Του Σταυρου Λυγερου

Η κυβέρνηση Παπαδήμου είναι ουσιαστικά κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ με ολίγη από Ν.Δ. και ΛΑΟΣ. Η πλαδαρή σύνθεσή της ήταν αποτέλεσμα έντονων διαπραγματεύσεων και μ’ αυτή την έννοια αντανακλά κομματικές ισορροπίες και όχι λειτουργικές ανάγκες. Οι διαπραγματεύσεις που τη γέννησαν δεν ήταν οι συνηθισμένες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας, όπου οι εταίροι παζαρεύουν για να αποσπάσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μερίδιο εξουσίας.

Αυτό ισχύει για το ΠΑΣΟΚ, το οποίο επεδίωξε να διατηρήσει τον έλεγχο ή τουλάχιστον καθοριστική παρουσία σ’ όλα τα υπουργεία. Το επέτυχε, επειδή η Ν.Δ. ήθελε το αντίθετο: να κρατήσει αποστάσεις, για να εισπράξει το λιγότερο δυνατό πολιτικό κόστος μέχρι να στηθούν οι κάλπες. Αφού ουσιαστικά υποχρεώθηκε να συμμετάσχει σε μια τέτοια κυβέρνηση, η αξιωματική αντιπολίτευση προτίμησε να πάρει δύο θέσεις υπουργών και μία θέση υπουργού αναπληρωτή σε τομείς που έχουν ισχυρό εθνικό συμβολισμό (Εξωτερικών, Αμυνας και Παιδείας) και ταυτοχρόνως ελάχιστη σχέση με την τρόικα και την πολιτική του Μνημονίου.

Οι δύο από τους τρεις «γαλάζιους» υφυπουργούς τοποθετήθηκαν σε ουδέτερα υπουργεία (Πολιτισμού και Υγείας). Μόνο ο τεχνοκράτης Μουρμούρας τοποθετήθηκε εκεί όπου «λερώνονται χέρια» (υφυπουργός Οικονομικών). Η Συγγρού τον έστειλε περισσότερο για να έχει μια από τα μέσα εικόνα των τεκταινομένων στο οικονομικό επιτελείο παρά για να επηρεάζει την ασκούμενη πολιτική. Αυτό, όμως, δεν θα αφήσει ανέγγιχτη τη Ν.Δ.

Με τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση, το ΛΑΟΣ δεν εξασφάλισε μόνο μερίδιο εξουσίας. Παραλλήλως, ολοκλήρωσε επικοινωνιακά το «ξέπλυμά» του από το στίγμα της Ακροδεξιάς και την κατοχύρωσή του ως αναγνωρισμένου παίκτη στο πολιτικό παιχνίδι και δυνάμει κυβερνητικού εταίρου.

Η σύνθεση της κυβέρνησης Παπαδήμου αντανακλά τις –περισσότερο συμπληρωματικές και λιγότερο ανταγωνιστικές– σκοπιμότητες των τριών εταίρων. Απ’ αυτή την άποψη είναι συνέχεια παρά τομή στην παράδοση του πολιτικού συστήματος. Με άλλα λόγια, ο νέος πρωθυπουργός κινδυνεύει να διολισθήσει σε «ζολωτοποίηση».

Το γεγονός ότι τα κόμματα έχουν σε μεγάλο βαθμό απαξιωθεί στη συνείδηση της κοινής γνώμης λειτουργεί υπέρ του, και αυτό φάνηκε όταν η προσπάθεια του Παπανδρέου να προωθήσει στην πρωθυπουργία τον φίλο του Πετσάλνικο κατέστησε κατ’ αντιδιαστολή την υποψηφιότητα Παπαδήμου λυτρωτική λύση.

Η προσδοκία ορισμένων ότι η κυβέρνηση Παπαδήμου μπορεί να λειτουργήσει σαν ένα πείραμα που θα ανοίξει τον δρόμο για την υπέρβαση του πολιτικού συστήματος, είναι υπερβολική. Το πολιτικό σύστημα είναι πολύ φθαρμένο και εξόφθαλμα ανίκανο να αντιμετωπίσει την κρίση. Από την άλλη πλευρά, όμως, παραμένει κλειστό και οχυρωμένο. Οι μεθοδεύσεις για την επιβολή από τα πάνω μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών δεν είναι ικανές να το διεμβολίσουν.

Οι τρόποι διεμβολισμού είναι δύο: Ο πρώτος είναι την πύλη να την ανοίξουν από μέσα για να προκύψει μια ριζική ανανέωση, η οποία να αντιστοιχεί στις ριζικές αλλαγές που συντελούνται στην πολιτική συνείδηση και συμπεριφορά των πολιτών. Ο δεύτερος είναι ο κερματισμός των μεγάλων κομμάτων–φυλών και η δημιουργία νέων μορφωμάτων, που να αντιστοιχούν σε ιδεολογικές αντιλήψεις και πολιτικά προγράμματα.

Η κυβέρνηση Παπαδήμου δεν αναμένεται να δημιουργήσει ούτε αξιόλογο προηγούμενο για την εδραίωση μιας κουλτούρας κυβερνήσεων συνεργασίας. Θα ήταν διαφορετικό εάν δύο ή τρία κόμματα είχαν αποφασίσει να συνεργαστούν για ένα επαρκές διάστημα, όπως συνέβη με την κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού (Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες) στη Γερμανία. Η κυβέρνηση Παπαδήμου είναι μεταβατική. Πραγματική συμμαχική κυβέρνηση ίσως προκύψει εάν στις επόμενες εκλογές η Ν.Δ. δεν αποσπάσει αυτοδυναμία και ο –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις– νικητής Σαμαράς επιλέξει να κυβερνήσει με εταίρο.

Η κοινή γνώμη είχε απαυδήσει με την κυβέρνηση Παπανδρέου και γι’ αυτό δέχτηκε με προσδοκίες την πρωθυπουργοποίηση του Παπαδήμου, η υποψηφιότητα του οποίου προωθήθηκε με αποφασιστικό και αποτελεσματικό τρόπο από το φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που υποστηρίζουν την πολιτική του Μνημονίου. Τα κρίσιμα 24ωρα, οι μόνοι που είχαν πολιτική ατζέντα και δραστική παρέμβαση ήταν αυτές οι δυνάμεις. Γι’ αυτό και επέτυχαν να σύρουν πρωτίστως το ΠΑΣΟΚ και δευτερευόντως τη Ν.Δ. στη λύση Παπαδήμου.

Ο νέος πρωθυπουργός θα έρθει σύντομα αντιμέτωπος με τις προσδοκίες που επενδύθηκαν στο πρόσωπό του. Το θετικό κλίμα δεν πρόκειται να διαρκέσει πολύ. Η αποσπασμένη τις τελευταίες ημέρες προσοχή των πολιτών θα επανέλθει άμεσα στη σκληρή πραγματικότητα της κρίσης, η οποία συνεχώς βαθαίνει, πολλαπλασιάζοντας τα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια.

Η κοινή γνώμη δεν αναμένει θαύματα από τον Παπαδήμο. Αναμένει απ’ αυτόν, όμως, να εκμεταλλευτεί το κύρος του και το θετικό κλίμα που επικρατεί διεθνώς, για να διαφοροποιήσει μια αδιέξοδη πολιτική. Εάν ο νέος πρωθυπουργός δεν στραφεί προς αυτή την κατεύθυνση και μετατραπεί σε ανενδοίαστο εφαρμοστή της αποτυχημένης συνταγής, θα εντείνει την ύφεση, γεγονός που πιθανότατα να πυροδοτήσει κοινωνικές αντιδράσεις και να παροξύνει το υφιστάμενο αδιέξοδο.