Απεδόθη στα ΜΜΕ ο παρά κάτω διάλογος ανάμεσα στον πολύ γνωστό μας Αμερικανό αξιωματούχο Μάθιου (Μπράϊζα) ή αλλιώς κατά το ιουδαϊκοχριστιανικό, Ματθαίο, και τον Πρόεδρο της Βουλής Μάριο (Κάρογιαν). «Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να πιέσουν την Τουρκία. Ίσως αυτό να μπορούσε να γίνει στις δεκαετίες ‘70, ‘80, '90. Δεν μπορεί όμως σήμερα, που η Τουρκία κατέστη περιφερειακή υπερδύναμη και εξαρτάται απολύτως από τις δικές της δυνάμεις». Και απάντησε ο Μάριος: «Εάν δεν μπορούν οι ΗΠΑ να πιέσουν την Τουρκία, ποιος μπορεί να την πιέσει; Υπό τέτοιες συνθήκες είναι αδύνατη η εξεύρεση λύσης στο κυπριακό, αλλά και η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Να αρχίσω με τον Ματθαίο. Οι Αμερικανοί ουδέποτε πίεσαν την Τουρκία για οτιδήποτε που δεν αφορούσε άμεσα τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Και σίγουρα δεν την πίεσε ποτέ για το κυπριακό. Η μόνη περίπτωση πραγματικής πίεσης κατά της Τουρκίας, με Αμερικανό Πρόεδρο να βρίζει σκαιωδώς και να απειλεί  θεούς και δαίμονες, έλαβε χώρα επί προεδρίας Νίξον. Ήταν το 1970-71 όταν η τουρκική παραγωγή οπίου κυριαρχούσε και η τουρκική ηρωίνη έτρωγε τα σωθικά των μαύρων στα γκέτο της Αμερικής. Οι Τούρκοι έπαιζαν το σύνηθες παιχνίδι της «νεροκολοκύθας» με τους Αμερικανούς διαπραγματευτές. Οι πασάδες αρνούντο να περιορίσουν την καλλιέργεια, εκτός αν οι Αμερικάνοι τους γέμιζαν τα ταμεία. Άρχισε τότε να μουγκρίζει ο Νίξον λέγοντας μεταξύ άλλων και βρίζοντας, ότι θα στείλει τα βομβαρδιστικά Β-52 από το Βιετνάμ στην Τουρκία, εάν η παραγωγή οπίου δεν περιοριζόταν. Και έτσι και έγινε το 1971. (Η συμφωνία ακυρώθηκε από τον Ετσεβίτ αρχές του 1974 και στις 15 Ιουλίου 1974 και ανεξάρτητα από τα γεγονότα στην Κύπρο, στο Αμερικανικό Κογκρέσο άνοιγε συζήτηση με σχετική νομολογία για επιβολή εμπάργκο όπλων στην Τουρκία με την υποστήριξη της κυβέρνησης Νίξον, λόγω της παραβίασης της συμφωνίας του οπίου από τους Τούρκους!)

Η γνωστή επιστολή Johnson του 1964 φαινόταν πράγματι ως έμμεση απειλή κατά της Τουρκίας. Αλλά όσοι γνώριζαν λίγα πράγματα περισσότερα ξέρουν ότι η επιστολή Johnson εκμαιεύτηκε από τον ίδιο τον Ινονού για δικούς τους εσωτερικούς λόγους. Εξάλλου, το 1964, η Τουρκία δεν είχε δυνατότητα να εισβάλει, μόνο να βομβαρδίσει και το έπραξε (ούτε το 1967 είχε τη δυνατότητα, όπως παραδέχτηκε ο τότε Πρωθυπουργός Ντεμιρέλ, παρά μόνο το 1974, κάτι που έγινε δυνατόν με την προδοτική χούντα και τα παλικάρια της φακής στην Κύπρο). Και, δεύτερον και κατά μένα καθοριστικό, τότε, το 1964, Κύπρος και Ελλάδα ήταν παίκτες στο παιχνίδι της Ανατολικής Μεσογείου και επηρέαζαν τα πράγματα και τις εξελίξεις. Τα γεγονότα απειλούσαν Αμερικανικά συμφέροντα. Σήμερα  Κύπρος και Ελλάδα, δεν έχουν ειδικό βάρος, οι πολιτικές τους είναι αναξιόπιστες και κανείς (αγαπητέ Μάριε) δεν τις λαμβάνει υπόψη. Ίσως μόνο οι κλητήρες στις Βρυξέλλες όταν οι εκπρόσωποί τους μπαινοβγαίνουν στο κτήριο.

Ο παλιός μας γνωστός, ο άλλος Ματθαίος, ο Νίμιτζ (Mathew Nimitz) παραδέχτηκε στον γερουσιαστή Σαρπάνη στις 17 Απριλίου 1991 (Ακρόαση στο Κογκρέσο). Cyprus International Law and Prospects for a Settlement) ότι η Αμερική, αν και μπορούσε, δεν πίεσε την Τουρκία, ούτε στην περίοδο του μερικού εμπάργκο όπλων (που επέβαλε το Κογκρέσο, όχι η κυβέρνηση) ούτε στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την άρση του.

Και κάτι ακόμη. Όταν το 1978-79 η Τουρκία κυριολεκτικά πτώχευσε και δεν είχε καν λεφτά για ηλεκτρισμό στα δημόσια κτίρια και για να πληρώσει τους μισθούς των διπλωματών της, έλεγε στους Αμερικάνους: ‘Πρέπει να μας πληρώσετε γιατί μας έχετε ανάγκη (‘You have to pay our bills because you need us'). Και οι Αμερικανοί πλήρωναν.

Μην περιμένεις, Μάριε, τον κάθε Ματθαίο και τον κάθε Αμερικανό. Ξανακάνε την χώρα σου παίκτη (με ή χωρίς την Ελλάδα). Έχεις την σωστή ιδέα. Παίξε ως παίκτης και όχι ως «παιδί που κλαίγεται» μέσα στην ΕΕ. Κοίταξε τον κ. Καρλ Μπιλτ (αυριανό ατζέντη της Άγκυρας για τα ενεργειακά όπως έγινε πρόσφατα ο τέως ομόλογός του, της Γερμανίας, ο Γιόσκα Φίσερ) στα μάτια και πες του, γιόκ, στο Κεφάλαιο Ενέργειας. Για να δεις τον Ματθαίο να επιστρέφει, με άλλου παπά ευαγγέλιο.