Κάθε άλλο παρά εορταστικό είναι το κλίμα στο Φόρουμ του Νταβός που αρχισε τις εργασίες του στο διάσημο ελβετικό κέντρο χειμερινού τουρισμού, μετά το χθεσινό άνοιγμα από τη Γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ.

«Απαισιοδοξία αιωρείται στον βουνίσιο αέρα» ήταν ο χθεσινός χαρακτηριστικός τίτλος του σχετικού ρεπορτάζ των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» του Λονδίνου.

Την ίδια άποψη εξέφραζε -και μάλιστα με ασυνήθιστα αυξημένο λυρισμό- και η αμερικανική εφημερίδα «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» σε ένα δισέλιδο αφιέρωμά της: «Η οικονομική αναταραχή της Ευρώπης επικρέμαται πάνω από τη φετινή συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ σαν τα σύννεφα χιονιού πάνω από τα γειτονικά βουνά» έγραφε χθες.

Ο ιδρυτής του Φόρουμ του Νταβός και πρόεδρός του, ο καθηγητής Κλάους Σβαμπ, είναι πιο διεισδυτικός. Θεωρεί ότι ο κόσμος δεν διδάχθηκε τίποτα από τη χρηματοπιστωτική κρίση.

Βγάζει μάλιστα το οπωσδήποτε ριζοσπαστικό για έναν άνθρωπο με τις δικές του πεποιθήσεις συμπέρασμα ότι ο καπιταλισμός με τη σημερινή του μορφή δεν εναρμονίζεται με τις ανάγκες του κόσμου στον οποίο ζούμε.

Η συντηρητική αλλά σοβαρή γερμανική εφημερίδα «Φράνκφουρτερ Αλγκεμάινε» συμφωνεί με τις απόψεις του Σβαμπ και προσθέτει στους υπέρτιτλους του δικού της αφιερώματος: «Αναζητείται κοινωνική υπευθυνότητα. Στην πραγματικότητα κάτι δεν πάει καλά: τα υψηλά κρατικά χρέη και οι μεγάλες διαφορές εισοδημάτων προκάλεσαν σε πολλές χώρες εθνικισμό, λαϊκισμό και έλλειψη κινήτρων».

Σε αντίθεση, πάντως, με τις περσινές εργασίες του Φόρουμ του Νταβός, φέτος κανένας από τους συμμετέχοντες δεν δείχνει να ανησυχεί για τις λαϊκές αντιδράσεις και την απειλή κοινωνικών εξεγέρσεων στις χώρες της Ευρώπης – τουλάχιστον στις προκαταρκτικές τοποθετήσεις των πάσης φύσεως παραγόντων.

Η έλλειψη σοβαρής αναταραχής σε κάποια χώρα έχει αυξήσει την αλαζονική αυτοπεποίθηση των ισχυρότερων από τους πανίσχυρους του κόσμου που συναγελάζονται στο Νταβός ότι δεν κινδυνεύουν τα συμφέροντά τους από επαναστάσεις των πληβείων, άρα μπορούν να συνεχίσουν την ίδια πολιτική.

«Η Γερμανία έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό της» γράφει ένας επιβλητικός τίτλος της «Φράνκφουρτερ Αλγκεμάινε» και οι υπότιτλοι συμπληρώνουν:

«Οι Γερμανοί μάνατζερ αναδεικνύονται παγκόσμιοι πρωταθλητές της αισιοδοξίας. Κοιτάζοντας τις επιχειρήσεις τους, δεν υπάρχει κανένα ίχνος μαυρίλας». Η αλήθεια είναι ότι από αυτούς που συμμετέχουν στο Φόρουμ του Νταβός, κανένας δεν έχει λόγο να είναι απαισιόδοξος ή ανήσυχος. Αυτοί που πηγαίνουν στο ελβετικό τουριστικό κέντρο συγκαταλέγονται σε αυτούς που κατ’ εξοχήν κερδίζουν από την κρίση, όχι σε αυτούς που χάνουν.

Φέρνουν λοιπόν και μερικούς καθηγητές, ακτιβιστές και αναλυτές για να πουν και κάποιους προβληματισμούς και οι ίδιοι κάνουν πυρετωδώς συναντήσεις μεταξύ τους και με ηγετικά στελέχη ή και τους ίδιους τους ηγέτες χωρών που τους ενδιαφέρουν και οι οποίοι προσέρχονται στο Νταβός με μοναδικό αντικείμενο να κλείσουν δουλειές ύψους δεκάδων και εκατοντάδων εκατομμυρίων ή και δισεκατομμυρίων ευρώ και δολαρίων.

Οσο για διαδηλωτές και «αγανακτισμένους», χρειάζεται πολλή τρέλα για να πάει κανείς στο Νταβός μέσα στο καταχείμωνο.

Μέχρι προχθές πάντως αυτό το είχαν κάνει περίπου 50 Ελβετοί διαδηλωτές, οι οποίοι είχαν στήσει έξι… ιγκλού (καλύβες από χιόνι) και δύο τέντες σε θερμοκρασίες γύρω στους -10 βαθμούς. «Περιμένουμε περισσότερο κόσμο το Σάββατο», δήλωσαν με αισιοδοξία στο «στρατόπεδό» τους, σε απόσταση δύο χιλιομέτρων από εκεί που γίνονται οι εργασίες του Φόρουμ – τόσο τους επέτρεψε να πλησιάσουν η αστυνομία.

«ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ»

Μην τολμήσετε να πάτε κατά ‘κει!

ΠΡΟΣ ΘΕΟΥ, αν όσα διαβάσατε σας κίνησαν το ενδιαφέρον, μη σκεφθείτε καν να πάτε κατά το Νταβός, ακόμη και να είστε εύπορος επιχειρηματίας. Μόνο για να μπει στο Φόρουμ ένα άτομο από μια επιχείρηση, η πρόσκληση κοστίζει 71.000 δολάρια – χώρια τα εισιτήρια, το ξενοδοχείο, το φαγητό του. Αν πάτε δύο άτομα και θέλετε να έχετε πρόσβαση και στις περιορισμένης πρόσβασης δραστηριότητες, η τιμή εκτινάσσεται κατευθείαν στα 300.000 δολάρια! Αν μάλιστα θέλετε να κάνετε και μπούγιο ως εταιρεία, η πρόσκληση για μια αποστολή πέντε ατόμων είναι λίγο «τσιμπημένη». Ανέρχεται πλέον στα 622.000 δολάρια – πάντα χωρίς εισιτήρια, ξενοδοχεία και φαγητό. Αν σας πούμε δηλαδή ότι είναι ευκαιρία να πάτε, θα σας γελάσουμε και δεν το θέλουμε…