του Nίκου Κοτζιά
 
Η εξωτερική φαντασίωση της Τουρκίας
Την προηγούμενη εβδομάδα αναλύσαμε τις φαντασιώσεις των ηγετικών ομάδων της Τουρκίας που συνοψίζονται στην στρατηγική του νεοθωμανισμού, Αυτή η στρατηγική επιδιώκει την στήριξη των εσωτερικών επιλογών απέναντι στους Κούρδους, προκειμένου να τους ενσωματωθούν στον σημερινό Τουρκικό κοινωνικό σχηματισμό.

 Ταυτόχρονα, αυτή η φαντασίωση λειτουργεί και ως διττός μηχανισμός προώθησης των στόχων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής: α) μέσω της προσπάθειας να πειστεί η διεθνής κοινότητα, ιδιαίτερα η Δύση, ότι η Τουρκία αποτελεί το κλειδί λύσης όλων των προβλημάτων στην περιοχή. Β) με την εμπέδωση της τουρκικής φαντασίωσης στο μυαλό άλλων παικτών. Με το να παρουσιαστεί, δηλαδή, η πρόθεση υλοποίησης αυτής της τουρκικής φαντασίωσης ως υπάρχουσα ήδη αντικειμενικά.

Η εξωτερική διάσταση της σημερινής νεοθωμανικής φαντασίωσης στηρίζεται στις παραδοχές, ότι, πρώτον, η Τουρκία είναι η πιο ισχυρή μουσουλμανική χώρα στον κόσμο, ικανή γέφυρα ανάμεσα στη Δύση και σε άλλους μουσουλμανικούς πληθυσμούς, τόσο οικουμενικά, όσο και ιδιαίτερα ως προς τους Άραβες. Δεύτερον, ότι η Τουρκία βρίσκεται καθοδόν να λύσει όλα τα άμεσα προβλήματα που έχει με τους γείτονές της καθώς και το κουρδικό. Τρίτον, ότι η Τουρκία έχει ιδιαίτερα ενισχυμένο κύρος και δύναται να διαμεσολαβήσει σε μεγάλες ιστορικές διαμάχες, όπως είναι αυτή της Μέσης Ανατολής και εκείνη της Δύσης με το Ιράν. Η φαντασίωση της Τουρκίας ότι όλα «τα σφάζει και όλα τα ελέγχει» στηρίζεται αφενός στην πραγματική σχετική αναβάθμιση της στο διεθνές σύστημα, και αφετέρου στον τρόπο αντιμετώπισής της από ορισμένες δυτικές δυνάμεις.

Η αναντιστοιχία ανάμεσα στην «ισλαμική» φαντασίωση και την πραγματικότητα
Ας μου επιτραπεί να θυμίσω, καταρχάς, ότι η Τουρκία δεν είναι η μουσουλμανική χώρα με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο. Αυτή είναι η Ινδονησία και κατόπιν το Πακιστάν. Από δε τις χώρες με δυτικού τύπου πολιτικό σύστημα, η Ινδία είναι η δημοκρατία με τον μεγαλύτερο μουσουλμανικό πληθυσμό. Επιπλέον, ο Ισλαμισμός στην Ινδία έχει επηρεαστεί πολύ από τον χαμηλών τόνων ινδουισμό και αποτελεί σαφώς ένα πιο ήπιο και δημοκρατικό δείγμα (στην πλειοψηφία του πάντα και όχι ως προς κάθε ισλαμική ομάδα) κοσμικού ισλαμισμού από εκείνο του νέο-οθωμανισμού.


Δεύτερο, οι περισσότεροι μουσουλμανικοί πληθυσμοί στην Μέση Ανατολή είναι Άραβες. Λαοί οι οποίοι υπέστησαν επί αιώνες την μπότα της οθωμανικής κατοχής και δεν έχουν κανένα λόγο να έλκονται από τις επιλογές των παλαιότερων «αφεντικών τους». Δεν χρειάζεται παρά μια μικρή σπίθα ιστορικής ανάμνησης για να θυμηθούν αυτή οι λαοί το πόσο υπέφεραν υπό την Οθωμανική αυτοκρατορία. Αλλά και οι άλλοι μουσουλμανικοί πληθυσμοί της περιοχής δεν έχουν την καλύτερη εμπειρία από τον τουρκικό μεγαλοϊδεατισμό που επιθυμεί να επαναφέρει την ιδεολογία του οθωμανισμού.

Τρίτο, ο άμεσα και σημαντικότερος μουσουλμανικός πληθυσμός με κοσμικές και δημοκρατικές αντιλήψεις, είναι οι Αλεβήτες. Αυτοί υποφέρουν στο εσωτερικό της Τουρκίας. Και ο πιο αρχάριος μελετητής της Τουρκίας γνωρίζει ότι σε αυτή τη χώρα υπάρχει θρησκευτική καταπίεση. Η καταπίεση αυτή δεν αφορά μόνο τις μη μουσουλμανικές κοινότητες, αλλά και τις μειοψηφικές κοινότητες στο εσωτερικό του ίδιου του ισλαμισμού. Επιπλέον, αφορά και τις εθνικές κοινότητες που δεν υποτάσσονται στον κυρίαρχο τουρκικό εθνικισμό και ερμηνεία του Ισλάμ.

Τέταρτο, η μεγαλύτερη μη τουρκογενή εθνότητα στην Τουρκία είναι οι Κούρδοι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός «έθνους χωρίς κράτος». Πρόκειται για έναν πληθυσμό στην ευρύτερη περιοχή με 25-30 εκατομμύρια ψυχές (τα 14-15 εκατομμύρια κατοικούν στην Τουρκία) που ζει σε σχετική ειρήνη μόνο στο εμπόλεμο Ιράκ. Και αυτό ακριβώς είναι η ειρωνεία της ιστορίας. Οι Κούρδοι της Τουρκίας δεν διαθέτουν τα αντίστοιχα δικαιώματα άλλων μειονοτήτων ή εθνικών κοινοτήτων που υπάρχουν σε χώρες πέραν της Τουρκίας. Πρόσφατα η Τουρκία εμφανίστηκε ως να λύνει δημοκρατικά το κουρδικό πρόβλημα. Δεν πρόλαβε, όμως, να σβήσει το μελάνι των απαράδεκτων αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ, και τουρκικό δικαστήριο απαγόρεψε την δράση του εκπροσωπούμενου στο τουρκικό κοινοβούλιο κόμματος των Κούρδων. Μην ξεχνάμε, όμως, ότι οι Κούρδοι είναι μουσουλμάνοι. Φαντάζει, λοιπόν, πολύ προκλητικό όταν ορισμένοι κύκλοι της δύσης εμφανίζουν την Άγκυρα ως το υπόδειγμα διαλόγου θρησκειών και πολιτισμών, όσο η τελευταία δεν ανέχεται στα εδάφη της ούτε καν τα δικαιώματα των μουσουλμάνων κουρδικής καταγωγής και των μουσουλμάνων αλεβητών!

Πέμπτο, πέρα από τους Άραβες και τους Κούρδους, υπάρχει στην περιοχή και ένας μεγάλος ιστορικός πληθυσμός που έχει προσχωρήσει στον ισλαμισμό, πρόκειται για τους Ιρανούς. Ένας λαός με πολύ μεγαλύτερη ιστορία πολιτισμού από τους Τούρκους. Σήμερα, εξαιτίας της πολιτικής που ακολουθεί η Τεχεράνη, το Ιράν βρίσκεται έξω, πιο σωστά απέναντι, από τους σχεδιασμούς της Δύσης. Η Τουρκία εμφανίζεται ως μια χώρα που μπορεί να διαμεσολαβήσει ανάμεσα στη Δύση και το Ιράν. Στην πραγματικότητα, πίσω από τις τυπικά καλές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες κρύβεται η καχυποψία και μια ισχυρή δόση εχθρότητας, προϊόν μεγάλων ιστορικών ανταγωνισμών ανάμεσα στις δύο χώρες.
Παλαιότερα, ο ανταγωνισμός αυτός αφορούσε το ποιος θα έχει την ισχυρότερη θέση για τη δύση. Σήμερα ο ανταγωνισμός αφορά την ηγεμονία στην περιοχή και την πρωτοκαθεδρία ανάμεσα σε μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Από αυτή τη σκοπιά το Ιράν θα εμπιστευόταν πολύ περισσότερο την Ελλάδα, που δεν είναι μέρος ενός τέτοιου ανταγωνισμού, παρά την Τουρκία. Την εμπιστεύεται δε, την Ελλάδα, γιατί την θεωρεί ως μια χώρα φορέα ενός μεγάλου και ιστορικού πολιτισμού.

Ηγεμονικές βλέψεις της Τουρκίας στην περιοχή
Η Τουρκία εμφανίζει τον εαυτό της ως τη χώρα που μπορεί να ηγεμονεύσει αλα οθωμανικά στην περιοχή που αποτελούσε παραδοσιακά κομμάτι της αυτοκρατορίας της. Ονειρεύεται, δηλαδή, όχι μόνο επανάκαμψη στην περιοχή της παλιάς της αυτοκρατορίας, αλλά και λαούς χωρίς μνήμη του τι ακριβώς σήμαινε για τους ίδιους αυτός ο τύπος αποικιοκρατίας. Η Ελληνική εξωτερική πολιτική οφείλει να το θυμίζει αυτό και να το θυμάται. Όχι προκειμένου να δημιουργήσει εντάσεις. Κάθε άλλο, αλλά προκειμένου να κόψει έγκαιρα τις όποιες ηγεμονικές προθέσεις της Άγκυρας.
Η Τουρκία εμφανίζει, επιπλέον, τον εαυτό της ως να κλείνει όλα τα ανοικτά μέτωπά που έχει στη γειτονιά της. Στην πραγματικότητα,
Πρώτον, στα Βαλκάνια προσπαθεί να στρέψει τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς, χωρίς να τα καταφέρνει, ενάντια στο ίδιο το κράτος τους, γενικότερα να δημιουργήσει αναταραχές και να αξιοποιήσει αρνητικά τυχόν ενστάσεις που υπάρχουν στη χερσόνησο του Αίμου.
Δεύτερον, εμφανίζεται να έχει λύσει το «Αρμενικό» προκειμένου να αποφύγει την καταδίκη της για γενοκτονία από την Γερουσία των ΗΠΑ, αλλά στην πραγματικότητα αποφεύγει την υλοποίηση των συμφωνηθέντων. Δεν είναι ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία φορά που χρησιμοποιεί αυτή τη διγλωσσία.
Τρίτον εμφανίζεται ως να συμβάλλει στη λύση της διαμάχης ανάμεσα σε Αρμενία και Αζερμπαϊστάν, αλλά στην πραγματικότητα δίνει τροφή σε αυτή, υποστηρίζοντας με ακραίο τρόπο τις απαιτήσεις του τελευταίου.


Τέταρτο, διατηρεί ανοικτά τα μέτωπα με το Ιράκ, ενώ στη Συρία έχει επιβληθεί με τον όγκο της ισχύος της παριστάνοντας τον έντιμο διαπραγματευτή ως προς τις διαφορές που έχει η τελευταία με το κράτος του Ισραήλ. Το ίδιο κάνει και ως προς τη σύγκρουση Ισραήλ και Παλαιστινίων. Εδώ, αφενός υποστηρίζει ακόμα και εξτρεμιστές ισλαμιστές, αλλά και προκαλεί συνεχώς το Ισραήλ από θέσεις, κατά την ίδια την Άγκυρα, ισχύος. Ως προς αυτή τη τουρκική διγλωσσία θα πρέπει να σημειωθεί, ότι ανεξάρτητα από τις απόψεις που έχει κανείς για το Ισραήλ, δεν μπορεί η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική να αφήνει την Τουρκία να παριστάνει τη φίλο των Αράβων, που όπου την παίρνει τους πιέζει και εκβιάζει, ενώ ταυτόχρονα υβρίζει όλο και περισσότερο το Ισραήλ.

Συνολικά μπορεί κανείς να υποστηρίζει, ότι η σχέση της Τουρκίας με τον ισλαμικό κόσμο, τις εθνότητες και τα κράτη της περιοχής δεν είναι μονοσήμαντα θετική. Είναι συχνά αρνητική και σίγουρα αντιφατική αν όχι και αδιέξοδη. Ακριβώς για αυτό δεν χρειάζεται να αφήνει η Ελλάδα να «καταναλώνει και να αναπαράγει» η Δύση τις τουρκικές φαντασιώσεις. Ούτε να μην εργάζεται σταθερά προκειμένου να δημιουργήσει δικές της συμμαχίες και αντίβαρα στις νέες βλέψεις της Αγκύρας. Το τέλος του τουρκικού μεγαλοϊδεατισμού και των νεοθωμανικών φαντασιώσεων θα είναι μια ειρηνική επιβολή του ευρωπαϊσμού και του διεθνούς δικαίου, με σεβασμό στην κυριαρχία, την ακεραιότητα και εθνική ανεξαρτησία όλων των κρατών της περιοχής επί επικίνδυνων φαντασιώσεων.