Του Rogoff Kenneth Καθηγητή Οικονομικών και Δημόσιας Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ

Πώς θα είναι η αναπτυξιακή τροχιά της Ευρώπης μόλις ξεπερασθεί η χρηματοπιστωτική κρίση; Για ορισμένους Ευρωπαίους, ανήσυχους ακόμη και για τον κίνδυνο κατάρρευσης των οικονομιών και των τραπεζικών τους συστημάτων, το ερώτημα αυτό φαντάζει… εξωπραγματικό – σαν να ρωτάς έναν επιβάτη του Τιτανικού τι σκοπεύει να κάνει μόλις φθάσει στη Νέα Υόρκη.

Αλλά είναι ένα ερώτημα κρίσιμο δεδομένου μάλιστα ότι η Ευρώπη δέχεται τόσο έντονες εξωτερικές πιέσεις από τις ΗΠΑ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να εστιάσει τις προσπάθειές της σε βραχυπρόθεσμα μέτρα Κεϋνσιανής πολιτικής. Η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα αυτήν τη στιγμή είναι πολύ άσχημα. Το ευρωπαϊκό ΑΕΠ αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 4% αυτόν τον χρόνο. Τα ποσοστά ανεργίας θα είναι σύντομα διψήφια στις περισσότερες χώρες της Ηπειρωτικής Ευρώπης, με την Ισπανία και τη Λετονία να έχουν ξεπεράσει ακόμη και το 20%. Το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης παραμένει τρωτό, παρ’ ότι πολλές κυβερνήσεις έχουν κάνει τεράστιες προσπάθειες να κρύψουν τις «πληγές» των τραπεζών τους.

Ωστόσο, η οικονομική κρίση αργά ή γρήγορα θα φθάσει στο τέλος της. Υπάρχει ακόμη μεγάλος κίνδυνος να προσκρούσει σε… παγόβουνο, όπως για παράδειγμα αν χώρες της Βαλτικής κηρύξουν αδυναμία πληρωμών, με αποτέλεσμα να επεκταθεί ο πανικός στην Αυστρία και σε χώρες της Σκανδιναβίας. Αλλά, προς το παρόν, μια ολοκληρωτική κατάρρευση είναι αρκετά απίθανη, ενώ πιο πιθανή είναι η σταδιακή σταθεροποίηση που θα δώσει τη θέση της σε υποτονική ανάκαμψη, η οποία θα συνοδεύεται από εκτίναξη των δημοσίων χρεών και της ανεργίας.

Τα πράγματα δεν είναι ρόδινα. Ορισμένοι σχολιαστές έχουν επικρίνει δριμύτατα τους Ευρωπαίους ηγέτες για το γεγονός ότι δεν ενορχήστρωσαν μια επιθετική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, όπως έκαναν οι Αμερικανοί. Γι’ αυτόν τον λόγο, υποστηρίζουν, η Ευρώπη βιώνει βαθύτερη ύφεση από της Αμερικής, τη στιγμή που όλοι συμφωνούν ότι οι ΗΠΑ υπήρξαν το επίκεντρο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Αλλά αυτοί οι επικριτές φαίνεται να υποθέτουν ότι η Ευρώπη θα βγει από την κρίση σε χειρότερη κατάσταση από τις ΗΠΑ, ενώ ακόμη είναι πολύ νωρίς για να καταλήξει κάποιος σε τέτοιο συμπέρασμα. Μια επικών διαστάσεων ύφεση που έχει προκληθεί από σφοδρή χρηματοπιστωτική κρίση, σαν αυτή που βιώνουμε αυτήν τη στιγμή, δεν είναι κάτι που ξεπερνιέται σ’ έναν χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι και τα αντανακλαστικά των ηγετών δεν μπορούν να αξιολογηθούν με βάση μέτρα πρόσκαιρου χαρακτήρα. Είναι εξίσου σημαντικό να τεθεί το ερώτημα για το πώς θα είναι τα πράγματα ύστερα από πέντε χρόνια όσο και ύστερα από έξι μήνες. Και η ετυμηγορία είναι ακόμη άγνωστη.

Η πολύ επιθετική δημοσιονομική αντίδραση της Αμερικής στην ύφεση, σημαίνει ταχύτερη διόγκωση του δημόσιου χρέους και η υπερ-επεκτατική νομισματική πολιτική σημαίνει επίσης ότι θα είναι πολύ δύσκολο να εκτελεσθεί μια στρατηγική εξόδου, που θα πρέπει να απορροφήσει όλη την υπερβάλλουσα ρευστότητα στην αγορά. Οι κρατικές δαπάνες στις ΗΠΑ έχουν αυξηθεί σε ελάχιστο χρόνο από το 18% στο 28% του εθνικού εισοδήματος, ενώ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) έχει ουσιαστικά τριπλασιάσει τον ισολογισμό της. Η πιο συγκρατημένη αντίδραση της Ευρώπης, αν και μεγιστοποιεί τους βραχυπρόθεσμους κινδύνους, μπορεί να έχει καλύτερα αποτελέσματα μακροπρόθεσμα, ειδικά αν αυξηθούν τα επιτόκια διεθνώς, κάνοντας πιο επώδυνο το «φορτίο» των χρεών. Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι κατά πόσον η Ευρώπη χρησιμοποιεί ικανή «δόση» Κεϋνσιανής πολιτικής, αλλά κατά πόσον θα επανέλθει στην τροχιά των μεταρρυθμίσεων μόλις ξεπερασθεί η κρίση.

Εάν η Ευρώπη συνεχίσει να εφαρμόζει μέτρα για πιο ελαστικές σχέσεις στην αγορά εργασίας, για την καθιέρωση πραγματικά πανευρωπαϊκών κανονισμών λειτουργίας των αγορών και κρατήσει ανοιχτές τις αγορές της στο εμπόριο, τότε θα επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης μόλις ξεπερασθεί η κρίση. Εάν όμως οι ευρωπαϊκές χώρες αρχίσουν να… ομφαλοσκοπούν, με τη Γερμανία να ωθεί τους καταναλωτές της να αγοράζουν γερμανικά αυτοκίνητα, τη Γαλλία να επιβάλει σε αυτοκινητοβιομηχανίες της να διατηρούν μη παραγωγικά εργοστάσια κ.λπ., τότε θα πρέπει να αναμένεται οικονομική στασιμότητα μιας δεκαετίας. Η αλήθεια είναι ότι το περασμένο έτος δεν ήταν από τα πιο… λαμπρά στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων στην Ευρώπη. Οι περίοδοι ύφεσης δεν ήταν ποτέ εύκολες για τους Ευρωπαίους ηγέτες να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις. Τα προβλήματα εντάθηκαν όταν η κυβέρνηση της Τσεχίας κατέρρευσε στο μέσον της ασκούμενης από αυτήν εξάμηνης ευρωπαϊκής προεδρίας, αφήνοντας κενό… εξουσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η σκιά των επερχόμενων εκλογών στη Γερμανία, σε συνδυασμό με τους φόβους για το αν οι Ιρλανδοί ψηφοφόροι θα επικυρώσουν τη Συνθήκη της Λισαβόνας – είναι θέματα που όλα μαζί έχουν… συνωμοτήσει, ώστε να φρενάρουν οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες.

Αλλά ορισμένοι από τους σημαντικότερους πόλους ισχύος της Ευρώπης, όπως οι δημοκρατικές κυβερνήσεις και οι ισχυροί θεσμικοί φορείς της, συχνά υποτιμώνται ως μακροπρόθεσμα σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Η πρόσφατη ύφεση έχει φέρει προκλήσεις, αλλά οι Ευρωπαίοι ηγέτες σωστά απέφυγαν τις μεγάλες «δόσεις» Κεϋνσιανής πολιτικής, εκεί μάλιστα όπου θα ήταν επιζήμιες για την αντιμετώπιση μακροπρόθεσμων προκλήσεων. Εάν οι μεταρρυθμίσεις αποκτήσουν νέα πνοή, δεν υπάρχει λόγος να μην γνωρίσει η Ευρώπη μια δεκαετία αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος, τουλάχιστον στα ίδια επίπεδα με τις ΗΠΑ. Επιπλέον, όσο εντείνονται οι ανησυχίες για τη δημοσιονομική πολιτική των ΗΠΑ (τα διογκούμενα δηλαδή ελλείμματα) δίνεται μια τεράστια ευκαιρία στο ευρώ να διαδραματίσει σημαντικότερο ρόλο ως διεθνές αποθεματικό νόμισμα. Ανατριχιάζει όποιος σκεφθεί τι μπορεί να συμβεί εάν η Ευρώπη δεν βγει από τη σημερινή στενωπό.

Είναι βέβαιον ότι σ’ αυτή την περίπτωση η Ευρώπη θα πάψει να λειτουργεί ως αναγκαίο αντίβαρο των ΗΠΑ στη διεθνή οικονομική σκηνή. Οι Ευρωπαίοι μπορεί να μην νοιάζονται ιδιαίτερα γι’ αυτό σήμερα (πολλοί περισσότεροι φορούν t-shirts με τον Ομπάμα στην Ευρώπη απ’ ό,τι στις ΗΠΑ) αλλά μπορεί να μην αισθανθούν την ίδια ικανοποίηση εάν εμφανισθεί κάποιος Τζορτζ Μπους Νο3. Ευτυχώς, δεν θα περιμένουν πιθανότατα τόσο πολύ έως ότου αρχίσουν να προχωρούν προς τα μπρος και πάλι οι Ευρωπαίοι…

Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Κέρδος» στις 16/7/2009.