Σημείο καμπής στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις θα αποτελέσει η στάση που θα κρατήσει η Τουρκία στην ψηφοφορία για τις κυρώσεις κατά του Ιράν.

Η ταραγμένη σχέση ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Τουρκία – δύο χώρες που είναι σύμμαχοι εδώ και μισό αιώνα – θα εισέλθει σε μια αποφασιστική καμπή όταν το Συμβούλιο Ασφαλείας ψηφίσει ένα νέο γύρο κυρώσεων κατά του Ιράν.

Η ένταση ανάμεσα στην Αγκυρα και την Ουάσινγκτον έχει αυξηθεί μετά την ισραηλινή επιδρομή της περασμένης εβδομάδας εναντίον του στολίσκου της ελευθερίας, αποτέλεσμα της οποίας ήταν να σκοτωθούν εννιά άνθρωποι.

Για τους αμερικανούς αξιωματούχους, όμως, το μεγάλο θέμα των ημερών είναι το Ιράν.
Η ψηφοφορία για τις νέες κυρώσεις, που αναμένεται να γίνει σήμερα, έχει μετατραπεί στη μεγαλύτερη προτεραιότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, μετά τις δηλώσεις του προέδρου Ομπάμα ότι το Ιράν θα υποστεί συνέπειες για τις πυρηνικές του φιλοδοξίες.

Η Τουρκία, που είναι μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, ηγείται του στρατοπέδου που αντιτίθεται στις κυρώσεις.Οι αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι το καλύτερο που έχουν να περιμένουν είναι η Τουρκία να απόσχει της ψηφοφορίας.
Ακόμη και σ’αυτή την περίπτωση, όμως, θα είναι πολύ δύσκολο για την Ουάσινγκτον να μιλήσει για ενιαία στάση της διεθνούς κοινότητας στο θέμα του Ιράν.

«Η στιγμή κατά την οποία ο τούρκος πρέσβυς στα Ηνωμένα Εθνη δεν θα σηκώσει το χέρι του υπέρ των κυρώσεων ίσως να αποτελέσει σημείο καμπής», λέει ο Μπουλέντ Αλιρίζα από το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών.

Κατά την άποψή του, η Αγκυρα δεν έχει λάβει σοβαρά υπόψη της τη στροφή της κυβέρνησης Ομπάμα από τη διπλωματική προσέγγιση που ακολουθούσε πέρυσι στη σημερινή επιμονή της για την επιβολή κυρώσεων.Η στροφή αυτή έχει επισκιάσει τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με τη Ρωσία, την Κίνα και άλλες χώρες.Αμερικανοί αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι ο Λευκός Οίκος έχει ανάγκη σήμερα από ένα ισχυρό ψήφισμα υπέρ των κυρώσεων, ώστε να το περιλάβει στη «στήλη με τα κέρδη».Μια ρήξη με την Τουρκία σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα θα αποτελούσε ισχυρό πλήγμα για τη σχέση των ΗΠΑ με την Τουρκία, την οποία πέρυσι ο Ομπάμα είχε χαρακτηρίσει υποδειγματική.

Σε ένα ταξίδι που είχε πραγματοποιήσει στην Τουρκία, ο αμερικανός πρόεδρος είχε χαρακτηρίσει τη χώρα γέφυρα με τον μουσουλμανικό κόσμο και ένα δημοκρατικό, κοσμικό σύμμαχο του ΝΑΤΟ.Στη συνέχεια, όμως, η Ουάσινγκτον άρχισε να ανησυχεί για την κατεύθυνση που ακολουθεί η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.Ο τελευταίος έχει ενισχύσει τις σχέσεις του με το Ιράν και δεν φείδεται κριτικών για την αμερικανική εξωτερική πολιτική.Αν και εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη συμβολή της Ουάσινγκτον στην ασφαλή επιστροφή των ακτιβιστών, δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να καταδικάσουν το ισραηλινό «ρεσάλτο».

Η Ουάσινγκτον, πάλι, έχει δηλώσει ότι θεωρεί την αντίδραση της Τουρκίας υπερβολική.
Την ημέρα που ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου χαρακτήρισε την ισραηλινή επιδρομή «ψυχολογικά ισοδύναμη για την Τουρκία με την 11η Σεπτεμβρίου», η αμερικανίδα ομόλογός του Χίλαρι Κλίντον ζήτησε από όλες τις ενεχόμενες χώρες να προσέχουν τις αντιδράσεις τους.Το πρόβλημα είναι ότι ο Ερντογάν ηγείται μιας χώρας όπου τα αντιαμερικανικά αισθήματα είναι ανάλογα μ’εκείνα σε χώρες όπως το Πακιστάν.

«Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις έχουν αρχίσει δυστυχώς να επιδεινώνονται εδώ και αρκετό καιρό», επισημαίνει ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας.«Η αφετηρία αυτής της πορείας ήταν η προσπάθεια της κυβέρνησης Μπους να πείσει την Αγκυρα να διευκολύνει την αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ».

Στο εσωτερικό της Τουρκίας, η κοινή γνώμη είναι διχασμένη ανάμεσα σ’αυτούς που επαινούν τον Ερντογάν επειδή αντιτάχθηκε στο Ισραήλ και σ’εκείνους που ανησυχούν ότι ο πρωθυπουργός προσπαθεί να αυξήσει τη δημοτικότητά του στον μουσουλμανικό κόσμο υποδαυλίζοντας τα αντιισραηλινά αισθήματα.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, πολλοί αξιωματούχοι εκφράζουν επίσης την ανησυχία τους για τον αυξανόμενο αυταρχισμό της τουρκικής κυβέρνησης, επικαλούμενοι το πρόστιμο ύψους 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων που επεβλήθη πρόσφατα στον μεγαλύτερο εκδοτικό όμιλο της χώρας.

(Πηγή: Financial Times)