Του Άριστου Μιχαηλίδη

Ο «ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ»,που αγωνιούν να προστατεύσουν οι συντεχνίες και η κυβέρνηση, πρέπει να ισχύει μόνο για τα εργασιακά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων; Δεν νοιάζει κανέναν, που στο κορυφαίο πρόβλημα του τόπου, στο Κυπριακό, δεν γίνεται κανένας διάλογος; Δεν ξέρει κανένας τι αποφασίζει και τι πράττει ο Πρόεδρος εις και μόνος στο Κυπριακό και ενώ βλέπουμε όλοι την κατρακύλα δεν αντιδρά κανένας, δεν ζητά κανένας «κοινωνικό ή πολιτικό διάλογο». Λες κι αυτές οι αποφάσεις δεν θα επηρεάσουν τη ζωή μας, το παρόν και το μέλλον μας, πολύ πιο τελεσίδικα απ’ ό,τι μας επηρεάζουν οι αποφάσεις για τα μέτρα εξόδου από την οικονομική κρίση. Οι συντεχνίες των δημοσίων υπαλλήλων που ξεσηκώθηκαν διότι, λένε, κάποιοι προσπαθούν να τους απαξιώσουν και να καταργήσουν τον «κοινωνικό διάλογο», έχουν σύμμαχο να συμμερίζεται όσα λένε μόνο το κυβερνών κόμμα.



 

Προφανώς και την κυβέρνηση. Μάλλον και προσωπικά τον Πρόεδρο Χριστόφια.

Αλλά, αυτό δεν πρέπει να ισχύει για το Κυπριακό ή και για άλλα κορυφαία ζητήματα, όπως τα θέματα των ερευνών στην ΑΟΖ και τις τουρκικές απειλές;

Πότε συνεδρίασε το εθνικό συμβούλιο να κάνει διάλογο για τις εξελίξεις και κυρίως να πάρει αποφάσεις συναινετικές; Ποιοι εγκρίνουν τις ενέργειες και τις προτάσεις του Προέδρου Χριστόφια στις συνομιλίες; Για το Κυπριακό δεν χρειάζεται να υπάρχει συναίνεση; Πότε συναντήθηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με τον Πρόεδρο της Βουλής για να συζητήσουν τις εξελίξεις του Κυπριακού; Υπάρχει νέος Πρόεδρος Βουλής εδώ και τρεις μήνες σχεδόν και δεν εκλήθη ποτέ από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να κουβεντιάσουν και να προσπαθήσουν να συντονιστούν.

Έχουν, λοιπόν, ένα δίκαιο οι συντεχνίες διότι ασχολούνται με τον τομέα τους και δεν τις ενδιαφέρει τίποτε άλλο. Η κυβέρνηση, όμως, που επίσης ζητά από τα κόμματα να σεβαστούν τον «κοινωνικό διάλογο» (άσχετα αν ήταν ένας κοινωνικός διάλογος που απέκλεισε τους μισούς από τους κοινωνικούς εταίρους) δεν πρέπει να έχει την ίδια στάση για όλα τα ζητήματα; Από τη στιγμή που ο Πρόεδρος δηλώνει κατ’ επανάληψη ότι αποζητά τη συναίνεση, οφείλει να το κάνει και στην πράξη. Να καλεί το εθνικό συμβούλιο βδομάδα παρά βδομάδα και να συζητά με όλη την ηγεσία τις εξελίξεις και τους χειρισμούς. Έχει μήνες όμως να συνεδριάσει το εθνικό συμβούλιο.

Αλλά όταν ο Πρόεδρος γνωρίζει ότι διαφωνούν μαζί του όλα τα κόμματα, δεν μπορεί να ακούσει τις απόψεις τους και να αναιρέσει όσα πιστεύει ο ίδιος, έστω και μόνος. Προτιμά προφανώς να κουβεντιάζει με τον Τσιελεπή, τον Ιακώβου, τον Άντρο Κυπριανού, για να είναι σίγουρος ότι θα έχει συναίνεση. Το θέμα είναι τι κάνουν οι υπόλοιποι. Παρακολουθούν από μακριά και αναμένουν τα χειρότερα; Ή, μήπως, είναι καιρός να πάρουν πραγματικά την κατάσταση στα χέρια τους για να δώσουν διεξόδους μέσα από τη δημοκρατική πλειοψηφία της Βουλής, όπως έκαναν με το πακέτο των οικονομικών μέτρων;