απο τον Γ. Ε. ΣΕΚΕΡΗ

Η κυβερνητική αλλαγή στην Ουάσιγκτον δημιούργησε την ψευδαίσθηση ότι ο κόσμος όπως τον γνωρίζαμε έως τότε ήταν προϊόν των προσωπικών επιλογών του κ. Μπους. Το προεκλογικό – και με σαφείς εκλογικές στοχεύσεις – κήρυγμα της αλλαγής του κ. Ομπάμα άρκεσε για να πείσει πολλούς ότι μια νέα εποχή, ριζικά διάφορη από την προηγούμενη, επρόκειτο να εγκαινιασθεί στα διεθνή δρώμενα.

Η «κακή», «μονομερής» και «πολεμοχαρής» Αμερική του απελθόντος προέδρου θα έδινε τη θέση της στην «καλή» Αμερική της «συναίνεσης» και της «ήπιας δύναμης» του διαδόχου του. Και ως δια – διπλωματικής – μαγείας, οι μεγάλες αντιπαραθέσεις που κυριαρχούν στο παγκόσμιο γίγνεσθαι και ταλαιπωρούν εκατομμύρια ανθρώπων ανά τον πλανήτη θα εξέλιπαν.

Πρόκειται, βέβαια, για μια φαντασιακή, παιδική θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κανείς, αντίληψη των διεθνών σχέσεων, σύμφωνα με την οποία αρκεί η καλή θέληση της μιας πλευράς και ειδικότερα της συνήθως υπόπτου αμερικανικής για να εξορκισθούν και οι σφοδρότερες συγκρούσεις γεωπολιτικών, οικονομικών ή ιδεολογικών συμφερόντων.

Ως γνωστόν, o πρόεδρος Ομπάμα, άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του, διεμήνυσε παντοιοτρόπως την προθυμία του να δρομολογήσει καλόπιστο διάλογο με όλους όσων οι σχέσεις με την Ουάσιγκτον τυγχάνουν προβληματικές: Βορειοκορεάτες, Ιρανούς, Παλαιστινίους, Ρώσους, Λατινοαμερικανούς. Ωστόσο, παρά την ανακούφιση που προκάλεσαν οι διαβεβαιώσεις του σε ευρύ φάσμα της διεθνούς κοινής γνώμης και ανεξάρτητα από τις, θετικές ή επιφυλακτικές, κατά περίπτωση, αρχικές αντιδράσεις των άμεσων αποδεκτών του μηνύματός του, η ωμή γεωπολιτική πραγματικότητα επανήλθε ταχέως στο προσκήνιο. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα: Αμφισβητώντας αρχήθεν την καλή πίστη του νέου Αμερικανού προέδρου, το καθεστώς του Πιονγκγιάνγκ, αντί να δράξει την προσφερόμενη ευκαιρία, επέλεξε την οδό του εκβιασμού – προβαίνοντας σε δοκιμή πυρηνικού όπλου και διηπειρωτικού πυραύλου, αποσυρόμενο από τις εξαμερείς διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό του πρόγραμμα και απειλώντας με «ανοικτίρμονα επίθεση». Εν μέρει, σύμφωνα με έμπειρους παρατηρητές, σε μια προσπάθεια να «δοκιμάσει» τα ανακλαστικά του κ. Ομπάμα.[i]

Το κυρίαρχο στοιχείο του ιρανικού ιερατείου, μακράν του να απαλύνει τη στάση του έναντι των Αμερικανών – αλλά και της Δύσης γενικότερα – αντιθέτως τη σκληραίνει. Πριν ακόμη εκδηλωθεί η παρούσα εσωτερική κρίση στο Ιράν, η Τεχεράνη είχε αντιμετωπίσει το αμερικανικό άνοιγμα με χαρακτηριστική ακαμψία. Τώρα δε, όχι μόνο δεν δείχνει να εκτιμά την προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου να αποφύγει την εμπλοκή του στις εσωτερικές ιρανικές αντιπαραθέσεις, αλλά έφθασε στο σημείο να απαιτήσει να της ζητήσει «συγγνώμη» για τις, συγκριτικά προς τις ανάλογες δηλώσεις των κυριότερων Ευρωπαίων ηγετών, ήπιες επικρίσεις του για τη βίαιη συμπεριφορά των ιρανικών αρχών. Απειλώντας ότι συνέχιση των επικρίσεων αυτών θα αποτελέσει ανυπέρβλητο πρόσκομμα σε διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό της πρόγραμμα Και ταυτίζοντας τη στάση του σημερινού ενοίκου του Λευκού Οίκου με εκείνη του δαιμονοποιηθέντος από τους Ιρανούς ιθύνοντες προκατόχου του.[ii]

Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες του προέδρου Ομπάμα να προσεγγίσει τους Παλαιστινίους, με πιο πρόσφατη και θεαματικότερη τις αναφορές του στο Παλαιστινιακό κατά την ομιλία-έκκληση που απηύθυνε προς τον ισλαμικό κόσμο από το Κάιρο, η ελέγχουσα τη Γάζα, αλλά και δυναμικότερη συνιστώσα της παλαιστινιακής πλευράς Χαμάς, χαιρέτησε μεν δια του εκ των ηγετών της Χάλεντ Μασάλ τη «νέα γλώσσα» του Αμερικανού προέδρου, απέρριψε όμως κατηγορηματικά την προτροπή του να συμμορφωθεί με τις προϋποθέσεις που της θέτει το Κουαρτέτο – δηλαδή οι εκπρόσωποι του ΟΗΕ, των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Ρωσίας – για την ισότιμη συμμετοχή της στην ειρηνευτική διαδικασία.[iii]

Με επακόλουθο η ουσιαστική προώθηση της τελευταίας αυτής να αποβαίνει άκρως προβληματική, αν όχι αδύνατη. Όπως και επί προεδρίας Μπους, έτσι και σήμερα, η ρωσική ηγεσία επιθυμεί τη βελτίωση και πάντως απεύχεται την όξυνση των σχέσεών της με την Ουάσιγκτον. Συγχρόνως όμως δείχνει αποφασισμένη να προασπίσει συμφέροντά της που κρίνει ζωτικής σημασίας. Μεταξύ των οποίων προέχουσα θέση κατέχουν η κατοχύρωση του ρωσικού πυρηνικού αποτρεπτικού και η διατήρηση και στο μέτρο του εφικτού αναστήλωση της επιρροής της Μόσχας στο λεγόμενο «εγγύς εξωτερικό» της. Και συνακόλουθα το Κρεμλίνο, μολονότι καλωσόρισε την περί «επανεκκίνησης» των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων εξαγγελία της κυβέρνησης Ομπάμα και αναζητεί και αυτό έδαφος για αμοιβαίως επωφελή γεωπολιτική και οικονομική συνεργασία, εμμένει παρά ταύτα σε θέσεις διαμετρικά αντίθετες προς τις αμερικανικές – και εν πολλοίς και δυτικές γενικότερα – για ζητήματα απτόμενα των προαναφερθέντων κορυφαίων προτεραιοτήτων της. Στα οποία συγκαταλέγονται κατ’ εξοχήν η εγκατάσταση στοιχείων της αμερικανο-νατοϊκής αντιπυραυλικής ασπίδας πλησίον των ρωσικών συνόρων, η προς ανατολάς διεύρυνση του ΝΑΤΟ, και το διεθνές καθεστώς της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας.

Υπό τις συνθήκες δε αυτές, το πιθανότερο είναι ότι η επανάληψη της λειτουργίας Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας κατά την άτυπη σύνοδο των υπουργών εξωτερικών του ΟΑΣΕ στην Κέρκυρα και η – πολύ σημαντικότερη – επικείμενη συνάντηση Ομπάμα- Μεντβέντεβ στη Μόσχα δεν θα αρκέσουν για να αρθούν τα εμπόδια στην πλήρη και οριστική εξομάλυνση των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων. Ακόμη όμως και στη λατινοαμερικανική γεωπολιτική αυλή των ΗΠΑ, τα ανοίγματα του Αμερικανού προέδρου, παρά τη γενικώς θετική επικοινωνιακή τους απήχηση, προσκρούουν ήδη στην άρνηση των αμεσότερα ενδιαφερομένων ηγεσιών να ανταποκριθούν στα – κατά τα λοιπά ανεπίληπτα – δημοκρατικά κηρύγματα της Ουάσιγκτον, κυρίως δια τον φόβον των αρνητικών επιπτώσεων επί της εξουσίας τους. Με τους αδελφούς Κάστρο στην Αβάνα να χαρακτηρίζουν τις αμερικανικές πρωτοβουλίες «ολίγιστες» και να επικρίνουν ακόμη και την προσωπική του συμπεριφορά του κ. Ομπάμα.[iv] Και με τον Βενεζουελανό πρόεδρο Τσάβες να κατηγορεί τη CIA ότι προσπαθεί να τον δολοφονήσει.[v]

Τα προβλήματα και οι συναφείς προκλήσεις παραμένουν συνεπώς ακέραια. Και τα περιθώρια χειρισμών για την αντιμετώπισή τους αποδεικνύονται πολύ στενότερα απ’ ό,τι αρκετοί φαντάζονταν. Ως κατ’ εξοχήν δε ρεαλιστής, ο κ. Ομπάμα, συνδυάζει ήδη τις οπωσδήποτε χρήσιμες επικοινωνιακές του πρωτοβουλίες με τα λοιπά μέσα που διαθέτει η υπερδύναμη για την επίτευξη των σταθερών της, σε τελευταία ανάλυση, στόχων. Και σε ό,τι μεν αφορά στο Κορεατικό και στο Ιρανικό, είναι προφανές ότι η πολιτική της ράβδου και του καρώτου για την αποτροπή της πυρηνικοποίησής τους θα συνεχισθεί – με την ελπίδα, ίσως κάπως πιο δικαιολογημένη τώρα ως προς το Ιράν, ότι μια καθεστωτική αλλαγή θα άρει κάποια στιγμή το οδυνηρό δίλημμα της επιλογής μεταξύ αποδοχής πυρηνικών τετελεσμένων και στρατιωτικού πλήγματος.

Σε σχέση με το Παλαιστινιακό, ο πρόεδρος Ομπάμα διαπιστώνει – αν δεν το γνώριζε ήδη, όπερ λίαν απίθανο – ότι ο δρόμος της ειρήνευσης παραμένει μακρύς και δύσβατος. Προκειμένου για τη Ρωσία, πρέπει μάλλον να αναμένεται η συνέχιση μια σχέσης αμφίσημης και υποκείμενης σε σοβαρές διακυμάνσεις. Ενώ στη Λατινική Αμερική, η Ουάσιγκτον καλείται να διαχειρισθεί σποραδικές αμφισβητήσεις της ηγετικής της παρουσίας – οι οποίες όμως στο σημερινό γεωπολιτικό τοπίο, δεν συνιστούν πλέον τη μείζονα απειλή για τα στρατηγικά της συμφέροντα που αποτελούσαν επί Ψυχρού Πολέμου.

[i] Βλ. David E. Sanger, Tested Early by North Korea, Obama Has Few Options, “International Herald Tribune”, 26-5-2009. Επίσης, North Korea’s dangerous game, στην περιοδική έκδοση του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών του Λονδίνου “Strategic Comments” του Ιουνίου 2009.

[ii] Βλ. Thomas Erdbrink, William Branigin, Ahmadinejad Demands Apology From Obama; Iranian Warns Against Further Criticism, “Washington Post”, 26-6-2009.

[iii] Βλ. Μαρία Κράλλη, Ναι σε διάλογο χωρίς όρους, «Εθνος», 27-6-2009.

[iv] Βλ. Will Weissert, Raul Castro says Obama’s Cuba policy changes «minimal», onus not on Cuba for better relations, “The Examiner”, Associated Press, 20-6-2009. Επίσης, Jake Tapper, Fidel Castro Says President Obama ‘Misinterpreted’ Brother Raul’s Remarks, Says Obama ‘Showed Signs of Smugness’, ABC News, “Political Punch”, 22-4-2009.

[v] Βλ. Jorge Rueda, Chavez Accuses CIA of Backing Plot to Kill Him ABC News, The Associated Press, 28-6-2009;