της Ελένης Θεοχάρους

 

Ο Πρόεδρος Χριστόφιας ανήλθε στην εξουσία χαίροντας ευρείας αποδοχής, ειδικά ως προς το όραμα του για «γρήγορη επίλυση του Κυπριακού». Εμφανίστηκε ως Πρόεδρος λύσης και συνάμα επίλυσης των προβλημάτων του τόπου.

Δυστυχώς η ανεύθυνη αυτή ρητορική δεν σταμάτησε ακόμη και όταν η τουρκική αδιαλλαξία οδήγησε τις συνομιλίες σε τέλμα και η πολιτική Χριστόφια την οικονομία στην καταβαράθρωση.

Σήμερα, τρία και μισό χρόνια μετά από τη νίκη του στις εκλογές εξελίσσεται σε μια τραγική πολιτική φυσιογνωμία. Η λύση που διαπραγματεύεται είναι τρις-χειρότερη από το διαβόητο σχέδιο Ανάν, είναι χειρίστη μορφή διχοτόμησης. Η καλπάζουσα οικονομία που παρέλαβε, με πλεόνασμα 3,5% επί του ΑΕΠ, οδηγείται στον προθάλαμο του Μηχανισμού Στήριξης. Η κοινωνική συνοχή φθίνει και η ελπίδα χάνεται.

Η αποδιοργάνωση και η εξάρθρωση του κράτους, της οικονομίας και της άμυνας ήσαν ορατές και ψηλαφητές πραγματικότητες και με εκκωφαντικό τρόπο μας οδήγησαν στο βάραθρο του Μαρί.

Η έκρηξη ισοπέδωσε το φρόνημα του Λαού που δικαίως είναι οργισμένος χάνοντας την εμπιστοσύνη του στο κράτος και στους θεσμούς.

Ο Πρόεδρος αρνήθηκε να αναλάβει την πολιτική ευθύνη και να παραιτηθεί και με το διάγγελμα του δεν κατάφερε ούτε να ερμηνεύσει την τραγωδία, ούτε να ανακτήσει στοιχειωδώς την συμπάθεια ή έστω την ανοχή του κόσμου και των κομμάτων. Έχασε δηλαδή την πολιτική νομιμοποίηση και εσωτερικά και διεθνώς. Βεβαίως, η Κυβέρνηση δεν χρειάζεται ψήφο εμπιστοσύνης στην Βουλή, αλλά ο Πρόεδρος εξελέγη και με τις ψήφους της ΕΔΕΚ και του ΔΗΚΟ. Και απολάμβανε για δύο χρόνια της ανοχής του ΔΗΣΥ. Συνεπώς η μοναδική διέξοδος είναι η παραίτηση του Προέδρου και η διενέργεια εκλογών.

Παρ όλα αυτά, δεν νομίζω ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας θα παραιτηθεί. Γι αυτό, και προκειμένου να αποφευχθεί η ακυβερνησία κατά το εναπομείναν διάστημα, αλλά και για να διασώσουμε ότι μπορεί να διασωθεί, είναι απαραίτητος ο σχηματισμός μιας Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, ή Εθνικής Σωτηρίας ή έστω μιας Κυβέρνησης ευρείας αποδοχής και συναίνεσης. Όχι για να υπάρχουν συνένοχοι στην κακή διακυβέρνηση και να δίδονται άλλοθι σε όσους δεν αποτολμούν να αποχωρήσουν από την Κυβέρνηση, αλλά για να καταβάλουμε όλοι, χωρίς κραυγές, μια υστάτη προσπάθεια διάσωσης του τόπο. Που σημαίνει ότι θα συμφωνηθεί ένα ελάχιστο πρόγραμμα δράσης σε όλα τα επίπεδα και ότι ο Χριστόφιας θα πάψει να είναι κομματικός και ηγέτης των απανταχού καταλοίπων του κομμουνισμού, αλλά Πρόεδρος όλων των Κυπρίων.

Αν δεν το πράξει, η ευθύνη θα τον βαραίνει αποκλειστικά. Για κάθε εξέλιξη, αλλά και για την διαφαινόμενη αντίδραση του λαού.

Άλλωστε, ο ανασχηματισμός της Κυβέρνησης που βρίσκεται εν εξελίξει καθ ον χρόνον γράφονται αυτές οι γραμμές, θα συνιστά απλώς μια ανακύκλιση ονομάτων για την διαχείριση των προβλημάτων χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό και όραμα για την έξοδο από την κρίση.

Θα συνιστά μιαν ακόμη αποτυχία του Πρόεδρου και θα βυθίσει ακόμη περισσότερο τη χώρα στην ακυβερνησία, στο εσωτερικό, ενώ διεθνώς θα χάσουμε κάθε ίχνος αξιοπιστίας. Κάθε ίχνος σεβασμού που κέρδισε το μικρό, σοβαρό και οργανωμένο κράτος μας.

Ο Πρόεδρος οφείλει να αποδείξει ότι μπορεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντά για τα οποία έλαβε την λαϊκή εντολή: Δεν μπορεί να μετακυλεί τις πολιτικές ευθύνες στους ώμους των υπηρεσιακών. Πρέπει να λάβει το μήνυμα που εκπέμπει συνεχώς η κοινωνία. Ας μη περιχαρακώνεται σε κομματικά και ιδεολογικά ορύγματα. Κανείς δεν νοιάζεται να αποδείξει την ουτοπία του κομμουνισμού.

Ας κατανοήσει ότι η ενότητα θα επιτευχθεί μόνο με κοινή συνισταμένη σωτηρίας.

Διαφορετικά θα διχάσει τον λαό και θα από-νομιμοποιηθεί ακόμη περισσότερο.

Τελικά θα παραμείνει καβαλάρης της εξουσίας ενός ανεξέλεγκτου χάους.

Τελειώνω με ένα κρίσιμο σημείο: Ο Πρόεδρος δεν μπορεί να αναλαμβάνει δεσμεύσεις στις συνομιλίες που a priori απορρίπτει η μεγίστη πλειοψηφία και νομίζω ότι είναι άκρως επικίνδυνο να διαπραγματεύεται ο οποιοσδήποτε εξ ονόματος μιας χώρας κατεχόμενης και χρεωκοπημένης πολιτικά, οικονομικά και ηθικά με τον πανίσχυρο δήμιο του. Πρέπει πρώτα να ορθοποδήσει η Κύπρος.