ΜΕΣΑ στον κουρνιαχτό που σηκώνουν τα σκάνδαλα, οι διαδηλώσεις, οι ανεπάρκειες και σπιθαμιαία πολιτικά αναστήματα, χάθηκε μια ενδιαφέρουσα είδηση. Το Βρετανικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων, γνωστό και ως Chatham House, τίμησε, διά της βασίλισσας Ελισάβετ, τον Πρόεδρο της Τουρκίας, Αμπντουλάχ Γκιουλ ως σημαντική προσωπικότητα, που εργάστηκε «για τη συμφιλίωση και τη μετριοπάθεια μέσα στην Τουρκία και διεθνώς, και ήταν η κινητήριος δύναμη πίσω από πολλά θετικά βήματα, που η Τουρκία ανέλαβε τα τελευταία χρόνια». 

Κατά τη συλλογιστική του Chatham House και των μελών του Συμβουλίου, ο Γκιουλ εργάστηκε για να εμβαθύνει τους παραδοσιακούς δεσμούς της Τουρκίας με τη Μέση Ανατολή, να μεσολαβήσει μεταξύ αντιμαχόμενων ομάδων στο Ιράκ και να φέρει πιο κοντά το Πακιστάν και το Αφγανιστάν. Επίσης αναγνωρίζεται ως ένας «άκαμπτος υποστηριχτής του αγκυροβολήματος της Τουρκίας στην Ε.Ε.».

Αφού θεωρείται ως ένας περιφερειακός και διεθνής ηγέτης, που εργάστηκε για τη συμφιλίωση της Τουρκίας με την Αρμενία και για ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία, ο Γκιουλ επαινείται για τις «σημαντικές προσπάθειές του να επανενώσει το μοιρασμένο νησί της Κύπρου». Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς; Τη βρετανική υστεροβουλία, που εκκινεί από ωμά συμφέροντα ή την αβυθομέτρητη υποκρισία; Άλλωστε ο λόρδος Πάλμερστον είχε διακηρύξει (1848): «Δεν έχουμε αιώνιους συμμάχους και δεν έχουμε διαρκείς εχθρούς. Τα συμφέροντά μας είναι αιώνια και αυτά τα συμφέροντα είναι καθήκον μας να τα υποστηρίζουμε». Αυτό επισήμανε, σε άρθρο της η δρ Ντεάνν Τζούλιους, πρόεδρος του Chatham House: «Η σύνδεση του Chatham House, της βασιλικής οικογένειας και παγκόσμιων ηγετών είναι, πιστεύω, επωφελής για το Ην. Βασίλειο και τις σχέσεις του με χώρες σε όλο τον κόσμο. Είμαι πανευτυχής επειδή αυτήν τη χρονιά η απονομή του βραβείου στον Πρόεδρο Γκιουλ μάς δίνει την ευκαιρία να εμβαθύνουμε τις σχέσεις του Ην. Βασιλείου και να κατανοήσουμε την Τουρκία ως μιαν αναδυόμενη δύναμη».

Στην πλάστιγγα των συμφερόντων, η Βρετανία τοποθετεί πολύ υψηλά την Τουρκία, εξαιτίας της σημαντικής γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής θέσης της, καθώς και του πολυσχιδούς ρόλου, που παίζει τα τελευταία χρόνια σε πολλά μέτωπα. Αυτό το ζήτημα θέτει υπό κριτική αμφισβήτηση ο δρ Ρόμπιν Νίμπλετ, διευθυντής του Chatham House, που διερωτάται αν η Τουρκία θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί σε τόσο μεγάλη διεθνή διπλωματική ατζέντα, εάν δηλ. έχει την αναγκαία διπλωματική υποδομή. Όμως, δεν αμφισβητεί το δυναμισμό της τουρκικής οικονομίας ούτε την απεξαρτημένη από τη Δύση εξωτερική πολιτική της. Και περί Κύπρου; Τουρκικής εισβολής και κατοχής; Παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Κυπρίων; Εποικισμού των κατεχομένων; Εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας; Ούτε λέξη από τους τουρκοεκστασιασμένους Βρετανούς.

Να θυμίσουμε στους υποκριτές Βρετανούς ότι ο Γκιουλ, όπως ο Ερντογάν, ο Μπαγίς και ο Νταβούτογλου επιμένουν σε λύση του Κυπριακού, που να στηρίζεται σε δύο κράτη, δύο λαούς, δύο πολιτειακά συστήματα, δύο Κοινοβούλια. Πιο προωθημένος, ο Γκιουλ, μίλησε και για δύο θρησκείες, εισάγοντας για πρώτη φορά στο πρόβλημα και το θρησκευτικό στοιχείο. Είναι πραγματικά εξωφρενικό αλλ’ άκρως βρετανικό: Τιμάται ο Πρόεδρος της Τουρκίας, που κατέχει μια ευρωπαϊκή χώρα, την Κύπρο, και επαινείται επειδή θέλει να την εντάξει στην ΕΕ, χωρίς η Τουρκία να σέβεται ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα ούτε την ελευθερία, ανεξαρτησία, κυριαρχία της Κύπρου. Ιδού ακόμα ένα βρετανικό βραβείο ωμής σκοπιμότητας και ασύλληπτης υποκρισίας.