Η προσφυγή της Τουρκίας στο Συμβούλιο του ΝΑΤΟ για την κατάρριψη του τουρκικού αεροσκάφους F-4 δεν πρόσφερε στην κυβέρνηση της Αγκυρας, στον πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ιδιαίτερα, το πολιτικο-στρατιωτικό στήριγμα το οποίο επιζητούσε. Αντίθετα, τείνει να μεταβληθεί σε μικρό μπούμερανγκ, αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις που προκάλεσε, αλλά και το «γεγονός ότι ανέκυψε προκλητικό πρόβλημα για όλη την περιοχή», όπως υποστηρίζει η γαλλική εφημερίδα «Le Figaro» (25/6).


Καυστικός και αρκετά σαφής ήταν ο ρώσος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Αλεξάντρ Γκρούσκο. Χαρακτήρισε την προσφυγή της Τουρκίας «πολύ ανησυχητικό δείγμα» μιας επιθετικής πολιτικής η οποία αποκαλύπτει ότι «υπάρχει και το σενάριο της κλιμάκωσης της κατάστασης γύρω από τη Συρία», ενώ στη Μόσχα κυβερνητική πηγή υποστήριξε ότι «πιθανός στόχος του τουρκικού αεροσκάφους ήταν η ενεργοποίηση και η αποκάλυψη της πυραυλικής αεράμυνας της Συρίας».

Υπάρχουν επίσης πληροφορίες ότι υπήρξε παρέμβαση στην Αγκυρα του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ Αντερς Φογκ Ράσμουσεν «να υποβαθμίσει» (to soften) το αρχικό αίτημά της για την ενεργοποίηση του άρθρου 5 της Συνθήκης του ΝΑΤΟ το οποίο θεωρεί την επίθεση εναντίον ενός κράτους-μέλους της Συμμαχίας επίθεση εναντίον όλων των μελών της. Ετσι, 24 ώρες αργότερα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Αγκυρας Μπουλέντ Αρίντς έκανε τη διόρθωση ότι η Τουρκία ζήτησε τη σύγκληση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου στη βάση του άρθρου 4, το οποίο απλώς φέρνει σε συζήτηση το θέμα και οι αποφάσεις του απαιτούν σύμφωνη γνώμη και των 28 μελών του.

Στην Αγκυρα έκανε «αρνητική εντύπωση» η διευκρίνιση του κ. Ράσμουσεν – μετά τη λήξη της συνεδρίασης του Συμβουλίου – ότι κανένας από όσους πήραν τον λόγο στη συζήτηση «δεν ανέφερε το άρθρο 5». Οι συζητήσεις στο Συμβούλιο την περασμένη Τρίτη και η «χλιαρή» απόφαση στην οποία κατέληξαν εξόργισαν την Αγκυρα, βεβαιώνουν διπλωματικές πηγές. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικές οι απειλές που εκτόξευσε εναντίον της Συρίας ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μιλώντας ευθύς μετά την απόφαση του Συμβουλίου στην κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνητικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης.

Η Τουρκία, δήλωσε, «δεν θα δείξει επιείκεια και δεν θα αφήσει αναπάντητες τις προκλήσεις που δημιουργεί στα σύνορά μας η κυβέρνηση της Συρίας». Ο τούρκος πρωθυπουργός ανέφερε τις δεκάδες παραβιάσεις των εναέριων τουρκικών συνόρων από ελικόπτερα και αεροσκάφη της Συρίας και «προειδοποίησε» τη Δαμασκό «να μη δοκιμάσει την αποφασιστικότητα και την ικανότητα της Τουρκίας». Στην Αγκυρα δεν πέρασε απαρατήρητη η αντίδραση του Αραβικού Συνδέσμου στη στάση της Τουρκίας. Με ανακοίνωσή του την παραμονή της συζήτησης στο Συμβούλιο του ΝΑΤΟ έκανε σαφές ότι «έξωθεν επεμβάσεις» για οποιονδήποτε λόγο εναντίον της Συρίας δεν θα έχουν την υποστήριξή του. Ο χειρισμός της υπόθεσης του αεροσκάφους από την Αγκυρα δημιούργησε την εντύπωση σε ευρωπαίους αναλυτές και σχολιαστές ότι η κυβέρνηση Ερντογάν θέλει να εκμεταλλευθεί το «τραγικό επεισόδιο» για εσωτερική κατανάλωση. Μιλούν για «διόγκωση» και το «Spiegel» στην ιστοσελίδα του έγραφε την περασμένη Τρίτη ότι ο τούρκος πρωθυπουργός θεωρεί σκόπιμο να το εκμεταλλευθεί ακριβώς όπως το επεισόδιο της «ισραηλινής επίθεσης εναντίον του πλοίου “Mavi Marmara” στα ανοιχτά της Γάζας».

Σενάρια Και αν η κατάρριψη του F-4 δεν ήταν «λάθος»;
Στον μουσουλμανικό κόσμο απευθυνόταν, κατά κύριο λόγο, η προσφυγή της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και ήταν ευδιάκριτος ο πολιτικός χαρακτήρας της, γεγονός το οποίο σημείωσαν ακόμη και φιλοκυβερνητικές τουρκικές πηγές. Ταυτόχρονα όμως οι ίδιες πηγές διακρίνουν και μια καλά διαμορφωμένη κίνηση της Συρίας, η οποία δεν αποκλείεται να έχει και άλλους εμπνευστές στη Μέση Ανατολή.

Η κατάρριψη του τουρκικού F-4 «δεν ήταν λάθος», έγραψε η τουρκική «Star». Ηταν «μέρος πολυεθνικής επιχείρησης με στόχο τη φήμη και το κύρος της Τουρκίας στην περιοχή. Ταυτόχρονα κάποιοι στην περιοχή στέλνουν μήνυμα στην Τουρκία ότι είναι δυσαρεστημένοι με την πολιτική της έναντι της Συρίας». Γίνονται όμως και άλλες εκτιμήσεις. Στο Κογκρέσο, γράφει η «Washington Post», διακρίνουν και άλλους «προβληματισμούς και σκέψεις» της Αγκυρας. Η πολιτική ηγεσία, ιδιαίτερα ο πρωθυπουργός Ερντογάν, βλέπει να υποχωρεί σταθερά η εικόνα του και το «τουρκικό μοντέλο του» που προβάλλει στην περιοχή. Εχουν ενοχληθεί ιδιαίτερα από την πολιτική δύναμη που απέκτησαν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι στις χώρες της Βόρειας Αφρικής και φοβούνται ότι θα κυριαρχήσουν και στη Συρία αν (και όταν) απομακρυνθεί ο πρόεδρος Μπασάρ αλ Ασαντ.

Η κυβέρνηση Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι η σκληρή πολιτική της εναντίον του προέδρου Ασαντ κινδυνεύει να καταρρεύσει – με άμεσες πολιτικές συνέπειες στο εσωτερικό. Η απόφαση του Συμβουλίου του ΝΑΤΟ της περασμένης Τρίτης δεν ικανοποίησε την Αγκυρα. Μιλώντας σε ξένους δημοσιογράφους ο υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου δεν έκρυψε την «απογοήτευσή» του από τη «χλιαρή» αντίδραση των βορειοατλαντικών συμμάχων. Οπως έγραψε η τουρκική «Zaman» (26/6), η κυβέρνηση Ερντογάν ελέγχεται ότι «υπερβάλλει ως προς τον ρόλο και την επιρροή της» στην περιοχή, με αποτέλεσμα να «ενοχλήσει (…) την παγκόσμια κοινότητα», η οποία «έκρινε ότι έπρεπε να δώσει ένα μάθημα στην Τουρκία ώστε να παύσει να κάνει επίδειξη της δύναμής της».