Του Νίκου Κοτζιά

Στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης η Γερμανία κατάφερε, να επιβάλει το μοντέλο και την αντίληψή που έχει για το περιεχόμενο και τον τρόπο λειτουργίας της ΕΕ. Προάσπισε τα κέρδη που αποκόμισε μέσα στην κρίση. Διασφάλισε τα περιουσιακά της στοιχεία στο εξωτερικό, η αξία των οποίων έχει δεκαπλασιαστεί από 100 δισεκατομμύρια το 2001, σε ένα τρισεκατομμύριο σήμερα. Με το μνημόνιο και το «Σύμφωνο για το Ευρώ» απέκτησε εγγυήσεις για τα δάνειά της που προηγούμενα ήταν ακάλυπτα. Χάρη σε όλα αυτά, ελπίζει να ενισχύσει το τραπεζικό – χρηματοπιστωτικό της σύστημα που μέχρι τώρα δεν είναι ανταγωνιστικό. Τέλος, ελέγχει πλήρως την Ελλάδα από την οποία απέσπασε ακόμα και το δικαίωμα να ορίσει εκείνη αν θα χρειαστεί και πότε να οδεύσει η Ελλάδα σε ελεγχόμενη χρεοκοπία.Οι ΗΠΑ εμφανίζονται ως ο αντίπαλος του γερμανικού οικονομικού εθνικισμού στον οποίο παραδόθηκε η Ελληνική κυβέρνηση με τυμπανοκρουσίες.

Η νεοφιλελεύθερη γερμανική πολιτική στην ΕΕ είναι η ακριβώς αντίθετη εκείνης των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ προσπαθούν με πολιτικές παρεμβάσεις, αλλά και με την έκδοση πληθωριστικού χρήμα να αναγκάσουν την Γερμανία να αλλάξει πολιτική. Αντίθετα με τις ΗΠΑ, η Κίνα συμπαρατάσσεται με την Γερμανία στον εν δυνάμει (και νομισματικό) πόλεμο στο εσωτερικό της Δύσης. Πρόκειται για μια συμπόρευση των ισχυρότερων πλεονασματικών κρατών στον σημερινό κόσμο. Με αυτό τον τρόπο επιδιώκει η Κίνα να μεγαλώσει τα ρήγματα ανάμεσα στις ΗΠΑ και την γερμανοποιημένη ΕΕ. Να απαλλαγεί από τις πιέσεις για ανατίμηση του νομίσματός της. Να ισχυροποιηθεί στις υπερεθνικές αγορές.Από πλευρά της η Ελλάδα, μπορεί να αξιοποιήσει καλύτερα τη δυνατότητα χρηματοπιστωτικών συμφωνιών με την Κίνα προκειμένου να περιορίσει τις γερμανικές πιέσεις. Ουδείς λόγος υπάρχει να υποκύπτει και άλλο σε γερμανικές απαιτήσεις ή να ακολουθεί το Βερολίνο στις επιλογές του έναντι των ΗΠΑ.

Στον τρόπο και έκταση προάσπισης των συμφερόντων της έναντι των άμεσων γειτόνων στην περιοχή. Στον βαθμό αξιοποίησης της Κίνας ως δανειακού αποσυμπιεστή.Σε αυτή τη διαμάχη, όπου οι ΗΠΑ επιδιώκουν μια ευρωπαϊκή δανειακή πολιτική που εξ αντικειμένου είναι πιο κοντά στα συμφέροντα της Ελλάδας, το μήλον της έριδος είναι η Ιρλανδία. Χώρα με ισχυρούς δεσμούς με τις ΗΠΑ. Ιδιαίτερη γέφυρα ανάμεσα σε εκείνες και την ηπειρωτική Ευρώπη. Το κυβερνών δημοκρατικό κόμμα έχει πολλαπλούς ιστορικούς δεσμούς με τους ιρλανδοαμερικάνους. Η Ελληνική κυβέρνηση μάλλον, για άλλη μια φορά, δεν κατάλαβε πολλά από την παγκόσμια μάχη που διεξάγεται με αφορμή την ελληνική και ιρλανδική κρίση.

Αντί να κερδίσει χρόνο, πρόστρεξε γεμάτο αγωνία να υιοθετήσει τις γερμανικές προτάσεις. Υπουργοί της μάλιστα, ειρωνεύτηκαν την Ιρλανδία που επέμενε να διαπραγματευτεί τουλάχιστον μέχρι και την άλλη εβδομάδα. Που δεν θέλησε να υποκύψει «εδώ και τώρα» στις γαλλογερμανικές απαιτήσεις. Πιθανόν και να μη χρειαστεί. Κάτι που θα εκθέσει «στο τέλος της ημέρας» όσους επέδειξαν βιασύνη και υπόκυψαν σε πιέσεις. Το σίγουρο είναι ότι σε αυτό το παιχνίδι η Ελλάδα οφείλει να αξιοποιεί προς όφελός της τις αντιθέσεις που εμφανίζονται παρά να τις αγνοεί. Να μην υποκύπτει δε, σε εκείνη την πλευρά που έχει τις μέγιστες και άμεσες απαιτήσεις σε βάρος της.