Του Δαμιανού Βασιλειάδη, εκπαιδευτικού, ηγετικού ιδρυτικού στελέχους του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ                                

Ο θυμόσοφος λαός λέει: Το μήλο θα πέσει κάτω από τη μηλιά. Ισχύει απόλυτα για τον πατέρα και γιο Παπανδρέου[1]

Σε προηγούμενο άρθρο μου ανέλυσα την πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου, επισημαίνοντας την καταστρεπτική της συνέπεια για την πατρίδα μας.

Τώρα συμπληρώνω αυτήν την ανάλυση με συμπληρωματικά στοιχεία.

Γιατί ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι  ο λ ε τ ή ρ α ς  τ η ς  Ε λ λ ά δ α ς;

Την ανωτέρω φράση δεν εξέφρασε ούτε ο συγγραφέας του άρθρο αυτού, ούτε ένας αντίπαλος του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά ένας από τους στενούς του συνεργάτες, Ο Γιάννης Αλευράς.

Από ακριτομυθίες συνεργατών του Ανδρέα Παπανδρέου αναδεικνύονται μερικές φορές, άθελα προφανώς, ορισμένες αλήθειες, που αλλιώς θα έμεναν στο σκοτάδι. Ο Γιάννης Καψής στο βιβλίο του Για να ανατείλει ο ήλιος πρέπει να δύσει[2] αναφέρει μια σκηνή με τον Γιάννη Αλευρά, ο οποίος καταφέρεται κατά του Ανδρέα Παπανδρέου με βαριές φράσεις, από τις οποίες αποσιωπά ο συγγραφέας τις περισσότερες. Λέει ο Αλευράς τα εξής απίστευτα: «Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι απαράδεκτος, είναι επικίνδυνος, είναι ο ολετήρας του έθνους, είναι…είναι…».[3] 

Στο βιβλίο μου: Ο μύθος του Ανδρέα ή οι θεωρητικές βάσεις του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ και η πρακτική τους κατάληξη, προσπαθώ να ερμηνεύσω τι πραγματικά εννοούσε ο Γιάννης Αλευράς, με τον όρο «ολετήρας». Γράφω σ’ ένα σημείο: «Στην Ελλάδα του σήμερα, όπου η διαπλοκή έχει διαβρώσει θεσμούς και ανθρώπους, το πολιτικό ήθος και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια έχουν γίνει αγαθά υπό εξαφάνιση. Η συναλλαγή, η εξαγορά συνειδήσεων, ο ευτέλεια οραμάτων, ιδεών και αρχών, η διαφθορά και η σήψη είναι μερικά από τα φαινόμενα που αναδείχτηκαν σε υπερθετικό βαθμό με την πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου και της λεγόμενης ‘μεγάλης δημοκρατικής παράταξης’ που λέγεται ΠΑΣΟΚ. Ένα πρωτοφανές σε διάσταση φαινόμενο,  που το θεωρούσαμε πριν ‘αγαθό της επάρατης δεξιάς’ και τώρα αποτελεί ‘κοινό αγαθό’ και ‘της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης’.

Είναι πραγματικά απίστευτο και όμως αληθινό. Τέτοια αλλοτρίωση και εκφυλισμός της ελληνικής κοινωνίας δεν υπήρξε ποτέ σε τέτοια έκταση, γιατί στο παρελθόν η Αριστερά ή η «μεγάλη δημοκρατική και προοδευτική παράταξη», όντας πριν στο περιθώριο του συστήματος, διατηρούσε τα συλλογικά οράματα και τις πανανθρώπινες αξίες, ενσωματωμένη όμως στο σύστημα έχασε στην πλειοψηφία της τον εαυτό της και την αξιοπρέπειά της, έγινε με μια λέξη χειρότερη και από τη μοντέρνα δεξιά.

Μέσα σ’ αυτό το νοσηρό πολιτικό και κοινωνικό κλίμα, όπου τα κριτήρια για τις ανθρώπινες και πανανθρώπινες αξίες έχασαν το νόημά τους, διαστρεβλώθηκαν, εκφυλίστηκαν ή εξαφανίστηκαν, όπου ‘ευημερεί’ η σήψη και παρακμή, αναπτύχθηκαν συμπεριφορές πολιτικών προσώπων, που χαρακτηρίζονται από συμβιβασμό, συναλλαγή και διαπλοκή.

Τελικά φτάνεις στο σημείο να αναρωτηθείς: Μα έμεινε επιτέλους σ’ αυτόν τον τόπο τίποτε όρθιο ή όλα αλώθηκαν από το χρήμα, τον άκρατο εγωισμό και τη δίψα για εξουσία;

Είμαστε υποχρεωμένοι να αναλύσουμε σε βάθος αυτό το εκφυλιστικό φαινόμενο που παρουσιάζεται – κι εδώ είναι η πραγματική ‘ύβρις’- σαν φαινόμενο προοδευτικό, αριστερό, δημοκρατικό και με το επίχρισμα του χρέους και του καθήκοντος απέναντι στη ‘μεγάλη δημοκρατική παράταξη’. Αυτή η απύθμενη διαστροφή και κυνική προκλητικότητα στη νοημοσύνη του Έλληνα, γιατί αλλιώς πώς να τη χαρακτηρίσουμε, παρουσιάζεται υποκριτικά με το φωτοστέφανο του ‘προοδευτικού’.

Ποια είναι όμως η πραγματικότητα, πώς εξηγείται μια τέτοια συμπεριφορά και πώς πρέπει να χαρακτηρίσουμε τέτοια φαινόμενα, που καλλιέργησε το ΠΑΣΟΚ; Δεν ήταν μόνο ο Ανδρέας Παπανδρέου. Είχε και συνεργούς. Είναι ένα ερώτημα που χρειάζεται την απάντησή του. Και δεν μιλάμε φυσικά για εξαιρέσεις.

Αυτού του είδους τους ανθρώπους τους ονομάζουμε ‘συμβιβασμένους ή προσεταιρισμένους’. Γι’ αυτούς αποφάνθηκε ο βυζαντινός λόγιος Μιχαήλ Ψελλός με την εξής φράση: ‘Ο άνθρωπος είναι ευμετάβλητο ζώο, ιδίως όταν βρίσκει λογικοφανείς δικαιολογίες για τις μεταβολές του’.

Πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι απέβαλαν κάθε ηθικό φραγμό και άλλαξαν τη συμπεριφορά τους ή εξαγοράστηκαν με χρήμα και θέση από το σύστημα, το καπιταλιστικό σύστημα (και οποιοδήποτε σύστημα) και ονομάζονται προσεταιρισμένοι. Ένα παγκοίνως γνωστό παράδειγμα είναι το ίνδαλμα του Μάη του 68, ο πολύς Κον Μπεντίτ, ο ηγετική φυσιογνωμία του Μάη του 68, που προσχώρησε στη νοοτροπία της πιο μαύρης αντίδρασης. Γνωστές είναι οι θέσεις του για το Γιουγκοσλαβικό, με την επιμονή του για τους βομβαρδισμούς».[4]

Στην κατηγορία των συμβιβασμένων και προσεταιρισμένων ανήκει όλος ο κεντρικός γραφειοκρατικός καθοδηγητικός μηχανισμός, όλη η κατά καιρούς ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, που δεν διαφοροποίησε την στάση της, όμως και μια άλλη ομάδα ανθρώπων, που πρέπει να τους επισημάνουμε. Σ’ αυτήν ανήκουν όσοι ήταν πρώην κομμουνιστές, κατόπιν όψιμοι σοσιαλιστές και τέλος συνεπείς νεοφιλελεύθεροι. Είναι άνθρωποι παντός (πολιτικού) καιρού, που παρουσιάζουν την προσωπική τους φιλοδοξία ως προσφορά στο κοινωνικό σύνολο και που χρειάζεται το σύστημα, για να προωθεί την αντιλαϊκή του πολιτική με προοδευτικό προσωπείο.

Είμαστε υποχρεωμένοι να ασχοληθούμε με τον Ανδρέα Παπανδρέου, γιατί θεωρούμε πως ο μύθος ότι είναι ένας από τους μεγαλύτερους πολιτικούς άνδρες της Ελλάδας μετά τον Ελευθέριο Βενιζέλο και ότι οδήγησε την Ελλάδα στην ευημερία, σε αντίθεση με τον γιό του, που την έφερε στα όρια της εξαθλίωσης, αποτελεί μια μεγάλη απάτη, την οποία πληρώνουμε και θα πληρώνουμε εσαεί, όσο θα διαρκεί αυτός ο μύθος.

Πολλοί άνθρωποι ‘θεοποιούν’ μια προσωπικότητα στην οποία αποδίδουν ό, τι χαρίσματα μπορεί να χωρέσει η φαντασία του ανθρώπου και μετά ταυτίζονται μαζί της. Η ταύτισή τους κάνει, κατά την εντύπωσή τους και την πίστη τους, άτρωτους από οποιαδήποτε κριτική, γιατί κατά κάποιο τρόπο μέσω της ταύτισης με την εξιδανικευμένη προσωπικότητα γίνονται κι’ αυτοί το ίδιο».[5]

Το θέμα της ψυχολογίας, που περιφρονούσε η Αριστερά στο σύνολό της έως πρόσφατα, παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της νοοτροπίας και της συμπεριφοράς των ανθρώπων. Τους διαμορφώνει πολλές φορές τη συνείδηση.

Μια πρόσφατη συνέντευξη της Σακοράφα στην Αυγή αναφέρεται σ’ αυτό το ψυχολογικό σύμπλεγμα που χρήζει πραγματικά μιας περεταίρω ερμηνείας, με αφορμή το μνημόνιο και την στάση του Γιώργου Παπανδρέου.

Γράφει η κ. Σακοράφα: «Θα μου επιτρέψεις μια ερμηνεία που η βάση της είναι ψυχολογική, αλλά η ανάπτυξή της πολιτική.

Είχαμε ποτέ φανταστεί ότι ένας πρωθυπουργός θα έφτανε σε τέτοιο σημείο;

Φανταστείτε έναν κύριο Καραμανλή ή έναν κύριο τάδε από το ΠΑΣΟΚ να βάζει την Ελλάδα σ’ αυτή τη μέγγενη. Την ίδια στιγμή θα γινόταν επέλαση, θα στήνονταν οδοφράγματα και ζήτημα είναι εάν το ελικόπτερο θα προλάβαινε.

Είναι τυχαίο που ένα επίθετο, τίποτε άλλο, μόνο ένα επίθετο, το επίθετο Παπανδρέου, “κρατάει “μια ολόκληρη παράταξη δέσμια των επιλογών του;

Εδώ ακριβώς απαντά η ψυχολογία. Είναι κατά την άποψή μου το συλλογικό ασυνείδητο μιας ολόκληρης παράταξης, που ξεπερνά τα στενά όρια του ΠΑΣΟΚ, που ακριβώς μετά μια σειρά γεγονότων (έπειτα από ήττα στον Εμφύλιο, ξερονήσια, καραμανλισμός και ανάκτορα, δικτατορία και πάλι εξορίες, ξανά καραμανλισμός), για πρώτη φορά νομιμοποιήθηκε ως συλλογική πολιτική οντότητα στην Ελλάδα με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Απέκτησε πολιτική υπόσταση, όταν επί μισό αιώνα υπόσταση είχαν μόνο οι δοσίλογοι, οι χαφιέδες και οι υπάλληλοι των Αγγλοαμερικανών.

Είναι αυτή η σχέση του κόσμου με τον Ανδρέα Παπανδρέου, η ωστική δύναμη της οποίας διασώζει προς το παρόν τον απόγονό του. Είναι όμως και η ίδια ωστική δύναμη που θα τον αποκαθηλώσει».[6]

Πραγματικά η κ. Σακοράφα προσπαθεί να εξηγήσει, γιατί δεν κατακρημνίζεται από το βάθρο του το είδωλο του Ανδρέα Παπανδρέου. Και μιλάμε για είδωλο, γιατί η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική, απ’ αυτήν που θέλουν να υποβάλουν στο υποσυνείδητό μας οι διαπλεκόμενοι και τα μέσα μαζικής αποβλάκωσης του Έλληνα, ταϊζοντάς τον κουτόχορτο.

«Δεν θέλω με τα παραπάνω να ακυρώσω και θετικές πλευρές της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ, όπως η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, η εθνική συμφιλίωση, παρόλο που πέρασε από πολλά στάδια, ο νόμος Πεπονή, το ΕΣΥ, η θεσμική προώθηση των εργατικών δικαιωμάτων, ο πολιτικός γάμος, η ισότητα των φύλων και μια σειρά άλλων μέτρων, άσχετα από την σκοπιμότητα που εξυπηρετούσαν. Και η σκοπιμότητα ήταν ολοφάνερη. Τον Ανδρέα Παπανδρέου τον ένοιαζε η εξουσία. Αναζητούσε λοιπόν και επέλεγε, ευφυής ων, την πολιτική εκείνη που θα του απέδιδε ψήφους και δεν θα του δημιουργούσε κανένα προσωπικό κόστος. Εξάλλου μια κυβέρνηση, που επαγγέλλεται την αλλαγή, δεν θα έπραττε τίποτε; Μια προοδευτική κυβέρνηση, ας πούμε σαν την Ένωση Κέντρου του Πατέρα του, δεν θα έκανε τίποτε; Η Ένωση Κέντρου μέσα σ’ ένα χρόνο (1964 -65) έκανε τεράστιες αλλαγές προς όφελος των «μη προνομοιούχων» και μάλιστα κάτω από φοβερά αντίξοες συνθήκες.

Το θέμα είναι ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ είχε άπειρες δυνατότητες για την υλοποίηση μιας προοδευτικής πολιτικής με διάρκεια και συνέπεια, χωρίς να υπάρχουν ουσιαστικά εμπόδια για τη πραγμάτωση αυτών των δυνατοτήτων. Απεναντίας οι συνθήκες ήταν παρά πάνω από ευνοϊκές. Τελικά κι αυτά που έγιναν ακυρώθηκαν ή εκφυλίστηκαν, γιατί απέβλεπαν σε εκλογικές σκοπιμότητες με αποκλειστικό στόχο τη κατάκτηση και νομή της εξουσίας».[7]

Ο Ανδρέας Παπανδρέου θυσίαζε τους πάντες και τα πάντα στο βωμό της κατάκτησης και της νομής της εξουσίας.

Υπάρχει μια σκόπιμη παραπλάνηση, όπως προανέφερα από την άρχουσα αστική τάξη της Ελλάδας που ελέγχει και τα ΜΜΕ (Μέσα Μαζικής Αποβλάκωσης, όπως τα αποκαλώ), που συγκαλύπτει την πραγματική αλήθεια, για το έργο του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Σάκης Καράγιωργας μας διαφωτίζει σ’ αυτό σε μια περίοδο που ο θρίαμβος του Ανδρέα και του ΠΑΣΟΚ επισκίαζε τα πάντα. Γράφει ο Σάκης σχετικά, αναφερόμενος στα κέντρα εξουσίας εντός και εκτός Ελλάδας:

«Τα κέντρα εξουσίας προετοίμασαν μια πολιτική διάρθρωση του εξής τύπου: Δύο αστικά κόμματα, που να έχουν βασικό στρατηγικό σκοπό τη διαχείριση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και κυρίως τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής αστικής κοινωνίας σε όλα τα επίπεδα. Αυτά τα κόμματα θα εναλλάσσονταν στην εξουσία. Γιατί δύο κόμματα; Γιατί κάθε εκσυγχρονισμός έχει ένα κόστος που πέφτει στις πλάτες κάποιας κοινωνικής ομάδας. Αυτή την κοινωνική δυσαρέσκεια μια το ένα μια το άλλο».[8] Τελικά το ΠΑΣΟΚ ούτε καπιταλιστικό εκσυγχρονισμό έκανε, παρά αναχρονισμό. Κατέστρεψε και αυτές τις καπιταλιστικές δομές, αποδιοργανώνοντας το κράτος, μετατρέποντάς το, εναλλάξ με την Νέα Δημοκρατία σε κομματικό παρακράτος του ΠΑΣΟΚ και το κομματικό παρακράτος της Νέας Δημοκρατίας.

Ο ίδιος ο Σάκης Καράγιωργας, ερμηνεύοντας ψυχρά το αποτέλεσμα του εκλογικού «θριάμβου» του ΠΑΣΟΚ στις 18/8/1981 λέει τα ακόλουθα: «Κολοσσιαίας σημασίας, μπορώ να πω, ιστορική σημασίας γεγονός, ήταν το εκλογικό αποτέλεσμα της 18ης Οκτωβρίου. Βασικά όμως όχι όπως ερμηνεύουν το αποτέλεσμα τα δημοκρατικά κόμματα, ότι δηλαδή μετά την άνοδο του ΠΑ.ΣΟ.Κ στην εξουσία διώχτηκε οριστικά η Δεξιά κι έχουμε απαρχή σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Αυτά ψυχρά θεωρώντας τα, είναι ευσεβείς πόθοι».[9]

Την άποψη αυτή του Σάκη Καράγιωργα εξειδικεύω στο βιβλίο μου, από το οποίο παραθέτω ένα σχετικό απόσπασμα για τις συνέπειες που είχε η πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου στην Αριστερά, την οποία χρησιμοποίησε με τον χειρότερο τρόπο, εντάσσοντάς την  με μεγάλη ευστροφία στο σύστημα και εκφυλίζοντάς την. Γράφω σχετικά:«Κατά τρίτο λόγο η περίοδος εκείνη ήταν ευνοϊκή για τις προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις, γιατί ήταν προγραμματισμένες σε μια μοντέρνα στρατηγική του αστικού συνασπισμού εξουσίας να ενταχτούν και να ενσωματωθούν στο καπιταλιστικό σύστημα κι έτσι να ελεγχθούν. Η ενσωμάτωση έγινε με ιδεολογικούς όρους. Γράφει για το θέμα αυτό ο Γιάννης Μηλιός, γνώστης του φαινομένου: «Στη διαδικασία ιδεολογικού μετασχηματισμού που περιγράφουμε πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε μια μεγάλη μερίδα διανοουμένων στελεχών της παραδοσιακής Αριστεράς, αρχικά της ‘ανανεωτικής’ και στη συνέχεια και της ‘ορθόδοξης’ πτέρυγάς της.  Η πρόσβαση (ή η προσδοκώμενη πρόσβαση) στις ανώτερες θέσεις των κρατικών μηχανισμών (που για πρώτη φορά κατέστη δυνατή για το χώρο αυτό μετά τη μεταπολίτευση και ιδίως μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981), αποτέλεσε το μηχανισμό ενσωμάτωσής τους στους κοινούς τόπους της κυρίαρχης ιδεολογίας».[10] Aυτό που έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου με την Αριστερά ήταν – για να ερμηνεύσουμε το φαινόμενο και με τη γλώσσα της ποίησης – ένα είδος φαουστικής συναλλαγής. Όλοι αυτοί από την Αριστερά που εντάχτηκαν στο σύστημα «εμπορεύονταν» μετά εκ του ασφαλούς και με το αζημίωτο αριστερή πολιτική. Παράλληλα, έπρεπε να περιθωριοποιηθούν οι ριζοσπαστικές δυνάμεις (αντισυστημικές), που μπορούσαν να φέρουν εμπόδια ή αντίσταση σε μια τέτοια εξέλιξη. Αν αυτού ο Ανδρέας Παπανδρέου, όπως πολύ σωστά λέει ο Λαοκράτης Βάσσης σε μια ανάλυση του μεταπολιτευτικού φαινομένου, «με την αριστεροφανή συνθηματολογία του ‘έσπρωξε’ την Αριστερά στο περιθώριο της πολιτικής ζωής, εννοείται και με τη ‘βοήθειά’ της».[11] 

Σ’ αυτή τη συγκυρία η λύση Παπανδρέου ήταν πρόσφορη για τα σχέδια της κυρίαρχης ιδεολογίας και των Αμερικανών. Ο Παπανδρέου, ως άριστος γνώστης της αμερικάνικης πολιτικής, «έπαιξε» στο πεδίο αυτό με καταπληκτική οξυδέρκεια και επιδεξιότητα και κέρδισε. Μπορούσε βέβαια και να χάσει, αν δεν είχε την γνώση, την ικανότητα και την ευστροφία, αλλά και ορισμένα άλλα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά που έχουν σχέση με  τον χαρακτήρα, τις φιλοδοξίες και την ιδιοσυγκρασία του. Η ψυχολογία (το ήθος, ο χαρακτήρας, η ιδιοσυγκρασία, η ψυχοσύνθεση των ανθρώπων), την οποία περιφρονούσε η Αριστερά, δίνοντας καθοριστικό βάρος στον οικονομικό τομέα, παίζει σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις των ανθρώπων και φυσικά και των μεγάλων προσωπικοτήτων, που ως υποκείμενα της ιστορίας μπορούν να επηρεάσουν τις εξελίξεις στον κόσμο».[12]

Και όσον αφορά την ψυχολογία που αναφέρει στη συνέντευξή της η κ. Σακοράφα, παραθέτω το εξής απόσπασμα:

«Για να κατανοήσει κανείς τις πολιτικές εξελίξεις μετά τη μεταπολίτευση και  να είναι σε θέση να  ερμηνεύσει τα σημερινά φαινόμενα – θετικά ή αρνητικά – είναι απολύτως αναγκαίο να σταθεί αναλυτικά μπροστά στο φαινόμενο Ανδρέας Παπανδρέου.

Είναι από τα τραγικά λάθη της μαρξιστικής και λενινιστικής θεωρίας, που δεν έδωσε την ανάλογη σημασία ή – το χειρότερο – περιφρόνησε την ψυχολογία του ανθρώπου, όπως προανάφερα». [13]

 



[1] Πολύ σωστά μίλησε ο πρώην συνεργάτης του Ανδρέα Παπανδρέου για «Δυναστεία Παπανδρέου». Πραγματικά πρόκειται για επώδυνους δυνάστες.

[2] Βλέπε, Γιάννης Καψής, Ζεϊμπέκικο και κόκα κόλα, Για να ανατείλει ο ήλιος πρέπει να δύσει και υπότιτλο, Όταν η διαπλοκή έγινε ιδεολογία, εκδ. «Λιβάνης», Αθήνα 2005, σ. 331 – 332.

[3] «Ολετήρας» για όσους δεν κατανοούν το νόημα της λέξης σημαίνει «καταστροφέας, αφανιστής, εξ ου και η λέξη «όλεθρος».

[4] Βλ. Δαμιανός Βασιλειάδης, Ο μύθος του Ανδρέα ή οι θεωρητικές βάσεις του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ και η πρακτική τους κατάληξη, εκδ. «Εναλλακτικές εκδόσεις», Αθήνα 2007, σ. 348 0349. Το βιβλίο μου αυτό αποτελεί ανάλυση της όλης πολιτικής διαδρομής του Ανδρέα Παπανδρέου και των συνεπειών της.

[5] Βλ. Δαμιανός Βασιλειάδης, Ο μύθος του Ανδρέα…, ό.π., σ. 353 -354.

[6] Απόσπασμα από συνέντευξη της Σοφίας Σακοράφας στην εφημ. «Αυγή», 19/12/2010.

[7] Βλ. Δαμιανός Βασιλειάδης, Ο μύθος του Ανδρέα…, ό.π., σ. 366.

[8] Σάκης Καράγιωργας, Μελέτες –Άρθρα – Ομιλίες, 3ος τόμος, σ. 204.

[9] Απόσπασμα από συνέντευξη του Σάκη Καράγιωργα στην εφημ. «Αυγή», 13/12/1981.

[10] Βλέπε, Γιάννης Μηλιός, Ο μαρξισμός ως σύγκρουση τάσεων, εκδ. «Εναλλακτικές εκδόσεις», Αθήνα 1999, σ. 154. Πέρα από την ανάλυση αυτή του Μηλιού πιο αποκαλυπτικό είναι το άρθρο του Δημήτρη Μπελαντή, που εξηγεί ακόμη πιο διαφωτιστικά το φαινόμενο της αλλοτρίωσης της Αριστεράς από την κυρίαρχη αστική τάξη, Βλ. Δημήτρης Μπελαντής, «Η ‘στροφή’ των διανοουμένων: Για την αδιάκριτη γοητεία του ‘εκσυγχρονισμού’  στους αριστερούς διανοούμενους», περιοδικό «Θέσεις» τεύχος 59, Απρίλιος – Ιούνιος 1997. Αναφέρουμε μόνο ένα σημείο της ανάλυσής του: «Έχουμε έτσι μία μετατόπιση των αριστερών διανοουμένων απ’ την περιφέρεια του κράτους, από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς και από τους θεσμούς οργάνωσης της συναίνεσης και της κοινωνικής αναπαραγωγής, στον σκληρό πυρήνα του κρατικού σχεδιασμού και προγραμματισμού, στην ‘καρδιά’ του κράτους».

Επίσης πάμπολλες άλλες αναλύσεις μου σχετικές με το θέμα, ανάμεσα στις οποίες ο ενδιαφερόμενος  μπορεί να ανατρέξει στο άρθρο μου: «Ο Ανδρέας Παπανδρέου, το ΠΑΣΟΚ και τα αίτια της πολιτικής κρίσης στην Ελλάδα», περιοδικό «Τετράδια, χειμώνας 2003 – 4. Άλλες αναλύσεις στο ιστολόγιό μου, πάλι για το ίδιο θέμα. Τέλος αναλύω τα φαινόμενα αυτά και στο βιβλίο μου: «Δημοκρατικός Σοσιαλισμός ή το όραμα του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ και η εφαρμογή του στην πράξη, εκδ. «Εναλλακτικές εκδόσεις», Αθήνα 2004.

[11] Λαοκράτης Βάσσης, Εισήγηση στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου με θέμα: «Όροι και όρια της ελληνικής μεταπολιτευτικής δημοκρατίας», 11 -12.2.2010.

[12] Βλ. Δαμιανός Βασιλειάδης, Ο μύθος του Ανδρέα…, ό.π., σ. 296.

[13] Βλ. Δαμιανός Βασιλειάδης, Ο μύθος του Ανδρέα…, ό.π., σ. 298.

Διαβάστε το πρώτο μέρος ΕΔΩ