Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει απομακρυνθεί από το σημείο ισορροπίας της μεταξύ Ανατολής και Δύσης  
ΤουTHOMAS L. FRIEDMAN

Η Τουρκία είναι μια χώρα που με κέρδισε αμέσως. Μου αρέσουν οι άνθρωποι, η κουλτούρα, το φαγητό και κυρίως η ιδέα της σύγχρονης Τουρκίαςη ιδέα μιας χώρας στα σύνορα μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής που καταφέρνει να είναι ταυτόχρονα μοντέρνα, κοσμική, μουσουλμανική, δημοκρατική και έχει καλές σχέσεις με τους Αραβες, το Ισραήλ και τη Δύση. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου ήμουν μεταξύ εκείνων που επαινούσαν το τουρκικό μοντέλο σαν αντίδοτο στον «μπινλαντενισμό».

Οταν επισκέφθηκα την Τουρκία το 2005 συζητούσα με τους τούρκους αξιωματούχους για τις προσπάθειες της χώρας τους να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ). Αυτός είναι ο λόγος που σοκαρίστηκα όταν επιστρέφοντας σήμερα στην Τουρκία βρήκα την ισλαμιστική κυβέρνηση να δείχνει προσηλωμένη στην προσχώρησή της όχι στην ΕΕ αλλά στον Αραβικό Σύνδεσμοή μάλλον όχι, στο μέτωπο αντίστασης της Χαμάς και της Χεζμπολάχ εναντίον του Ισραήλ.

Οι τούρκοι αξιωματούχοι θα έλεγαν ότι είμαι εξωφρενικά υπερβολικός.

Θα είχαν δίκιο ότι υπερβάλλω, αλλά όχι και τόσο. Μια σειρά από κενά που δημιουργήθηκαν εντός και γύρω από την Τουρκία τα τελευταία χρόνια έχουν απομακρύνει την τουρκική ισλαμιστική κυβέρνηση από το σημείο ισορροπίας της μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Αυτό θα μπορούσε να έχει τεράστιες επιπλοκές. Ο εξισορροπιστικός ρόλος της Τουρκίας υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς και «αθόρυβους» παράγοντες σταθεροποίησης στην παγκόσμια πολιτική. Πιστεύω ότι έχουμε πολλά να χάσουμε αν όλα αυτά τα κενά καλυφθούν με λάθος τρόπο.

Το πρώτο κενό έχει δημιουργηθεί από την ίδια την ΕΕ, η οποία την τελευταία δεκαετία λέει στην Τουρκία ότι για να γίνει δεκτή στους κόλπους της πρέπει να μεταρρυθμίσει τους νόμους, την οικονομία, τα δικαιώματα των μειονοτήτων και τη θέση του στρατού, κάτι που η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κάνει συστηματικά. Τώρα η ΕΕ μοιάζει να λέει στην Τουρκία: «Α, δεν σας το είπαν; Είμαστε χριστιανικό κλαμπ και δεν δεχόμαστε μουσουλμάνους». Η απόρριψη της Τουρκίας από την Ευρώπη ήταν μια εξαιρετικά κακή κίνηση και ώθησε την Τουρκία να στραφεί προς το Ιράν και τον αραβικό κόσμο.

Καθώς όμως η Τουρκία άρχιζε να κοιτάζει νοτιότερα, βρήκε και άλλο ένα κενό, το κενό ηγεσίας που υπάρχει στον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο. Ο κ. Ερντογάν ανακάλυψε ότι κρατώντας σκληρή στάση εναντίον του αποκλεισμού της Γάζας και υποστηρίζοντας τη νηοπομπή που θα έσπαγε αυτόν τον αποκλεισμό, αποστολή κατά την οποία σκοτώθηκαν οκτώ Τούρκοι, η χώρα του θα αύξανε σημαντικά την επιρροή της στον αραβικό κόσμο και στις αγορές του. Πράγματι, ο κ. Ερντογάν είναι σήμερα ο πιο δημοφιλής ηγέτης στον αραβικό κόσμο. Δυστυχώς, όχι επειδή προωθεί μια σύνθεση δημοκρατίας, εκσυγχρονισμού και Ισλάμ, αλλά διότι κατακεραυνώνει το Ισραήλ και εξυμνεί τη Χαμάς αντί για την πιο υπεύθυνη Παλαιστινιακή Αρχή στη Δυτική Οχθη, η οποία οικοδομεί τα θεμέλια ενός παλαιστινιακού κράτους. Δεν είναι κακό να κατακρίνει κανείς τις παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων που κάνει το Ισραήλ στα κατεχόμενα εδάφη του. Η αποτυχία του Ισραήλ να λύσει δημιουργικά το παλαιστινιακό ζήτημα είναι άλλο ένα επικίνδυνο κενό.

Αλλά είναι πολύ ανησυχητικό όταν ο κ. Ερντογάν από τη μια καταγγέλλει τους Ισραηλινούς σαν δολοφόνους και από την άλλη υποδέχεται θερμά στην Αγκυρα τον σουδανό πρόεδρο Ομάρ Χασάν αλ Μπασίρ, ο οποίος κατηγορείται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, και τον ιρανό πρόεδρο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, η κυβέρνηση του οποίου έχει σκοτώσει και φυλακίσει χιλιάδες Ιρανούς που απαιτούσαν να καταμετρηθεί η ψήφος τους. Ο κ. Ερντογάν υπερασπίστηκε την υποδοχή που επιφύλαξε στον κ. Αλ Μπασίρ λέγοντας ότι «είναι αδύνατο να πραγματοποιήσει γενοκτονία ένας μουσουλμάνος».

Οπως μου είπε ένας τούρκος αναλυτής, «δεν μεσολαβούμε μεταξύ Ανατολής και Δύσης πια. Εχουμε γίνει εκπρόσωποι των πιο οπισθοδρομικών στοιχείων της Ανατολής». Τέλος, υπάρχει το κενό εντός της Τουρκίας. Τα κόμματα της κεμαλικής αντιπολίτευσης τελούν υπό διάλυση για περισσότερο από μία δεκαετία και ο Τύπος αυτολογοκρίνεται όλο και περισσότερο λόγω των κυβερνητικών πιέσεων. Εκτός από πρόστιμα δισεκατομμυρίων που έχει επιβάλει στους επικριτές της η κυβέρνηση Ερντογάν τους χαρακτηρίζει και «δικηγόρους του Τελ Αβίβ». Είναι λυπηρό. Ο κ. Ερντογάν είναι έξυπνος, χαρισματικός και μπορεί να γίνει πολύ πραγματιστής. Δεν είναι δικτάτορας. Θα ήθελα πολύ να τον δω να γίνεται ο δημοφιλέστερος ηγέτης στον αραβικό κόσμο, όχι ως πιο εξτρεμιστής από τους άραβες εξτρεμιστές αλλά ως μεγαλύτερος υπέρμαχος της δημοκρατίας από τους μη δημοκρατικούς άραβες ηγέτες και ως μεσολαβητής μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραήλ.

Δεν είναι όμως αυτή η θέση του κ. Ερντογάν, και αυτό είναι ανησυχητικό. Ισως θα έπρεπε να τον προσκαλέσει ο Μπαράκ Ομπάμα για ένα Σαββατοκύριακο στο Καμπ Ντέιβιντ ώστε να ξεκαθαρίσει το τοπίο προτού φτάσουν οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις εκεί που οδεύουν – στον γκρεμό.
ΒΗΜΑ