Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΥ

Δεν χωρά αμφιβολία ότι οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία για το μέλλον της Συρίας είναι πυρετώδεις και επίπονες. Μόνον έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε τη διαβεβαίωση του Βρετανού πρωθυπουργού Κάμερον ότι ο Πούτιν δεν στηρίζει πλέον τον Ασαντ, αλλά θεωρεί ότι η απόφαση είναι στα χέρια του συριακού λαού, ενώ την ίδια στιγμή ιρανικές πηγές αναφέρονταν σε επικείμενα κοινά στρατιωτικά γυμνάσια Ρωσίας-Κίνας-Ιράν στο συριακό έδαφος, είδηση που διαψεύσθηκε στη Μόσχα και τη Δαμασκό.

Στη Συρία επαναλαμβάνεται για ακόμη μια φορά η μεταψυχροπολεμική καχυποψία και περιχαράκωση της Μόσχας απέναντι στη Δύση, με την ρωσική πλευρά να δίνει σκληρή μάχη για τη διατήρηση των κεκτημένων.
Το πρόβλημα της Μόσχας δεν είναι η με κάθε μέσο παραμονή του Ασαντ στην εξουσία, αλλά η εγγύηση ότι το επόμενο καθεστώς θα εξακολουθήσει να παρέχει λιμενικές διευκολύνσεις στο Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό. Προφανώς η παράκαμψη της Ρωσίας στις μέχρι στιγμής ενδοδυτικές διαβουλεύσεις για την επιτάχυνση της πτώσης του Ασαντ ανησύχησαν την ρωσική διπλωματία.

Με αυτά τα δεδομένα είναι σαφές ότι ο Κάμερον μάς λέει ότι ο Πούτιν δεν ταυτίζεται με τη μια η την άλλη πλευρά στη Συρία, αλλά επιθυμεί εγγυήσεις περιφρούρησης των εκεί ρωσικών συμφερόντων.

Το διαψευσθέν δημοσίευμα του ημιεπίσημου ιρανικού πρακτορείου Fars δεν είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας αλλά προεξόφληση των προληπτικών αντιδράσεων της Ρωσίας και της Κίνας που δεν θα δίσταζαν να συμπλεύσουν με το Ιράν σε περίπτωση προετοιμασίας μονομερούς δυτικής στρατιωτικής επέμβασης για ανατροπή του Ασαντ.

Στη Συρία διακυβεύεται σήμερα η δυνατότητα μόνιμης ναυτικής ρωσικής παρουσίας στη Μεσόγειο, σε μια στιγμή που η Μόσχα δείχνει ότι θέλει να διατηρήσει το ρόλο της στρατιωτικής υπερδύναμης δίπλα στις ΗΠΑ, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την προχθεσινή δήλωση Πούτιν ότι η μόνη αποδεκτή από τη ρωσική πλευρά Αντιπυραυλική Άμυνα δεν είναι άλλη από ένα κοινό σύστημα των δύο χωρών.

Η Ρωσία κατέστησε σαφή τη βούλησή της για μόνιμη ναυτική παρουσία στη Μεσόγειο μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή λίγο μετά τα μέσα του 18ου αιώνα που εγγυάτο τη διέλευση των Στενών.

Μόνες περίοδοι αναδίπλωσης ήταν από το τέλος του Κριμαϊκού Πολέμου στα μέσα της δεκαετίας του 1850 μέχρι τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1876-77 όταν απαγορευόταν όχι μόνον η πρόσβαση ρωσικών πολεμικών πλοίων στη Μεσόγειο αλλά ακόμη και η παρουσία πολεμικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα, και ο Μεσοπόλεμος, όταν η διεθνώς τότε απομονωμένη ΕΣΣΔ αναγκάστηκε να αποδεχτεί σοβαρούς περιορισμούς στη διέλευση πολεμικών πλοίων από τα Στενά, περιορισμούς που καταπάτησε με την ανοχή της Αγκυρας στη δεκαετία του ’60 βαφτίζοντας αεροπλανοφόρα και ελικοπτεροφόρα σε καταδρομικά.

Το σκληρό πόκερ της Μόσχας με τη Δύση για τη Συρία βρίσκεται σε σχέση συγκοινωνούντων δοχείων με τη διαπραγμάτευση της Ομάδας των Εξη -τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας συν η Γερμανία- με την ιρανική ηγεσία για το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας: Αν η Ρωσία αποσπάσει εγγυήσεις για την περιφρούρηση των ιρανικών συμφερόντων στη Δαμασκό και τη Βηρυτό στη μετά Ασαντ εποχή, τότε θα μπορεί να ζητήσει από την Τεχεράνη υποχωρήσεις σε σχέση με το διεθνή έλεγχο του πυρηνικού της προγράμματος.

ΗΜΕΡΗΣΙΑ