Της Μενεξέ Τοκιάι και του Άντι Νταμπίλης, Southeast European Times

Ο εκρηκτικός ισχυρισμός που έγινε τον προηγούμενο μήνα από τον πρώην πρωθυπουργό της Τουρκίας, Μεσούτ Γιλμάζ, ότι Τούρκοι πράκτορες είχαν αναμειχθεί στην πρόκληση των πυρκαγιών στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 1990 δεν έχει υποδαυλίσει τις σχέσεις των δύο χωρών όπως αναμενόταν.


Η απάντηση των ανταγωνιστών δείχνει πόσο έχει προχωρήσει η διπλωματική συνεργασία των δύο χωρών για την επίλυση προβλημάτων. Ως απόδειξη αυτού, ο Έλληνας και ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών — ο Σταύρος Δήμας και ο Αχμέτ Νταβούτογλου — έχουν μιλήσει τηλεφωνικώς τρεις φορές από τη στιγμή που δημοσιοποιηθήκε ο ισχυρισμός από τα ΜΜΕ στις 26 Δεκεμβρίου, ενώ ο Τούρκος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Εγκεμέν Μπαγκίς, πραγματοποίησε επίσκεψη στο Έλληνα υπουργό Εθνικής Άμυνας, Δημήτρη Αβραμόπουλο, στις 5 Ιανουαρίου.

Ο Γιλμάζ ισχυρίστηκε ότι η πρώην Πρωθυπουργός της Τουρκίας Τανσού Τσιλέρ είχε χρησιμοποιήσει ένα ταμείο που βρισκόταν στη διακριτική της ευχέρεια μεταξύ 1995 και 1997 για να πληρώσει Τούρκους πράκτορες ώστε να προκαλέσουν πυρκαγιές στην Ελλάδα, σε αντίποινα για τις πυρκαγιές που προκάλεσαν Έλληνες σε τουριστικές περιοχές της Τουρκίας.

Ο Γιλμάζ δήλωσε, στη συνέχεια, ότι είχαν παραποιήσει τα λόγια του και ότι, στην πραγματικότητα, υπονοούσε την πιθανή εμπλοκή πρακτόρων των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών στις δασικές πυρκαγιές που είχαν σημειωθεί στην περιοχή του Αιγαίου.

“Είπα ότι θα ήταν λάθος για τις σχέσεις μας με την Ελλάδα να δημοσιευθούν αυτοί οι ισχυρισμοί πριν αποδειχθεί αν είναι βάσιμοι, και ως εκ τούτου θα πρέπει να αξιολογούνται εντός του πεδίου εφαρμογής του κράτους”, φέρεται να είπε ο Γιλμάζ, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός τρεις φορές κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990.

“Δυστυχώς το θέμα διαστρεβλώθηκε για λόγους εντυπωσιασμού”, πρόσθεσε.

Αλλά η Ελλάδα εξακολουθεί να επιμένει στη διενέργεια έρευνας, χωρίς να αφήνει τους ισχυρισμούς να καταστρέψουν τις διμερείς σχέσεις σε επίσημο επίπεδο.

“Αυτές οι δηλώσεις και οι σχετικές πληροφορίες που έχουν δημοσιοποιηθεί είναι σημαντικές για εμάς και πρέπει να υπάρξει διεξοδική έρευνα. Η Τουρκία θα πρέπει να μας δώσει οποιαδήποτε ευρήματα που έχει σχετικά με αυτό το θέμα”, δήλωσε στους SETimes ο Γρηγόρης Δελαβέκουρας, εκπρόσωπος του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών στην Αθήνα.

“Τους στείλαμε ένα σαφές μήνυμα πως περιμένουμε τη διενέργεια έρευνας και οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να εξετάσουν το θέμα. Ανοίξαμε ξανά τους φακέλους των σχετικών υποθέσεων”, πρόσθεσε.

Αλλά το θέμα έχει φτάσει τις τοπικές κυβερνήσεις και πυροδότησε εθνικιστικά αισθήματα στην Ελλάδα σε μια εποχή οικονομικής δυσπραγίας.

Ο Δημήτρης Στεργίου-Καψάλης, ο δήμαρχος της Πεντέλης, ένα βόρειο προάστιο των Αθηνών που είχε μια δασώδη ορεινή περιοχή η οποία καταστράφηκε στις πυρκαγιές πριν από μερικά χρόνια, είπε ότι θα ζητήσει αποζημίωση από την Τουρκία.

Είπε ότι 25.000 στρέμματα δασικών εκτάσεων καταστράφηκαν από πυρκαγιά το 1995 με κόστος περίπου 47 εκατομμυρίων ευρώ, ανάφερε το πρακτορείο ειδήσεων Cihan.

Εν τω μεταξύ, ο εισαγγελέας Γιάννης Τέντες του ελληνικού Ανώτατου Δικαστηρίου διέταξε τους εισαγγελείς της χώρας να επανεξετάσουν τα στοιχεία που είχαν συγκεντρωθεί για τις δασικές πυρκαγιές του 1995, ανάφερε η αθηναϊκή εφημερίδα Καθημερινή.

Οι αναλυτές λένε ότι η έλλειψη απτών αποδείξεων κατά της Τουρκίας μειώνει την πιθανότητα ότι οι δικαστικές υποθέσεις θα έχουν ως αποτέλεσμα μια απόφαση κατά της Τουρκίας. Λόγω της ταχέως αναπτυσσόμενης οικονομίας της Τουρκίας και της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, η Αθήνα ενδέχεται να μη θέλει να γίνουν οι καταγγελίες ένα ζήτημα στη διμερή ατζέντα που θα οδηγήσει σε αδιέξοδο.

“Αυτό που έχει ενδιαφέρον και είναι καίριας σημασίας είναι η επίσημη αντίδραση στα σχόλια και από τις δύο χώρες”, λέει ο Δημήτρης Τριανταφύλλου, Έλληνας ακαδημαϊκός στο Πανεπιστήμιο Kadir Has στην Ιστανμπούλ. “Αν και οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας μπορεί να γίνουν δυσκολότερες στο μέλλον για διάφορους λόγους, τόσο οι αρχές στην Αθήνα όσο και στην Άγκυρα διαχειρίστηκαν εντυπωσιακά καλά τις παρατηρήσεις του Γιλμάζ”.

“Η βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία [από τα τέλη της δεκαετίας του 1990] έχει μεγαλύτερη αξία από αυτή την αποζημίωση”, υποστηρίζει ο Μουζαφέρ Κουτλάι, ειδικός σε θέματα Βαλκανίων, ο οποίος εργάζεται στον Διεθνή Οργανισμό Στρατηγικών Ερευνών (USAK) στην Άγκυρα.

“Ο ανταγωνισμός με την Τουρκία θα είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Ελλάδα εν μέσω αυτής της οικονομικής συγκυρίας που συνεχώς χειροτερεύει”, λέει ο Κουτλάι.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, οι ελληνο-τουρκικές σχέσεις έχουν προοδεύσει πολύ, κάτι που ο Κουτλάι περιγράφει ως πλαίσιο “ελεγχόμενης έντασης”.

Ενώ η συνεργασία στον κοινωνικο-πολιτιστικό και οικονομικό τομέα συνεχίζει να προοδεύει, εξηγεί ο Κουτλάι, “τα διαρθρωτικά ρήγματα” παραμένουν ένα βασικό χαρακτηριστικό των διμερών σχέσεων.

Ο Τριανταφύλλου συμφωνεί: “Τα σχόλια του Μεσούτ Γιλμάζ είναι αντιπροσωπευτικά μιας άλλης εποχής στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις, όταν η αμοιβαία καχυποψία μεταξύ των δύο χωρών ήταν μεγαλύτερη και, κατά πάσα πιθανότητα, οι δύο πλευρές προσπαθούσαν να υπονομεύσουν η μία την άλλη με κάποιους από τους τρόπους που πρότεινε ο πρώην πρωθυπουργός”.

Αλλά, σύμφωνα με τον Τριανταφύλλου, οι ισχυρισμοί βρήκαν γόνιμο έδαφος μεταξύ των εθνικιστικών τμημάτων στην Ελλάδα, που ανησυχούν για την πτωτική τάση της χώρας τους και τη στρατηγική στάση της έναντι της Τουρκίας.

Ο Σταύρος Καρκαλέτσης, επικεφαλής του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Αναλύσεων με έδρα την Αθήνα, το οποίο ειδικεύεται στην εξέταση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, δήλωσε πως το θέμα της δασικής πυρκαγιάς είναι το μικρότερο από τα προβλήματα που υπάρχουν στις διμερείς σχέσεις.

Φοβάται πως η Τουρκία θα κάνει πιο επιθετικές στρατιωτικές κινήσεις καθώς η Ελλάδα μειώνει τις δαπάνες της για την άμυνα εν μέσω της οικονομικής κρίσης.

“Κάψανε τα δάση μας … όλοι γνώριζαν εδώ και χρόνια πως ίσχυε αυτό”, είπε στους SETimes. “Η Ελλάδα σήμερα ανησυχεί πολύ περισσότερο για τη σταθερότητα στο Αιγαίο γιατί δεν έχει την ίδια ισχύ που διέθετε πριν από 20 χρόνια”, δήλωσε.
Το παρόν περιεχόμενο ανατέθηκε για τους SETimes.com.