Νέα δείγματα αναξιοπιστίας και μεροληψίας έδωσε η τουρκική δικαιοσύνη το τελευταίο διάστημα. Η έναρξη της εξέτασης της υπόθεσης των πραξικοπηματιών του 1980, και η απόφαση που ελήφθη στην υπόθεση Ντίνκ, καταμαρτυρούν τις πολιτικές μεθοδεύσεις που υποβάλλεται η δικαστική εξουσία στη γείτονα.

Δύο σημαντικές υποθέσεις με βαρύνουσα πολιτική σημασία βρέθηκαν στο επίκεντρο της επικαιρότητας την τελευταία εβδομάδα στην Τουρκία. Η πρώτη αφορά την προσφυγή στη δικαιοσύνη εναντίον των υπευθύνων του πραξικοπήματος του 1980, ενώ η δεύτερη αφορά την υπόθεση του δολοφονηθέντος αρμένιου δημοσιογράφου και ακτιβιστή Χράντ Ντίνκ. Αμφότερες οι περιπτώσεις φαίνεται να υπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες.

Μετά από καθυστέρηση δεκαετιών, τελικά, άναψε το πράσινο φως για την παραπομπή των πραξικοπηματιών της 12ης Σεπτεμβρίου του 1980 στην τουρκική δικαιοσύνη. Μολονότι, οι περισσότεροι κατηγορούμενοι δεν είναι εν ζωή, η εξέλιξη αυτή ικανοποίησε χιλιάδες θύματα της χούντας, η οποία είχε παραμείνει στην εξουσία μία ολόκληρη τριετία. Οι δύο βασικοί εναπομείναντες κατηγορούμενοι της υπόθεσης, ο στρατηγός και πρώην Πρόεδρος Κενάν Εβρέν και ο στρατηγός ε.α. Ταχσίν Σαχίνκαγια, έχουν κληθεί, λοιπόν, να αντικρίσουν τη δικαιοσύνη με την κατηγορία ότι επιχείρησαν να αλλάξουν ή να τροποποιήσουν μέρος του συντάγματος και έκλεισαν ή παρεμπόδισαν τη λειτουργία της δημοκρατικά εκλεγμένης Εθνοσυνέλευσης. Η υπόθεση θα εκδικαστεί από το 12ο Ποινικό Δικαστήριο της Άγκυρας στις αρχές του προσεχούς Απριλίου.

Η απόσυρση από το χρονοντούλαπο της υπόθεσης του πραξικοπήματος του 1980 δεν είναι τυχαίο γεγονός. Η παραπομπή στη δικαιοσύνη των δύο πραξικοπηματιών συνδέεται άμεσα με την υφιστάμενη ένταση μεταξύ ισλαμιστών και στρατιωτικών που ολοένα οξύνεται. Η απόφαση για την εξέταση της υπόθεσης, η οποία μετά από μία τριακονταετία έχει πια παραγραφεί, δεν είναι παρά μία προσπάθεια άσκησης πολιτικής εκφοβισμού που ακολουθεί ο νικητής εναντίον του ηττημένου στην τουρκική πολιτική σκηνή. Τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή η ηγεσία των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων δέχεται ανηλεή πόλεμο με στόχο την κάμψη των τελευταίων εστιών αντίστασης και το μηδενισμό της επιρροής της στα πολιτικά πράγματα. Ωστόσο, η πίεση που δέχεται ο τουρκικός στρατός δεν περιορίζεται μόνο στον εξοβελισμό του από την πολιτική σκηνή. Η ισλαμική ηγεσία φαίνεται να επιδιώκει να λύσει μιας και διαπαντός το πρόβλημα του «δημοκρατικού ελλείμματος» που δημιουργούσε η παρουσία των στρατηγών στο πολιτικό σύστημα. Στην ταπεινωτική αυτή ήττα που προορίζει για τους αντιπάλους της, ωστόσο, η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ είναι αναγκασμένη να προσφύγει στη χρήση των κατάλληλων νομικών μέσων. Υπενθυμίζουμε ότι η ισλαμική ηγεσία είχε ήδη προλειάνει το έδαφος έγκαιρα, υιοθετώντας τις κατάλληλες τροποποιήσεις για την παραπομπή των στρατηγών στη δικαιοσύνη σε πακέτο νόμου που είχε υιοθετήσει πέρσι.

Στη δεύτερη υπόθεση, εκείνη της δολοφονίας του Χράντ Ντίνκ, φαίνεται να έχει ασκηθεί επίσης πολιτική επιρροή για την αλλοίωση του αποτελέσματος της δικαιοσύνης. Πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του Ντίνκ, το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε εμπλοκή εγκληματικής οργάνωσης στην υπόθεση, καλύπτοντας την πασιφανή συνέργια μεταξύ δυνάμεων ασφαλείας, γκρίζων λύκων και παρακράτους. Η συμμετοχή χιλιάδων στη διαδήλωση διαμαρτυρίας δεν ήταν παρά μία πηγαία αντίδραση και απόδειξη για την κατάφορη διαστρέβλωση της αλήθειας και την πρόδηλη παρέμβαση στην απόδοση της δικαιοσύνης. Πως όμως να αποδοθεί η δικαιοσύνη όταν η ισλαμική κυβέρνηση κάνει πολιτικούς υπολογισμούς και ασκεί την επιρροή της στη δικαστική εξουσία; Δεν είναι το ίδιο παρακράτος που εμπλέκεται στη δολοφονία του αρμένιου δημοσιογράφου με εκείνο που σχεδίαζε την ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου καθεστώτος ή που εμπλέκεται σε τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον των πολιτών του κυρίως στη ΝΑ Μικρά Ασία; Προφανώς το «τουρκο-ισλαμικό» παρακράτος που εξόντωσε τον αρμένιο μάχιμο δημοσιογράφο τελεί υπό την προστασία της ισλαμικής κυβέρνησης, καθώς φαίνεται ότι το ΑΚΡ δεν το θεωρεί και τόσο «επικίνδυνο» όσο το παρακράτος των «κεμαλιστών»! Είναι πρόδηλη η προσπάθεια του ΑΚΡ να αποσιωπήσει και να απορροφήσει τα συντηρητικά και ακροδεξιά στοιχεία της αντιπολίτευσης, ενισχύοντας μεν τη θέση της απέναντι στους στρατιωτικούς, ολισθαίνοντας δε προς υπερσυντηρητικές και εθνικιστικές θέσεις. 

Οι πολιτικές δύο μέτρων και δύο σταθμών που ακολουθεί η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ, έρχονται στην επιφάνια για να αποδείξουν επιτέλους το μέγεθος της υποκρισίας. Η λειτουργία που επιφύλασσε το σύγχρονο τουρκικό πολιτικό σύστημα στη δικαιοσύνη, τελικά, ήταν υποτιμητική τόσο επί κεμαλιστών όσο και επί ισλαμιστών. Μολονότι και τα δύο καθεστώτα αναλώνονταν στη διαφήμιση του «τουρκικού κράτους δικαίου», αυτό αποδεικνύεται φενάκη. Το ΑΚΡ δεν έχει ανάγκη από μία αμερόληπτη δικαιοσύνη, αλλά αντιθέτως ως καθεστώς που βαδίζει στην οδό του αυταρχισμού, επιθυμεί τη δικαιοσύνη στην υπηρεσία του!

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος