Του Άγη Βερούτη 

Στην φεουδαρχική βόρεια Ευρώπη, ήδη ένα αιώνα πριν την αρχή της προηγούμενης χιλιετίας, το μοναρχικό πολίτευμα βασιζόταν στην αρχή του “Βασσαλισμού” τοπικών αρχηγών, όπου με αντάλλαγμα μια έκταση γης (φέουδο), προνόμια εξουσίας έναντι των κατοίκων της έκτασης αυτής (δουλοπάροικων), και ενίοτε κάποιο τίτλο, ο βασσάλος ορκιζόταν υποταγή στον μονάρχη που του έδιδε αυτά τα προνόμια, υποχρέωση στρατιωτικής συνδρομής στις εκστρατείες του, και από κάποια χρονική στιγμή μετά το 1200 μ.Χ. και απόδοσης φόρων από την εκμετάλλευση των δουλοπάροικων και της γης.

Αντίστοιχες μέθοδοι χρησιμοποιήθηκαν από τους Ιάπωνες αυτοκράτορες με τον θεσμό του Shogun, καθώς και από τους Μογγόλους του Τζένγκις Χαν, προσθέτοντας βαθμίδες εξουσίας ανάμεσα σε εκείνους και τους υπηκόους τους, προκειμένου να συγκεντρώνουν πλούτο από τις κοινωνίες στα χέρια των ολίγων.

Συνήθης τρόπος για τη συγκέντρωση πλούτου από τους πολλούς στους ολίγους ήταν η θεσμοθέτηση δασμών στα προϊόντα που εισάγονταν στο φέουδο, αμοιβών προς τον τοπικό εκπρόσωπο του μονάρχη για τα θηράματα που κάποιος μπορεί να σκότωνε για να σιτιστεί, καθώς και η πληρωμή διοδίων από τους περαστικούς που χρησιμοποιούσαν τους δρόμους που διέσχιζαν την έκταση, πέραν από την απόσπαση με απειλή βίας μέρους της παραγωγής των δουλοπάροικων. Άλλος συνήθης τρόπος συγκέντρωσης πλούτου από τους τοπικούς άρχοντες ήταν η πώληση “αδειών” για διάφορες δραστηριότητες, όπως αυτή του χτίστη (mason) και του σιδερά-οπλοποιού. Περιορίζοντας τον αριθμό των “αδειοδοτημένων” ατόμων κάθε συντεχνίας, ο τοπικός άρχοντας τους εξασφάλιζε υψηλότερο εισόδημα από όσο εκείνοι θα είχαν σε περίπτωση που το επάγγελμα ήταν ελεύθερης πρόσβασης, και έτσι δικαιολογούσε το κόστος της αγοράς της “άδειας” ή το ετήσιο ενοίκιο της.

Φυσικά το αυξημένο κόστος επιβάρυνε την κοινωνία, καθώς ο αδειούχος “οπλοποιός” είχε την ευχέρεια να χρεώνει αυξημένες τιμές για τα προϊόντα του, καθώς η ζήτηση ήταν υψηλότερη από την ελεγχόμενη προσφορά προϊόντων σαν τα δικά του.

Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα ο θεσμός του “Βασσαλισμού” ζει και βασιλεύει, ακόμη και αν εικονικά το πολίτευμα είναι Δημοκρατία. Η σύγχρονη ελληνική μέθοδος συγκέντρωσης πλούτου από την κοινωνία στα χέρια των ολίγων είναι αντίστοιχη και λίγο-πολύ όμοια με τις μεσαιωνικές πρακτικές του φεουδαρχισμού.  Απλά τα ονόματα αλλάζουν (λίγο). Οι κλειστές συντεχνίες που μαστίζουν την κοινωνία μας είναι γνωστές σε όλους, απλά ο τρόπος που αποσπούν πόρους από την κοινωνία είναι (λίγο) διαφορετικός.

Για παράδειγμα αν κάποιος θέλει να μεταφέρει τα προϊόντα του με δικό του όχημα μπορεί να το κάνει, όμως δεν έχει δικαίωμα να μεταφέρει προϊόντα ενός άλλου παραγωγού μαζί με τα δικά του, αν του περισσεύει χώρος στο όχημά του. Για να το κάνει αυτό χρειάζεται να έχει “άδεια μεταφορέα Δημοσίας Χρήσεως”. Αν τώρα κρατήσει η εξουσία περιορισμένο τον αριθμό των αδειών μεταφοράς, τότε αυτό αυτόματα δίνει αξία στην άδεια, διότι όποιος έχει μια τέτοια “άδεια” έχει εξασφαλισμένη πελατεία και υψηλές τιμές. Το κόστος αυτού του περιορισμού φυσικά το πληρώνει η κοινωνία με υψηλότερα κόμιστρα από ό,τι θα μπορούσε να προσφέρει η ελεύθερη είσοδος στα επαγγέλματα που είναι αυστηρά ελεγχόμενα από το κράτος.

Άλλο παράδειγμα είναι το επάγγελμα του συμβολαιογράφου. Για να κάνει κάποιος οποιαδήποτε νομικά ισχυρή συμφωνία ή μεταβίβαση παγίου, χρειάζεται να ισχυροποιήσει την συμφωνία αυτήν με την συνυπογραφή ενός συμβολαιογράφου. Φυσικά και αυτή η ιδιότητα είναι αυστηρά ελεγχόμενη από το κράτος, και δεν αρκούν οι σχετικά δύσκολες (αλλά και άχρηστες) εξετάσεις από κάποιον που έχει σπουδάσει νομικά. Πρέπει επίσης και να αγοράσει ή να κληρονομήσει μια άδεια, ο αριθμός των οποίων είναι περιορισμένος, και άρα για τις συμβολαιογραφικές πράξεις απαιτείται να πληρώσει η κοινωνία ένα σημαντικό τίμημα που μπορεί να φτάσει και πολλαπλάσιο της λογικής αμοιβής δικηγόρου για την σύνταξη ενός συμβολαίου. Για παράδειγμα, ένα συμβόλαιο που αφορά στη μεταβίβαση ενός ακινήτου π.χ. είκοσι εκατομμυρίων ευρώ μπορεί να είναι πανομοιότυπο με ένα για ακίνητο του ενός εκατομμυρίου ευρώ. Όμως στην πρώτη περίπτωση ο συμβολαιογράφος θα εισπράξει αμοιβή το εικοσαπλάσιο της δεύτερης.

Αντίστοιχοι περιορισμοί που τεχνηέντως τοποθετεί το ελληνικό κράτος στη δραστηριότητα των επαγγελμάτων, και ο περιορισμός στην αδειοδότησή τους, προσθέτει κόστη στην κοινωνία που εισπράττουν οι ολίγοι και χάνουν οι πολλοί.

Κάθε αχρείαστη αδειοδότηση, ή έλεγχος, ή παράβολο ή άτυπος εσωτερικός “δασμός” για να περάσει ο Πολίτης από την αξιολόγηση και να λάβει την υπογραφή κάποιου σφραγιδοφόρου είναι ευκαιρία για να του αφαιμαχθούν πόροι, και να συγκεντρωθούν στα χέρια των ολίγων, οι οποίοι με τη σειρά τους θα αποδώσουν το “πρέπον μερίδιο” προς εκείνους που τους προσέφεραν αυτό το δικαίωμα.

Είτε η προσφορά είναι εν είδει ψήφων στις επόμενες εκλογές ως αντάλλαγμα για τη λήψη μιας κοινωνικά άδικης σύνταξης ή μισθού, είτε είναι σε χρήμα που εισρέει στα μαύρα ταμεία των πυλώνων της κομματοκρατικής φεουδαρχίας, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η ευημερία των ολίγων εις βάρος των πολλών.

Τεχνηέντως η πολιτική εξουσία μοίρασε προνόμια σε πολλούς εις βάρος της κοινωνίας τα τελευταία 37 συναπτά έτη, είτε αυτό είναι η μονοπωλιακή εισαγωγή του μπακαλιάρου, η θέση υπογραφής για την έκδοση πολεοδομικών αδειών, η συνταξιοδότηση από την προχωρημένη ηλικία των 45 ετών, η είσπραξη μισθών χωρίς παρουσία στην εργασία, είτε χιλιάδες τέτοιες παρόμοιες αλλά όχι ολότελα όμοιες περιπτώσεις απόδοσης προνομίων που εκφυλίζουν την λειτουργία της ελεύθερης οικονομίας.

Αντίστοιχα η φορολογική εξόντωση των υποζυγίων-δουλοπάροικων υπολοίπων Ελλήνων, ώστε να συνεχίζουν τα προνομιούχα στρώματα των βασσάλων της κομματοκρατικής παρασιτοκρατίας να ευημερούν, δεν συνάδει με τις αρχές της Δημοκρατίας, της Δικαιοσύνης, της Ισονομίας, της Ισοπολιτείας, και τελικά της ίδιας της Ελευθερίας όπως νοείται στον εικοστό πρώτο αιώνα.

Ελευθερία και Δημοκρατία σε μια σιδηροδέσμια οικονομία δεν νοούνται. Όσα χρήματα και να μας δανείσουν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας και οι υπερατλαντικοί μας σύμμαχοι, για να μην πραγματοποιήσουμε στάση πληρωμών, αν δεν ξεριζωθούν τα δεσμά των προνομίων των ολίγων εις βάρος της κοινωνίας, η Ελλάδα νομοτελειακά θα πτωχεύσει.