Στάθης Ευσταθιάδης, Βήμα της Κυριακής

Το άτυπο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πήρε αποφάσεις που έχουν δύο ουσιαστικούς στόχους: Την αντιμετώπιση της πολύμορφης κρίσης που διέρχεται η Ευρώπη μέσως της ανάπτυξης – απασχόλησης και, δεύτερον, την προώθηση του 

ευρύτερου δημοσιονομικού πλαισίου. Η Ελλάδα είναι ικανοποιημένη από τις αποφάσεις του Συμβουλίου και βλέπει δυνατότητες να επωφεληθεί. 

Το «ελληνικό πρόβλημα» δεν ήταν στην ατζέντα του Συμβουλίου, «σχεδόν δεν αναφέρθηκε» δήλωσε πρόσωπο που παρακολούθησε τις συζητήσεις. Η Ισπανία και η Ιταλία συγκέντρωσαν την προσοχή και οι συζητήσεις, όπως και η τελική απόφαση του Συμβουλίου, στα προβλήματά τους επικεντρώθηκαν.

Οι αποφάσεις ανοίγουν δρόμους
Εμμεσα, από το κλίμα που δημιουργήθηκε, από τις ρυθμίσεις που προδιαγράφηκαν για την Ισπανία, την Ιταλία και την Ιρλανδία και από το ενδιαφέρον που έδειξαν οι «27» να αντιμετωπίζονται τα προβλήματα μιας χώρας ως προβλήματα της Ευρώπης, η Ελλάδα μπορεί τώρα να επωφεληθεί από τις «ευκαιρίες» που δημιούργησαν οι αποφάσεις του Συμβουλίου. Η επιστολή του πρωθυπουργού κ. Αντ. Σαμαρά προς τους ομολόγους του, στην οποία τους τόνιζε την αποφασιστικότητα της κυβέρνησής του στην εφαρμογή των όσων έχουν αποφασιστεί, έπαιξε τον ρόλο της στη διαμόρφωση του κλίματος που βοηθά την ελληνική προσπάθεια.

Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα μπορεί να γίνεται τώρα απ’ ευθείας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι δεν θα βαρύνεται πλέον με αυτά τα κεφάλαια το χρέος των κρατών-μελών. Φυσικά, προϋπόθεση είναι να προωθηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η υλοποίηση του οικονομικού της προγράμματος.

Εξίσου σημαντική – το επεσήμανε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κάρολος Παπούλιας στη δήλωσή του μετά τον τερματισμό των εργασιών του Συμβουλίου – είναι τώρα η «δυνατότητα παρέμβασης» των ευρωπαϊκών μηχανισμών στήριξης σε περιπτώσεις κρατών – μελών που «εφαρμόζουν αποτελεσματικά» τις συστάσεις «στο πλαίσιο των υπαρχόντων μηχανισμών οικονομικής διακυβέρνησης». Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα λειτουργεί ως μεσολαβητής.

Η δήλωση των ηγετών των κρατών της Ευρωζώνης για τη λήψη «άμεσων και ουσιαστικών μέτρων» για την αντιμετώπιση της πίεσης που ασκείται σε χώρες – μέλη της από τις αγορές εκτιμάται ως «ιδιαίτερα σημαντική» για την ελληνική πραγματικότητα.

Είναι φανερό – και αυτό υπογραμμίστηκε από έλληνες και ξένους κυβερνητικούς – ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να επωφεληθεί των «μεγάλων ευκαιριών που άνοιξαν οι αποφάσεις» του Συμβουλίου αν πραγματοποιήσει τους στόχους τους οποίους έχει τάξει η ίδια είτε έχει αποδεχτεί.

Οι δηλώσεις των υπουργών κ.κ. Αβραμόπουλου, Χατζηδάκη, Κεδίκογλου και Σταϊκούρα συνέκλιναν στο ότι η κυβέρνηση Σαμαρά είναι αποφασισμένη «να προχωρήσει χωρίς περισπάσεις και υποχωρήσεις». Η κυβέρνηση «θα δίνει εξετάσεις» καθημερινά. Και στόχος της είναι «η Ελλάδα πρέπει να εκπλήττει ευχάριστα κάθε μέρα» δήλωσε ο κ. Χατζηδάκης.

Ιδέες vs ακινησίας
Υπήρξε μια πραγματικά πολιτική σύγκρουση με μόλις καλυπτόμενο ιδεολογικό υπόστρωμα: Από το ένα μέρος «οι ιδέες, επιχειρήματα και αποφασιστικόςτητα» του προέδρου Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος προωθούσε το (κοινό) αίτημα της Ιταλίας και της Ισπανίας. Και από το άλλο, η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ που επέμενε στα «αμετάβλητα σταθεροποιητικά» των χρηματοπιστωτικών σταθερών.

Ο «αγώνας» άρχισε να κλίνει υπέρ του «μετώπου» των Ολάντ, Μόντι, Ραχόι από την αρχή της συζήτησης, την Πέμπτη, του Πολυχρονικού Πλαισίου Χρηματοδότησης (MFF), πέρασε από ένα φαινομενικό αδιέξοδο που προκάλεσε το βέτο των Μόντι και Ραχόι και έληξε με την υποχώρηση του «τριδύμου Α», δηλαδή της κυρίας Μέρκελ την οποία υποστήριξαν τελικά μόνο η Σουηδία και η Φινλανδία.

Είναι ενδιαφέρον, και επισημάνθηκε από τον πρόεδρο Χέρμαν βαν Ρομπάι, ότι η διχοτόμηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν έγινε σε οικονομική βάση – όπως επί σειρά ετών προσδιόριζαν ορισμένοι Ευρωπαίοι – αλλά σε ιδεολογική. Με μια ενδιαφέρουσα ιδιομορφία. Οι συντηρητικές κυβερνήσεις βρήκαν υποστήριξη από τον σοσιαλιστή πρόεδρο της Γαλλίας – και αντίδραση από την ομογάλακτη συντηρητική γερμανίδα καγκελάριο.

Αυτό έχει σημασία και για την Ελλάδα. Η συντηρητική κυβέρνησή της, η κυβέρνηση Σαμαρά, δεν θα συναντήσει αντίδραση από τη σοσιαλιστική Γαλλία, όπως κάποιες Κασσάνδρες φοβούνται. Φυσικά, με την προϋπόθεση ότι η χώρα θα υλοποιεί τα προγράμματα και θα τιμά τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει.