Ομιλία σε υποψήφιους βουλευτές

protothema.gr, Χρήστος Μπόκας, Ανδρέας Μπελεγρής

 

«Συγκρατημένη αισιοδοξία» για την πορεία των διαβουλεύσεων υπο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας εξέφρασε ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος παρά το αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε ο πρώτος γύρος, το οποίο χρέωσε ευθέως στον κ. Αλέξη Τσίπρα.

Αναλυτικά, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μιλώντας σε κομματική εκδήλωση αμέσως μετά την λήξη των συνομιλιών στο Προεδρικό Μέγαρο σημείωσε ότι «εξακολουθούμε να στηρίζουμε τους χειρισμούς του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο χρόνος είναι εξαιρετικά κρίσιμος» ενώ επισήμανε ότι ακόμα και αν η έσχατη ευκαιρία να συγκροτηθεί οικουμενική κυβέρνηση «Η εκλογική ευφορία ορισμένων είναι επικίνδυνη για την χώρα… Οποίοι σέρνουν την χώρα σε νέες εκλογές θα βρουν απέναντί τους το ΠΑΣΟΚ. Αν θέλουν εκλογές εμείς θα πάμε με τους καλύτερους όρους».

Τόνισε ότι οι αποφάσεις των ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΔΗΜΑΡ  συμπίπτουν ως προς την συγκρότηση οικουμενικής κυβέρνησης στην οποία όμως θα συμμετάσχει και ο ΣΥΡΙΖΑ ενώ σημείωσε ότι «καλόπιστα είπαμε στον ΣΥΡΙΖΑ  να προχωρήσει με ΔΗΜΑΡ σε κυβέρνηση της Αριστεράς και αρνήθηκαν να πάρουν πρωτοβουλία».

Επιτέθηκε μάλιστα στον κ. Αλέξη Τσίπρα λέγοντας ότι «Δεν θέλουν ή δεν μπορούν και ωμά επιμένουν σε ακυβερνησία . Δεν είναι κακό να πάμε σε  νέες εκλογές είπε σήμερα ο Τσίρπας».

Επιπροσθέτως απάντησε στην δηλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ περί «κοινοβουλευτικής αρτιότητας που θα έχει μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ ΝΔ και ΔΗΜΑΡ» εξηγώντας ότι «δεν κάνουμε συζήτηση νομικού χαρακτήρα αλλά εθνικής και ιστορικής ευθύνης και ο ΣΥΡΙΖΑ μένει στην γωνία για να χρεώσει την ευθύνη στους άλλους» και ξεκαθάρισε πως «Όχι δεν θα αναλάβει πάλι το ΠΑΣΟΚ την ευθύνη για όλους τους άλλους. Καν αν είναι να πάμε σε νέες εκλογές ας πάρει αυτός την ευθύνη. Οι πολίτες είπαν αυτό που θέλουν με οργή και πάθος. Η οργή και το πάθος διατηρούνται αλλά μπορεί να αλλάξουν αποδέκτη».

Παράλληλα, σημείωσε ότι κάθε μέρα που περνά «είναι λάθος. Αυτό που κρύβεται πίσω από την εκλογική ευφορία κάποιων είναι επικίνδυνο. Κάνω έκκληση στο πατριωτικό φρόνημα όλων και διατηρώ περιορισμένη αισιοδοξία παρα το αδιέξοδο…».

«Ανασυγκρότηση κεντροαριστερού μετώπου»


Επιπροσθέτως, ο κ. Βενιζέλος απευθυνόμενος στα στελέχη του κόμματός προχώρησε σε ανοικτή πρόσκληση «σε όσους πιστεύουν ότι πρέπει να υπάρχει κεντροαριστερά» και εξήγησε ότι είναι αναγκαία η ανασυγκρότηση της παράταξης «χωρίς συμβιβασμούς, ταμπού και βαρίδια».

Εξήγησε ότι η συγκεκριμένη προσπάθεια ξεκινά άμεσα και θα έχει για «μπροστάρηδες τους νέους» ενώ ξεκαθάρισε πως «Όσοι είπαν ότι το ΠΑΣΟΚ πέθανε κάνουν λάθος. Αυτό που πέθανε είναι τα καλούπια του χθες και η αναξιοκρατία. Το ΠΑΣΟΚ ανασυγκροτείται και έχουν θέση όλοι όσοι αγωνιούν για το μέλλον της χώρας. Καλώ τους πολίτες να γίνει το ΠΑΣΟΚ σύγχρονη κεντροαριστερά… 

Το ΠΑΣΟΚ πρέπει να γίνει ένα γνήσια λαϊκό πατριωτικό κόμμα, εκφραστής της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, εκφραστής ανάπτυξης και δημιουργίας» και για τον λόγο αυτό σημείωσε ότι θα συζητήσει ισότιμα και με άλλες δυνάμεις.


Τι λένε στο ΠΑΣΟΚ για τη συνάντηση


Κωλύματα συνταγματικού χαρακτήρα ως προς τη ψήφο ανοχής, είχε κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αλέξης Τσίπρας, σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ κ. Ευάγγελο Βενιζέλο.

Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι ο κ. Τσίπρας επίσης έθεσε θέμα ύφεσης της ελληνικής οικονομίας λέγοντας πως το μνημόνιο δεν πέτυχε λόγω ύφεσης .

Ο κ. Βενιζέλος φέρεται να του απάντησε ότι «και εμείς λέγαμε για ύφεση και γι΄ αυτό το ΠΑΣΟΚ είχε επισημάνει σε πολλές περιπτώσεις την ανάγκη ανάπτυξης».

Οι εκτιμήσεις των επιτελών στην Ιπποκράτους αναφέρουν ότι ο πρόεδρος της ΝΔ δεν έχει εκλογική στρατηγική, ενώ σχολιάζοντας το ενδεχόμενο προκήρυξης νέων εκλογών επισημαίνουν πως οι εκλογές δεν είναι καταστροφή στην δημοκρατία και ότι υπάρχουν λύσεις αλλά «ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για αυτό;», αναρωτιούνται.

Επίσης θέτουν το ερώτημα, αν θα υπάρχει αυτοδυναμία μετά τις εκλογές…

Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, κατά πάσα πιθανότητα θα υπάρξει επανάληψη της συνάντησης, κάτι που είναι στην ευχέρεια του Προέδρου, χωρίς να διευκρινίζεται να θα είναι τριμερής ή θα συμμετέχουν περισσότεροι πολιτικοί αρχηγοί.

Στο ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζουν ως χλωμούς και αδυνάμους τους άξονες Τσίπρα σε σχέση με τις δικές τους, συγκεκριμένες προτάσεις.

Τέλος, συνεργάτες του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, δηλώνουν πως σε αυτή τη φάση καμία από τις πολιτικές δυνάμεις που προέκυψαν μετά τις εκλογές, δεν έχει μιλήσει για κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ τονίζοντας: «Τι είμαστε εμείς να μας καταγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι είμαστε κυβέρνηση του Μνημονίου;
Διαβάστε την ομιλία Βενιζέλου

left-red-arrowΚαλημέρα. Ζητώ συγνώμη για την καθυστέρηση που παραβιάζει τους νέους κανόνες λειτουργίας των οργάνων του ΠΑΣΟΚ και των συναντήσεων των στελεχών του, αλλά όπως ξέρετε αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ορίστηκε συνάντηση του Προέδρου της Δημοκρατίας με τους αρχηγούς των τριών κομμάτων που έλαβαν τις διερευνητικές εντολές. Η συνάντηση αυτή κράτησεπερισσότερο απ’ όσο είχα υπολογίσει κι έτσι σας ταλαιπωρήσαμε. Αλλά αυτό αποδεικνύει την αντοχή σας, την εμμονή σας, την πίστη σας στον αγώνα που δίνουμε

* * *

Φίλες και φίλοι, σας ευχαριστώ πραγματικά για την παρουσία σας και σας συγχαίρω από καρδιάς, όλες και όλους, για το μεγάλο και σκληρό αγώνα που δώσατε. Εκπροσωπήσατε την παράταξη στην πρώτη γραμμή του πυρός, υπό δραματικά δύσκολες συνθήκες.

Είστε εσείς, οι υποψήφιοί μας στις εκλογές της προηγούμενης Κυριακής, εκ των πραγμάτων ένα εξαιρετικά  σημαντικό δίκτυο στελεχών σε όλη τη χώρα, ένα δίκτυο στελεχών που πρέπει ν’ αξιοποιηθεί κα θ’ αξιοποιηθεί, με τον καλύτερο τρόπο. Όχι μόνο για τις μάχες που δίνουμε στον ευρύτερο πολιτικό στίβο, αλλά και για την εσωτερική μάχη της αναγέννησης της μεγάλης δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης, του ΠΑΣΟΚ.

Έχετε όλες και όλοι -άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο, όλοι σας- μία άμεση σχέση με την κοινωνία και κυρίως είστε εσείς που αποδείξατε ότι έχετε  το θάρρος να μπείτε μπροστά. Είναι πολύ σημαντικό κάποιος να έχει θάρρος, αυτοπεποίθηση, αντοχή. Και δείξατε ότι αυτά τα στοιχεία τα διαθέτετε. Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ για μια ακόμη φορά.

Καταλαβαίνω πως το κακό εκλογικό αποτέλεσμα έχει απογοητεύσει και αποθαρρύνει πολλές και πολλούς από εσάς. Το αποτέλεσμα όμως, αυτό είναι μια πρόκληση για δουλειά, για αγώνα, για εντατική προσπάθεια να ξαναχτίσουμε την σχέση μας με την κοινωνία, να ξαναφτιάξουμε την παράταξη εξ αρχής.

Το ΠΑΣΟΚ, φίλες και φίλοι -ας πούμε τα πράγματα ευθέως- υπέστη μία δεινή, μία ιστορική ήττα. Έχασε σχεδόν 30 ποσοστιαίες μονάδες της δύναμής του, του 2009. Στις εκλογές καταγράφτηκε η ήττα αυτή με την αλλαγή των εκλογικών μεγεθών. Καταλάβαμε -και μιλώ και εκ μέρους σας, απευθυνόμενος στον ελληνικό λαό- πάρα πολύ καλά αυτό που μας είπαν οι πολίτες και ιδίως αυτοί που ανήκουν στο χώρο μας αλλά δεν ήρθαν ή δε θέλησαν να μας ψηφίσουν.

Η ήττα όμως, δεν  είναι η καταγραφή των εκλογικών ποσοστών. Η ήττα, δηλαδή η αποκοπή του ΠΑΣΟΚ από ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνικής του βάσης, έχει συντελεστεί δυστυχώς, εδώ και πάρα πολύ καιρό. Δώσαμε έναν αγώνα για τη χώρα, για την οικονομία, για τις μελλοντικές γενιές μόνοι μας. Έχω πει ότι αυτό κακώς συνέβη, έπρεπε να έχουμε συσστρατεύσει όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Δώσαμε σε πολύ μεγάλο βαθμό τον αγώνα αυτό, ερήμην της κοινωνικής μας βάσης ή πολλές φορές  σε αντίθεση με την κοινωνική μας βάση.

Είναι συνεπώς προφανές ότι τα τελευταία δυόμισι χρόνια αποτύχαμε στις βασικές λειτουργίες ενός δημοκρατικού, συλλογικού, ανοικτού κόμματος. Δε συζητήσαμε, όπως και όσο έπρεπε, δεν επεξεργαστήκαμε συλλογικά έναν πειστικό λόγο, δεν διαμορφώσαμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με εσωτερική συνοχή, δικαιοσύνη και προοπτική. Ήμασταν απορροφημένοι σ’ έναν καθημερινό αγώνα για την επιβίωση της χώρας, σ’ έναν αγώνα που έδινε η κυβέρνηση. Άρα είχαμε αφήσει σε δεύτερη μοίρα τις λειτουργίες του κόμματος και αυτό στράφηκε εκ των πραγμάτων εναντίον μας.

Η εντατική προεκλογική μας προσπάθεια δεν μπόρεσε να καλύψει το κενό που είχε δημιουργηθεί. Όμως, το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης που παρουσιάσαμε και η στρατηγική της Αυτοδύναμης Ελλάδας, είναι δυο κεκτημένα, πολιτικά και αξιακά, πάνω στα οποία πρέπει να οικοδομήσουμε την πορεία μας από δω και πέρα.

Υπήρξε, φίλες και φίλοι, αναμφίβολα μια  θεμελιώδης αντίφαση ανάμεσα στην εντολή που έλαβε το ΠΑΣΟΚ τον Οκτώβριο του 2009 και τις αποφάσεις του 2010 και  όλες τις επόμενες, που ήταν πια εκβιασμένες από τις άμεσες δημοσιονομικές και ταμειακές ανάγκες της χώρας.

Στην πραγματικότητα, το ΠΑΣΟΚ έλαβε μια δραματική απόφαση κατ’ ανάγκη, εκ των πραγμάτων: Θυσίασε  τον πολυσυλλεκτικό, πλειοψηφικό του χαρακτήρα, τη σχέση του με τους μισθωτούς του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, τους συνταξιούχους, τη μεσαία τάξη, τους νέους, τις γυναίκες, ακόμη και τους αγρότες που θίχτηκαν λιγότερο από άλλες κοινωνικές ομάδες, αλλά θίχτηκαν και αυτοί, προκειμένου να σωθεί το έθνος, προκειμένου να σταθούν στα πόδια τους οι επόμενες γενιές.

Όμως η δημοσιονομική σταθερότητα, η μείωση του χρέους, ο περιορισμός του ελλείμματος, η κάλυψη των ταμειακών αναγκών, η διάσωση του τραπεζικού συστήματος –και άρα των καταθέσεων που είναι ο ιδρώτας και ο κόπος του ελληνικού λαού- έχουν όλα αυτά κρίσιμο, αλλά αόριστο και μακρινό χαρακτήρα.

Δεν προσωποποιούνται, δεν κινούνται στο επίπεδο της καθημερινότητας του πολίτη, της οικογένειας. Δε συγκρίνονται με το προσωπικό και οικογενειακό βίωμα: την απόλυση από την δουλειά, το κλείσιμο της επιχείρησης, την ανεργία, την μείωση του μισθού και της  σύνταξης, την αύξηση των φόρων και των τελών, την μείωση των ευκαιριών,   την ακύρωση των σχεδίων ή των ονείρων.

Με επιχειρήματα και αριθμούς δεν αντιμετωπίζεις βιώματα. Γιατί η δική μας πολιτική βασίστηκε στον αγώνα και την αγωνία να μην ζήσει ο ελληνικός λαός τα πιο άγρια και βίαια βιώματα:

–          Να μη ζήσει την αδυναμία καταβολής μισθών και συντάξεων.

–          Nα μη ζήσει το κλείσιμο των τραπεζών και την απαγόρευση ανάληψης καταθέσεων.

–          Να μη ζήσει την έξοδο από το ευρώ και την επιστροφή στην δραχμή, με την σύνταξη των 600 ευρώ να γίνεται σύνταξη 600 δραχμών, με το χρέος σε δραχμές να εκτινάσσεται στο 800% του ΑΕΠ, με την ανεργία να γίνεται διπλάσια ή τριπλάσια, με τις επιχειρήσεις να κλείνουν, να πέφτουν ως  «ντόμινο».

Όχι επειδή κάποιος θα αποφασίσει στις Βρυξέλλες ή στη Φρανκφούρτη να γίνει αυτό, αλλά επειδή θα το καθιστά δυστυχώς αναγκαίο η επιβίωση της χώρας.  Ακόμη και τώρα, που άλλοι παίζουν μικροκομματικά παιχνίδια με το βλέμμα στις επόμενες εκλογές, ακόμη και τώρα, αυτές τις μέρες, η δική μας αγωνία είναι μια υπεύθυνη εθνική αγωνία: να έχουν τα ταμεία του κράτους χρήματα για την πληρωμή μισθών και συντάξεων, να έχουν τα μηχανήματα των Τραπεζών χρήματα για να δίνουν πίσω στους πολίτες τις δικές τους καταθέσεις, τον ιδρώτα τους.

Όμως, η αποφυγή του άγριου και βίαιου βιώματος δεν είναι -ευτυχώς για την Ελλάδα και τους Έλληνες- βίωμα, είναι κι αυτό ένα επιχείρημα. Και αυτό, όπως είπα, δεν αντισταθμίζει το πραγματικό βίωμα των περιορισμών, των περικοπών, των θυσιών που έζησε και ζει ο Έλληνας πολίτης.

Φίλες και φίλοι, επικαλεστήκαμε πολλές φορές τον κίνδυνο της χρεοκοπίας και την ανάγκη να μείνει η χώρα στο ευρώ. Για να το πετύχουμε αυτό πήραμε, όπως όλοι ξέρουμε, σκληρές και άδικες αποφάσεις συχνά, υπό την πίεση εκβιαστικών διλημμάτων. Πολύ συχνά ο εκβιασμός αυτός ήταν προσωποποιημένος στο πρόσωπο των εταίρων και δανειστών μας.

Η κοινωνία θεώρησε –και αυτό είναι σε ένα βαθμό λογικό και φυσικό- ότι ο «βοσκός», δηλαδή η Κυβέρνηση, φώναζε «λύκος, λύκος» αλλά ο λύκος δεν ερχόταν, ίσως γιατί δεν υπήρχε και ο βοσκός έλεγε ψέματα ή εκτιμούσε εσφαλμένα την κατάσταση. Εμείς αντιθέτως που ζούσαμε την κατάσταση εσωτερικά, ξέραμε ότι δίνουμε σκληρή μάχη με τον λύκο για να τον αποτρέψουμε να μπει στο μαντρί και να φάει τα πρόβατα. Και το τραγικό είναι ότι το καταφέραμε, ο λύκος δεν μπήκε στο μαντρί και δεν έφαγε τα πρόβατα. Οι πολίτες όμως νόμισαν ότι ο βοσκός τους καλούσε σε ψεύτικο συναγερμό.

Αυτή είναι μια πολιτική και ιστορική αδικία. Αλλά έτσι γράφεται η ιστορία. Η ιστορία γράφεται με άδικο και αντιφατικό τρόπο και κυρίως γράφεται με καθυστέρηση σε άλλο χρόνο, σε ιστορικό χρόνο και όχι στον τρέχοντα πολιτικό και εκλογικό χρόνο. Όμως ο χρόνος πυκνώνεται και όπου νά ‘ναι τώρα θα ταυτιστεί ο πολιτικός και ο ιστορικός χρόνος.

Φτάσαμε μάλιστα να έχουμε πετύχει την δραστική μείωση του χρέους κατά 106 δισ. ευρώ, κατά 50 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, φτάσαμε να έχουμε πάρει συνολικά ως δάνειο 240 δισ. ευρώ, φτάσαμε να έχουμε πάρει 125 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τη στήριξη των καταθέσεων των Ελλήνων πολιτών, φτάσαμε να έχουμε εκταμιεύσει από το δάνειο το μεγαλύτερο μέρος (από τα 240 δισ. ευρώ τα 150 δισ. ευρώ. Και από τα 150 δισ. ευρώ τα 75 δισ. ευρώ τις τελευταίες 50 μέρες, τις ημέρες πριν από τις εκλογές και στη διάρκεια της εκλογικής περιόδου). Και βέβαια, τώρα έχει διαμορφωθεί σε πολλούς η πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να βρεθούμε εκτός ευρώ γιατί αυτό κοστίζει πολύ στους ίδιους τους εταίρους μας, χωρίς να γίνεται αντιληπτό ότι μπορεί να μας πουν «μείνετε στο ευρώ, αλλά δυστυχήστε έτσι ώστε να παρακαλάτε γονυπετείς να βγείτε από το ευρώ, για να αντιμετωπίσετε τη δυστυχία στη χώρα».

Φτάσαμε έτσι σε μια αντιστροφή της σχέσης της κοινωνίας με την αλήθεια.

Ας πούμε τα πράγματα με μεγάλη ευθύτητα. Μας κατηγόρησαν για το «λεφτά υπάρχουν». Κατά βάθος όμως αυτό το σύνθημα με άλλα λόγια, σε διαφορετικές εκδοχές κυριάρχησε σε αυτή την προεκλογική περίοδο και διαμόρφωσε το εκλογικό αποτέλεσμα.

Ας δούμε με βάση τις προεκλογικές επαγγελίες των κομμάτων που αύξησαν την δύναμή τους, πώς διαμορφώθηκε το εκλογικό αποτέλεσμα, με ποιες αναγγελίες και δεσμεύσεις: Με την προεκλογική επαγγελία της καταγγελίας της δανειακής σύμβασης, της άμεσης αποκατάστασης των εισοδηματικών απωλειών, της άμεσης άρσης των δύσκολων μέτρων. Με την προεκλογική επαγγελία μιας αυτόματης και ανώδυνης λύσης που θα ικανοποιήσει ξαφνικά τους πάντες για τα πάντα.

Ας πούμε ότι πίσω από την επαγγελία αυτή υπάρχει και μια άλλη υποδόρια αλλά πολύ κρίσιμη επαγγελία: η επαγγελία της απόλυτης ακινησίας, του συντηρητισμού, της ρεβάνς του συντεχνιασμού, της κομματοκρατίας, της διατήρησης των καταστάσεων που έφεραν την χώρα στο χείλος της καταστροφής. Δεν αναφέρομαι εδώ στα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να προστατευτούν εισοδήματα και περιουσίες. Δεν αναφέρομαι στην ανάγκη να μην γίνουν οριζόντιες περικοπές. Δεν αναφέρομαι στην ανάγκη να μην θιγούν χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι, να μην επιβληθούν νέοι φόροι, γιατί αυτά τα είπαμε πιο δυνατά, πιο καθαρά και πιο υπεύθυνα, από όλους τους άλλους.

Αναφέρομαι όμως σε ένα ζήτημα που δεν συζητείται καν: στις διαρθρωτικές αλλαγές, χωρίς τις οποίες η Ελλάδα δεν επιβιώνει, χωρίς τις οποίες η Ελλάδα οδηγείται στο περιθώριο της Ευρώπης και στην έξοδο από την Ευρώπη.

Έχει επικρατήσει, δυστυχώς, μια μεγάλη και επικίνδυνη παρεξήγηση: ότι κάποιοι στην Ελλάδα, κυρίως εμείς το ΠΑΣΟΚ, δέχτηκαν τα κελεύσματα της Τρόικας, δεν αντιστάθηκαν, δεν προστάτευσαν τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους, δεν διασφάλισαν τις εργασιακές σχέσεις, τις συλλογικές συμβάσεις, επέβαλαν νέους άδικους φόρους, ενώ μπορούσαν να τα έχουν αποφύγει όλα αυτά, χωρίς κίνδυνο για τη χώρα, χωρίς κίνδυνο να ζήσουν οι Έλληνες τραγικές καταστάσεις και δεν τα απέφυγαν αυτά όχι λόγω ανάγκης ή λόγω εκβιασμού, αλλά λόγω επιλογής. Επειδή ξαφνικά έγιναν δεξιοί, συντηρητικοί, νεοφιλελεύθεροι ή απλώς κακοί άνθρωποι οι οποίοι βασανίζουν τον Έλληνα πολίτη.

Και έρχονται τώρα κάποιοι άλλοι που λένε με πολύ μεγάλη ευκολία –προεκλογικά, τα μαζεύουν μετεκλογικά- ότι είναι αυτοί που θα χτυπήσουν το χέρι στο τραπέζι, θα καταγγείλουν τη δανειακή σύμβαση, θα παγώσουν τα δύσκολα μέτρα, θα σταματήσουν την ύφεση, θα φέρουν αυτόματα την ανάπτυξη, θα μειώσουν την ανεργία, θα αυξήσουν την απασχόληση.

Αυτοί όμως που σήκωσαν προεκλογικά το λάβαρο της καταγγελίας της σύμβασης, εμφανίζονται τώρα λίγες μέρες μετά τις εκλογές, με δύο γλώσσες:

–          Μια επίσημη που μετατρέπει την «καταγγελία» σε «επαναδιαπραγμάτευση όλου του ευρωπαϊκού πλαισίου, χωρίς μονομερείς ενέργειες».

–          Και μια δεύτερη που μιλάει επίμονα για εγκατάλειψη του ευρώ και επιστροφή στη δραχμή, για δέσμευση καταθέσεων, για αναγκαστικό δάνειο που θα πάρει το κράτος από τους πολίτες, για κίνημα αντίστασης στην εκπλήρωση των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, με αποτέλεσμα να καταρρέει το δημόσιο ταμείο και τα ασφαλιστικά ταμεία και να υπάρχει πρόβλημα για μισθούς και συντάξεις.

Όλα αυτά, όπως αντιλαμβάνεστε, συνεχίζονται και στο επίπεδο των κινήσεων εντυπωσιασμού. Υπάρχει μια επίσημη κίνηση που ζητάει στοιχεία από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και την Τράπεζα της Ελλάδος, που έχει θεσμικά χαρακτηριστικά, που θέλει να ξέρει τις ταμειακές ανάγκες για να μιλάει δήθεν υπεύθυνα και την ίδια ώρα, οι ίδιοι άνθρωποι, με λιγότερο επίσημο τρόπο, κλείνουν το μάτι σε κάθε αίτημα ή σε κάθε προσδοκία να διατηρηθούν ή να επανέλθουν οι πιο ακραίες παλαιοκομματικές πρακτικές: ο κρατισμός, το διογκωμένο κράτος, οι προσλήψεις από το παράθυρο, ο ελλειμματικός ευρύτερος δημόσιος τομέας, η λογική των παλαιών ΔΕΚΟ.

Θεωρώ, φίλες φίλοι, προσβλητικό πραγματικά να μας ρωτάνε αν είμαστε υπέρ ή κατά της διατήρησης του 13ου ή 14ου μισθού. Γιατί όταν αυτοί πηγαίνανε, εμείς γυρίζαμε! Γιατί εμείς δώσαμε μάχη και διατηρήθηκε με τη νέα σύμβαση ο 13ος και ο 14ος μισθός.

Θεωρώ προσβλητικό να μας ρωτάνε αν είμαστε υπέρ των εγγυήσεων του ευρωπαϊκού Εργατικού Δικαίου και των συλλογικών συμβάσεων. Γιατί εμείς αγωνιστήκαμε νυχθημερόν στη διαπραγμάτευση να διατηρηθούν στο μέγιστο δυνατό βαθμό οι εγγυήσεις του συλλογικού Εργατικού Δικαίου, απέναντι σε μια Τρόικα –και όταν λέω Τρόικα, δεν εννοώ την υπηρεσιακή Τρόικα, αλλά τους πολιτικούς ηγέτες των θεσμών της Τρόικας – που ήταν έντονα επηρεασμένη από μια πλευρά, τη σκληρότερη, της ελληνικής εργοδοσίας που ήθελε να περάσει μέσω Τρόικας αυτά που δεν ήθελε να θέσει στο διάλογο των κοινωνικών εταίρων, με ανοιχτό και διαφανή τρόπο.

Εμείς δεν έχουμε καμία δυσκολία να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά. Γιατί έχουμε με το μέρος μας την αλήθεια της μάχης που δώσαμε στο πραγματικό γήπεδο της διαπραγμάτευσης, της επαναδιαπραγμάτευσης, της σύγκρουσης, με τους άλλους απλώς να δημαγωγούν, ή να κρύβονται από πίσω μας στη διαπραγμάτευση.

Οι δικές μας ερωτήσεις είναι όμως πολύ πιο συγκεκριμένες και πολύ πιο δύσκολες:

–          Όλοι αυτοί που εμφανίζονται ως σκληροί επαναδιαπραγματευτές, έτοιμοι να καταγγείλουν τη σύμβαση ή να αλλάξουν το ευρωπαϊκό πλαίσιο μπορούν να μας απαντήσουν αν θέλουν να επιστρέψουμε τα λεφτά που πήραμε με βάση τη δανειακή σύμβαση;

–          Θα καταγγείλουμε και θα επιστρέψουμε τα 150 δισ. ευρώ που έχουμε εισπράξει από τα 240 δισ. ευρώ;

–          Τα 125 δισ. ευρώ που έχουν εισπράξει οι ελληνικές τράπεζες;

–          Θέλουν ή όχι να στηρίξουμε τις ελληνικές τράπεζες, δηλαδή τις καταθέσεις;

–          Θέλουν ή όχι να πέσουν στην αγορά για επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας 50 δισ. ευρώ που έρχονται τους επόμενους μήνες και τα έχουμε παρουσιάσει ευρώ–ευρώ;

–          Θέλουν ή όχι να προχωρήσουν τα μεγάλα έργα υποδομής που έχουν μπλοκαριστεί, λόγω της χρηματοοικονομικής αδυναμίας της χώρας και μόνο με τον τρόπο αυτό θα γυρίσει ο τροχός της ανάπτυξης, θα δοθεί δουλειά,  θα κινηθούν οι υπεργολάβοι, θα κινηθούν οι τοπικές οικονομίες;

Εάν αυτά που εννοούσε προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας είναι η επιστολή που έστειλε τελικά στους επικεφαλής των ευρωπαϊκών θεσμών, θα έλεγα «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν». Αυτά που λέει ο κ. Τσίπρας στην επιστολή του είναι πολύ λίγα και πολύ χλωμά μπροστά στα επιχειρήματα που έχουμε παρουσιάσει και σ’ αυτά  που έχουμε διεκδικήσει μέσα στο Eurogroup, μέσα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με τις διάφορες  ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.

Όταν το Σεπτέμβριο φτάσαμε στο σημείο της ρήξης με την τρόικα και της αποχώρησης, τι νομίζει ο κ. Τσίπρας ότι λέγαμε; Παίζαμε τις κουμπάρες; Και τότε αυτό γινόταν χωρίς να υπάρχει η ασφάλεια του PSI και της μείωσης του χρέους, χωρίς να υπάρχει η ασφάλεια της νέας δανειακής σύμβασης και των 240 δισ. ευρώ.

Κανείς δεν είπε, φίλες και φίλοι, προεκλογικά τα συγκεκριμένα πράγματα που είπαμε εμείς. Κανείς δεν πρότεινε τόσο σκληρή και ρεαλιστική διαπραγμάτευση προς όφελος των πολιτών. Ακόμη και τώρα, ακόμη και σήμερα στη συνάντηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κανείς δεν έριξε στο τραπέζι τίποτε πιο ολοκληρωμένο και πιο συστηματικό από το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης και από τη δική μας πρόταση για το πώς πρέπει να διαχειριστούμε την επόμενη φάση.

Κανείς δεν είπε τίποτε πιο συγκεκριμένο από την επιμήκυνση του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής μέχρι το τέλος του 2015, γιατί αυτό κάνει πιο ήπια, πιο φιλική για τους πολίτες και την ανάπτυξη και την προσαρμογή. Μακάρι να πάμε στο τέλος του 2016, του 2017. Ήδη ο κ. Juncker χθες αποδέχθηκε την πρόταση για την παράταση κατά έναν τουλάχιστον χρόνο.

Κανείς δεν είπε αυτό που είπαμε εμείς, ότι δεσμευόμαστε ότι δε θα επιβληθεί νέος φόρος, αλλά θα αρθούν τέσσερις συγκεκριμένοι έκτακτοι φόροι:

–          Η έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης,

–          μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 10%,

–          ενσωμάτωση του ειδικού τέλους ακινήτων στον ενιαίο προοδευτικό Φόρο Ακίνητης Περιουσίας και βεβαίως

–          μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ στον τουρισμό, στην εστίαση, στα αγροτικά εφόδια.

Εμείς μιλήσαμε για ρητή και απόλυτη δέσμευση ότι δε θα θιγούν χαμηλόμισθοι και χαμηλόμισθοι, ότι δε θα γίνουν οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων. Εμείς είπαμε αυτά που είπα προηγουμένως για τα 50 δισ. ευρώ στην αγορά, για  τα έργα υποδομής, για μέτρα κοινωνικής προστασίας ως προς τους ανέργους, τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, τους επαγγελματίες, τα δάνεια που διευθετούνται.

Αλλά για να έχουμε καλό ερώτημα: Όταν λένε «όχι στο μνημόνιο», τι εννοούν;

–          Ότι δε θέλουμε αλλαγή στη δημόσια διοίκηση;

–          Ότι δε θέλουμε αξιολόγηση Υπηρεσιών, Φορέων και προσωπικού, ένα καλύτερο και λιγότερο ακριβό κράτος, ένα κράτος φιλικό για τον πολίτη και τις επενδύσεις και άρα την εργασία;

–          Ότι δε θέλουμε καλύτερα σχολεία και καλύτερα Πανεπιστήμια;

–          Ότι δε θέλουμε λιγότερες σπατάλες για τα φάρμακα που γίνονται χωρίς ιατρικό αποτέλεσμα;

–          Ότι δε θέλουμε ταχύτερη απονομή της Δικαιοσύνης;

–          Ότι δε θέλουμε  άνοιγμα των επαγγελμάτων για να βρουν δουλειά οι νέοι μας;

–          Ότι δε θέλουμε ανάκληση των παράνομων συντάξεων και επιδομάτων που σπαταλούν τα λεφτά των πολιτών και αδικούν τελικά τους μη επιτήδειους, τους μη πονηρούς;

Μήπως αυτοί που λένε «όχι στο μνημόνιο» εκτός από τα λεφτά που δε θα πάρουμε, θέλουν μήπως να γυρίσουμε στους παλιούς όρους των δανείων και στους παλιούς όρους του χρέους, στις μικρές διάρκειες, στα μεγάλα επιτόκια, στους μεγάλους ετήσιους τόκους που ανεβάζουν το δημοσιονομικό έλλειμμα;

Μήπως ξεχνούν τις βελτιώσεις που έχουμε πετύχει  στο αρχικό μνημόνιο, στο διακρατικό δάνειο, στο δάνειο από το EFSF, μεγαλύτερη διάρκεια, μικρότερα επιτόκια; Η Ελλάδα πληρώνει τώρα 2% επιτόκιο, όταν η Ιταλία και η Ισπανία πληρώνουν 6%.

Αυτοί που ζητάνε, όπως ζητάμε κι εμείς, πιο αργή προσαρμογή, νέους όρους, αντιλαμβάνονται ότι αυτά έχουν μια θεμελιώδη προϋπόθεση; Ότι πρέπει να μας δανείσουν περισσότερα λεφτά οι εταίροι μας για να μπορέσουμε να κάνουμε αυτή τη μακρότερη και πιο ήπια προσαρμογή; Πώς θα πάρουμε τα περισσότερα λεφτά; Καταγγέλλοντας τη σύμβαση, μονομερώς;

Αν κάποιοι νομίζουν ότι μπορούν, φίλες και φίλοι, μέσω επαναληπτικών εκλογών ν’ αποφύγουν την αλήθεια, κάνουν λάθος. Τώρα έφτασε η ώρα της  αλήθειας για όλους. Είτε σχηματιστεί κυβέρνηση. Είτε πάμε και πάλι για εκλογές επειδή κάποιοι και πιο συγκεκριμένα ο ΣΥΡΙΖΑ -όπως φάνηκε από την τοποθέτηση του κ. Τσίπρα, τώρα στο Προεδρικό Μέγαρο, όπου έχουν τηρηθεί πλήρη μαγνητοφωνημένα πρακτικά. Απέκτησαν πλέον μια νέου τύπου προκλητική αλαζονεία, η οποία είναι σε πλήρη αντίθεση με τις εντολές και το ήθος του ελληνικού λαού και σε πλήρη αντίθεση με την κρισιμότητα των ιστορικών περιστάσεων που ζει η χώρα.

Και, για να έχουμε καλό ερώτημα πάλι: Ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για την ακυβερνησία; Για προβλήματα ή ατυχήματα αυτές τις μέρες; Ο υπηρεσιακός Πρωθυπουργός;

Εμείς από την αρχή προτείναμε κυβέρνηση συνεργασίας των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων και την ημέρα των εκλογών είπαμε καθαρά: Κυβέρνηση εθνικής ενότητας των δυνάμεων ευρωπαϊκού προσανατολισμού με τη συμμετοχή της Νέας Δημοκρατίας, του ΣΥΡΙΖΑ, της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ.

Ήμαστε ακόμη πιο δημιουργικοί, καλόπιστοι, πάντα με ευθύνη, με πατριωτισμό:

Είπαμε στον ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσει, με την ΔΗΜΑΡ, σε κυβέρνηση της Αριστεράς με την κοινοβουλευτική στήριξη του ΠΑΣΟΚ. Αρνήθηκαν να πάρουν πρωτοβουλία. Αρνήθηκαν να δοκιμάσουν τα λόγια στην πράξη.

Δε θέλουν, ή καταλαβαίνουν ότι δε μπορούν και η μόνη επιδίωξη είναι, ωμά και αποκάλυπτα πλέον, να οδηγηθεί η διαδικασία σε αδιέξοδο και να πάμε ξανά σε εκλογές. «Δεν είναι καταστροφή η επανάληψη των εκλογών», είπε σήμερα ο κ. Τσίπρας. Αυτά τα έλεγαν κάποιοι άλλοι προεκλογικά, τόσο εύκολα υποκαθίστανται στο ρόλο της Νέας Δημοκρατίας και του κ. Σαμαρά οι φίλοι μας του ΣΥΡΙΖΑ κι ο ίδιος ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.

Τελικά, μετά τις τρεις διερευνητικές εντολές, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ και ΝΔ συμπίπτουν στην πρόταση για οικουμενική κυβέρνηση, διετούς διάρκειας, με όριο την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ και με στόχο την οριστική υπέρβαση του μνημονίου σε τρία το αργότερο χρόνια. «Απαγκίστρωση» το λέει ο κ. Κουβέλης, «επαναδιαπραγμάτευση» το έλεγε ο κ. Σαμαράς, σημασία έχει ότι εμείς μιλήσαμε με συγκεκριμένο τρόπο, με συγκεκριμένη μέθοδο για οριστική υπέρβαση, για ανάκτηση της αυτοδυναμίας της χώρας.

Σημασία δεν έχουν οι λέξεις, σημασία έχει το πραγματικό πλαίσιο. Προϋπόθεση είναι όμως να μετέχει και ο ΣΥΡΙΖΑ για να είναι δίκαιη και αναλογική η κατανομή της ευθύνης ως προς την αντιμετώπιση της εθνικής κρίσης. Γιατί η αύξηση της εκλογικής δύναμης ενός κόμματος συνεπάγεται και αύξηση της πολιτικής και εθνικής του ευθύνης.

Μας λέει ο κ. Τσίπρας: «Μα τα τρία κόμματα έχετε πλειοψηφία 168 εδρών στη Βουλή, δε χρειάζεστε το ΣΥΡΙΖΑ, αφήστε μας να είμαστε η αξιωματική αντιπολίτευση». Ποτέ δε μιλήσαμε για αριθμό εδρών. Για φορμαλισμούς, για την τυπική νομιμότητα. Πάντοτε μιλούσα και μιλούσαμε όλοι, για νομιμοποίηση, για κοινωνική συναίνεση, για εθνική συστράτευση.

Δεν κάνουμε μια συζήτηση αριθμητικής ή νομικού χαρακτήρα, κάνουμε μια συζήτηση ιστορικής, εθνικής και κοινωνικής ευθύνης. Και ο ΣΥΡΙΖΑ μένει στη γωνία επιδιώκοντας ή τις εκλογές ή να χρεώσει τη διαχείριση της κρίσης στους άλλους. Όχι. Δεν πρόκειται  ν’ αναλάβει ξανά το ΠΑΣΟΚ ευθύνες μεγαλύτερες από αυτές που του αναλογούν. Και αν κάποιος θέλει να σύρει ξανά τη χώρα σε εκλογές για να βρεθούμε  στην ίδια διαδικασία και ενδεχομένως στο ίδιο αδιέξοδο με ελαφρώς διαφορετικούς όρους καλύτερους για κάποιους, ας πάρει την ευθύνη.

Μπορεί αλλιώς να ξεκινήσει μια ιστορία και αλλιώς να καταλήξει. Γιατί οι πολίτες μας είπαν τι θέλουν, το είπαν με οργή, το είπαν  με πάθος. Το πάθος και η οργή διατηρείται. Μπορεί ν’ αλλάξει αποδέκτη.

Η παράταση της αβεβαιότητας, η αδυναμία συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων με συγκεκριμένη ευθύνη -και εν  προκειμένου η ευθύνη είναι του ΣΥΡΙΖΑ- η ακυβερνησία, η απουσία πολιτικού ελέγχου της δημόσιας διοίκησης, η υστέρηση των φορολογικών και ασφαλιστικών εσόδων, η αδυναμία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, και ακόμη χειρότερο, η αμέριμνη προσφυγή και πάλι σε εκλογές για μικροκομματικούς λόγους λόγω αλαζονείας, είναι ένα ανεπίτρεπτο πολιτικό γαϊτανάκι που τροφοδοτεί τα δελτία ειδήσεων.

Αλλά το ζήτημα δεν είναι ούτε η εξυπνάδα ούτε η μαγκιά των πολιτικών ηγεσιών και των πολιτικών κομμάτων. Το πρόβλημα είναι ν’ αποτρέψουμε κινδύνους για τη χώρα, για τους πολίτες, για τους πιο φτωχούς και πιο αδύναμους, για τις επιχειρήσεις, για τη μελλοντική μας γενιά.

Θα σας πω ένα και μόνο παράδειγμα: Είμαστε στα μέσα Μαΐου, είναι η τελευταία ευκαιρία για την τουριστική βιομηχανία αυτής της χρονιάς. Πλήττεται έντονα ο τουρισμός. Καθυστερούν οι διαδικασίες του ΕΣΠΑ και άλλων επενδύσεων. Αλλά μόνον η πτώση της τουριστικής κίνησης διογκώνει την ύφεση και οδηγεί σε εκτροχιασμό όλες τις δημοσιονομικές και μακροοικονομικές προγνώσεις. Αυτό φοβούμεθα, οδηγεί στην ανάγκη  για μέτρα τα οποία θα αποβούν σε βάρος των πιο φτωχών, των πιο αδύνατων, των μισθωτών, των συνταξιούχων.

Τίθεται και πάλι ζήτημα πίστης, που είναι η βάση κάθε οικονομικής δραστηριότητας.

Υπάρχουν φυσικά και αυτοί που πίσω από την πρόσοψη των πολιτικών και συνταγματικών διαδικασιών, χαίρονται. Είναι οι οπαδοί της παρακμής. Όσοι επενδύουν στη δραχμή. Οι πιο χυδαίοι κερδοσκόποι, που αφού έβγαλαν τα ευρώ τους στο εξωτερικό, θέλουν μια χώρα να πεθαίνει νομίζοντας ότι θα την αγοράσουν φθηνά, όταν θα πουλιέται σε δραχμές μαζί με την περιουσία των Ελλήνων.

Φίλες και φίλοι, κάθε ημέρα που περνάει είναι λάθος, είναι βαριά και επικίνδυνη βλάβη για την πατρίδα. Αυτό που τώρα κρύβεται πίσω από τη μετεκλογική ευφορία κάποιων, θα εμφανιστεί ξαφνικά με πολύ πιεστικό τρόπο.  Κάνω έκκληση στη λογική και στο πατριωτικό φρόνημα όλων των πολιτών και όλων των πολιτικών ηγεσιών.

Ακόμη και τώρα, παρά το αδιέξοδο της συνάντησης που είχαμε τα τρία κόμματα με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, διατηρώ κάποια περιορισμένη, αλλά υπαρκτή αισιοδοξία, ότι μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση.

Στηρίζουμε απολύτως τους συνταγματικούς χειρισμούς του Προέδρου της Δημοκρατίας με αίσθημα ευθύνης. Η χώρα δεν έχει χρόνο για χάσιμο. Ο χρόνος που περνάει είναι σε βάρος των νέων, των πιο αδύνατων, της μεσαίας τάξης. Ταυτοχρόνως, κατ’ ανάγκην, επειδή συρόμαστε, σύρεται η χώρα, είμαστε έτοιμοι για εκλογές.

Όποιοι θέλουν να εξυπηρετήσουν στιγμιαία, συγκυριακά, μικροκομματικά συμφέροντα, πρέπει να βρουν απέναντί τους το ΠΑΣΟΚ, την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Θέλουμε κυβέρνηση εθνικής ευθύνης και θα κάνουμε τα πάντα γι’ αυτό, αλλά είμαστε έτοιμοι, εάν μας πάνε σε εκλογές, να πάμε με τους καλύτερους όρους στις εκλογές.

* * *

Φίλες και φίλοι, μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση έχει ιδιαίτερη σημασία να επιταχυνθούν οι εξελίξεις που αφορούν το ίδιο το ΠΑΣΟΚ. Τη ριζική αλλαγή του. Την ουσιαστική αναγέννησή του.

Είπα τρεις λέξεις, τις επαναλαμβάνω: «Χωρίς ταμπού, χωρίς βαρίδια, χωρίς συμβιβασμούς». Αυτό ξεκίνησε χθες με όσα είπα στο Πολιτικό Συμβούλιο και  με την άμεση κίνηση των διαδικασιών για τη σύγκληση  του συντακτικού συνεδρίου της παράταξης. Αυτό αρχίζει με την επιστροφή στην μήτρα της κοινωνίας, στη μήτρα  των αξιών της δημοκρατικής, προοδευτικής παράταξης.

Αυτό αρχίζει με το προσκλητήριο συμμετοχής και αυτοοργάνωσης που απηύθυνα και απευθύνω σε όλους τους πολίτες που πιστεύουν στην ανάγκη να υπάρχει η δημοκρατική παράταξη, να υπάρχει η κεντροαριστερά. Σε πολίτες που  έχουν αποθαρρυνθεί από κακές νοοτροπίες και πρακτικές, από μηχανισμούς, παραγκωνισμούς, επετηρίδες, προσωπικές στρατηγικές, αγκυλώσεις.

Αρχίζουμε αμέσως την προσπάθεια αυτή. Εσείς, με τα χαρακτηριστικά που έχετε και που αποδείξατε στη μάχη, καλείσθε να παίξετε σημαντικό ρόλο, να εκπροσωπήσετε τις τοπικές κοινωνίες, μαζί με τα αγνά, περιφερειακά μας στελέχη, με τα στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, με τους αγωνιστές της βάσης στις τοπικές μας οργανώσεις,  με τους υπερήφανους πολίτες της δημοκρατικής παράταξης, της κεντροαριστεράς, τους διανοούμενους, τους ανθρώπους που εκφράζουν την παραγωγική Ελλάδα, την υγιή επιχειρηματικότητα, τον κόσμο της εργασίας, το νέο μοντέλο αγροτικής παραγωγής, τη μεσαία τάξη που πρέπει  να προστατευθεί, να ξανασταθεί στα πόδια της μέσα σε μια ασφαλή ευρωπαϊκή χώρα.

Και  κυρίως με μπροστάρηδες, με επικεφαλής τους νέους μας, τη γενιά που έχει τα μεγαλύτερα εφόδια και τις λιγότερες εξαρτήσεις, που ασφυκτιά μέσα στο πλαίσιο που έχουμε διαμορφώσει εμείς οι παλαιότεροι. Θέλουμε να επικοινωνήσουμε μαζί τους, να ακούσουμε την κριτική τους, να διαμορφώσουμε μαζί την σύγχρονη κεντροαριστερά. Μια παράταξη που τους εκφράζει, μια παράταξη με διαρκή νεανικότητα.

Είμαστε και θα είμαστε η παράταξη που αγωνίζεται και θα πετύχει την Αυτοδύναμη Ελλάδα. Αυτοί λοιπόν που νόμισαν ότι το ΠΑΣΟΚ πέθανε κάνουν λάθος, αυτό που πεθαίνει είναι τα καλούπια του χθες: Η κακοδιαχείριση, ο κυβερνητισμός, η έλλειψη οράματος, η αναξιοκρατία, η απομάκρυνση από το λαό.

Το ΠΑΣΟΚ τώρα ξαναγεννιέται, ξεκινάμε την πορεία προς τον λαό αγκαλιάζοντας όλες τις γενιές. Στη νέα πορεία έχουν θέση όλοι όσοι αγωνιούν για τη χώρα και την παράταξη, όλοι όσοι προσδιορίζονται θετικά σε σχέση με τους στόχους της σημερινής εποχής.  Μέσα από τον αγώνα για την Αυτοδύναμη Ελλάδα, την οριστική υπέρβαση του μνημονίου, την ανάπτυξη και την κοινωνική αλληλεγγύη.

Καλώ όλους τους πολίτες, σε όλες τις πόλεις, σε όλες τις περιοχές, στους όλους τους χώρους δουλειάς, στα Πανεπιστήμια, στα ΤΕΙ, τους Έλληνες του εξωτερικού, καλώ τους πολίτες όπου δουλεύουν ή όπου ζουν την αγωνία της ανεργίας, να ενωθούν μαζί μας. Όλους τους πολίτες που θέλουν το ΠΑΣΟΚ  να είναι  η σύγχρονη κεντροαριστερά,.

Και κυρίως αυτούς που άσκησαν κριτική, που μας καταψήφισαν,  που αναζήτησαν νέους δρόμους αλλά θέλουν να έρθουν να δημιουργήσουμε μαζί τα νέα, αυθεντικά δίκτυα της δημοκρατικής παράταξης, τις νέες δυναμικές  αντιπροσωπευτικές οργανώσεις της παράταξης.

Ξεκινάμε λοιπόν τώρα αυτή τη πορεία, που θα κορυφωθεί στο συντακτικό και όχι αναθεωρητικό, όπως είπα, συνέδριο. Όποιοι σκέφτηκαν –και στο παρελθόν το ζήσαμε αυτό την περίοδο του 1989 – ότι μπορούν να γίνουν ΠΑΣΟΚ στην  θέση του ΠΑΣΟΚ, δεν αντιλαμβάνονται την παράδοση, την δυναμική, και τις απαιτήσεις που έχει αυτός ο χώρος.

Το 2012 δεν έχει σχέση ούτε με το 1974 ούτε με το 1977 ούτε με το 1981. Τότε το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου κυριάρχησε πολιτικά γιατί έφερε τη Δημοκρατία για τους μισούς Έλληνες, που ώς τότε ήταν  απόβλητοι,  αγωνίστηκε για την εθνική συμφιλίωση και  ανεξαρτησία και συγκρότησε μια μεγάλη μεσαία τάξη, γιατί μπόρεσε να κάνει μια δικαιότερη πολιτική αναδιανομής του εθνικού πλεονάσματος.

Τώρα, το στοίχημα είναι να ξαναγίνει η Ελλάδα αυτοδύναμη, να  ξαναβρεί αυτό που έχασε. Με ασφάλεια, μέσα στην Ευρώπη, μέσα στο ευρώ.

Το ΠΑΣΟΚ είναι πάντα και σε κάθε περίπτωση, πρέπει να ξαναγίνει, ένα γνήσιο λαϊκό, πατριωτικό κίνημα, ένα γνήσιο ριζοσπαστικό κοινωνικό ρεύμα, ένα υπεύθυνο θεσμικό κόμμα: δημοκρατικό, συλλογικό, αποκεντρωμένο,  σκεπτόμενο.  Το ΠΑΣΟΚ πρέπει να γίνει ο εκφραστής της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, της κεντροαριστεράς της ευθύνης, της αλληλεγγύης και της ανάπτυξης.

Στην προσπάθεια αυτή για την έκφραση της ευρωπαϊκής κεντροαριστεράς στην  Ελλάδα, το ΠΑΣΟΚ είναι έτοιμο να συζητήσει ισότιμα, ανοιχτά και απροκατάληπτα και με άλλες πολιτικές δυνάμεις που τοποθετούνται στον ίδιο χώρο.  Και θα πάρω συγκεκριμένες πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή.

Η ευρωπαϊκή κεντροαριστερά έχει μάθει πια πως δεν μπορείς να μιλάς ειλικρινά για κοινωνική δικαιοσύνη, αλληλεγγύη και συνοχή, για κοινωνικό κράτος, για αναδιανομή και προστασία των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων, για πλήρη απασχόληση και νέες θέσεις εργασίας, αν δεν λες υπεύθυνα, συγκεκριμένα και εφαρμόσιμα πράγματα για ένα άλλο κράτος μικρότερο, φθηνότερο, φιλικότερο για τον πολίτη, για το εθνικό παραγωγικό μοντέλο,  για την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις,  την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα, τη δημοσιονομική σταθερότητα, τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, τις αντικυκλικές πολιτικές. Αν δεν φροντίζεις, τη στιγμή που έχεις θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, να έχεις χαμηλά ελλείμματα ώστε να μπορείς να τροφοδοτήσεις την ανάπτυξη σε περιόδους της ύφεσης.  Αυτό είναι που δεν ελέγξαμε ως κράτος τις προηγούμενες δεκαετίες.

Η ευρωπαϊκή κεντροαριστερά έχει μάθει ότι ο λαϊκισμός, οι εύκολες υποσχέσεις, το προεκλογικό «κλείσιμο του ματιού», οδηγεί σε δράματα, σε απώλεια της δημοσιονομικής κυριαρχίας, σε κραυγαλέες αδικίες για τους πιο αδύναμους, για τα μεσαία στρώματα, για τους νέους.

–          Θέλουμε να είμαστε –και θα είμαστε- η παράταξη που αυξάνει το εθνικό προϊόν, την πίτα, και την διανέμει δίκαια.

–          Θέλουμε να είμαστε –και θα είμαστε- η παράταξη του κοινωνικού κράτους δικαίου, χωρίς σπατάλες και επιτήδειους, χωρίς παράσιτα, ώστε οι κοινωνικές δαπάνες να πιάνουν τόπο.

–          Θέλουμε να είμαστε –και θα είμαστε- οι υπερασπιστές των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των πολιτών.

–          Θέλουμε να είμαστε –και θα είμαστε- οι εγγυητές της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της ασφάλειας και της αξιοπρέπειας απέναντι στον κίνδυνο του εκφασισμού της κοινωνίας. Και ο κίνδυνος αυτός δεν είναι μόνο οι γραφικότητες και οι προκλήσεις της Χρυσής Αυγής. Είναι πολύ ευρύτερος.

–          Θέλουμε να είμαστε –και θα είμαστε- η παράταξη που υπερασπίζεται το εθνικό συμφέρον, τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα, τον εθνικό πλούτο.

–          Είμαστε η παράταξη που ξέρει να αγωνίζεται στην Ευρώπη, να διαμορφώνει συσχετισμούς, να αξιοποιεί ευκαιρίες, που έχει συγκροτημένη πρόταση για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, για την υπέρβαση της ευρωπαϊκής κρίσης, για τη μετάβαση από την Ευρωζώνη της δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρώπη της ανάπτυξης, της ανταγωνιστικότητας, της αλληλεγγύης, της συνοχής, της Δημοκρατίας, των δικαιωμάτων, της ποιότητας ζωής, του πολιτισμού.

Αυτό είναι, φίλες και φίλοι, το προσκλητήριο της Δημοκρατικής Παράταξης, το προσκλητήριο της Κεντροαριστεράς της Ευρώπης, των δικών μας αξιών, το προσκλητήριο της αυτοδύναμης Ελλάδας.

Αυτή είναι η δική μας αλήθεια. Μπορούμε να κερδίσουμε και θα κερδίσουμε τη μάχη με την Ιστορία. Σε αυτήν, σας καλώ να πάρετε μέρος.

Σας ευχαριστώ.