Στους μεγάλους ιδιωτικούς χρηματοοικονομικούς και επιχειρηματικούς ομίλους των ΗΠΑ υπάρχουν ειδικά τμήματα κυβερνητικών υποθέσεων τα οποία ασχολούνται με τον επηρεασμό των κυβερνητικών και πολιτικών στελεχών προς την κατεύθυνση ισχυροποίησης της θέσης τους στις αγορές που δραστηριοποιούνται.

Η αύξηση της πολιτικής επιρροής πραγματοποιείται με τις χρηματικές εισφορές σε μεμονωμένους υποψηφίους και κόμματα, καθώς και με την παραχώρηση στελεχών τα οποία καταλαμβάνουν ισχυρές, από άποψη κύρους αλλά και αποτελεσματικότητας, θέσεις στην κυβερνητική μηχανή.
Ειδικά ο χρηματοοικονομικός κλάδος παρουσιάζεται ως ο κλάδος που πρωταγωνιστεί στο lobbying, δηλαδή σε αυτή τη μάχη για την αύξηση της πολιτικής επιρροής.

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες ο χρηματοοικονομικός κλάδος στις ΗΠΑ έχει διογκωθεί αρκετά. Την περίοδο από το 1973 έως το 1985 τα κέρδη του δεν ξεπερνούσαν το 16% των συνολικών εταιρικών κερδών των αμερικανικών επιχειρήσεων.

Κατά τη δεκαετία του 1990 το ποσοστό αυξήθηκε σε επίπεδα περί του 25%, ενώ την τρέχουσα δεκαετία και πριν την κρίση τα έσοδα είχαν φθάσει στο επίπεδο άνω του 40% επί του συνόλου των κερδών των αμερικανικών επιχειρήσεων.

Η αύξηση των κερδών οδηγεί σε μεγαλύτερη αύξηση του ζωτικού χώρου αναφορικά με την πολιτική επιρροή, πράγμα που σημαίνει ότι όσο αυξάνονται τα κέρδη τόσο αυξάνεται και η πολιτική επιρροή. Το αντίθετο οδηγεί σε μείωση της πολιτικής επιρροής και σε σαφέστερη μείωση της σημασίας ενός κλάδου για τα πολιτικά πρόσωπα.

Πολιτική επιρροή όμως πρακτικά τι σημαίνει;

Σημαίνει ότι τα επιχειρηματικά συμφέροντα ελέγχουν την πολιτική διαδικασία και κατευθύνουν τους νόμους αποκλειστικά προς όφελός τους. Εάν αυτή η επιρροή διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα τότε ομιλούμε για κατεστημένα επιχειρηματικά συμφέροντα τα οποία κατευθύνουν τα πολιτικά και οικονομικά δρώμενα προς την κατεύθυνση ολοκληρωτικών καταστάσεων.

Σύμφωνα με δημοσίευμα των «Financial Times», οι 25 μεγαλύτερες εταιρείες επενδύσεων και έκδοσης χρεογράφων των ΗΠΑ, που εν πολλοίς ευθύνονται για τη μεγαλύτερη από 1930 χρηματοπιστωτική κρίση που βιώνει ολόκληρη η ανθρωπότητα, από το 1999 και έως το 2008 δαπάνησαν περισσότερα από 370 εκατ. δολάρια σε προεκλογικές εκστρατείες πολιτικών, με στόχο την αύξηση της επιρροής τους προς την κατεύθυνση να εμποδιστεί ο αυστηρότερος έλεγχος στην αγορά στεγαστικών δανείων.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, αποδέκτες των δώρων ήταν όλοι εκείνοι που σήμερα ευαγγελίζονται την ανάγκη αυστηρότερου πλαισίου εποπτείας των χρηματοοικονομικών οργανισμών με τον σημερινό πρόεδρο των ΗΠΑ κ. Ομπάμα να βρίσκεται στην κορυφής της λίστας των αποδεκτών.

Κατά την τελευταία προεκλογική περίοδο, που οδήγησε τον Ομπάμα στον Λευκό Οίκο, ο νυν πρόεδρος δέχθηκε δώρα ύψους 14 εκατ. δολαρίων, ενώ ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών κ. Τζον Μακέιν δέχθηκε δώρα ύψους 8,5 εκατ. δολαρίων.
Συνολικά, από 152,3 εκατ. δολάρια που δόθηκαν κατά την τελευταία προεδρική προεκλογική περίοδο οι Δημοκρατικοί δέχθηκαν το 57% και οι Ρεπουμπλικανοί το 43% των χρηματικών δωρεών. Πέρα από τις εταιρείες επενδύσεων, το σύνολο του χρηματοπιστωτικού κλάδου χορήγησε προς το σύνολο του πολιτικού κόσμου κεφάλαια ύψους 2,2 δισ. δολαρίων για προεκλογικούς λόγους.

Εκ των άνω συνάγεται ότι ο ιδιωτικός τομέας αυξάνει με δωρεές την επιρροή του στην εκτελεστική εξουσία, στη συνέχεια επιβάλλει πρόσωπα που έχουν την απόλυτη εμπιστοσύνη του και κατόπιν κατευθύνει το νομοθετικό και θεσμικό έργο προς τη λογική του απόλυτου κέρδους. Στη βάση αυτή δεν πρέπει να ξαφνιάζει κανέναν το μέγεθος και το βάθος αυτής της κρίσης. Τίποτα δεν είναι τυχαίο.

Οι επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα τις τελευταίες δεκαετίες επέβαλαν τους όρους τους δωροδοκώντας τους πολιτικούς, οι οποίοι μετετράπηκαν από αμύντορες της νομιμότητας σε μίσθαρνα όργανα με ελαστική συνείδηση.

Για την κρίση που βιώνει η ανθρωπότητα και η οποία θεωρείται η μεγαλύτερη από το 1930 ευθύνονται κυρίως οι πολιτικοί και γενικότερα τα εντεταλμένα όργανα της πολιτείας, που είχαν ως αποστολή την εποπτεία, τον έλεγχο και τη διατήρηση της νομιμότητας.

Δεν έπραξαν τον καθήκον τους και αυτό γιατί δεν μπορούσαν να το πράξουν, όχι από ανικανότητα ή αβλεψία, αλλά από την αντικειμενική δυσκολία να έρθουν αντιμέτωποι με τους πραγματικούς εργοδότες τους, τους επιχειρηματίες και τα lobbies.

Αφησαν τις χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις χωρίς κανέναν έλεγχο, με αποτέλεσμα η διαχείριση του ρίσκου να μην έχει κανένα αντίπαλο παρά μόνο συμμάχους, με κυριότερο την απληστία.

Οπως δεν έπραξαν τίποτα για να αποφύγουν τη διόγκωση των κινδύνων, που οι παρακινδυνευμένες επενδυτικές επιλογές των Golden Boys είχε διαμορφώσει, έτσι και κατά τη διάρκεια της περιόδου που σχεδίαζαν τα μέτρα διάσωσης, οι πολιτικές που υιοθέτησαν ήταν σαφέστατα συντεταγμένες με τα συμφέροντα αυτών που επί χρόνια τούς καλύπτουν όλες τις οικονομικές ανάγκες για να μετέχουν στο πολιτικό παιχνίδι.

Εκείνο βέβαια που προβληματίζει ιδιαίτερα είναι το μέλλον, η επόμενη ημέρα.

Κυρίως το βασανιστικό ερώτημα, πώς αυτοί που διαμόρφωσαν με τη σχεδιασμένη απραξία τη φούσκα, που οδήγησε στην κρίση, θα μπορέσουν να οδηγήσουν στην αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Οι άνθρωποι που σε κάθε βήμα τους δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να σχετίζουν το καλό των lobbies με το καλό της υπόλοιπης ανθρωπότητας είναι αδύνατο να αλλάξουν νοοτροπία μόνο και μόνο επειδή ορισμένα εκατομμύρια βρέθηκαν στην ανεργία, επειδή χρεοκόπησαν εκατομμύρια νοικοκυριά και επειδή πλήθος ατόμων οδηγήθηκε σε κινήσεις απελπισίας.

Από τη στιγμή που τα lobbies καθορίζουν την υπόσταση των οργάνων της εκτελεστικής, νομοθετικής και εποπτικής εξουσίας τότε τα πράγματα δεν πρόκειται να αλλάξουν.

Η διεθνής κοινότητα μπορεί να ακούσει αρκετές μεγαλοστομίες, πλην όμως τα ωραία λόγια ποτέ δεν θα μετατραπούν σε συγκεκριμένες πράξεις μεταβολής του διεφθαρμένου πλαισίου δραστηριοποίησης των χρηματοοικονομικών οργανισμών.

Του Σαράντου Λέκκα
ΚΕΡΔΟΣ