Του ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗ

Η Αραβική Άνοιξη διέρχεται -όπως ήταν αναμενόμενο- τη χαώδη φάση ενός αλλόφρονος αλληλοσπαραγμού «όλων εναντίον όλων», στην οποία δεν παρεμβαίνει κανείς απ’ όσους εμφανίζονται ως παγκόσμιοι ηγεμόνες της σταθερότητας και της ειρήνης, ενώ πρωτίστως απούσα είναι η Ευρώπη ως Ευρωπαϊκή Ένωση.

Κράτη που διεκδικούν ρόλο περιφερειακού ηγεμόνα επιδιώκουν να πείσουν, και το καταφέρνουν μέχρι ενός σημείου, ότι λειτουργούν σταθεροποιητικά. Διεθνείς παράγοντες (ΗΠΑ) και άλλες περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Σαουδική Αραβία, διατείνονται πως έχουν την ικανότητα, τη δύναμη και τη γνώση για αποτελεσματική παρέμβαση σε εξελισσόμενες κρίσεις όπως αυτή της Συρίας. Η Τουρκία καταφέρνει να παίζει ένα πολλαπλά έξυπνο χαρτί και προς τον διεθνή παράγοντα αλλά και προς την ίδια τη Μέση Ανατολή ως προς τη δημοσιότητα, παρουσιαζόμενη ως παράγοντας σταθερότητας που μπορεί να προωθήσει το επιτυχές μοντέλο του «παντρέματος» του ισλάμ με την κοσμική εξουσία, δηλαδή τον δυτικό πολιτικό πολιτισμό και έναν ιδιαίτερο τύπο Δημοκρατίας, καλλιεργώντας παράλληλα ειδικές σχέσεις τόσο με τους ισλαμιστές όσο και με τους κοσμικούς και προωθώντας τον πολιτικό και ευρύτερο ρόλο της στο νέο καθεστώς που διαμορφώνεται στη Μέση Ανατολή και αναπτύσσεται επαναστατικά, δηλαδή ανατρεπτικά, ραγδαία.

Η Άγκυρα προσπαθεί να εξασφαλίσει την πολιτική εξουσιοδότηση της ΕΕ προκειμένου να λειτουργεί ως εκπρόσωπος του διεθνούς παράγοντα στις διαπραγματεύσεις που έγιναν, γίνονται και θα γίνονται στα υπό διαμόρφωση καθεστώτα της Μέσης Ανατολής. Επεδίωξε πρόσφατα να συμμετάσχει στη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, αλλά ευτυχώς απετράπη η συμμετοχή και η έμμεση νομιμοποίησή της ως ευρωπαϊκής δύναμης από την παρέμβαση της κύπριας υπουργού Εξωτερικών, της κ. Ερατώς Κοζάκου – Μαρκουλλή. Στο πλαίσιο αυτής της παρεμβατικής πολιτικής η Άγκυρα έχει θέσει υπό τον έλεγχό της τη συριακή αντιπολίτευση, την οποία περιθάλπει, χρηματοδοτεί, εκπαιδεύει και εξοπλίζει. Ο στόχος εν προκειμένω δεν είναι η Δημοκρατία και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Συρία και στις άλλες περιοχές όπου ανατρέπονται τα παλαιά καθεστώτα, αλλά η προτεκτορατοποίηση της Δαμασκού από την Άγκυρα, κάτι που θα δημιουργούσε ένα ντόμινο επιρροής σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή και ταυτόχρονα θα προκαλούσε ένα εντονότατο δίλημμα ασφάλειας για το Ισραήλ και όχι μόνο. Τις τελευταίες ημέρες, μάλιστα, ο κ. Νταβούτογλου, θεωρητικός της τουρκικής ηγεμονίας των «μηδενικών προβλημάτων» (!), ζήτησε την έγκριση του διεθνούς παράγοντα για να επέμβει στη βορειοανατολική Συρία, ώστε να ελέγξει τη ροή των προσφύγων και να οδηγήσει το καθεστώς Άσαντ σε πτώση.


Φυσικά, όλη αυτή η ιστορία του σύγχρονου, δημοκρατικά πολιτισμένου τουρκικού κράτους παραβλέπει μονίμως τη συνεχιζόμενη εδώ και είκοσι έξι χρόνια καθημερινή σφαγή κούρδων μαχητών της ελευθερίας, την καταπάτηση των ατομικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κυρίως την έλλειψη προστασίας των μειονοτήτων ως συλλογικό αγαθό. Η μεταρρυθμιστική κυβέρνηση Ερντογάν ετοιμάζει αναθεώρηση του Συντάγματος, που υποτίθεται ότι αποσκοπεί στην ενδυνάμωση των κανόνων δικαίου που προστατεύουν τις μειονότητες και κατοχυρώνουν τις ατομικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα, κάτι που αποτελεί απλώς στάχτη στα μάτια, γιατί τίποτα σχετικό δεν συμβαίνει.

Οι Τούρκοι ξέρουν καλά πως η δυτική υποκρισία της πολιτικής αρκείται στη διακήρυξη προθέσεων και δεν ενδιαφέρεται να ελέγξει την πραγμάτωσή τους. Το πιο τραγικό που συμβαίνει σήμερα στην Τουρκία, πιο σωστά γίνεται σήμερα αντιληπτό, είναι το δράμα χιλιάδων κουρδικών οικογενειών, καθώς μάνες και κόρες είναι στο κουρδικό αντάρτικο, ενώ οι γιοι υπηρετούν στον τουρκικό στρατό, και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που βρέθηκαν παιδιά χωρίς τη θέλησή τους να πολεμούν γονείς και αδερφές, σε ένα απάνθρωπο πλαίσιο αναγκαστικού εμφυλίου.