Του Α. ΛΥΚΑΥΓΗ

ΤΗΝ ΩΡΑ που (δικαιολογημένα) οι πολίτες εγκλωβίζονται σε κατάσταση ζοφερής εσωστρέφειας (με την καθημερινότητά τους να λεηλατείται και τις ελπίδες ανακάμψεώς των εν πολλοίς ν’ ακυρώνονται), η Ελλάδα μονοδρομείται βαναύσως προς προοπτικές εθνικής υποτέλειας! Η πικρή αλήθεια, όπως αυτή αναδύεται από την οικονομική και πολιτική κηδεμόνευση που της επιβάλλουν ασυστόλως τα ευρωπαϊκά κέντρα ισχύος.

Να μην αυταπατώμεθα. Το παιχνίδι έχει, άλλωστε, ξαναπαιχτεί. Και υπήρξε πάντοτε αδυσώπητο «κεκτημένο ξενοκρατίας» για τον τόπο.   Καθώς οι μεν ισχνές εθνικές δυνατότητες αποδομούνται δραστικώς, οι δε αντιστάσεις καταθλιπτικώς απονευρώνονται. Οπόταν και δημιουργούνται συνθήκες πολιτικής (και πολιτειακής) υποθηκεύσεως στις αναγκαιότητες που ανακύπτουν με αδυσώπητες δυναμικές. Με την Ελλάδα να βρίσκεται ήδη στον αναπνευστήρα του ευρωπαϊκού ελέους και τους πολίτες της να επιβιώνουν υπό τον εκβιασμόν των δανειακών δόσεων. Οι οποίες και προσφέρονται περίπου εν είδει μεθαδόνης, σε κοινωνία που πάσχει από παροξυνόμενο στερητικό σύνδρομο. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει πολλά και κυρίως τραυματικά για όλους εμάς.

Και βεβαίως τα χειρότερα έπονται. Γιατί ασφαλώς η κατάσταση της υποτέλειας διαλαμβάνει ζητήματα που άπτονται όχι απλώς της πολιτειακής αυτοδυναμίας, αλλά και της ίδιας τελικά της γεωπολιτικής ακεραιότητας της χώρας και της διασφάλισης ασκήσεως αυτονόητων δικαιωμάτων εντός των ορίων της εθνικής κυριαρχίας. Κάτι που διέπεται ήδη από μείζονες κινδύνους καθώς σε συγκεκριμένες περιοχές του εθνικού χώρου επαπειλούνται τετελεσμένα.

Ή τουλάχιστον όπου, λόγω φοβικών συνδρόμων και αδυναμιών που προκαλούνται από την κατάσταση της οιονεί χρεοκοπίας, περιστέλλονται οι επιβαλλόμενες ενέργειες για διασφάλιση των κεκτημένων. Όπως για παράδειγμα η ανακήρυξη ΑΟΖ στις νοτιοανατολικές παρυφές των εθνικών θαλάσσιων ορίων. Καστελλόριζο.

Με άμεση πλέον την απειλή περιστολής της ελληνικής ζώνης, όχι μόνο από τις πειρατικές πρακτικές της Άγκυρας, αλλά και από άλλες χώρες. Στην προκειμένη περίπτωση από την Αίγυπτο! Αυτή βεβαίως είναι μόνο μία περίπτωση. Τα ενδεχόμενα είναι πολλά και καθόλου ευοίωνα. Και το θέμα είναι ότι ούτε η κατάσταση όσον αφορά τη διαχείριση των προβλημάτων από το νυν (κι εν πολλοίς εφθαρμένο) πολιτικό σύστημα είναι η επιβαλλόμενη, ούτε και οι δυνατότητες εμφανίζονται τέτοιες που να επαρκούν και να μπορούν να δώσουν σωστικές διεξόδους.

Εκτός εάν υπάρξει γενναιόφρων, επιτέλους, αυτοκριτική και αποφασιστική ανάληψη ευθύνης από τους θεσμικούς διαχειριστές και τους παράπλευρους βραχίονές των, που να διανοίγει προοπτικές περιεκτικών επιτέλους συγκλίσεων στο σύνολο πολιτικό περιβάλλον, οι οποίες να οπλίζουν εθνικές στρατηγικές και να δημιουργούν δυνατότητες αποτελεσματικών αντιστάσεων.

Πέραν της συνήθους και κενολόγου πολιτικής φιλολογίας και των εσωστρεφών μηρυκασμών, που διαπιστώνουν μεν, χωρίς να επιλύουν, και που αλληλομαχούν δε, χωρίς να πράττουν. Προάγοντας διαίρεση. Και παράγοντας πολιτικό κενό. Υπό το βάρος της ατύπου μεν, αλλά πραγματικής οικονομικής χρεοκοπίας που βαίνει επιδεινούμενη, το μόνον εναπομείναν είναι: Πρωταρχικά να μην αφεθεί αυτή τελικά η χρεοκοπία να μεταβληθεί και σε πτώχευση του φρονήματος του ελληνικού κόσμου. Εντός δηλαδή κι εκτός του μητροπολιτικού χώρου.

Και σ’ επέκταση να μην αφεθούν οι δανειακές δεσμεύσεις (και η συναπορρέουσα υποθήκευση) να οδηγήσουν σε δυνάμει εκποιητικές αποδοχές ή και σε ακρωτηριασμούς με όρους είτε φυσικού πλούτου είτε και εθνικών δικαιωμάτων. Εκεί και όπου διακυβεύονται αυτά. Και δυστυχώς καίρια εθνικά ζητήματα κινδυνεύουν άμεσα. Και αν υπάρξουν απαλλοτριώσεις, αυτές δεν θα είναι με τίποτε αναστρέψιμες, ενώ, αντιθέτως, θα αποβούν αφετηρίες ευρύτερων και απευκταίων διαβρώσεων.

Αυτά σηματοδοτούν ως σήματα κινδύνου τις ασήκωτες ευθύνες και των ηγεσιών (και των πολιτικών γενικότερα δυνάμεων) αλλά και των πολιτών σε άλλο επίπεδο. Που δεν ευθύνονται ασφαλώς επί ίσοις όροις, αλλά που πρέπει επιτέλους ν’ αρθρώσουν ευρωστότερο λόγο. Και να διανοίξουν στα καταθλιπτικά μας αδιέξοδα διόδους εθνικής ανεξαρτησίας.