Toυ Γιώργου Κουβαρά, 

Σ’ αυτή τη χώρα έχουμε ο καθένας την «αλήθεια» του, την οποία υπερασπίζεται σα να είναι η μία και μόνη αλήθεια. Κι αν στην Πολιτική αυτό είναι λίγο ως πολύ αναμενόμενο, το εντυπωσιακό είναι ότι στην Ελλάδα, συμβαίνει το ίδιο και στην Οικονομία, όπου – θεωρητικά τουλάχιστον – υπάρχει η αδιάψευστη αλήθεια των αριθμών. Έτσι, έχουμε από τη μια τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου να μας διαβεβαιώνουν ότι πάμε πολύ καλά και έρχονται καλύτερες μέρες και από την άλλη τους διεθνείς oίκους να προβλέπουν ότι θα αναγκαστούμε να ζητήσουμε ξανά δανεικά από το μηχανισμό στήριξης και μετά το 2013, αφού προχωρήσουμε σε αναδιάρθρωση χρέους!

Και οι μεν και οι δε στηρίζουν τις εκτιμήσεις τους σε αριθμούς. Και, όμως, καταλήγουν σε διαμετρικά αντίθετα συμπεράσματα. Μέσα σ’ αυτή τη σύγχυση ήρθε προχθές ο Αλέκος Παπαδόπουλος, πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, που σήμερα δεν είναι καν βουλευτής -και επομένως δε δεσμεύεται να λέει αυτό που βολεύει την κυβερνητική προπαγάνδα- και είπε πολύ απλά και κατανοητά τη δική του αλήθεια που μοιάζει να ανταποκρίνεται στην κοινή λογική, εκτός εισαγωγικών.

Τι είπε ο Αλέκος Παπαδόπουλος στην εκπομπή «Νέοι Φάκελοι» του Αλέξη Παπαχελά στον Σκάι; «Η κυβέρνηση έλεγε ότι θα μειώσει το έλλειμμα το 2010 στο 8,1%. Μετά την αναθεώρηση του ελλείμματος το 2009 πήγανε στο 9,4%. Τελικά εκτιμάται στο 10,2%, και αν το γρατζουνίσει κανείς θα πάει στο 11%. Αν  προστεθούν και οφειλές του κράτους στον ιδιωτικό τομέα είμαστε πάνω από 13%. Τι κάναμε αυτή τη χρονιά; Αυτό δείχνει ένα κράτος που παράγει ελλείμματα και δεν μπορεί να κλείσει τις χαίνουσες πληγές».

«Οι Έλληνες δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι από τον περσινό Απρίλιο είμαστε υπό διεθνή οικονομικό έλεγχο αποφασίζουν και οι δανειστές μας επιβάλλουν μέτρα και εφόσον δεν εκτελούνται δεν δανειζόμαστε. Είμαστε υπό χρεοστάσιο. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε πορεία αργού θανάτου. Χρεοκοπήσαμε. Η μπόρα δεν θα περάσει. Η κυβέρνηση θα καταστρέψει τα μεσαία στρώματα που υποτίθεται πως ήρθε να προστατεύσει».

Η αλήθεια του Παπαδόπουλου επιβεβαιώνεται από τα εξής στοιχεία: Πρώτον, η ελληνική Οικονομία έχει μπει σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης που καθιστά πρακτικά αδύνατη την υλοποίηση των στόχων του προϋπολογισμού και του μνημονίου. Οι μισοί επαγγελματίες που είναι ασφαλισμένοι στον ΟΑΕΕ αδυνατούν σήμερα να φανούν συνεπείς στις ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις, με συνέπεια να καλύπτονται τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων από τον κρατικό προϋπολογισμό. Τους πρώτους μήνες του 2011 τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν ήδη απορροφήσει υψηλό ποσοστό των κρατικών επιδοτήσεων που προβλέπονται για ολόκληρη τη χρονιά. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ή θα έχουμε πλήρη δημοσιονομικό εκτροχιασμό ή θα αναγκαστεί η κυβέρνηση να κόψει πάλι συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα.

Δεύτερον, η υστέρηση στα έσοδα λαμβάνει πλέον διαστάσεις παθογένειας και υπονομεύει κάθε πιθανότητα που υπήρχε να βγει ο λογαριασμός που έφτιαξαν η κυβέρνηση και η τρόικα. Ενώ ο προϋπολογισμός προβλέπει δυναμική αύξηση των φορολογικών εσόδων, ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός δε λειτουργεί και το αποτέλεσμα είναι η μείωση των εσόδων. Πέρυσι ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου βρήκε τη λύση της περαίωσης, φέτος θα πρέπει να βρει την κότα που γεννάει τα χρυσά αβγά…

Τρίτον, το εγχείρημα της αξιοποίησης δημόσιας περιουσίας είναι πολύ πιο σύνθετο και δύσκολο στην υλοποίησή του απ’ όσο το εμφανίζει η κυβέρνηση και, ασφαλώς, δεν επιτυγχάνεται με πολιτικές ισορροπίες και υπολογισμούς του τύπου «δεν πουλάμε τη ΔΕΗ» (επειδή τρέμουμε την »πράσινη» ΓΕΝΟΠ) και φραστικές πιρουέτες του τύπου «δεν πουλάμε ελληνική γη αλλά τη νοικιάζουμε για 50 – 100 χρόνια». Με το υπάρχον οικονομικό, επιχειρηματικό κλίμα μοιάζει με όνειρο απατηλό ότι μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημά μας με ιδιωτικοποιήσεις. Στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία οι μόνοι που ενδιαφέρονται να ασχοληθούν μαζί της είναι οι κερδοσκόποι. Αν ρευστοποιήσουμε τώρα περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου θα το κάνουμε σε προκλητικά χαμηλές τιμές, δεδομένου και του διεθνούς ανταγωνισμού, καθώς εκτός από εμάς που είμαστε ακόμη στις κουβέντες, χώρες με διαφορετικά οικονομικά χαρακτηριστικά, όπως η Τουρκία και η Πορτογαλία, προωθούν εξαιρετικά φιλόδοξα προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων.

Όλα αυτά δεν είναι καθόλου ευχάριστα, είναι όμως η αλήθεια, που καλό είναι να τη γνωρίζουμε για να μην βαυκαλιζόμαστε και αεροβατούμε!