Γράφει ο Γιάννης Δ. Μεταξάς, Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

«Οσο ζω συνδιαχείριση του χρέους δεν θα υπάρξει». Also sprach Ανγκελα Μέρκελ, χωρίς να έχει την παραμικρή σχέση με τον Ζαρατούστρα. Ωστόσο τέτοια ακλόνητα ή άλλα ηχηρά παρόμοια σε κάποιους προκαλούν θαυμασμό. Η φράση έχει εγγενή τεχνική ηθικότητα, την οποία αντλεί από την εικόνα της ανυποχώρητης θέσης στην οποία φαντασιακά παραπέμπει. Κάποιοι άλλοι ωστόσο, που πιστεύουμε στον διάλογο, στην άλλη γνώμη και που στο «ίσως» της ζωής ανθρώπινη αξία αποδίδουμε, διερωτώμεθα για όλα αυτά.

Ας δούμε όμως, πάντα υποθετικά, τι μπορεί να την έχει οδηγήσει σε μια τέτοια δημόσια ορκοδοσία, η οποία περιλαμβάνει και την υφέρπουσα επιθυμία για μια προσωπική βιολογική παράταση που θα εποπτεύει, στη διάρκεια που απαιτείται, την από τους άλλους τήρηση του όρκου της.


Να είναι άραγε η αιτία αυτής της διακήρυξης κάποιο υπέρτατο εθνικό δημόσιο συμφέρον που την ώθησε ή και την εξώθησε σε μια τόσο φιλογενετική διατύπωση;

Μπορεί. Ελα όμως που το «υπέρτατο» εδώ δεν προβλέπεται να είναι εθνικό. Είναι ευρωπαϊκό, αν όχι παγκόσμιο. Και δεν μπορεί να έχει άλλο περιεχόμενο εκτός από την αλληλεγγύη, δηλαδή το ανάμεσα σε όλους μοίρασμα τόσο της κοινής ευτυχίας όσο και της κοινής δυστυχίας.

Να είναι άραγε η αιτία του όρκου της η επιδίωξη κάποιας πρωτιάς κατά παρέκταση ενός συνδρόμου, ενός Übertragung, όπου όλα αυτά διασφαλίζονταν κάποτε στο συμβολικό επίπεδο όταν σε προπολεμικά σχολεία οι πρώτοι μαθητές κάθονταν στα πρώτα θρανία και οι κακοί στα τελευταία;


Αυτή όμως η παιδαγωγική αντίληψη, κινούμενη μεταξύ Σβίγκλιου και Καλβίνου, έχει, σεβαστή κυρία, οριστικά εκτοπιστεί. Στην Ευρώπη των κοινωνιών και των απλών ανθρώπων μαζί με την αναγνώριση του χρέους του ενός προς τον άλλο έχουμε ενστερνιστεί και το δικαίωμα του καθενός, συλλογικό ή ατομικό, στο κάποιο λάθος. Και στη θέση της εξουδετέρωσης εκείνου που σφάλλει έχουμε θεσπίσει διαδικασίες αποκατάστασής του και παροχής συγγνώμης.


Ας δούμε όμως τα πράγματα και λίγο πιο ανθρώπινα. Γιατί, χωρίς παρεξήγηση, μπορεί να έχετε ανάγκη και από κάποια τέτοια συζήτηση. Θα σας ρωτούσα λοιπόν τι αλήθεια αισθάνεστε όταν προφέρετε αυτές τις τόσο ξεκάθαρες δωρικές φράσεις. Τις τόσο ευθύγραμμες, χωρίς ίχνος ιωνικής ή άλλης καμπυλόγραμμης διαφυγής.

Εχω την εντύπωση ότι η «ευθείαση», η οποία εξεικονίζεται και στην ενδυματολογική σας σταθερότητα, αποτελεί και τη συμβολικοποιημένη προτίμησή σας. Σας επιβάλλει, αν το έχετε προσέξει, ορισμένο βηματισμό, κι αντίστοιχο κοίταγμα συνάμα. Ετσι το κεκανονισμένο ταγέρ δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να μην κρύβει το πόσο η Στολή τη σκέψη αποκαλύπτει.

Αυτή όμως, κυρία Μέρκελ, δεν είναι η σκέψη της μεγάλης πλειοψηφίας του γερμανικού λαού. Ενός λαού που έχει προσφέρει στην κριτική σκέψη πολύτιμα εργαλεία. Και που έχει δώσει μάχη υπέρ της αμφισβήτησης της οποιασδήποτε αλήθειας κάθε φορά που κάποιοι τη θέλανε μοναδική.


Κυρία Μέρκελ, δεν μάχεσθε υπέρ του αύριο. Υπέρ του ιδιωτικού τώρα δίνετε τα πάντα. Ετσι η διαχρονική ισχύς της θέσης σας με το «όσο ζω» αρχίζει και με το «όσο ζω» τελειώνει.