Tου A.H. Διαματάρη

Φοβερά λόγια. Από αυτά που πιστεύαμε ότι δεν θα ακούγαμε πια στο μέλλον: «Για τους νέους ανθρώπους η μόνη επιλογή τους είναι να πάνε στην επαρχία ή στο εξωτερικό».

Τα πικρά αυτά λόγια ανήκουν στην Αλεξάνδρα Τρίχα, και περιέχονται σε εκτενές δημοσίευμα της «ΝΥΤ» για την απελπισία των νέων Ελλήνων που τους οδηγεί στην Επαρχία.

Το άρθρο στη «ΝΥΤ» επισημοποιεί μια κατάσταση που μας είναι γνωστή: Η Αθήνα έχει μετατραπεί σε μια πόλη δύσκολη, με το έγκλημα στα ύψη, χωρίς δουλειές, πολύ ακριβή.

Αρα η τελευταία λύση για νέους, πτυχιούχους συχνά, είναι η μετανάστευση στην επαρχία, στα μέρη των γονιών και των παππούδων, στη γη, στη γεωργία και κτηνοτροφία και στη θάλασσα.

Βέβαια η μετανάστευση από μια πόλη στην επαρχία δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η επαρχία έχει τους δικούς της κώδικες συμπεριφοράς, που δεν είναι πάντα σε αρμονία με αυτές των πόλεων.

Ακόμα, η μετεξέλιξη από άνθρωπο του γραφείου στην καλλιέργεια της γης δεν είναι επίσης μια εύκολη υπόθεση. Φαίνεται εύκολη, ιδίως στον μορφωμένο, που πιστεύει ότι μπορεί να μάθει τα πάντα, αλλά στην πράξη υπάρχουν πολλά προβλήματα και πολλά μυστικά της δουλειάς που κατακτώνται μόνο με σκληρή εργασία και με την εμπειρία.

Ομως, ακόμα και να υπερβεί κανείς το δύσκολο, μεταβατικό στάδιο, αυτό του σπασίματος της πλάτης που απαιτεί η καλλιέργεια και των ρομαντικών ιδεών, στο τέλος καραδοκεί ένα άλλο ακόμα χειρότερο συχνά στάδιο: της δυσκολίας της απόσβεσης του κεφαλαίου. Κι εκεί τα πράγματα είναι επίσης πολύ δύσκολα καθότι η Ελλάδα δεν διαθέτει μεγάλες καλλιέργειες, ούτε οργανωμένα συστήματα διανομής των προϊόντων της εντός και εκτός της Ελλάδας, με αποτέλεσμα να μπαίνει κανείς στον φαύλο κύκλο της οικονομικής καταστροφής, του δανεισμού, της απογοήτευσης.

Κάτι λοιπόν γνωρίζει η γιαγιά του άρθρου στη «ΝΥΤ», που λέει για τα παιδιά της: «δεν θέλω να επιστρέψουν. Ολος αυτός ο κόπος -της πανεπιστημιακής μόρφωσης- θα πήγαινε χαμένος».

Με άλλα λόγια, η επαρχία μπορεί να συμπληρώσει το μισθό, το μεροκάματο της πόλης, αλλά δεν μπορεί να το αναπληρώσει.

Κι τότε πλέον μπαίνει σε εφαρμογή το δεύτερο μέρος του προγράμματος: η ξενιτιά.

Μια άλλη λύση είναι αυτή του ναυτικού.

Στον τομέα αυτό, δόξα τω Θεώ, ο ελληνικός εμπορικός στόλος ήταν, είναι και θα είναι από τους πρώτους στον Κόσμο. Αρα λοιπόν δουλειές για τους εργατικούς και έντιμους πάντα θα υπάρχουν εκεί.

Η θάλασσα, όμως, κουράζει. Κυρίως όταν ο ναυτικός αποκτήσει οικογένεια.

Ετσι και στην περίπτωση αυτή για αρκετούς ναυτικούς η λύση θα είναι πάλι η ξενιτιά. Οπως έγινε με πάμπολλους ομογενείς στο παρελθόν, μεταξύ των οποίων πολλοί είναι από τους πιο πετυχημένους ομογενείς μας σήμερα.

Ναι, η ιστορία της Ελλάδας επαναλαμβάνεται, δυστυχώς…

ΥΓ. Πολλοί αναγνώστες με ρωτούν για τη διεύθυνση της πιτσαρίας του ομογενή κ. Γιάννη Καμπούρη: η «Palace Pizza» βρίσκεται στον αριθμό 121 της Οδού Dyckman στο Ιnwood του Μπρονξ.