Της Ειρήνης Χρυσολωρά

Ενα από τα ενδιαφέροντα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη προχθεσινή Εκθεση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος είναι ότι, τελικά, δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι θα υποστούμε ώς το τέλος του παρόντος Μνημονίου τις ίδιες απώλειες στα εισοδήματά μας.

Εως τώρα, στην τριετία 2010-2012 προηγούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι με απώλειες 20,8% έναντι 14,7% των ιδιωτικών, αλλά την επόμενη χρονιά προβλέπεται πανωλεθρία για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους, με αποτέλεσμα να τερματίσουν και οι δύο κατηγορίες με εισοδήματα μειωμένα κατά περίπου 25% σε σύγκριση με τη χρυσή προ του 2009 εποχή.

Αναρωτιέται κανείς γιατί συνέβη άραγε αυτό, δεδομένου ότι το πρόβλημα της χώρας ξεκίνησε από το υπέρογκο δημοσιονομικό της έλλειμμα το οποίο επιβαρύνουν οι μισθοί του δημόσιου τομέα, όχι όμως και του ιδιωτικού.

Το επιχείρημα της τρόικας ότι πρέπει να μειωθούν οι μισθοί για να αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας ως έναν μόνο βαθμό ευσταθεί, όπως επεσήμανε χθες και ο ίδιος ο κ. Προβόπουλος, δεδομένου ότι η ανταγωνιστικότητα είναι συνάρτηση και άλλων παραγόντων και όχι μόνο των μισθών. Εχει αναφερθεί χιλιάδες φορές ότι αν η ανταγωνιστικότητα ήταν κυρίως θέμα μισθών, τότε η Βουλγαρία θα ήταν αχτύπητη στις διεθνείς αγορές.

Οπως και νά ‘χει, στην Ελλάδα η ιδιότητα του ιδιωτικού υπαλλήλου εξακολουθεί να αποτελεί τη χειρότερη καταδίκη.
Τα πράγματα, βεβαίως, θα ήταν διαφορετικά αν είχε συλληφθεί η φοροδιαφυγή και είχαν γίνει εγκαίρως οι διαρθρωτικές αλλαγές που θα βελτίωναν την ανταγωνιστικότητα με άλλους τρόπους εκτός από το μαχαίρι στους μισθούς. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο παραμύθι.