Οταν χάνεται η εμπιστοσύνη από τις αγορές, τότε απαιτείται αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή

 

Του απεσταλμένου στο Τοκιο Αθανασιου Ελλις, Καθημερινή

Αν και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εισηγείται στις χώρες που έχουν σημαντικά ελλείμματα και χρέος, να εφαρμόζουν σταδιακή δημοσιονομική προσαρμογή, θεωρώντας ότι αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να περιορισθούν οι υφεσιακές επιπτώσεις στην οικονομία, στην περίπτωση της Ελλάδας η πλήρης έλλειψη εμπιστοσύνης εκ μέρους των αγορών επιβάλλει πιο αυστηρή προσέγγιση, όπως αυτή που ακολουθείται, διεμήνυσε, απαντώντας σε σχετική ερώτηση της «Κ», ο επικεφαλής της διεύθυνσης Δημοσιονομικής Πολιτικής του Ταμείου, Κάρλο Κοταρέλι, κατά την πρώτη ημέρα της ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ που πραγματοποιείται στο Τόκιο. Η χρονική συγκυρία -μόλις συνεδρίασε το Eurogroup και έπεται την επόμενη εβδομάδα η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε.- έχει σαν αποτέλεσμα, το «ελληνικό πρόβλημα», όπως φυσικά και η γενικότερη κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, να είναι μεταξύ των θεμάτων που απασχολούν τη σύνοδο.

«Η δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να είναι σταδιακή, εάν το αντέχει η οικονομία. Εάν δεν δέχεται η χώρα πιέσεις από τις χρηματαγορές. Εάν δεν μπορεί να δανειστεί από τις αγορές, τότε η προσαρμογή πρέπει, δυστυχώς, να είναι πολύ περισσότερο εμπροσθοβαρής» απάντησε ο κ. Κοταρέλι όταν κλήθηκε από την «Κ» να εξηγήσει γιατί παρά τις περί του αντιθέτου εισηγήσεις του Ταμείου, δεν υιοθετείται πιο ήπια προσαρμογή στην Ελλάδα.

Σε κάθε περίπτωση, ο κατεξοχήν αρμόδιος του Ταμείου για τα δημοσιονομικά σημείωσε ότι η προσαρμογή πρέπει να είναι συνεχής διότι αλλιώς όταν παρατηρούνται κενά οι αγορές θα αρχίσουν να αμφισβητούν τη δημοσιονομική βιωσιμότητα. Αλλά προειδοποίησε πως χωρίς προσαρμογή η κατάσταση σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη μπορεί να είναι χειρότερη λόγω των αμφιβολιών για την ικανότητα της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει το δημοσιονομικό πρόβλημα. «Στόχος του προγράμματος για την Ελλάδα είναι η επιστροφή σε βιώσιμους δημοσιονομικούς ισολογισμούς αλλά και σε ανάπτυξη μέσα από ένα συνδυασμό διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικής προσαρμογής» συμπλήρωσε ο κ. Κοταρέλι, ο οποίος διεμήνυσε την ανάγκη να υπάρχουν δικλίδες ασφαλείας για τα πιο αδύναμα τμήματα της κοινωνίας τα οποία, όπως είπε, υπομένουν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό το κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής καθώς λόγω αυτής αυξάνεται η ανεργία.

Ο κ. Κοταρέλι δήλωσε, επίσης, ότι αν και προς το παρόν, το Ταμείο θεωρεί πως η οικονομική πολιτική της Γερμανίας είναι σωστή, εάν παρατηρηθεί σημαντική επιδείνωση της κατάστασης στην Ευρώπη, το Βερολίνο έχει τα δημοσιονομικά περιθώρια να τονώσει την οικονομική δραστηριότητα στη Γηραιά ήπειρο.

Στη δική του παρέμβαση, και αναφερόμενος σε χώρες όπως η Ελλάδα, ο επικεφαλής της διεύθυνσης Οικονομικής Ερευνας του Ταμείου, Ολιβιέ Μπλανσάρ, μίλησε για «μαραθώνιο, όχι σπριντ», και αναγνώρισε ότι αν και η προσαρμογή είναι απαραίτητη, δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτή έχει επιπτώσεις σε ό,τι αφορά τη ζήτηση και την παραγωγή, και μάλιστα μεγαλύτερη από ό,τι σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης.

«Το ζητούμενο στην Ελλάδα είναι ένα πρόγραμμα που θα είναι βιώσιμο, θα βοηθήσει τον ελληνικό λαό, και σταδιακά θα ωθήσει την οικονομία εκτός ύφεσης» συμπλήρωσε από την πλευρά του ο υποδιευθυντής Οικονομικής Ερευνας, Γιοργκ Ντέκρεσιν, ο οποίος σημείωσε ότι το κλιμάκιο του Ταμείου που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην Αθήνα αναλύει όλες τις πτυχές του προγράμματος και των μέτρων που θα ληφθούν. «Θα εξετάσουν την κατάσταση του χρέους, τη δημοσιονομική θέση και ειδικότερα τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».