Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΥ

First we take Manhattan, then we take Berlin, οι πασίγνωστοι αυτοί στίχοι του Λέοναρντ Κοέν αντιστοιχούν δραματικά με τις προτεραιότητες που θα έχει από σήμερα ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ομπάμα

Η μεγαλύτερη πρόκληση για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία της Ουάσιγκτον είναι πλέον η Γερμανία και στην προτεραιότητα αυτή υποτάσσονται και θα υποταγούν τόσο οι σχέσεις με τη Μόσχα και το Πεκίνο, όσο και η στάση απέναντι στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.

Στις 19 Οκτωβρίου δημοσιεύθηκε στην WP άρθρο με τίτλο US-German Relationship on the rocks. Ούτε λίγο ούτε πολύ διαπιστώνεται ότι η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Γερμανίας δεν αφορά μόνο τη διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη και τις παρενέργειες στην αμερικανική οικονομία, αλλά συνιστά μια πλήρη απόκλιση ζωτικών συμφερόντων, με το Βερολίνο να έχει εγκαταλείψει το στρατόπεδο της Δύσης!

Η μεγάλη ρήξη ΗΠΑ-Γερμανίας καταγράφηκε στη Σύνοδο Κορυφής του G-20 πριν από έξι μήνες στη Νότια Κορέα, όταν η Μέρκελ στάθηκε απέναντι στον Ομπάμα που πίεζε για μια συμφωνία επανεξισορρόπησης του παγκόσμιου εμπορίου, στηρίζοντας την αδιαλλαξία του Πεκίνου.

Θυμίζοντας την άρνηση της Γερμανίας να στηρίξει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη, εκτιμάται ότι το Βερολίνο άλλαξε στρατόπεδο και ότι στηρίζει πλέον τις επιθετικές εξαγωγικές οικονομίες, με τη φιλοδοξία να γίνει ο προνομιακός αν όχι αποκλειστικός παροχέας τεχνολογίας και τεχνογνωσίας.

Με δυό λόγια, η Γερμανία δεν ανήκει πλέον στο στρατόπεδο της Δύσης έχοντας υιοθετήσει μια επιθετική γεωοικονομική στρατηγτική, υποτιμώντας τη δυνατότητα των ΗΠΑ να την απομονώσουν γεωπολιτικά.

Αυτό που δεν επισημαίνεται είναι ότι η σκληρή γραμμή του Βερολίνου γίνεται ήδη μπούμερανγκ: Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα, οι βιομηχανικές παραγγελίες μειώθηκαν συνολικά μέσα στο 2012 κατά 4,7%, στην Ευρωζώνη 9,6% και μόνο τον Σεπτέμβριο 3,3%. Με δύο λόγια η κρίση χτυπά την πόρτα της Γερμανίας πολύ πριν υπάξει απόδοση από τη δυναμική της συμμαχίας με τις αναδυόμενες δυνάμεις.

Ο Ομπάμα, θα κληθεί άμεσα να αποφασίσει πώς θα αντιμετωπίσει την επιθετική πολιτική της Γερμανίας, που σκιάζει πλέον τόσο την Ρωσία, όσο και την Κίνα ως αμφισβητίας της.

Το κόστος όμως που πληρώνει στο επίπεδο των βιομηχανικών παραγγελιών η Γερμανία δεν δείχνει άγνοια κινδύνου αλλά αποφασιστικότητα κυριαρχίας, αρχής γενομενης από την Ευρωζώνη, όποιο και να είναι το κόστος.

Προφανώς στο Βερολίνο εκτιμούν ότι είναι αδύνατη για το ορατό μέλλον μια ευρύτατη υπό αμερικανική ηγεσία αντιγερμανική συσπείρωση, καθώς εκτιμούν ότι οι διαφορές της Ουάσιγκτον με τη Μόσχα και το Πεκίνο είναι πολύ ουσιαστικές, ενώ η Γαλλία είναι αρκετά αδύναμη λόγω της δημοσιονομικής κρίσης, για να γίνει προγεφύρωμα των ΗΠΑ στη Γηραιά Ήπειρο.

Η ιστορία, όμως, άλλα διδάσκει: Οταν η Γερμανία στις αρχές του 20ού αιώνα άρχισε να αναδεικνύεται σε παγκόσμιο ταραξία, δύο μετωπικές αντιπαραθέσεις στον αγώνα για την κατάκτηση της Αφρικής και της Κεντρικής Ασίας, η αντιπαράθεση Βρετανίας-Γαλλίας και Βρετανίας-Ρωσίας ατόνησαν, έπαυσαν να υφίστανται και οδήγησαν στη σύμπηξη της τριμερούς Εγκάρδιας Συνεννόησης.

Η Δύση υπό την ηγεσία των ΗΠΑ δεν αμφισβητείται από την Κίνα, την Ινδία ή την Ρωσία, αλλά από την ίδια τη Γερμανία που παρασύρεται για ακόμη μια φορά από την καταστροφική έλξη του ξεχωριστού δρόμου (sonderweg)…