ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΑΛΑΠΑΣΙΔΗ*

Ενώ η κλιμάκωση της αντιπαράθεσης των μεγάλων δυνάμεων με το Ιράν βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, στα διεθνή φόρα έκανε την εμφάνισή της και η πρώτη φωνή που «διαφημίζει» την ευκαιρία της Τουρκίας να αναδειχθεί σε «απαραίτητο» αμερικανικό σύμμαχο στη διαχείριση του ιρανικού ζητήματος.

 

Πριν από αρκετές ημέρες είχαμε γράψει στο i-reporter για τις δυνατότητες που η πολιτική εκμετάλλευση του ιρανικού ζητήματος μπορεί να προσδώσει στις δυνάμεις που θα κινηθούν με διορατικότητα και ενεργητικότητα μέσα στα ταχέως μεταβαλλόμενα δεδομένα. Είχαμε τονίσει ότι η αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής αναφορικά με την αντιπυραυλική ασπίδα και το ζήτημα του Ιράν θέτει νέους κανόνες υπό τους οποίους θα αξιολογείται η στρατηγική αξία των συμμάχων, οπότε οι μέθοδοι με τις οποίες θα πραγματοποιείται τώρα το διπλωματικό «πάρε – δώσε» θα πάρουν νέα μορφή.

Stis 28 Σεπτεμβρίου 2009, το German Marshall Fund (ινστιτούτο με σημαίνοντα ρόλο στην προώθηση των ευρωατλαντικών σχέσεων), έδωσε στη δημοσιότητα ανάλυση στην οποία προβάλλεται η δυνητικά κρίσιμη προσφορά της Τουρκίας στην ανάσχεση του υπό πυρηνικοποίηση Ιράν. Συντάκτης της ανάλυσης ο «συνήθης ύποπτος», Ian Lesser, γνωστός για τη συμμετοχή του σε πολυάριθμες αναλύσεις που επικεντρώνονται στην Τουρκία και επίσης γνωστός για τη… θρησκευτική αφοσίωσή του στις προσπάθειες στενότερης συνεργασίας της γείτονος με τις ΗΠΑ.

Στην ανάλυση που φέρει τον τίτλο «The New Look in Missile Defense: Thinking Through Turkish Stakes» (σε ελεύθερη μετάφραση, «Η νέα κατάσταση στην πυραυλική άμυνα: εξετάζοντάς την διαμέσου των τουρκικών διακυβευμάτων») ο Ian Lesser, απευθυνόμενος στα ευήκοα ώτα τόσο της αμερικανικής όσο και της τουρκικής κυβέρνησης, εξηγεί τους λόγους για τους οποίους Τουρκία και ΗΠΑ έχουν αρκούντως συγκλίνοντα συμφέροντα, ώστε η Τουρκία να μπορεί να καταστεί σύντομα βασική συνιστώσα στα αμερικανικά σχέδια.

Κατά τον Lesser, η κρίση με το Ιράν και η αλλαγή της αμερικανικής αμυντικής στρατηγικής προσφέρουν στην Τουρκία δυνατότητες στενότερης πολιτικοστρατιωτικής σύγκλισης με τις ΗΠΑ για την αντιμετώπιση του Ιράν, καλύτερης αμυντικής οχύρωσης της τουρκικής επικράτειας, «ανανέωσης» των ΝΑΤΟϊκών δεσμών με τη γείτονα (οι οποίοι τα τελευταία χρόνια υποφέρουν), αλλά και βελτίωσης των σχέσεων με τη Ρωσία. Όλα αυτά είναι εφικτά εφόσον ΗΠΑ και Τουρκία θέσουν την αντιπυραυλική άμυνα στην κορυφή των διμερών επαφών.

Απώτερος σκοπός θα είναι να υπογραφεί μια συμφωνία για την εγκατάσταση, εντός της τουρκικής επικράτειας, επίγειων συστημάτων έγκαιρης ανίχνευσης ή και αναχαίτισης πυραύλων, που θα είναι ολοκληρωμένα στην ΝΑΤΟϊκή αρχιτεκτονική και θα μπορούν ακόμα και να υποκαταστήσουν απαραίτητες μελλοντικές επενδύσεις που η Τουρκία διαφορετικά θα πρέπει να καταβάλει μόνη της! (Σε αυτό το σημείο υπενθυμίζουμε ότι τη συγκεκριμένη διάσταση είχαμε δώσει παρουσιάζοντας την είδηση για την τουρκική απόφαση προμήθειας αντιβαλλιστικών συστημάτων Patriot).

Με την επίτευξη των παραπάνω, η Τουρκία «θα είναι ανάμεσα στους επιφανείς παράγοντες για την αντιμετώπιση του ζητήματος μιας βελτιωμένης αντιπυραυλικής άμυνας» σε ΝΑΤΟϊκό επίπεδο, με άλλα λόγια θα αποκτήσει καίριο γεωστρατηγικό βάρος.

Χρήσιμη θα ήταν, επιπλέον, και η συμμετοχή της Τουρκίας στη ναυτική πτυχή της νέας αντιπυραυλικής ασπίδας (τα αντιτορπιλικά που φέρουν το σύστημα Aegis και πυραύλους SM-3) εφόσον οι στενότερες επαφές με τις ΗΠΑ μπορούν να παράξουν μια λύση η οποία θα εξασφαλίζει ταυτόχρονα και το modus vivendi με τη Ρωσία (η οποία απαλλάχθηκε από τα συστήματα Τσεχίας και Πολωνίας αλλά δεν θα επιθυμούσε προς το παρόν νέα συστήματα στη Μαύρη Θάλασσα). Εξάλλου, η Άγκυρα θεωρείται ως ο «ευτυχής κληρονόμος» της πρόσφατης βελτίωσης των αμερικανορωσικών σχέσεων, οπότε περιθώρια εύρεσης κοινά αποδεκτών λύσεων με επίκεντρο την Τουρκία όντως υπάρχουν.

Η Τουρκία οφείλει παράλληλα να δραστηριοποιηθεί η ίδια και να ενισχυθεί από τις ΗΠΑ, κατά τον Lesser, διότι είναι η μόνη η οποία μπορεί να καλύψει αμυντικά τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, η οποία είναι εξάλλου και η περισσότερο εκτεθειμένη στα ενδεχόμενα ιρανικά ανταποδοτικά πυρά σε περίπτωση ανάφλεξης. Κατά τον συντάκτη της ανάλυσης, η τουρκική διπλωματία θα πρέπει να κινηθεί οπωσδήποτε προς αυτή την κατεύθυνση γιατί, λόγω της κατάστασης με το Ιράν, «είναι ευάλωτη στα πολλαπλασιαστικά φαινόμενα διασποράς πυρηνικών και πυραυλικών συστημάτων στην γειτονιά της, από το Αιγαίο (αναφορά στους πυραύλους SCALP EG της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας;) μέχρι τη Νότια Ασία, περιλαμβανομένων και επιπλοκών στη συμβατική ισορροπία ισχύος αλλά και στη διαμόρφωση δογμάτων». Το ερωτηματικό στην παρένθεση δικό μας βέβαια…

Με άλλα λόγια, ο Ian Lesser υποστηρίζει ότι ενδεχόμενη επιδείνωση του ιρανικού ζητήματος θα οδηγήσει σε υπερεξοπλισμό των γειτόνων της Τουρκίας (περιλαμβανομένης και της Ελλάδας, αλλιώς ποια άλλη σημαντική στρατιωτική δύναμη δραστηριοποιείται στο Αιγαίο;) με πυραυλικά ή και πυρηνικά συστήματα (συγκεκριμένα κράτη δεν αναφέρονται) αλλά και τη διαμόρφωση αμυντικών δογμάτων που, αν το θέσουμε απολύτως μετριασμένα, θα δημιουργούν «ζητήματα» για την τουρκική άμυνα. Είναι βέβαια περίεργο το πως η Τουρκία υποτίθεται ότι θα διεκπεραιώνει δύο αντιθετικούς ρόλους ταυτόχρονα: αυτόν του προστάτη των χωρών της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ αλλά και εκείνον του προστάτη της Τουρκίας από χώρα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ! Όπως φαίνεται, τίποτα δεν γράφεται τυχαία…

Το ξαναλέμε λοιπόν, η ιρανική κρίση και τα νέα αμερικανικά σχέδια αλλάζουν το γήπεδο στο οποίο οι σύμμαχοι των Αμερικανών τώρα θα παίξουν το παιχνίδι της στρατηγικής συνδιαλλαγής. Και από ότι φαίνεται, κάποιοι ήδη το έχουν πάρει χαμπάρι και απεργάζονται τις επόμενες κινήσεις τους….

* Ο συγγραφέας είναι απόφοιτος του τμήματος «War Studies» του King's College του Λονδίνου και υποψήφιος διδάκτορας διεθνών σχέσεων και στρατηγικών σπουδών στο Πάντειο πανεπιστήμιο.

I-reporter