμμα. Οι δύο πρότειναν κατασκευή αντιδραστήρα στο Akkuyu και η τρίτη στην Σινώπη. Το όλο θέμα έκλεισε περί τα 1988, όταν δεν ευόδωσαν οι συνομιλίες με την καναδική AECL για τον αντιδραστήρα Candu. Σημαντικό ρόλο στην μη ολοκλήρωση της συμφωνίας με την καναδική εταιρεία αλλά και με μια αργεντίνικη αργότερα, έπαιξε ο διεθνής παράγοντας που δεν ήθελε η Τουρκία να αποκτήσει πυρηνική ενέργεια, δεδομένης της καλής σχέσης που είχε με το «πυρηνικοποιημένο» Πακιστάν.

Aπό το 1993 ξεκινάει η προσπάθεια κατασκευής του πυρηνικού αντιδραστήρα σε συνεργασία με κορεατικές εταιρείες. Πάλι, όμως, το πρόγραμμα αντιμετώπισε νέες καθυστερήσεις λόγω των αντιδράσεων των κατοίκων της περιοχής Akkuyu που σε συνεργασία με περιβαλλοντικές οργανώσεις απ' όλη την χώρα διοργάνωσαν διαδηλώσεις και συναντήσεις με την κυβέρνηση προκειμένου να βρεθεί λύση στο πρόβλημα. Η κατάσταση έγινε ακόμα πιο περίπλοκη όταν η κοινοπραξία Westinghouse/Mitsubishi δεν είχε τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει το όλο έργο.
Έτσι μέχρι πριν μερικούς μήνες, η προσπάθεια κατασκευής του πυρηνικού εργοστασίου βρισκόταν σε τέλμα.

Παρούσα κατάσταση

Μετά την πρόσφατη επανεκλογή της κυβέρνησης του Tayip Erdogan, το πρόγραμμα κατασκευής εργοστασίου πυρηνικής ενέργειας, τέθηκε ξανά στο προσκήνιο. Ο νέος Τούρκος πρόεδρος Αbdullah Gul αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του, έδωσε το έγκρισή του για την κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, Ahmet Necdet Sezer, που έθετε εμπόδια κάθε προσπάθεια.

Με βάση τον νέο νόμο που υπέγραψε ο Gul, η κατασκευή του πυρηνικού σταθμού θα γίνει στην Σινώπη, στη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, και οι εργασίες θα ξεκινήσουν τον ερχόμενο Ιούνιο. Στόχος είναι ν' αγορασθεί ένας μεταχειρισμένος αντιδραστήρας προκειμένου να συμπιεσθεί το κόστος. 

Οι σχετικές προκηρύξεις θα δημοσιευθούν τον επόμενο μήνα και θα προσκληθούν ξένοι κατασκευαστικοί οίκοι που θα ολοκληρώσουν το έργο σε συνεργασία με τουρκικές εταιρείες. Σημαντική θέση στον τομέα της ενέργειας έχει η εταιρεία Sabanci Holding που ήδη έχει ξεκινήσει συνεργασία με αυστριακή εταιρεία. Σύμφωνα με στέλεχος του ομίλου Sabanci η παραγωγή ενέργειας αναμένεται να ξεκινήσει περί το 2017. 

Ο αντικειμενικός στόχος της τουρκικής κυβέρνησης είναι να κατασκευασθούν τρεις συνολικά σταθμοί συνολικής ισχύος 5000 MW, προκειμένου να καλυφθεί ένα ποσοστό από το συνολικό αναγκαίο ποσοστό (αναμενόμενες ανάγκες 54000 MW για την επόμενη εικοσαετία) και να διαφοροποιηθούν, έτσι, οι πηγές κάλυψης των αναγκών, με χαμηλό κόστος, καθώς ένα πυρηνικό εργοστάσιο απαιτεί μια υψηλή επένδυση σε υποδομές, αλλά παράγει «φθηνό προϊόν», σε αντίθεση μ' ένα εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας που βασίζεται στο πετρέλαιο ή άλλη καύσιμη ύλη και το οποίο απαιτεί υποδομή συγκριτικά μικρότερου κόστους, αλλά παράγει ένα προϊόν υψηλού κόστους.

Το ζήτημα της κατασκευής πυρηνικού εργοστασίου στην Τουρκία, δεν άφησε αδιάφορη την αμερικανική κυβέρνηση. Ο υπουργός ενέργειας των ΗΠΑ, Samuel Bodman, είχε συζητήσεις επί του θέματος με τον Τούρκο ομόλογό του Hilmi Guler, λίγο πριν τα εγκαίνια του αγωγού φυσικού αερίου Ελλάδας-Τουρκίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες φοβούμενες την διασπορά πυρηνικού υλικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μια τρομοκρατική επίθεση, προσπαθούν να ελέγξουν την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας από τρίτες χώρες. Ο Samuel Bodman στη συνάντησή του με τον Ηilmi Guler, συζήτησε την ένταξη της Τουρκίας στην GNEP (Global Nuclear Energy Partnership – Παγκόσμια Συνεργασία για την Πυρηνική Ενέργεια). Στόχος, επίσημα, αυτού του οργανισμού είναι η διάδοση της πυρηνικής ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο με τις κατάλληλες προϋποθέσεις, η μείωση των κατάλοιπων από την διαδικασία παραγωγής πυρηνικής ενέργειας και η συσσώρευση της περισσευούμενης ενέργειας. Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο Akira Omoto, στέλεχος του ΙΑΕΑ, σε πρόσφατο συνέδριο που διεξήχθη στην Τουρκία για θέματα πυρηνική ενέργειας.

Παρασκηνιακά η Συνεργασία αυτή, ελέγχεται από τις ΗΠΑ. Στόχος είναι, επιπλέον των παραπάνω, η παραγωγή «πυρηνικών καυσίμων» να μη γίνεται από τις χώρες που θέλουν ν' αποκτήσουν πυρηνικά, αλλά από συγκεκριμένες ισχυρές χώρες προκειμένου να αποφευχθεί η περίπτωση να πέσουν αυτά σε λάθος χέρια. Η επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού δημιούργησε προβλήματα, διότι το δελτίο Τύπου για το τι συζητήθηκε μεταξύ των δύο υπουργών, διανεμήθηκε στα τουρκικά Μ.Μ.Ε. πριν την σύσκεψη των δύο πολιτικών… Στο σημείο αυτό εμφανίζεται μια διαφωνία. Οι ΗΠΑ επιθυμούν την ένταξη της Τουρκίας στην GNEP, που ήδη αριθμεί 11 μέλη. Από την πλευρά της η Τουρκία επιθυμεί να ενταχθεί στον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) αντί του «αμερικανικού» GNEP. Οι μελλοντικές εξελίξεις θα δείξουν αν τελικά οι ΗΠΑ θα καταφέρουν να εντάξουν την Τουρκία στον οργανισμό που δημιούργησαν.

Οι επιπτώσεις για την Ελλάδα

Το πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας έχει τις τρεις ακόλουθες διαστάσεις που η Ελλάδα θα πρέπει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη της, α) τη στρατιωτική – διπλωματική, β) την οικολογική και γ) την ενεργειακή – οικονομική.

Πιο συγκεκριμένα:
α) Με τη δυνατότητα παραγωγής πυρηνικής ενέργειας η Τουρκία:
αα) μπαίνει σ' ένα «κλαμπ» ισχυρών κρατών που δύνανται να παράγουν πυρηνική ενέργεια. Με λίγα λόγια τίθεται θέμα εικόνας ή αλλιώς βαρύτητας στο διεθνές σύστημα,
αβ) θα μπορεί πολύ εύκολα να μεταπηδήσει από τις ειρηνικές χρήσεις της πυρηνικής ενέργειας, στις στρατιωτικές, θέτοντας νέα δεδομένα στα ζητήματα αποτροπής, δίνοντας άλλη αξία στις απειλές χρήσης πολέμου, δημιουργώντας νέα ισορροπία ισχύος, όχι μόνο στην περιοχή της, αλλά και σε ένα ευρύτερο περιφερειακό σύστημα.
αγ) σε στρατιωτικό επίπεδο, δύναται να αυξήσει την ισχύ της σε δυσανάλογα επίπεδα σε σχέση με την Ελληνική. Λέμε «δύναται» γιατί το αν θα καταφέρει τελικά να παράξει πυρηνικές κεφαλές είναι ένα ζήτημα που μένει να το παρατηρήσουμε. Πάντως, για τις χώρες που έχουν ήδη πυρηνικούς αντιδραστήρες, είναι πολύ εύκολο να μεταπηδήσουν σε στρατιωτικές-πυρηνικές εφαρμογές, δεδομένου ότι έχουν κάνει το πρώτο βήμα. Αυτό που κάνει τα πράγματα ακόμα πιο ανησυχητικά είναι το ότι η Τουρκία διαθέτει τα άλλα δύο σημαντικά στοιχεία της πυρηνικής στρατιωτικής στρατηγικής. Διαθέτει φορείς, μιας και έχει ήδη κάνει πολύ σημαντικά βήματα στον τομέα της πυραυλικής τεχνολογίας, και διαθέτει τα μέσα στοχοποίησης, καθώς έχει προ πολλού δορυφορική τεχνολογία. 
Από τη στιγμή που η Τουρκία θα μπορεί να έχει πυρηνικά οπλικά συστήματα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα μπουν σε νέα διάσταση. Η ικανότητα αποτροπής της Ελλάδας θα αμφισβητηθεί. Σε διεθνές επίπεδο η Τουρκία θα έχει ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί και να το εξαργυρώνει προς το συμφέρον της. Τέλος, θα υπάρχει πάντοτε η αμφιβολία για το εάν όντως έχει παράξει πυρηνικές κεφαλές ή όχι, καθώς αυτά τα προγράμματα καλύπτονται από μυστικότητα.

β) Η υψηλή σεισμική δραστηριότητα που παρατηρείται στην περιοχή της Τουρκίας είναι ένα θέμα που πρέπει να μας ανησυχεί δεδομένης και της γειτνίασης. Δημιουργείται ένα σοβαρό ζήτημα περιφερειακής ασφάλειας, το οποίο θα πρέπει να σκεφτούμε πως θα το αντιμετωπίσουμε σε έκτακτη περίπτωση. Η εστίαση της συζήτησης στο αν το εργοστάσιο θα γίνει στο περισσότερο σεισμογενές Akkuyu ή στην λιγότερο σεισμογενή Σινώπη, είναι αβάσιμο και παραπλανητικό τη στιγμή που η ευρύτερη περιοχή είναι έντονα σεισμογενής.

γ) Ενεργειακά η Τουρκία κάνει βήματα ανεξαρτητοποίησης από τις κλασικές πηγές ενέργειας, αν και ακόμα έχει πολύ δρόμο να διανύσει. Πιο συγκεκριμένα, θα μειώσει την εξάρτησή της από το πετρέλαιο, τις διακυμάνσεις του και το πολιτικό παρασκήνιο που συνεπάγεται η εξάρτηση από πετρελαιοπαραγωγές ή άλλες χώρες. Θα μπορέσει να εξοικονομήσει κεφάλαια, τα οποία θα μπορεί να επενδύσει σε άλλους τομείς της οικονομίας της.

Η Ελλάδα θα πρέπει να αρχίσει να σκέφτεται πως θα αντιδράσει σε κάθε ένα από τα παραπάνω τρία επιχειρήματα που αναφέραμε. Είναι ώρα να εξαργυρωθούν οι καλές σχέσεις γειτονίας που έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια προκειμένου τα σχέδια πυρηνικοποίησης της Τουρκίας να μην ξεφύγουν από βασικές αρχές. 

Οι ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου αναγκάστηκαν να προσαρμόσουν τη στρατηγική τους πολλές φορές. Στην εποχή μας έχουμε το μάθημα του Ψυχρού Πολέμου πρόσφατο και άρα θα πρέπει να γνωρίζουμε πόσο υψηλό ήταν το κόστος για την αναπροσαρμογή της εθνικής της στρατηγική κάθε φορά που η ΕΣΣΔ μπορούσε να βρεθεί ένα βήμα μπροστά στην κούρσα των πυρηνικών όπλων, και το κυριότερο τι πολιτικό κόστος είχε το παράθυρο ευκαιρίας που είχε η κάθε πλευρά όταν παρήγαγε μια νέα έκδοση πυρηνικών κεφαλών ή φορέων εκτόξευσης.

Βαλλιστική τεχνολογία

Παρακάτω αναφέρουμε περιληπτικά τις δυνατότητες των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων σε πυραυλικά μέσα μεγάλου βεληνεκούς.

Τύπος συστήματος     Αρ.Συστημάτων     Βεληνεκές         Βάρος πολ. κεφαλής
MLRS/ATACMS                  12              30-45/120+χλμ           Διαφοροποιείται
WS-1Α                             30                    80χλμ                         150κ
WS-1B                             12                   180χλμ                        ~200κ
Jaguar «J»                          –                   150χλμ                         480κ

Στέλιος Καναβάκης, (CIPT)

Πηγή: spynews-gr