Του Θάνου Π. Ντόκου

Αν το μέτρο σύγκρισης είναι η περίοδος Μπους, τότε η προεδρία Ομπάμα είναι σίγουρα μια καλύτερη εποχή για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, τουλάχιστον όσον αφορά το ύφος. Ας μην θεωρήσουμε όμως ως δεδομένο ότι θα υπάρξει ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στους αμερικανικούς σχεδιασμούς, παρά τα πρόσφατα θερμά λόγια Ομπάμα και Κλίντον κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον. Τόσο στο Κυπριακό, όσο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η Ουάσιγκτον θα κρατήσει μια στάση σχετικής ουδετερότητας, προτρέποντας Αθήνα και Αγκυρα να βελτιώσουν τις σχέσεις τους, ενώ θα ασκήσει ήπιες πιέσεις για τη συνέχιση των διακοινοτικών συνομιλιών στην Κύπρο. Μια ρεαλιστική ελληνική προσέγγιση στο ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ έχει περισσότερες πιθανότητες να βρει ευήκοον ους στην Ουάσιγκτον, ενώ θα συνεχιστούν τα αιτήματα για ποσοτική και ποιοτική αύξηση της ελληνικής παρουσίας στο Αφγανιστάν.

Σε όλα αυτά τα ζητήματα θα ήταν πολύ χρήσιμη η αποτελεσματική αξιοποίηση της ελληνικής ομογένειας. Η ουσιαστική βελτίωση των ελληνο-αμερικανικών σχέσεων (αλλά και η ανάκτηση ενός ουσιαστικού ρόλου στο πλαίσιο της Ε.Ε. ή η αναβάθμιση των σχέσεων με τη Ρωσία) θα εξαρτηθεί και από την ικανότητα της Αθήνας να αναλάβει περιφερειακές πρωτοβουλίες και να αποτελέσει ένα χρήσιμο εταίρο στην ευρύτερη περιοχή, διεκδικώντας παράλληλα συγκεκριμένα ανταλλάγματα στα ζητήματα υψηλής προτεραιότητας για τα ελληνικά συμφέροντα. Γεωγραφικά η Ελλάδα βρίσκεται πλησίον περιοχών (Μέση Ανατολή, Βαλκάνια) που βρίσκονται σε μεταβατική περίοδο και χαρακτηρίζονται από ρευστότητα, ταχύτητα εξελίξεων και υψηλό ενδιαφέρον εξωτερικών δυνάμεων. Ως μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ (οργανισμών που επίσης μετεξελίσσονται), έχουμε να επιλέξουμε μεταξύ της περιθωριοποίησης και της επιδίωξης ενός ειδικού ρόλου σε κάποια ή ενδεχομένως και στις δύο αυτές περιοχές. Οι ΗΠΑ αναζητούν εταίρους σε διάφορες περιοχές υψηλού ενδιαφέροντος για τα αμερικανικά συμφέροντα.

Στα Δυτικά Βαλκάνια, η Ελλάδα αποτελεί έναν φυσικό εταίρο και μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο -παρά την οικονομική κρίση- με τρόπο που να κατοχυρώνει τόσο τα ελληνικά πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, όσο και τη σταθερότητα της περιοχής. Βεβαίως, για όσο διάστημα το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων παραμένει ανοιχτό, αυτό αποτελεί τροχοπέδη για την ελληνική βαλκανική πολιτική. Σε αντίθεση με τα Βαλκάνια, πιο στενή σύμπλευση με τις ΗΠΑ στην Αν. Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή θα είχε δυνητικά υψηλότερο κόστος, ενώ και τα πιθανά οφέλη-ανταλλάγματα δεν είναι ξεκάθαρα και θα πρέπει να οριστούν με σαφή και συγκεκριμένο τρόπο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να διερευνηθεί ένας ελληνικός -έστω και επικουρικός- ρόλος στην περιοχή. Θα μπορούσαν, επίσης, να αναζητηθούν και άλλες ιδέες «χαμηλού κόστους» και δυνητικά υψηλής αποτελεσματικότητας τόσο για τη διεθνή επιρροή και ρόλο της χώρας, όσο και για τις διμερείς σχέσεις με τις ΗΠΑ, π.χ. ο ρόλος μας σε θέματα ναυτικής ασφάλειας. Χρειάζεται λοιπόν να ξεκινήσει άμεσα μια πολυδιάστατη και πολυεπίπεδη προσπάθεια συσσώρευσης διπλωματικού κεφαλαίου, μέσω στοχευμένης εμπλοκής σε μια σειρά θεμάτων γεωγραφικού και λειτουργικού χαρακτήρα.