Του Mohamed El Baradei, Γενικού Διευθυντή της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας

O Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα πρόσθεσε νέο δυναμισμό στις προσπάθειες – που είχαν χρονοτριβήσει για μια δεκαετία – προς την κατεύθυνση του αφοπλισμού από πυρηνικά όπλα. Ο ίδιος δεσμεύτηκε στο όραμα ενός κόσμου ελεύθερου από πυρηνικά όπλα και αναγνωρίζει τη σύνδεση μεταξύ της μη διάδοσης και του αφοπλισμού από τις χώρες που διαθέτουν ατομικά όπλα.

Ο Ομπάμα έχει δεσμευτεί να αναβιώσει τη Συνθήκη περί μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων (ΝΡΤ) του 1970, που στόχος της είναι να αποτρέψει τη διάδοση των πυρηνικών όπλων. Το καθεστώς μη διάδοσης, του οποίου θεμέλιος λίθος είναι η ΝΡΤ, βρίσκεται σε αποδιοργάνωση.

Τα βασικά προβλήματα εύκολα μπορεί κάποιος να τα αναγνωρίσει. Πρώτον, οι πέντε βασικές χώρες που διαθέτουν πυρηνικά όπλα δεν έχουν πάρει στα σοβαρά την υποχρέωση τους, που πηγάζει από τη ΝΡΤ, να εργαστούν για τον πυρηνικό αφοπλισμό. Αντίθετα, έχουν επιμείνει ότι τα πυρηνικά όπλα είναι ουσιαστικής σημασίας για την ασφάλεια τους και συνέχισαν να εκσυγχρονίζουν τα πυρηνικά τους οπλοστάσια.

Αυτό φυσικά, τους αποστερεί από το ηθικό δικαίωμα να πείσουν άλλους να μην αγοράσουν τέτοια όπλα, τα οποία συνεχίζουν να εκλαμβάνονται ως πηγή δύναμης και επιρροής και ως πολιτική ασφάλειας σε περίπτωση επίθεσης. Δεύτερον, όπως έχουμε δει στην περίπτωση της Βόρειας Κορέας, δεν υπάρχει κάτι που να σταματά τις χώρες που υπογράφουν τη Συνθήκη από το να αποστασιοποιούνται από αυτήν, αφού δηλώσουν ότι «έκτακτα γεγονότα» έχουν εκθέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα τους. Τρίτον, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΑΕΑ), η οποία θεωρείται ότι επιτηρεί το σύστημα μη διάδοσης, είναι επονείδιστα υποχρηματοδοτούμενη.

Όταν έρχεται ενώπιον του ζητήματος να καθορίσει αν μια χώρα διενεργεί ή όχι, ένα συγκεκαλυμμένο πρόγραμμα ανάπτυξης πυρηνικών όπλων, οι επιθεωρητές της ΙΑΕΑ έχουν συχνά δεμένα τα χέρια τους, είτε επειδή τους λείπει η νόμιμη εξουσιοδότηση να αποκτήσουν πρόσβαση σε όλες τις τοποθεσίες που θεωρούν απαραίτητο είτε επειδή η Υπηρεσία δεν έχει την κατάλληλη πρόσβαση στις δορυφορικές εικόνες. Τέταρτον, οι έλεγχοι των εξαγωγών έχουν αποτύχει να αποτρέψουν τη διάδοση της ευαίσθητης πυρηνικής τεχνολογίας, όχι μόνον λόγω των εξελιγμένων προσπαθειών μυστικών δικτύων όπως αυτό που διηύθυνε ο Πακιστανός πυρηνικός επιστήμονας Α. Κ. Χαν. Ήδη εννέα χώρες διαθέτουν πυρηνικά όπλα και θα ήταν αφελές να συμπεράνουμε ότι άλλες, ιδιαίτερα σε περιοχές συγκρούσεων, δεν θα προσπαθήσουν να τα εξασφαλίσουν.

Επιπροσθέτως, ένας αριθμός χωρών με πυρηνικά ενεργειακά προγράμματα έχουν τη δυνατότητα, αν το επιλέξουν, να κατασκευάσουν πυρηνικά όπλα μέσα σε διάστημα μηνών, αν οι προσλαμβάνουσες τους για την ασφάλεια μεταβληθούν, γιατί κατέχουν αυτήν την κρίσιμη τεχνολογία – τον εμπλουτισμό ουρανίου και την επανεπεξεργασία πλουτωνίου. Αν περισσότερες χώρες ακολουθήσουν αυτό τον δρόμο, θα μπορούσε να αποδειχτεί η «αχίλλειος πτέρνα» της μη διάδοσης. Πέμπτον, η διεθνής κοινότητα, με αιχμή του δόρατος το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, έχει συχνότερα, απ’ ό,τι το αντίθετο, παραλύσει μπροστά στις προκλήσεις για τη διεθνή ασφάλεια και δεν είναι αποτελεσματική στο να δώσει απάντηση σε περιπτώσεις για τις οποίες υπάρχουν υποψίες διάδοσης των πυρηνικών. Αυτά τα ζητήματα δεν θα λυθούν εν μία νυκτί. Όμως υπάρχουν πολλά που μπορούν να γίνουν σχετικά γρήγορα.

Οι ΗΠΑ και η Ρωσία έχουν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις αναφορικά με μεγάλες περικοπές στα πυρηνικά τους οπλοστάσια, που μαζί αντιστοιχούν στο 95% των 27.000 πυρηνικών κεφαλών που υπάρχουν παγκοσμίως. Άλλα βήματα-κλειδιά περιλαμβάνουν την εφαρμογή της Συνθήκης Πλήρους Απαγόρευσης των Πυρηνικών Δοκιμών. Επίσης, τη διαπραγμάτευση μιας συνθήκης επαλήθευσης, προκειμένου να δοθεί ένα τέλος στην παραγωγή σχάσιμων υλικών που χρησιμοποιούνται στα όπλα. Παράλληλα, τη ριζική βελτίωση της φυσικής ασφάλειας από πυρηνικά και ραδιενεργά υλικά, πράγμα που είναι ζωτικής σημασίας ζήτημα για να αποτραπεί η πιθανότητα να πέσουν στα χέρια τρομοκρατών. Τέλος, την ενδυνάμωση της ΙΑΕΑ. Τον περασμένο μήνα, πρότεινα ένα μέτρο-κλειδί για την ενίσχυση της μη διάδοσης στο συμβούλιο των κυβερνητών της ΙΑΕΑ – την ίδρυση μιας τράπεζας της ΙΑΕΑ, χαμηλά εμπλουτισμένου ουρανίου (LEU) που να εγγυάται προμήθεια σε χώρες που χρειάζονται πυρηνικά καύσιμα για τους αντιδραστήρες τους.

Το LEU δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή όπλων. Τέτοιος μηχανισμός θα είναι ουσιαστικός τις επόμενες δεκαετίες, καθώς ολοένα και περισσότερες χώρες υιοθετούν την πυρηνική ενέργεια. Η δική μου πρόταση συνίσταται στη δημιουργία ενός φυσικού αποθέματος LEU, στη διάθεση της ΙΑΕΑ, ενός τελευταίου αποθέματος όπου θα μπορούν να καταφύγουν χώρες με προγράμματα πυρηνικής ενέργειας, που αντιμετωπίζουν προβλήματα στην προσφορά εξαιτίας μη εμπορικών λόγων. Αυτό θα δίνει στις χώρες την πεποίθηση, ότι μπορούν να στηριχτούν σε επαρκείς προμήθειες του καυσίμου για να κινήσουν τα εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας και έτσι δεν θα χρειάζεται να αναπτύξουν την δική τους δυνατότητα εμπλουτισμού ουρανίου και επανεπεξεργασίας πλουτωνίου. Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει στην αποφυγή των εμπειριών του Ιράν, μετά την επανάσταση του 1979, όταν τα συμβόλαια για καύσιμα και τεχνολογία για το σχεδιαζόμενο πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας δεν τιμήθηκαν.

Τριάντα χρόνια μετά, μερικές από τις συνέπειες τις αισθανόμαστε ακόμη. Στο LEU θα μπορούν να προσφεύγουν χώρες που βρίσκονται σε ανάγκη, στη βάση κριτηρίων που δεν θα είναι πολιτικά ούτε θα εμπεριέχουν διακρίσεις. Θα είναι προσβάσιμο με τις τιμές της αγοράς σε όλες τις χώρες, σε συνδυασμό με τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την πυρηνική ασφάλεια. Από κανένα κράτος δεν θα ζητείται να παραιτηθεί από το δικαίωμα να αναπτύξει τον δικό του κύκλο όσον αφορά τα καύσιμο. Τα χρήματα που χρειάζονται για να υιοθετηθεί μια τράπεζα LEU εξασφαλίζονται πρωταρχικά από μια μη κυβερνητική οργάνωση – την Nuclear Threat Initiative – και την αρχική χρηματοδότηση από τον Ουόρεν Μπάφετ.

Όμως αυτό μπορεί να είναι μόνον το πρώτο βήμα. Θα πρέπει να ακολουθήσει μια συμφωνία σύμφωνα με την οποία όλες οι νέες δραστηριότητες εμπλουτισμού και επανεπεξεργασίας πλουτωνίου θα τεθούν αποκλειστικά κάτω από πολυεθνικό έλεγχο και όλες οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις αυτού του τύπου, θα υπόκεινται σε πολυεθνικό, από εθνικό, έλεγχο που υπόκεινται σήμερα. Πρόκειται για μια τολμηρή ιδέα, αλλά οι τολμηρές ιδέες είναι σήμερα χρήσιμες περισσότερο από ποτέ. Η ευκαιρία να τεθεί ο κύκλος του πυρηνικού καυσίμου υπό πολυεθνικό έλεγχο χάθηκε πριν από 60 χρόνια, εξαιτίας του Ψυχρού Πολέμου. Η εξάπλωση της πυρηνικής τεχνολογίας και το αυξανόμενο ρίσκο της πυρηνικής τρομοκρατίας καθιστά επιβεβλημένο να δράσουμε αυτή τη φορά σωστά.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Κέρδος» στις 28/7/2009.