Γράφει ο Βοσπορίτης ο νεώτερος,

 

Ο απολογισμός του 2010 φαίνεται ότι δεν ανταποκρίνεται στα σχέδια της τουρκικής διπλωματίας. Οι διεθνείς συγκυρίες φαίνεται ότι δεν έχουν ωριμάσει ακόμη ώστε να επιτρέψουν μια χώρα σαν την Τουρκία να διαδραματίσει πρωταρχικό ρόλο στη διεθνή σκηνή.

Παρά τα συμβολικά οφέλη που ενδεχομένως να αποκόμισε η τουρκική διπλωματία τη χρονιά που πέρασε, η Άγκυρα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια τεράστια πρόκληση: τη βελτίωση των σχέσεών της με τη Δύση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η σημαντική δραστηριότητα που επέδειξε η τουρκική διπλωματία στη διεθνή σκηνή το 2010, στόχευε στην αναβάθμιση της θέσης της χώρας στο διεθνές σύστημα. Η τουρκική διπλωματία, δηλαδή, επιχείρησε να ανατρέψει τα δεδομένα στην περιφερειακή και διεθνή σκηνή. Το εν λόγω εγχείρημα της Άγκυρας, δεν θα μπορούσε παρά να ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων από τα δυτικά κέντρα αποφάσεων αρχής γενομένης από την Ουάσιγκτον εξαιτίας της αντι-δυτικής πολιτικής που ακολούθησε η Τουρκία κυρίως στη Μέση Ανατολή.

Η στάση που τήρησε η Άγκυρα έναντι τόσο του Ισραήλ (υπόθεση του στολίσκου με την «ανθρωπιστική βοήθεια» στη Γάζα), όσο και των ΗΠΑ (υπόθεση των «πυρηνικών» του Ιράν), προσφέρουν αδιάσειστες αποδείξεις για τις πραγματικές διαθέσεις της τουρκικής ηγεσίας. Εξάλλου, η μηδενική πρόοδος που σημειώθηκε στην «πορεία ένταξης» της χώρας στην ΕΕ – έχουν περάσει αρκετά εξάμηνα δίχως να ανοίξει νέο κεφάλαιο στις Βρυξέλλες, και τα εμπόδια που έθεσε στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα, έρχονται να επιβεβαιώσουν τις υποψίες ότι η Τουρκία επιχειρεί να ακολουθήσει όλο και πιο συχνά μια ανεξάρτητη πορεία από εκείνη που επιτάσσουν οι υποχρεώσεις της προς το Δυτικό κόσμο.

Σημαντικό ρόλο στην αλλαγή πορείας της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής φαίνεται να έπαιξε τόσο με την πρωτάκουστη κινητικότητά του όσο και με τις απόψεις του ο ακάματος τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου. Είναι αλήθεια ότι από τα 82 ταξίδια που πραγματοποίησε ο αρχηγός της τουρκικής διπλωματίας στο εξωτερικό το 2010, τα μισά σχεδόν είχαν προορισμό μη δυτικές χώρες. Στην αρνητική εικόνα που προβάλλει ο «δημιουργός» της «νέας» τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, συνέτειναν δύο πρόσφατα στοιχεία. Το πρώτο αφορά στις αποκαλύψεις της περίφημης ιστοσελίδας «wikileaks», σύμφωνα με τις οποίες ο τούρκος υπουργός Αμύνης, Βετζντί Γκιονούλ, κατηγορούσε τον Νταβούτογλου, εκείνη την περίοδο (2004) σύμβουλος του πρωθυπουργού, στους αμερικανούς ως πρόσωπο «εξαιρετικά επικίνδυνο». Το δεύτερο αφορά τις πρόσφατες δηλώσεις του για την πρόθεσή του να δημιουργήσει μια Κοινοπολιτεία κρατών, πρώην κτήσεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ας σημειωθεί ότι ο ίδιος ο Νταβούτογλου, σε συνέντευξη που παραχώρησε στη Νουριέ Ακμάν σε κρατικό τηλεοπτικό σταθμό της Τουρκίας σημείωσε ότι αισθάνεται υπερήφανος για το ότι θεωρείται επικίνδυνος, ερμηνεύοντάς την κατηγορία ως απόδειξη της επιτυχημένης εξωτερικής πολιτικής που ακολουθεί. Για δε τον νέο-οθωμανισμό που τον προσάπτουν, ενώ αρνήθηκε τα σχέδια ίδρυσης κοινοπολιτείας κρατών, σημείωσε ότι δεν τον ενοχλεί η οθωμανική, μουσουλμανική και τουρκική ταυτότητα που φέρει («Τζιχάν» 27/12/2010). 

Οι νέοι προσανατολισμοί της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ στην εξωτερική πολική, η οποία τηρεί έως αυτή τη στιγμή μια εχθρική στάση έναντι του Τελ-Αβίβ υποστηρίζοντας φιλιρανικές παλαιστινιακές οργανώσεις, όπως η Χαμάς, έθεσαν σε κίνδυνο προφανώς και τα αμερικανικά συμφέροντά στη Μέση Ανατολή. Η αντίδραση της Ουάσιγκτον δεν άργησε να φανεί. Κατ’ αρχάς, δραστηριοποιήθηκε το πανίσχυρο εβραϊκό λόμπι, το οποίο προέβη σε κινήσεις τέτοιες ώστε να συνετίσει την ισλαμική ηγεσία της Τουρκίας, η οποία από σύμμαχος του Ισραήλ κατέληξε να υποστηρίζει τις θέσεις των αντιπάλων της στην περιοχή, όπως το Ιράν και η Συρία. Και κατά δεύτερο λόγο, όπως μας το μεταφέρουν έγκριτοι τούρκοι δημοσιογράφοι, πολυπληθής αμερικανική αποστολή με επικεφαλής την M. Albright και άλλους ακαδημαϊκούς και διπλωμάτες, όπως οι M. Abramowitz, H. Barkey κ.ά., βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Τουρκία με σκοπό να παρατηρήσει επιτόπου τις εξελίξεις και να έρθει σε επαφή με τους ιθύνοντες της τουρκικής διπλωματίας («Μιλιέτ» 24/12/2010). Ανεξάρτητα από τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουν οι τούρκοι αναλυτές, οι οποίοι συχνά παρασύρονται από ένα κλίμα ευφορίας σε ανάλογες περιπτώσεις και θεωρούν την Τουρκία ίση και όμοια με τις ΗΠΑ, γεγονός είναι ότι η στάση της Άγκυρας έχει προκαλέσει τεράστια απογοήτευση στην υπερατλαντική συμπολιτεία και τους κύκλους εκείνους που συνδέονται με τους συμμάχους της στην Μέση Ανατολή. Άλλωστε, η υφιστάμενη κατάσταση δεν προμηνύει ότι οι άλλοτε αρμονικές σχέσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας θα αναβιώσουν το 2011.

Ο υπερβολικός ζήλος της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ στην προάσπιση των εθνικών συμφερόντων της Τουρκίας στο παγκόσμιο στερέωμα αναπόφευκτα δημιούργησε τριβές και συγκρούσεις συμφερόντων με τις ΗΠΑ, οι οποίες αδιαμφισβήτητα συνεχίζουν να κατέχουν θέση κεντρικού ρυθμιστή στο διεθνές σύστημα. Η δε εμμονή της να υπονομεύσει το Ισραήλ έστρεψε το εβραϊκό λόμπι, το οποίο υπήρξε πρωτύτερα ένθερμος υποστηρικτής των τουρκικών θέσεων, εναντίον της Άγκυρας. Η εξισορρόπηση των σχέσεών μας με την Άγκυρα εναπόκειται προφανώς στη βούληση και την ικανότητα των ηγετών μας να εκμεταλλευτούν τις επικίνδυνες ακροβασίες της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ μεταξύ Ανατολής και Δύσης.