Του Νίκου Κοτζιά

Η δημοκρατική παράταξη στην Ελλάδα έχει μεγάλη παράδοση. Μια συνέχεια ιστορικής επιρροής. Η επιρροή αυτή άλλοτε ήταν περισσότερο δεξιά και άλλοτε πιο ανοικτή σε αριστερές ιδέες και επιδράσεις. Επί παραδείγματι, η μεταπολεμική δημοκρατική παράταξη έτεινε περισσότερο προς το κέντρο, την υιοθέτηση του αντικομουνισμού και της λογικής των κυρίαρχων δυνάμεων. Για αυτό άφησε χώρο να αναπτυχθεί εκ νέου η Αριστερά και να γίνει η τελευταία, το 1958, αξιωματική αντιπολίτευση. Αντίθετα το μεταχουντικό ΠΑΣΟΚ ανέπτυξε ως αντιπολίτευση μια σταθερή αριστερή φρασεολογία και πρόγραμμα. Ακόμα και το κεντρικό του σύνθημα, «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», το είχε πάρει από το ΚΚΕ της δεκαετίες του τριάντα και το ΕΑΜ. Με το προφίλ που πρόβαλλε το ΠΑΣΟΚ της περιόδου 1974-1985 κάλυψε μεγάλο μέρος και της αριστερής – λαϊκής παράδοσης. Ταυτόχρονα, πάντρεψε αυτή την παράδοση με τον κυβερνητισμό και έδωσε άμεση προοπτική σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού που βρίσκονταν στο περιθώριο τόσο εξαιτίας του εμφυλίου. όσο και της ασύμμετρης οικονομικής ανάπτυξης καθώς και της συσσώρευσης κοινωνικής αδικίας.

Το ΠΑΣΟΚ μπέρδευε το 74-85 αλλά και με την κατάρρευσή του

Το ΠΑΣΟΚ της πρώτης δεκαετίας από την γέννησή του μπέρδεψε τα κόμματα της ελληνικής αριστεράς, είτε ήταν το ΚΚΕ, είτε η ευρωκομμουνιστική εκδοχή της. Έγινε αντικείμενο τριβών στο εσωτερικό τους, αλλά και συνεχών ταλαντεύσεων, θυμών και έλλειψη κατανόησης του φαινομένου. Τη μία φάση, όπως στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του ογδόντα, το ΠΑΣΟΚ ανακηρυσσόταν σε δύναμη ακόμα και της αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης. Στην επόμενη φάση το ΠΑΣΟΚ ήταν η πηγή του «κακού» που έπρεπε να διαλυθεί, όπως στα τέλη του ογδόντα και στις αρχές του ενενήντα του προηγούμενου αιώνα.Το ΠΑΣΟΚ ανέδειξε εκείνη την περίοδο της αριστερές δημοκρατικές παραδόσεις που υπήρχαν στην Ελλάδα και ανταποκρίθηκε σε πολλαπλά κοινωνικά αιτήματα. Ταυτόχρονα, όμως, προσέγγισε την λογική του συστήματος και οι κορυφές του βρέθηκαν σε σχέσεις εμπλοκής, ακόμα και άμεσης διαπλοκής, με τα στενά συμφέροντα όσων λεηλάτησαν και λεηλατούν την χώρα. Ο ηγετικός πυρήνας του ΠΑΣΟΚ έχασε την επαφή του με τις κοινωνικές δυνάμεις που το στήριξαν και από όπου προήλθε. Πολλά στελέχη του έγιναν σε μεγάλο βαθμό φορείς ενός επαρχιακού κοσμοπολιτισμού. Από θέσεις πατριωτισμού μετακινήθηκαν σε θεωρίες σύμφωνα με τις οποίες το σύγχρονο απαιτεί και παραίτηση από κάθε έννοια πατριωτισμού. 
Σε αυτό συνέβαλε και το γεγονός ότι πολλά στελέχη του δεν αναδεικνύονταν, πλέον, μέσα από κοινωνικούς αγώνες και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις. Επιπλέον, ουδέποτε εργάστηκαν εκτός κρατικού μηχανισμού και κομματικών θέσεων, έγιναν ιερείς των ιδιωτικοποιήσεων, ενώ ταυτόχρονα συνέβαλαν, ιδιαίτερα μέσα στην κρίση που βιώνουμε, στην ιδιοποίηση του κράτους από την διαπλοκή και τους τραπεζίτες. Αρκεί να δει κανείς τα βιογραφικά πολλών υπουργών του ΠΑΣΟΚ και εύκολα θα κάνει την διαπίστωση. Οι ίδιοι με τον καιρό μετατράπηκαν από «επαγγελματίες πολιτικοί» σε επαγγελματίες υπουργοί που δεν μπορούν να ξεκολλήσουν από τις θέσεις τους, ούτε, βέβαια, να παραιτηθούν, ακόμα και αν καταστρέψουν την χώρα.Το παράξενο στις σχέσεις ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και στα κόμματα της Αριστεράς είναι ότι το πρώτο μπερδεύει τα δεύτερα όχι μόνο στην περίοδο της ανόδου και βασιλείας του, αλλά και τώρα που βρίσκεται σε κατάρρευση. Το ΠΑΣΟΚ καταρρέει και η Αριστερά δεν μπορεί να δημιουργήσει σχέσεις συμμαχίας με τον κόσμο της δημοκρατικής παράταξης που για άλλη μια φορά επανέρχεται στις δημοκρατικές – αριστερές καταβολές του. Τα κόμματα της Αριστεράς πιστεύουν ότι οι δυνατές εναλλακτικές πρακτικές είναι είτε να ανοίξουν τις πόρτες τους «στο μπείτε σκύλοι να αλέστε», είτε νακαταλαμβάνονται από τον φόβο μην τυχόν και κολλήσουν καμιά βαριά αρρώστια από το ΠΑΣΟΚ και τις δυνάμεις που προέρχονται από αυτό.

Διαφοροποιήσεις στο ΠΑΣΟΚ και η πολιτική του μνημονίου

Ανάμεσα στις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ μπορεί κανείς με βάση τα μνημόνια να ξεχωρίσει σειρά ομάδων. Η πρώτη είναιεκείνη του «κοσμοπολίτικου επαρχιωτισμού». Αυτός στήριξε και στηρίζει τα «Μνημόνιο 1» και το «Μνημόνιο 2», καθώς και το Μεσοπρόθεσμο, όπως, επίσης και κάθε παραβίαση δημοκρατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Συναίνεσε στην κατάργηση των εγγυήσεων του κοινωνικού κράτους καθώς και του κράτους δικαίου. Έχει ταυτιστεί με τα συμφέροντα και τη λογική της τρόικας και της ντόπιας διαπλοκής. Είναι έτοιμη να στηρίξει και ένα ακόμα «Μνημόνιο 3» καθώς και να σφάξειδικαιώματα και λαϊκό εισόδημα μέσα από τις επικείμενες επικαιροποιήσεις του Μνημονίου 2. Πρόκειται για μια ακραία νεοφιλελεύθερη πτέρυγα εντός του ΠΑΣΟΚ που θα το αποκτήσει τις επόμενες ημέρες ως ένα είδους λάφυρου για τον ραγιαδισμό που επέδειξε και την εξυπηρέτηση της διαπλοκής. Μια δεύτερη κατηγορία δυνάμεων που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ είναι εκείνες που στήριξαν όλη την άθλια πολιτική του Μνημονίου 1, του μεσοπρόθεσμού, της κατάργησης δικαιωμάτων, της επιτροπείας επί της χώρας, ενώ τμήμα τους συνέβαλε στην εισβολή του ΔΝΤ στα ελληνικά δρώμενα. Στήριξαν ακόμα και την παρουσία της ακροδεξιάς στην Κυβέρνηση.
Οι δυνάμεις αυτές διαφώνησαν με το Μνημόνιο 2 και θα ήταν καλοδεχούμενες, αν αυτή η διαφωνία τους α) είχε δημόσια εκδηλωθεί με σταθερότητα πριν την απομάκρυνσή τους από τις υπουργικές θέσεις, από τις οποίες δεν παραιτήθηκαν, β) αξιολογούσαν αυτοκριτικά τα όσα άδικα έπραξαν σε βάρος της ελληνικής κοινωνίας (αντίθετα δείχνουν να μην έχουν καταλάβει τίποτα) και γ) δεν επιδείκνυαν τάσεις ηγεμονισμού που συνοδεύει την έλλειψη αυτοκριτικής αξιολόγησης της δικής τους στάσης και πρακτικής το προηγούμενο διάστημα. Οι δυνάμεις αυτές έχουν καταφέρει να γίνουν ο ανάστροφος καθρέφτης της ΝΔ. Εκείνες λένε ότι το πρώτο μνημόνιο είναι ορθό, αλλά όχι το δεύτερο. Η ΝΔ επιμένει να θεωρεί καταστροφικό το πρώτο μνημόνιο, αλλά όχι το δεύτερο που αποτελεί την συνέχεια του πρώτου. Ουδείς, όμως, μπορεί να παραβλέψει ότι τα Μνημόνια κινούνται συνολικά στην ίδια πολιτική γραμμή, έχουν την ίδια ραγιάδικη και κοινωνικά άδικηλογική. Με αυτές τις δυνάμεις καλά θα κάνουν τα κόμματα της αριστεράς να κρατήσουν αποστάσεις.Πιστεύω, ότι άλλες δυνάμεις που φεύγουν ακόμα και σήμερα από το ΠΑΣΟΚ μπορούν να βοηθήσουν τη χώρα και τον χώρο της δημοκρατικής, πατριωτικής, προοδευτικής παράταξης, αρκεί να δουν ουσιαστικά αυτοκριτικά τα τρία τελευταία χρόνια και να μην θέλουν να ηγεμονεύσουν και της επόμενης ημέρας. Οι δυνάμεις αυτές είναι απαραίτητες για έναν νέο πολιτικό σκηνικό αρκεί να παλέψουν με το παλιό, πριν από όλα μέσα τους. Θα είναι μεγάλο λάθος για οποιαδήποτε δημοκρατική αριστερή δύναμη να τους αγκαλιάσει άκριτα, χωρίς τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις, όπως επίσης θα ήταν λάθος να τις απορρίψει κανείς ασυζητητή. Το μέλλον τους εξαρτάται από τη στάση που θα κρατήσουν οι ίδιες ως προς το χθες και τη θέση τους στο αύριο.Υπάρχουν και οι δυνάμεις που εξαρχής τάχθηκαν ενάντια στις μνημονιακές πολιτικές. Πολλές δε από αυτές, υπήρξαν οι πρώτοι που τις ανέλυσαν, εξήγησαν, ανέδειξαν την αρνητικότητά τους. Κάτι που δεν πρέπει να το ξεχνά η οργανωμένη αριστερά, που ούτε τα προβλήματα στο κοινωνικό κράτος, ή στις διαπραγμάτευσης είχε εντοπίσει, ούτε μελέτησε εκείνη πρώτη τις αρχικές δανειακές συμβάσεις καθώς και το πρώτο μνημόνιο. Που δεν είχε αρχικά κατανοήσει το πατριωτικό και δημοκρατικό πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί. Με αυτές τις δυνάμεις τα αριστερά κόμματα οφείλουν να συνεργαστούν χωρίςνα παριστάνουν τους μικρομέγαλους.
Η ιστορία έχει δείξει, ότι όταν η αριστερά νιώθει να έχει τα πάνω της, νομίζει ότι μετατράπηκε σε κάποιο είδοςBrandname, το οποίο δεν θα πρέπει να αλλοιωθεί από πολλές συνεργασίες, ιδιαίτερα αν είναι αυτές ισότιμες. Δεν λείπουν τα στελέχη της αριστεράς που φοβούνται ότι η συνεργασία με συνεπείς δημοκρατικές-αριστερές δυνάμεις θα αλλοιώσουν την πολιτική και το «όνομα» που νομίζουν ότι έχουν κατακτήσει. Μάλιστα ένα κομμάτι τους φοβάται μην αλλοιωθεί «το κάστρο»και πέσει από μέσα με τις δυνάμεις συνεργασίας, ως αυτές να είναι ο νέος δούρειος ίππος. Σε ένα άλλο κομμάτι τους ανησυχούν μήπως έρθουν «οι ξένοι» και φάνε από τα έτοιμα, δηλαδή από τις καρέκλες που ήδη νομίζουν ότι τους περιμένουν. Και οι δύο λογικές είναι βαθιά αντιενωτικές και δεν βοηθούν στην συγκέντρωση των απαραίτητων δυνάμεων. Διότι όπως εξηγώ και στις ομιλίες μου, σε αυτό τον τόπο, σε αυτή την ιστορική στιγμή υπάρχουν δύο ειδών ευθύνες. Εκείνες όποιων οδήγησαν την χώρα στην καταστροφή και εκείνες, εμάς των υπολοίπων που δεν καταφέρνουμε να την αποτρέψουμε. Να επιβάλλουμε μια πολιτική σωτηρίας.